Το τελευταιο Πασχα του Μητροπολιτη Βασιλειου

Γράφει ο Μάρων Ίσμαρος

Φέτος που γιορτάσαμε την Ανάσταση του Κυρίου από τα σπίτια μας, χωρίς να πάμε στην εκκλησία, να ανάψουμε μετά το «Δεύτε λάβετε φως» τις λαμπάδες μας και να ακούσουμε από τον Μητροπολίτη να διαβάζει από το Ευαγγέλιο την περικοπή  της Αναστάσεως του Κυρίου, έρχονται, άθελα, στο νου μου, η περιφορά του Επιταφίου και η τελετή της Αναστάσεως την περίοδο του εμφυλίου και μέχρι την εκδημία το  1952 τότε Μητροπολίτη Μαρωνείας και Θάσου  Βασιλείου Κωνσταντίνου από την Εύβοια, τον οποίο διαδέχθηκε , το 1954 ο Τιμόθεος Ματθαιάκης, ο οποίος και καθιέρωσε διαφορετικό τρόπο εορτασμού της Μεγάλης Παρασκευής και του Μεγάλου Σαββάτου.
 

Την περίοδο, λοιπόν, του Βασιλείου και παρά τις εχθροπραξίες του εμφυλίου, την Μεγάλη Παρασκευή, ξεκινούσε από τον μητροπολιτικό ναό της Παναγίας, πομπή περιφοράς του Επιταφίου δια της οδού Βενιζέλου προς την κεντρική πλατεία της Κομοτηνής, στο κέντρο της οποίας είχε κατασκευασθεί  μία εξέδρα. Της πομπής, της οποίας δεξιά κι  αριστερά ήσαν στρατιώτες με τα όπλα υπό μάλης, προηγούντο άνδρες της Τροχαίας με περικεφαλαίες, ακολουθούσε η μπάντα του Δήμου, οι ιεροψάλτες, οι φέροντες τα διάφορα εξαπτέρυγα, το ανθοστόλιστο κουβούκλιο  με τον επιτάφιο, που τον θυμιάτιζε διάκος που προηγείτο, ακολουθούσαν οι ιερείς με επικεφαλής τον μητροπολίτη Βασίλειο που ευλογούσε με τον σταυρό ανά χείρας, όσους πιστούς ήταν στα πεζοδρόμια, πέραν των στρατιωτών, ενώ ακολουθούσαν ο Γενικός Διοικητής κι ο Γενικός Γραμματέας της Γενικής Διοίκησης Θράκης, οι βουλευτές, ο Νομάρχης,  ο Δήμαρχος με το Δημοτικό συμβούλιο, ο διοικητής της Φρουράς, ο Ανώτερος Διοικητής Χωροφυλακής Θράκης και στη συνέχεια  οι πιστοί.
 
Παράλληλα, όμως, και προκειμένου να είναι την συγκεκριμένη ώρα στην πλατεία και οι λοιπές ενορίες, ξεκινούσαν, με διαφορετική ώρα η κάθε μία, ανάλογα της αποστάσεως του ναού από την πλατεία αντίστοιχες πομπές και από τις τρεις άλλε ενορίες της Κομοτηνής, της Αγίας Βαρβάρας που λόγω της πολύ μεγάλης αποστάσεως ξεκινούσε πρώτη, του Αγίου Γεωργίου και της του Θεού Σοφίας.
 

Μετά την συγκέντρωση και την άνοδο στην εξέδρα των επιταφίων, των ιερέων, του Μητροπολίτου και των επισήμων πολιτικών και στρατιωτικών Αρχών, ο Βασίλειος διάβαζε την σχετική περικοπή του Ευαγγελίου, οι ψάλτες έψελναν τα εγκώμια κι ο μητροπολίτης έραινε τους τέσσερις επιταφίους. Κόσμος πολύς παρακολουθούσε τα γενόμενα από τους εξώστες του ξενοδοχείου «Αστόρια» που με μεγάλη ευχαρίστηση παραχωρούσε ο ιδιοκτήτης του Παπαθεοδώρου, του καφενείου «Πάνθεον» στην απέναντι πλευρά και τα μικρά μπαλκονάκια δίπατων οικοδομών.
 
Παρόμοια ακριβώς συγκέντρωση στην κεντρική πλατεία όλων των ιερών ναών, με τις σχετικές πομπές, γινόταν και το Μεγάλο Σάββατο με την τελετή της Ανάστασης, κατά την οποία ο δεσπότης και μόνον αυτός διάβαζε την αναστάσιμη περικοπή του ευαγγελίου και στη συνέχεια έλεγε το «Χριστός Ανέστη», χωρίς να γίνονται τελετές Αναστάσεως σε κάθε άλλη εκκλησία.
 
