«Βιτρω» ο τιτλος της δευτερης ποιητικης συλλογης του Κωστα Καραμανωλη

Με «λεπτοκεντημένες» τις πικρές αποχρώσεις της ματαιότητας και της αποθέωσης της τακτοποιημένης ζωής στον χώρο της επαρχίας - Και «φως» από το μαγευτικό τοπίο της Ροδόπης

«Βιτρώ» είναι ο τίτλος της δεύτερης ποιητικής συλλογής του συντοπίτη μας  Κώστα Καραμανώλη, η οποία κυκλοφόρησε ένα περίπου μήνα πριν από τις εκδόσεις Κάπα Εκδοτική.
 
Η συλλογή περιλαμβάνει σαράντα τρία ποιήματα, ήτοι «σαράντα τρεις ιστορίες ζωής, ιστορίες της καθημερινότητας…». Ιστορίες που είτε   «έχουν μείνει ανεξίτηλες στον χρόνο»  είτε «παραμένουν επίκαιρες όσα χρόνια κι αν περάσουν…», όπως αναγράφεται στο οπισθόφυλλο   του βιβλίου.
 
Ποιος είναι όμως ο Κώστας Καραμανώλης, η πρώτη ποιητική συλλογή του οποίου με τίτλο «Όνειρα επί χάρτου» είχε κυκλοφορήσει 17 ολόκληρα χρόνια πριν από τις εκδόσεις «Παρατηρητής» της Θεσσαλονίκης. Τυπικά συμπολίτης τοπογράφος μηχανικός, εγκατεστημένος με την οικογένειά του στην Κομοτηνή και λάτρης της Ροδόπης, ο οποίος στο ποιητικό του πορτραίτο που εμπεριέχεται ως ποίημα στη συλλογή με τίτλο  «Αυτοβιογραφία» μας συστήνεται ως ακολούθως.
 

ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΑ*

Έβλεπα τον κόσμο φωτεινό
απ' το βρεφικό μου το κρεβάτι,
όμως στων σκιών το μονοπάτι
βρέθηκα μετά να τριγυρνώ.
 
Κράδαινα το ξύλινο σπαθί,
ήμουν ο κουρσάρος της αλάνας
κι είχα στα καλέσματα της μάνας
μέσα σε χαλάσματα χαθεί.
 
Άξιος μαθητής και φοιτητής.
Έμαθα πως δρουν οι τόσες γνώσεις
όπως της θαλάσσης οι προσχώσεις
τα όρια που αλλάζουν της ακτής.
 
Ο έρωτας μου φέρθηκε καλά,
ένιωσα δική μου τη σελήνη
κι έφτανε ενίοτε η γαλήνη
σαν τα διαβατάρικα πουλιά.
 
Δύο γάμοι, τέσσερα παιδιά
πότισαν χαρά τριάντα χρόνια,
κι αν ποτέ προκύψουν και εγγόνια
θα μου κανακεύουν την καρδιά.
 
Κάτω από μαρμάρινο σταυρό
λιώνοντας θα φαίνομαι γελοίος
έτσι που απέτυχα τελείως
της ζωής το νόημα να βρω.

*σελ. 51

«Αναρωτιόμουνα κατ’ όναρ, αναρωτιέμαι και καθ’ ύπαρ»

Η συλλογή ξεκινά με το έξοχο μότο: «αναρωτιόμουνα κατ’ όναρ, αναρωτιέμαι και καθ’ ύπαρ»(αναρωτιόμουνα στο όνειρο, αναρωτιέμαι και ξυπνητός) από τα «Τετράδια ονείρων», το αποκαλυπτικό βιβλίο της Ζυράννας Ζατέλη για τα υλικά της γραφής της, το οποίο υπαρξιακά και ποιητικά φαίνεται να εκφράζει πλήρως τον ποιητή, που εκτιμά απεριόριστα την αξία των ονείρων στο ύπνο αλλά και στη διάρκεια της ημέρας: «όμως στων σκιών το μονοπάτι/ βρέθηκα … να τριγυρνώ», παραδέχεται ο ίδιος στην «Αυτοβιογραφία» του. 

