Ευτελιζοντας ακομη και τον θανατο

Με αφορμή τον θάνατο του 26χρονου Βασίλη Μάγγου στον Βόλο

Ιδιόμορφη χώρα η Ελλάδα έχει βιώματα όλων των ειδών: Δημοκρατίας, διδακτοριών, λογοκρισίας, ενεργούς παρουσίας και δράσεως του παρακράτους που αποσταθεροποιεί τη δημοκρατία, πολιτικές δολοφονίες, και από εδώ και από εκεί, όπως οι δολοφονίες του ειρηνιστή Γρηγόρη Λαμπράκη από το δομημένο με τις ευλογίες της τότε δεξιάς παράταξης παρακράτος,  ή η δολοφονία του Κώστα Μπακογιάννη από τη 17 Νοέμβρη. Αστυνομική βία έχουμε όμως και τα νεότερα χρόνια ως αυτή  που εκδήλωσαν οι «ζαρντινιέρες» εναντίον του κύπριου φοιτητή  ή η καθαρή δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου.

Το ζήτημα του θανάτου νέων ανθρώπων είναι από μόνο του τρομακτικό και εξίσου τρομοκρατικό και το ζήτημα της αστυνομικής βίας, απότοκο της οποίας είναι οι τελευταίες πρόσφατα επισυμβείσες δολοφονίες στην Αμερική με κυρίαρχη αυτή του Τζωρτζ Φλόιντ που ξεσήκωσε αντιδράσεις σε όλο τον κόσμο, και την Ελλάδα.

Το «δεν μπορώ να αναπνεύσω» έλαβε χώρα όμως και στη χώρα μας, στην περίπτωση του 26χρονου βολιώτη Βασίλη Μάγγου, που εδάρη ανηλεώς όπως μάρτυρες λένε πριν σχεδόν ένα μήνα.  

Ο Βασίλης Μάγγος εξέπνευσε όμως, δεν αναπνέει πλέον στη γη, δεν μας στερεί έτσι άλλο τον αέρα, αυτόν που καθημερινά μας κλέβουν οι εκλεγμένοι μας εκπρόσωποι στο ελληνικό κοινοβούλιο. Γιατί εντάξει ο νεαρός ακτιβιστής  που, σύμφωνα με την εφημερίδα Έθνος,  «φέρεται να είχε τραυματιστεί σοβαρά από αστυνομικούς κατά τη διάρκεια συγκέντρωσης συμπαράστασης στους συλληφθέντες της μαζικής διαδήλωσης της 13ης Ιουνίου ενάντια στην καύση σκουπιδιών από την τσιμεντοβιομηχανία ΑΓΕΤ-Lafarge και της δημιουργίας εργοστασίου SRF από τον δήμο Βόλου», αλλά, όπως λέει και ο ιατροδικαστής, «πέθανε από οξύ πνευμονικό οίδημα και όχι από το ξύλο». Κι αυτό έτσι ως μια φράση, αν και υπάρχουν πολλοί λόγοι να πεθάνει κάποιος από πνευμονικό οίδημα, όταν έχει δαρεί και όταν, ενώ έχει υποστεί  σοβαρό τραυματισμό,  δεν έχει περιθαλφθεί.

Ετσι πολύ «χαρήκαμε» που η ελληνική αστυνομία και ο κ. Χρυσοχοΐδης «βγήκαν πάλι από επάνω», επιρρίπτοντας την ευθύνη για την είδηση της κακοποίησης στον κακό ΣΥΡΙΖΑ, και η ελληνική δημοκρατία συνεχίζει απτόητη τον δρόμο της, δρόμο προόδου(!) και αναπτύξεως(!), τρεφόμενη ακόμη από παρακρατικές συμπεριφορές, αστυνομική βία και ξύλο.