Ήταν υπέροχα καταπληκτικό το θέαμα να βλέπει κανείς από ψηλά, την πλατεία και τους γύρω δρόμους με τα κεράκια να τρεμοσβήνουν, τη  φωτισμένη εξέδρα με τον μητροπολίτη με την κορώνα του και τα πένθιμα άμφια του ίδιου και των ιερέων  και να ακούει τα εγκώμια από τους ψάλτες και τους χορούς  τους των τεσσάρων ενοριών.
 

Το τελευταίο Μεγάλο Σάββατο του 1952, πριν πεθάνει ο μητροπολίτης Βασίλειος, αρχίζει ο διάκος να λέγει «Και υπέρ του καταξιωθείναι ημάς της ακροάσεως του Αγίου Ευαγγελίου, Κύριο τον Θεόν ημών ικετεύσωμεν», οπότε έπρεπε ο δεσπότης να διαβάσει το Ευαγγέλιο. Βγάζει, λοιπόν, ο Βασίλειος από την εσωτερική τσέπη τα γυαλιά του, τα φοράει προκειμένου να διαβάζει την σχετική περικοπή του Ευαγγελίου, με τον ιδιόμορφο δικό του τρόπο να κάνει παύση κάθε δύο λέξεις και πλησιάζοντας στο μικρόφωνο  αρχίζει την ανάγνωση του Ευαγγελίου διαβάζοντας «“Διαγενομένου του Σαββάτου” (παύση), “Μαρία η Μαγδαληνή” (παύση) “και Μαρία η του Ιακώβου” (παύση) “και ΣΑΛΑ…”, που αμέσως διορθώνει το lapsus linguae διαβάζοντας το ορθό “και Σαλώμη”, ηγόρασαν  αρώματα» κλπ.
 
Όλος ο συγκεντρωμένος κόσμος όταν άκουσε εκείνο το «ΣΑΛΑ» αντί Σαλώμη, γέλασε και είπαν ότι ο Βασίλειος από τη νηστεία της Σαρακοστής, ήθελε να φάει σαλάμι!
 
Με την  τέλεση μιας και μόνης τελετής Αναστάσεως στην κεντρική πλατεία και από τις τέσσερις ενορίες μαζί, ο Βασίλειος επιτύγχανε  κατά την αποχώρηση των ενοριών από την πλατεία και την ακολουθία του όρθρου καθ΄ οδόν, να συνοδεύεται, κατά την επιστροφή της στο ναό, η  κάθε εκκλησία,  αναγκαστικά, από πομπή  των ενοριτών της που είχαν προσέλθει στη πλατεία και να μην αποχωρούν αμέσως μετά το «Χριστός Ανέστη» για τα σπίτια τους, που ήταν κοντά στο ναό της ενορίας τους.
 
Αυτή ήταν η τελευταία τελετή της Αναστάσεως που έκανε ο αοίδιμος Μητροπολίτης Μαρωνείας και Θάσου Βασίλειος, ο οποίος πέθανε στις 24 Δεκεμβρίου 1952 κι ετάφη στην Χαλκίδα,  ήταν δε και ο τελευταίος αρχιερεύς που εποίμανε και την νήσο Θάσο, που μέχρι το 1954 υπαγόταν  στην εκκλησιαστική δικαιοδοσία της Μητροπόλεως Μαρωνείας. Την νήσο Θάσο, όταν κατά την διετία 1952-1954 τοποτηρητής της χηρεύουσας Μητροπόλεως Μαρωνείας και Θάσου ήταν ο Μητροπολίτης Φιλίππων Χρυσόστομος Χατζησταύρου, μετέπειτα αρχιεπίσκοπος κατάφερε και με ενέργειές του προς την Ιερά Σύνοδο  της Εκκλησίας της Ελλάδος και την υπήγαγε στην δικαιοδοσία της Μητροπόλεως Φιλίππων.
 
 Όταν  το  1954 ανεδείχθη ως μητροπολίτης Μαρωνείας ο Τιμόθεος Ματθαιάκης, έπαυσε να τελείται μία τελετή της Ανάστασης από τις εκκλησίες όλων των ενοριών μαζί, αλλά να κάνει μία ιδιαίτερη τελετή Αναστάσεως, με συνέπεια, μετά το «Χριστός Ανέστη» να αποχωρούν για τη «μαγειρίτσα» οι περισσότεροι χριστιανοί, χωρίς να απολαμβάνουν τα υπέροχα αναστάσιμα τροπάρια του όρθρου, τα οποία προηγουμένως  με την  μοναδική τελετή Αναστάσεως στην κεντρική πλατεία, άκουαν κατά τη διαδρομή της επιστροφής στην εκκλησία.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.