Οι 43 τίτλοι των ποιημάτων της συλλογής είναι οι ακόλουθοι: 

«Βιτρώ», «Άσκηση γεωγραφίας», «Η κατάθεση», «Το παλαιοπωλείο», «Τα γεράκια», «Οι εραστές», «Γλυκό παραμυθάκι», «Παραλίγο», «Νεογέννητο», «Περίεργος γιος», «Πολύχρονος», «Τα σπάρτα», «Ανήμερα», «Ατλαντίδες», «Το εκκλησάκι», «Μύθοι», «Ροδόπη», «Συμφέρει», «Καύσων», «Ρα», “Bikes”, «Μία σπίθα»,  «Ξένοι», «Κομοτηνή + Alma libre», «Στερνό;», «Αι διαφοραί»,  «Μίλια», «Καλλιτέχνης», «Τα βαγόνια» , «Ε, κύριε!» «Λεπτότατες αισθήσεις», «Συντρόφισσες», «Η σημαία», «Τεθνεώτες», «Ξενοδοχείο», «Αναπόφευκτα», «Μια λίμνη», «Εστέτ», «Σκορπιοί», «Τέλος μίας εποχής»,  «Δίδυμες», «Αυτοβιογραφία», «Μία καμήλα».
 
Όπως φαίνεται και από τους τίτλους που παρατέθηκαν,  στη δεύτερη αυτή ποιητική συλλογή πολλά είναι τα ποιήματα που αναφέρονται στη Ροδόπη, σε στιγμιότυπα που προκύπτουν από το ροδοπίτικο τοπίο, τη φύση και το περιβάλλον, τις λίμνες και τη θάλασσα: «αποβραδίς λυσσομανά ένας ψυχρός βοριάς/ που προκαλεί στη λίμνη αριστερά μου ρίγη αργυρά/ και δεξιά στο πέλαγος μνήμες τρικυμίας/»(4)*, κι αλλού: «σκάλωσε στη Βιστωνίδα μια ροδόχρωμη αυγή,/πριν η πρώτη ηλιαχτίδα να ξαφνιάσει τη σιγή./Ένας κύκνος κατά μήκος μιας προβλήτας προχωρά/ όταν φτάνουν τα φλαμίνγκος να καθίσουν στα νερά./»(5),  τους αγρούς με τα σπάρτα και  την «κίτρινη ευωδιαστή ωραιότητα»(3), αλλά και σε ιδιότυπα, συνήθως αθέατα στην καθημερινότητά μας ως πολλών, στιγμιότυπα ζωής που αφθονούν στον επαρχιακό χώρο. 

Όπως το παραξένισμα από την ετερότητα στον χώρο του καφενείου(1): 