Προχωράμε λοιπόν, σαφώς, ανασφαλέστατοι…

Ο  ακτιβιστής Βασίλης Μάγγος

Ποιος ήταν όμως ο ακτιβιστής Βασίλης Μάγγος, στον οποίο η ελληνική πολιτεία έπρεπε να συνετίσει ρίχνοντάς του ένα πολύ σκληρό «μπερτάκι ξύλο»; Μας τον συστήνει ο κομοτηναίος φιλόλογος και συγγραφέας κ. Σπύρος Κιοσσές που υπήρξε καθηγητής του στον Βόλο μέσα από τον λογαριασμό του στο fb ως εξής:

«Είχα την τιμή, πριν πολλά χρόνια, να διδάξω στο Μουσικό Σχολείο Βόλου. Υπέροχο σχολείο, υπέροχοι μαθητές. Την τελευταία μέρα ‒θα έφευγα με απόσπαση‒ με περίμενε στην έδρα ένα τεράστιο κόκκινο χαρτόνι με λίγα λόγια από τα παιδιά του Β2. Τα παιδιά μου. Βασίλη, είχες κι άλλα να πεις. Δε σου έφτανε το χαρτόνι. Ήδη όμως είπες αρκετά, παλικάρι μου. Θα σε θυμάμαι για πάντα.».

Αλλά και η εκπαιδευτικός Λουίζα Σολομών αποχαιρετά τον Βασίλη Μάγγο, μέσω του λογαριασμού στο fb της φιλολόγου Σοφίας Σουβατζόγλου, ως εξής:

«Για το Βασιλάκη της καρδιάς μου έχω ανάγκη να μιλήσω

Όταν παίρνεις μετάθεση σε άλλο τόπο, οι πρώτες εικόνες είναι που σηματοδοτούν τι θα σημαίνει για σένα αυτός ο τόπος. Στη Σκιάθο έξω από το σπίτι με τους συνεχείς ήχους του πιάνου στα σκαλοπάτια του καλντεριμιού, ένα αγόρι δευτέρας δημοτικού διάβαζε λογοτεχνικό βιβλίο. Και σήκωσες το βλέμμα το καθάριο, αγόρι μου, και χαμογέλασες πλατιά και γλύκανε αυτή η εικόνα την εμφάνισή μας στο νησί της Σκιάθου. Και μετά ανέβηκες με τον πατέρα σου να βοηθήσεις το ξεφόρτωμά μας. Και καθώς μας χώριζαν λίγα μόνο σκαλοπάτια, από τότε γίναμε μια διευρυμένη οικογένεια να πηγαινοερχόμαστε από το σπίτι με τους ήχους από πιάνο της μητέρας σας και τα πολλά σας βιβλία στο δικό μας. Και όταν αποκλειστήκαμε στο νησί από το πολύ χιόνι και χωρίς ρεύμα και μαζευτήκαμε στο δωμάτιο με τη σόμπα 12 άτομα, εσύ με 40 πυρετό, λεξούλα διαμαρτυρίας δεν έβγαλες.

Γιατί, εσύ, Βασίλειε μάτια μου, έμελλε για άλλα, για τα μεγάλα και τα άδικα του κόσμου τούτου να νοιάζεσαι, να μην αντέχεις και να διαμαρτύρεσαι. Είχες πολλή τρυφερότητα και ευαισθησία μέσα σου για να τα αντέχεις. Και αγωνιζόσουν, συνέχεια. Όταν κάνατε τα περπατήματά σας με τον πατέρα σου στην κορφή του Ολύμπου, θαύμασες πόσο ψηλά μπορεί να φτάσει ο άνθρωπος. Και στην τελευταία πορεία, μια μέρα πριν βγεις με το αδύνατο κορμάκι σου, να υπερασπίσεις το δίκιο των συλληφθέντων μ’ είχες δει και μου απευθύνθηκες και πάλι με κείνη την σπάνια ευγένειά σου και το γνωστό χαμόγελο του Βασίλειου της Σκιάθου μέσα στο χαμό. “Καλησπέρα, κυρία Λουίζα. Τι κάνετε; “. 

“Είναι μικρός αυτός ο κόσμος για τα μέτρα σου, για τα πονεμένα σπασμένα πλευράκια σου, αγόρι μου.

Σε ποιο ταξίδι κίνησες να πας, μάτια μου;».

Πού κινάει να πάει άραγε αυτή η χώρα; Πού;

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.