Μικρο αφιερωμα στον επτανησιο λυρικο ποιητη, Λορεντζο Μαβιλη

Ο σονετογράφος της Ελλάδας

Κάποιοι άνθρωποι, στο διάβα του χρόνου, μένουν αθάνατοι στη μνήμη μας. Το έργο τους διαβάζεται ξανά και ξανά και όσο και αν οι σελίδες ξεθωριάσουν, πάντα καταφεύγεις εκεί για να λυτρωθείς ή να απαντήσεις στα πιο κρυφά σου ερωτήματα.


Και μέσα από τα ερωτήματα αυτά, μαθαίνεις το «εγώ» σου, δίνεις τις λύσεις σου, πλάθεις νέα ερωτήματα, κάτι σαν αέναοι κύκλοι που ξεφεύγεις και επανέρχεσαι με μανία. Και η Ποίηση, με μανία μοιάζει. Θέλω να πω, πως σταματάς να ζεις και να υπάρχεις χωρίς αυτή και κάπου εκεί, στους γρήγορους ρυθμούς της ζωής θα την αναζητήσεις ξαφνικά ή θα σε βρει αυτή σαν καταφύγιο και θα ριζώσει μέσα σου. 

Λορέντζος Μαβίλης, σαν να «γράφει» το σήμερα 

Τα αναγνώσματά μου για τον Λορέντζο Μαβίλη, τον Επτανήσιο αυτόν λυρικό ποιητή, σταμάτησαν κάπου εκεί στις τελευταίες τάξεις του Λυκείου. Επανήλθαν όμως  πάλι, μέσα σε ένα πλαίσιο ευρύτερης λογοτεχνικής μου αναζήτησης. Και ίσως το παράδοξο, αλλά εντελώς ρεαλιστικό είναι ότι ο Μαβίλης μετά από τόσα χρόνια, μέσα από τις σελίδες του, περιγράφει το σήμερα της ματαιότητας, την Ελλάδα όπως τη βιώνουν τα μάτια μας. Τα άρτιας μορφής σονέτα του, αρκετά πρωτότυπα για την τότε αλλά και την τώρα εποχή, σκιαγραφούν με χρώματα «μελανά» μια πραγματικότητα ωμή, που αγγίζει τα όρια του πεσιμισμού. Θα έλεγε κανείς, ότι συνάδει τέλεια ο στίχος από το ποίημα «Λήθη»: «A' δε μπορής παρά να κλαις το δείλι, τους ζωντανούς τα μάτια σου ας θρηνήσουν :θέλουν – μα δε βολεί να λησμονήσουν», με τον ψυχισμό του σύγχρονου Νεοέλληνα, που βιώνει την κρίση και την εξαθλίωση.
 

Ο Λορέντζος Μαβίλης παίρνει επάξια τον τίτλο του «μεγάλου σονετογράφου της Ελλάδας μας», μιας και η τραγουδιστή μορφή του σονέτου αλλά και η εισαγωγή του διαλόγου, ως καινοτόμο και ριζοσπαστικό εγχείρημα από τον ίδιο, είναι αναπόσπαστο τμήμα των ποιημάτων του, που ως σήμερα καθίσταται εντελώς πρωτότυπο. Αν και θεωρείται ο καλύτερος Έλληνας σονετογράφος, η επιρροή του από τον παρνασσισμό και από την Επτανησιακή Σχολή του Σολωμού, όντας  ο νεότερος εκπρόσωπός της, γίνεται αισθητή και είναι άξια σχολιασμού. 

Τα σονέτα του 

Και αν κάποιος δεν έχει έρθει ακόμη σε επαφή με τα σονέτα του Λορέντζου Μαβίλη, με μια πρώτη ανάγνωση, ευελπιστώ να διαισθανθεί το εγχείρημα και τη συλλογιστική της σκέψης μου. Παραθέτω λοιπόν, για τους επίδοξους νέους αναγνώστες ή και τους παλιότερους μελετητές, μια αράδα από στίχους, προσωπικής μου επιλογή, όπου η φωνή του Μαβίλη φαντάζει να αντηχεί, να διαπερνά και να τοξεύει την Ελλάδα μας εν έτει 2017, κάνοντας μια μεταφορική σύνδεση του τέλους της ημέρας με αυτό της ανθρώπινης ζωής αναδεικνύοντας έτσι, το εφήμερο αλλά τόσο θελκτικό δώρο της. 
 

«Μούχρωμα»
 
Φυσάει τ’ αεράκι μ’ ανάλαφρη φόρα
και τες τριανταφυλλιές αργά σαλεύει·
στες καρδιές και στην πλάση βασιλεύει
ρόδινο σούρουπο, ώρα μυροφόρα,
 
χρυσή θυμητικών ονείρων ώρα,
που η ψυχή τη γαλήνη προμαντεύει,
την αιώνια γαλήνη, και αγναντεύει
σα για στερνή φορά κάθε της γνώρα
 
αξέχαστη· ξανθές κρινοτραχήλες
αγάπες, γαλανά βασιλεμένα
μάτια ογρά και φιλιά και ανατριχίλες
 
και δάκρυα· πλάνα δώρα ζηλεμένα
της ζήσης, που αχνοσβιέται και τελειώνει
σαν το θαμπό γιουλί που ολοένα λιώνει.

 

*Η Κατερίνα Γηρούση είναι τεταρτοετής φοιτήτρια του Τμήματος Ελληνικής Φιλολογίας του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.