«Με φούστα κλαρωτή θα εμφανιστώ/ Ένα πρωί στο καφενείο που συχνάζω/ Και πίσω από το τσάι το αχνιστό/ Τις αντιδράσεις των θαμώνων θα εξετάζω./ Με ντέφι και μια αρκούδα από χαρτί/ Κι έχοντας φούμο στο λευκό το πρόσωπό μου,/Θα στήσω στην πλατεία μια γιορτή./ Χρόνια πολλά στην ετερότητα του ατόμου.»,
την εγκατάλειψη των αρχαιολογικών πόρων που εξακολουθούν όμως να συγκεντρώνουν το ενδιαφέρον των ξένων: «Ξένοι θα ήτανε/Γιατί τα πενιχρά υπολείμματα αρχαίων μαρμάρινων κιόνων/ τα παρατηρούσαν έκθαμβοι,/την ξεθωριασμένη πληροφοριακή πινακίδα αριστερά,/με τους δυσανάγνωστους χαρακτήρες,/την εξέταζαν λες και της ζητούσαν εξηγήσεις·/»,
την κατακυρίαρχη κακία και το μίσος,  σήμα κατατεθέν της μίζερης επαρχιακής ζωής στη χώρα μας, μια οιωνεί γενικευμένη επαρχία,   που το μίσος τους ίσως μια μέρα ξεπλύνει ο Ηριδανός, το αρχαίο πλην όμως καλυμμένο σήμερα ποτάμι της Αθήνας: «Τα ανθρωπόμορφα γεράκια της κακίας[…]/ Διαθέτουν τρόπους επικράτησης περίσσιους./ Είναι τα άσχημα φτερά τους μελαμψά./Λάμπουν στα μάτια τους οι ίριδες του μίσους/κι ακονισμένα έχουν τα νύχια τα γαμψά./»(2),
τη σταθερή ακινησία της μικρής μας πόλης, όπου τίποτα καινούριο δεν ευδοκιμεί και αιωνίως επαναλαμβανόμενα απολαμβάνουμε  την οικειότητα των αδεσπότων και των παραταγμένων μπιστρό στην πλατεία της: «την πλατεία της μικρής μας πολιτείας,/ οπού τίποτα καινούριο δεν τολμά/ταράξει τον ρυθμό της συνήθειας,/ τούτη η νύχτα τα ποικίλα προτιμά./»(7),
την αδιαφορία για τη δημιουργικότητα ‒και τα δώρα της ποίησης‒  του άλλου, του συμπολίτη ή γενικώς του διπλανού μας: «Χρόνια τώρα με υστεροβουλία/(για να παρατηρώ τις αντιδράσεις του κόσμου)/αφήνω μία από τις τσέπες μου τρύπια,/έτσι ώστε όπως περπατώ να πέφτουν κάτω στον δρόμο/μικρά κομματάκια από τον εαυτό μου./Όπως άλλωστε ήταν αναμενόμενο,/η πλειονότητα των ανθρώπων αδιαφορεί πλήρως γι' αυτά./(8) ή τη βιωμένη και αξιοζήλευτη  πολυπολιτισμικότητα της πόλης μας:  «Εξαιτίας της γιορτής τους, μουσουλμάνοι,/Που σε άλλες περιστάσεις οικουρούν,/Δημιούργησαν ευχάριστο χαρμάνι/Της φυλής μας που ανόητοι λοιδορούν./».(7).
Στον αντίποδα όλων αυτών ο έρωτας, ως φως «κατ’ όναρ και καθ’ ύπαρ», όπως αποτυπώνεται στο τελευταίο, ένατο, ποίημα της συλλογής «Βιτρώ» του Κώστα Καραμανώλη, με την οποία σήμερα συνομιλήσαμε ενδεικτικώς. Γιατί, όπως και να έχει, κάθε ποιητική συλλογή που μπορεί να εκτείνεται σε λίγες σελίδες, στη συγκεκριμένη περίπτωση 51, ουσιαστικά είναι ένα μεγάλου όγκου πυκνογραμμένο βιβλίο. 
 

(1)BITΡΩ*

Με μάσκα τερατώδη, βδελυρά,
βαριά κουτσαίνοντας απ' το ένα μου το πόδι,
στης  πόλης τριγυρνώ την αγορά
ΚΙ έκπληξη δείχνουν στεγασμένοι και πλανόδιοι.
 
Ουρά του παγονιού από βιτρώ
Θα εφαρμόσω στους ακάλυπτούς μου ώμους,
Τα γέλια περιοίκων να μετρώ
Καθώς τα χρώματα θα ρέουνε στους δρόμους
 
Με φούστα κλαρωτή θα εμφανιστώ
Ένα πρωί στο καφενείο που συχνάζω
Και πίσω από το τσάι το αχνιστό
Τις αντιδράσεις των θαμώνων θα εξετάζω.
 
Με ντέφι και μια αρκούδα από χαρτί
Κι έχοντας φούμο στο λευκό το πρόσωπό μου,
Θα στήσω στην πλατεία μια γιορτή.
Χρόνια πολλά στην ετερότητα του ατόμου.

*σελ.9

(2)ΤΑ ΓΕΡΑΚΙΑ*

Τα ανθρωπόμορφα γεράκια της κακίας,
όταν στη λεία τους σαν βέλη εφορμούν,
ανατριχιάζουν τα βουνά της αρμονίας
και τα πουλιά της αθωότητας ριγούν.
 
