Απο τον εργασιακο Μεσαιωνα του ιδιωτικου τομεα σε συνθηκες Αποκαλυψης;

Δεν είναι μόνον ο κρατικοδίαιτος έλεγχος της ΓΣΕΕ, καίτοι ο βασικότερος, για την αποδυνάμωση του εργατικού κινήματος

Ακούσαμε κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου για τα εργασιακά τον περασμένο Σεπτέμβρη τον αρμόδιο υπουργό Άδωνη Γεωργιάδη να αμφισβητεί το εύρος των αντιδράσεων των εργαζομένων. «Πηγαίνετε με τα μάτια σας και δείτε έξω στο Σύνταγμα τη μεγαλειώδη πορεία! Δεν υπάρχει ψυχή», είπε. Ζώντας οκτακόσια και πλέον χιλιόμετρα μακριά από το κέντρο της Αθήνας δεν μπορώ να γνωρίζω για την αξιοπιστία των λεγομένων του. Διερωτώμαι όμως αν αυτό τους νομιμοποιεί να απογυμνώνουν τους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα και από τα στοιχειώδη δικαιώματα που τους απέμειναν. Σε μια χώρα πρωταθλήτρια της Ευρώπης στην ανεργία με διαφορά μπορεί να απεργήσει ένας ιδιωτικός υπάλληλος διακινδυνεύοντας και αυτά ακόμη τα πενιχρά εισοδήματά του; Εντυπωσιάζομαι όμως από τους 158 βουλευτές της ΝΔ που σύσσωμοι κάτω από τη δαμόκλειο σπάθη της διαγραφής ψήφισαν τον νόμο. Προεκλογικά, πολύ πρόσφατα δηλαδή, περιέρχονταν τις εκλογικές τους περιφέρειες τάζοντας λαγούς με πετραχήλια προκειμένου να εκλεγούν. Η διατήρηση της έδρας υπερισχύει της αξιοπιστίας τους;

Το πρόβλημα είναι ότι οι εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα δεν εκπροσωπούνται συνδικαλιστικά ώστε να μπορούν να αντιδράσουν μαζικά. Ο Ευάγγελος Βενιζέλος, καίτοι πρόεδρος στο παρελθόν αστικού κόμματος που ταυτίστηκε με τα μνημόνια, σε συνέντευξή του στην εκπομπή «Επτά» της ΕΡΤ1 στις 12/6/2021, με αφορμή το τότε εργασιακό έκτρωμα με εμπνευστή τον κ. Χατζηδάκη, που προετοίμασε το έδαφος για την ολοκλήρωση του σημερινού εργασιακού εγκλήματος είχε πει: «ο εργαζόμενος (του ιδιωτικού τομέα) είναι πάντα το αδύνατο μέρος, αλλά πρέπει να ξέρουμε ότι ο εργαζόμενος δεν εκπροσωπείται συνδικαλιστικά… Όπως υπάρχει πολιτική υποαντιπροσώπευση, υπάρχει και συνδικαλιστική υποαντιπροσώπευση. Τα συνδικαλιστικά όργανα του ιδιωτικού τομέα στην πραγματικότητα εκφράζουν κατά πλειοψηφία τους εργαζόμενους στα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου του δημόσιου τομέα ή του σχεδόν δημόσιου, δηλαδή στις μεγάλες επιχειρήσεις, οι οποίες ήταν παλιά κοινωφελείς επιχειρήσεις». Αυτή ήταν η τοποθέτησή του στην εμμονή της δημοσιογράφου ότι οι εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα εκπροσωπούνται από το «μεγάλο συνδικαλιστικό όργανο που είναι η ΓΣΕΕ». Όμως πώς συμβαίνει η ΓΣΕΕ να μην εκπροσωπεί παρά μόνον τύποις τους εργατοϋπαλλήλους του ιδιωτικού τομέα;

Ως μοχλός αξιοποιήθηκαν οι ΔΕΚΟ που χαρακτηρίσθηκαν Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου (Ν.Π.Ι.Δ.) με πρόσχημα τη λειτουργία τους με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια με σκοπό όμως την ένταξη των υπαλλήλων τους στη ΓΣΕΕ και επιδίωξη τη νόθευση του συνδικαλιστικού κινήματος και τον έλεγχο των αντιδράσεων του ιδιωτικού τομέα. Είναι όμως δυνατόν υπάλληλοι των ΔΕΚΟ να εκπροσωπούν τους εργατοϋπαλλήλους του ιδιωτικού τομέα που δεν γνωρίζουν τι ξημερώνει η επόμενη ημέρα; Άλλες συνθήκες και σχέσεις εργασίας, αγεφύρωτη διαφορά στις αποδοχές, βεβαιότητα έναντι της καθημερινής αβεβαιότητας, συνδικαλιστικές άδειες και προνόμια που προκαλούν. Το αποτέλεσμα είναι η ΓΣΕΕ να ελέγχεται πλήρως από εκπροσώπους των ΔΕΚΟ, και η διοίκηση της ΓΣΕΕ, από εκπρόσωπος των εργατοϋπαλλήλων του ιδιωτικού τομέα έγινε κρατικοδίαιτη. Ήδη από το 1940 ο Τρότσκι σημείωνε ότι «υπάρχει ένα κοινό γνώρισμα στην ανάπτυξη ή, πιο σωστά, στον εκφυλισμό των σύγχρονων συνδικαλιστικών οργανώσεων όλου του κόσμου: το πλησίασμα και η συγχώνευσή τους με την κρατική εξουσία».