Διαθέτουν τρόπους επικράτησης περίσσιους.
Είναι τα άσχημα φτερά τους μελαμψά.
Λάμπουν στα μάτια τους οι ίριδες του μίσους
κι ακονισμένα έχουν τα νύχια τα γαμψά.
 
Θα τα μαζέψει ανεμοστρόβιλος μια μέρα
να τα πετάξει ως τις κρύπτες τ' ουρανού
ή, ζαλισμένα από ομόνοιας αγέρα,
θα πέσουν μέσα στα νερά του Ηριδανού.

*σελ.14
 
(3)ΤΑ ΣΠΑΡΤΑ*

Τον Μάιο, των σπάρτων εκατέρωθεν της ασφάλτου
Η κίτρινη ευωδιαστή ωραιότητα
Με προτρέπει να ανακόψω την ταχύτητα του ποδηλάτου,
Κι ας καθυστερήσω λιγάκι να φτάσω
στο καταληκτικό τίποτα.

Περίχωρα Κομοτηνής, 24.05.2017
*σελ.21

(4) ΑΝΗΜΕΡΑ*

Ξημέρωσε της Αγια-Μαρίνας
 κι αποβραδίς λυσσομανά ένας ψυχρός βοριάς
που προκαλεί στη λίμνη αριστερά μου ρίγη αργυρά
και δεξιά στο πέλαγος μνήμες τρικυμίας.
 
Αναδεύει ψηλά των φοινίκων τα κλαδιά
(φτερά σπασμένα πελαργών)
και θα απογοητεύσει μόλις ξυπνήσουν
τους μικρούς κολυμβητές που σήμερα το μπάνιο τους θα χάσουν.
 
Φαίνεται πως κάποιας νεαράς εορτάζουσας
 η πρώιμη μελαγχολία
θα έσταξε φθινόπωρο στου θέρους την καρδιά.

Φανάρι, 17.07.2017
Σελ.22

(5) ΡΟΔΟΠΗ*
Σκάλωσε στη Βιστωνίδα μια ροδόχρωμη αυγή,
 πριν η πρώτη ηλιαχτίδα να ξαφνιάσει τη σιγή.
 Ένας κύκνος κατά μήκος μιας προβλήτας προχωρά
όταν φτάνουν τα φλαμίνγκος να καθίσουν στα νερά.
 
Στέλνουν εύοσμο αγέρι της Ροδόπης οι κορφές.
Χαίρεται το καλοκαίρι να σκαρφίζεται ομορφιές.
Πέραν βέβαια του ματαίου, παραδέχεται κανείς
πως η δόξα του ωραίου, δόξα είναι της ζωής.

                                                                      
Φανάρι, 02.08.2017
*σελ.26

(6) ΞΕΝΟΙ*

Ξένοι θα ήτανε.
Γιατί τα πενιχρά υπολείμματα αρχαίων μαρμάρινων κιόνων
τα παρατηρούσαν έκθαμβοι,
την ξεθωριασμένη πληροφοριακή πινακίδα αριστερά,
με τους δυσανάγνωστους χαρακτήρες,
την εξέταζαν λες και της ζητούσαν εξηγήσεις·
 
και στο βάθος τα απορρίμματα
που τον κάδο υπερχείλιζαν και πέφτανε στα χόρτα
με κάποια αποστροφή τα αντιμετώπιζαν.
Μάλλον ξένοι θα ήτανε.

*σελ.32
 
(7) ΚΟΜΟΤΗΝΗ + ALMA LIBRE*

Στην πλατεία της μικρής μας πολιτείας,
οπού τίποτα καινούριο δεν τολμά
ταράξει τον ρυθμό της συνήθειας,
τούτη η νύχτα τα ποικίλα προτιμά.
 
Οι αγέλες των αδέσποτων σκορπίσαν.
Τα σκουπίδια στο σκοτάδι δεν θα βρεις.
Τραπεζόδρομους πεζοί και αν διανύσαν,
Κατακλύσαν τα καφέ από νωρίς.
 
Εξαιτίας της γιορτής τους, μουσουλμάνοι,
Που σε άλλες περιστάσεις οικουρούν,
Δημιούργησαν ευχάριστο χαρμάνι
Της φυλής μας που ανόητοι λοιδορούν.
 
Το φεγγάρι μια φωνή το ηλεκτρίζει
Μ’ έναν τόνο αργεντίνικο, βραχνό.
Κάποιος έρωτας αβρότητα χαρίζει
Στα ζευγάρια που χορεύουνε ταγκό.
 
Η Αθήνα από κάτι τέτοια βρίθει
Και βαριέται γλεντογκρίνιες ακριτών.
Να ‘χαν, λέει, όλοι οι άνθρωποι στα στήθη
Την ελεύθερη ψυχή των αϊτών!

Κομοτηνή, 01.09.2017
*σελ.33

(8) Ε, ΚΥΡΙΕ!*

Χρόνια τώρα με υστεροβουλία
(για να παρατηρώ τις αντιδράσεις του κόσμου)
αφήνω μία από τις τσέπες μου τρύπια,
έτσι ώστε όπως περπατώ να πέφτουν κάτω στον δρόμο
μικρά κομματάκια από τον εαυτό μου.
 
Όπως άλλωστε ήταν αναμενόμενο,
η πλειονότητα των ανθρώπων αδιαφορεί πλήρως γι' αυτά.
Κατά καιρούς έχω προσέξει μερικούς (τρεις-τέσσερις θα ήτανε)
που, αφού κοίταξαν ανήσυχα τριγύρω μήπως και τους βλέπει κανείς,
έσκυψαν γρήγορα, σήκωσαν κάποιο κομματάκι
(ίσως εκείνο που τους θύμιζε το παιδί που ήταν κάποτε)
και χώνοντας το στη τσέπη τους χάθηκαν.
Μέχρι σήμερα δεν έχω ακούσει κάποιον πίσω μου να φωνάζει:
«Ε, κύριε! Κάτι σας έπεσε».

*σελ.39
 
(9) ΣΚΟΡΠΙΟΙ*

Γυναίκα με τον έρωτα πιασμένο στα μαλλιά σου
 και τη ρευστή λαχτάρα σου στους άσπρους σου μηρούς,
να μένει πάντα ανείπωτο το τελευταίο «γεια σου»
 είναι ένα μαρτύριο μονάχα για σκληρούς.
 
Κάποτε έναν ουρανό μου άπλωσες να ορίζω
τ' αστέρια μίας άνοιξης κι ενός καλοκαιριού,
κι εγώ, που από γητέματα και μάγια δεν γνωρίζω,
ξόρκιζα με χαμόγελα τις δίνες του καιρού.
 
Στη Χίο τότε ήτανε ή μήπως στις Οινούσσες,
που έψαχνα, ανώφελα, κοχύλια να σου βρω;
Στην πέτρα εσύ πικρό χρησμό νωχελικά μασούσες
 και κράταγες στα χέρια σου τον νέο μου σταυρό.
 
Έστω και αν ξυπόλητος τις νύχτες περπατούσα
στην άμμο που εκοίμιζε τους άγριους σκορπιούς,
τα δέντρα που στα φύλλα τους τη θλίψη μου ακουμπούσα
άνθισαν κι ετοιμάζουνε εξαίσιους καρπούς.
 
Να που η αγάπη κύλησε πιο πέρα από τη λήθη
και το όνειρο λησμόνησε τους τρεις σου κεραυνούς.
Ας μένει τώρα η θάλασσα τα πόδια σου να γλείφει
με αλλεπάλληλους σπασμούς, λευκούς και κυανούς.

*σελ.48

 
*Σημείωση: Οι αριθμοί που προπορεύονται των ποιημάτων έχουν τεθεί για διευκόλυνση της ανάγνωσης του κειμένου και για να διευκολύνουν τον τρόπο παραπομπής στα ποιήματα.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.