Δεν είναι όμως μόνον ο κρατικοδίαιτος έλεγχος της ΓΣΕΕ υπεύθυνος για την αποδυνάμωση του εργατικού κινήματος. Είναι οι εκατοντάδες των νέων που μετανάστευσαν και αποστέρησαν τη χώρα από ένα τεράστιο δυναμικό αντίστασης στις νεοφιλελεύθερες επιλογές της κυβέρνησης, είναι η οπαδική βία που πριμοδοτείται για να αποστρέφει την αντίδραση των νέων από το πολιτικό πεδίο, είναι οι συνταξιούχοι που θεωρούν ότι ευνοούνται από το νομοσχέδιο αφού τους επιτρέπει να εργάζονται μέχρι τον θάνατό τους, είναι και οι δημόσιοι υπάλληλοι που δεν τους αφορά (ακόμα) και μαζί με τους συνταξιούχους αποτελούν μια τεράστια δεξαμενή ψήφων

Όμως δεν είναι μόνον ο κρατικοδίαιτος έλεγχος της ΓΣΕΕ, καίτοι ο βασικότερος, για την αποδυνάμωση του εργατικού κινήματος. Είναι οι εκατοντάδες των νέων που μετανάστευσαν και αποστέρησαν τη χώρα από ένα τεράστιο δυναμικό αντίστασης στις νεοφιλελεύθερες επιλογές της κυβέρνησης, είναι η οπαδική βία που πριμοδοτείται για να αποστρέφει την αντίδραση των νέων από το πολιτικό πεδίο, είναι οι συνταξιούχοι που θεωρούν ότι ευνοούνται από το νομοσχέδιο αφού τους επιτρέπει να εργάζονται μέχρι τον θάνατό τους, είναι και οι δημόσιοι υπάλληλοι που δεν τους αφορά (ακόμα) και μαζί με τους συνταξιούχους αποτελούν μια τεράστια δεξαμενή ψήφων. Ας μη ξεχνάμε ότι με τη χειραγώγηση της λαϊκής ψήφου με τους εκλογικούς νόμους, ένα μειοψηφικό ποσοστό 40,55% επιτρέπει στην κυβέρνηση να ισοπεδώνει τα πάντα.

Την επομένη όμως που οι 158 βουλευτές της ΝΔ ψήφιζαν τον νόμο έκτρωμα που εισήγαγε στην εγχώρια αγορά νέες ευέλικτες μορφές απασχόλησης – όπως οι συμβάσεις «μηδενικών ωρών εργασίας» όπου ο εργαζόμενος καλείται να προσφέρει έκτακτη εργασία ή εργασία σε δεύτερο εργοδότη με μάξιμουμ ωρών απασχόλησης τις 13, καθώς και εργασία σε συγκεκριμένους κλάδους 6 ημερών ή ακόμη και την Κυριακή – ο Τύπος αποκάλυπτε τις εργασιακές συνθήκες στη χώρα μας με τίτλο «Οι Έλληνες εργάζονται πολύ, αλλά αμείβονται με χαμηλούς μισθούς» («Καθημερινή» 23/9/2023). Σύμφωνα με τη Eurostat οι Έλληνες εργάζονται περισσότερο από όλους τους άλλους Ευρωπαίους και έπονται οι Πολωνοί, οι Ρουμάνοι και οι Βούλγαροι, ξεπερνάμε δηλαδή και τις πρώην Ανατολικές χώρες. Μάλιστα ένας στους τέσσερεις μισθωτούς είναι με συμβάσεις μερικής απασχόλησης και λαμβάνουν κατά μέσον όρο μισθό 430 ευρώ που αντιστοιχεί σε «καθαρά» 346 ευρώ. Αλλά σύμφωνα και με τον ΟΟΣΑ, η Ελλάδα κατατάσσεται τρίτη από το τέλος, δηλαδή 35η σε σύνολο 38 κρατών μελών, αναφορικά με το ύψος του μέσου μισθού. Αυτά που κατέγραψαν η Eurostat και ο ΟΟΣΑ ίσχυαν πριν την ψήφιση του νομοθετικού εκτρώματος της κυβέρνησης. Γιατί συμβαίνουν όλα αυτά; Διότι αυτή είναι η φιλοσοφία του νεοφιλελευθερισμού για την εργασία; Πρυτανεύει το δόγμα του «αγίου» Άλαν Γκρίνσπαν, τέως προέδρου της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ: «Η αυξανόμενη εργασιακή ανασφάλεια, είπε, αποτελεί τη βάση μιας υγιούς οικονομίας». Είναι και η μνημειώδης δήλωση του Μάριο Μόντι τον Φεβρουάριο του 2012 ως πρωθυπουργού της Ιταλίας, ο οποίος κάλεσε τους νέους «να συνηθίσουν στην ιδέα ότι δεν θα μπορούν να έχουν μια μόνιμη δουλειά για όλη τους τη ζωή» και χαρακτήρισε τη μόνιμη εργασία ως «βαρετή» και «μονότονη». Τι έπεται λοιπόν;

Αλεξανδρούπολη 5/12/2023

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.