Το Εργαστηριο Λαογραφιας και Κοινωνικης Ανθρωπολογιας του ΤΙΕ/ΔΠΘ συνεχιζει να καινοτομει στον τομεα των Digital Humanities | Μερος Α΄
—Παρουσιάστηκαν στον Βόλο δύο πολύτιμες εκδόσεις για την Ψηφιακή Λαογραφία
Τα νέα ερευνητικά μονοπάτια που συστηματικά καλλιεργεί στον τομέα των Digital Humanities, αλλά και τα αγαστά δίκτυα συνεργασίας και έρευνας που οικοδομεί με φορείς και πανεπιστήμια της Ελλάδας και του εξωτερικού το Εργαστήριο Λαογραφίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Τμήματος Ιστορίας και Εθνολογίας (ΤΙΕ) του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης (ΔΠΘ) δεν σταματούν να αποδίδουν καρπούς, που γεύεται σύσσωμη η ακαδημαϊκή, και μη, κοινότητα. Αυτήν τη φορά, με την εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στον Βόλο, στις 17 Μαΐου, αναδείχθηκαν τα πρωτοποριακά βήματα που ακολουθεί το Εργαστήριο, καινοτομώντας στον χώρο των λαογραφικών σπουδών, ιδίως της Ψηφιακής Λαογραφίας, εισάγοντας νέες ερευνητικές οπτικές, με μοναδικές δράσεις, που εφάμιλλές τους δεν εντοπίζονται στον ελλαδικό χώρο.
Πιο συγκεκριμένα, το Σάββατο 17 Μαΐου πραγματοποιήθηκε στον Βόλο, στη φιλόξενη αίθουσα του Λυκείου των Ελληνίδων της πόλης, η παρουσίαση δύο σημαντικών εκδόσεων, σε συνδιοργάνωση του Εργαστηρίου Λαογραφίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του ΤΙΕ/ΔΠΘ με την Ακαδημία Λαϊκού Πολιτισμού και Τοπικής Ιστορίας του Φορέα Πολιτισμού «Μαγνήτων Κιβωτός, για τη διάσωση του Πολιτιστικού Αποθέματος», της Ιεράς Μητροπόλεως Δημητριάδος και Αλμυρού.
Στο επίκεντρο αυτής τέθηκε η παρουσίαση του βιβλίου που συνεπιμελήθηκαν ο Καθηγητής Λαογραφίας ΤΙΕ/ΔΠΘ και Κοσμήτορας της ΣΚΑΣ/ΔΠΘ κ. Μανόλης Γ. Βαρβούνης και ο Καθηγητής – Σύμβουλος ΕΑΠ ΜΠΣ ΨΑΕ, Διευθυντής Δ/θμιας Εκπαίδευσης Τρικάλων, Διδάκτορας Ψηφιακής Λαογραφίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου και μεταδιδακτορικός ερευνητής του ΤΙΕ/ΔΠΘ κ. Αλέξανδρος Καπανιάρης, με τίτλο «Ψηφιακά Μέσα και Πολιτισμός: από το Αρχείο στην Ψηφιακή Αφήγηση» (εκδ. Κ. & Μ. Σταμούλη, Θεσσαλονίκη 2024), καθώς και η παρουσίαση της μελέτης του κ. Καπανιάρη, «Αρχειακή εθνογραφία και αναγνώσεις σε ψηφιακό περιβάλλον. “Συνομιλώντας” με τα αρχεία των Πηλιορειτών εν Αιγύπτω. Ανθρωπιστικές επιστήμες και ψηφιακά μέσα» (εκδ. Πεδίο, Αθήνα 2021), με στόχο να καταδειχθεί το ερευνητικό και εκπαιδευτικό έργο που έχει ήδη γίνει από τους δύο αυτούς φορείς στον τομέα των Ψηφιακών Ανθρωπιστικών Επιστημών.
Σημειωτέον πως οι δύο αυτές εκδόσεις είναι προϊόν της ερευνητικής εργασίας των εκπαιδευομένων και των επιμελητών και συγγραφέων, στο πλαίσιο των μεικτών προγραμμάτων επιμόρφωσης της Ακαδημίας Λαϊκού Πολιτισμού και Τοπικής Ιστορίας του Φορέα Πολιτισμού «Μαγνήτων Κιβωτός, για τη διάσωση του Πολιτιστικού Αποθέματος», με τίτλο «Πηλιορείτες εν Αιγύπτω: Αρχειακή Εθνογραφία με την οπτική των Νέων Τεχνολογιών και του Διαδικτύου» και «Τοπική Ιστορία και Ψηφιακά Μέσα – Αρχειακή Εθνογραφία σε Αρχεία Τοπικής Ιστορίας».
«Δεδομένου ότι επέβλεψα τη σχετική μεταδιδακτορική έρευνα του κ. Αλέξανδρου Καπανιάρη, είδα από κοντά τον μόχθο, τη συστηματική εργασία, την εξαιρετική κατάρτιση και το πάθος του για τα αντικείμενα αυτά, αλλά προχωρήσαμε και από κοινού σε ορισμένες εξειδικευμένες επιστημονικές δημοσιεύσεις, στην ελληνική και την αγγλική γλώσσα, ας μου επιτραπεί να είμαι ιδιαιτέρως υπερήφανος για όλα αυτά, και μάλιστα για περισσότερους από έναν λόγους: επειδή αυτή η πρωτοποριακή γιατα ελληνικά δεδομένα εργασία σχεδιάστηκε και εκτελέστηκε στο Εργαστήριο Λαογραφίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας που διευθύνω, επειδή έτσι, για πρώτη φορά, εισήχθησαν στην Ελληνική Λαογραφία οι συγκεκριμένες μεθοδολογίες και επιστημονικές πρακτικές των Digital Humanities»
Στην υψηλής συμβολικής αυτή εκδήλωση, παρευρέθη και απηύθυνε χαιρετισμό ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Δημητριάδος και Αλμυρού και Πρόεδρος του Φορέα Πολιτισμού «Μαγνήτων Κιβωτός, για τη διάσωση του Πολιτιστικού Αποθέματος» κ.κ. Ιγνάτιος, ενώ μετά και τον χαιρετισμό του κ. Μ. Γ. Βαρβούνη, ακολούθησαν με τις εισηγήσεις τους η κ. Νάντια Μαχά-Μπιζούμη, Αν. Καθηγήτρια Λαογραφίας του ΤΙΕ/ΔΠΘ, που τοποθετήθηκε επί της έκδοσης που συνυπογράφουν οι κ. Βαρβούνης και Καπανιάρης, και ο ίδιος ο κ. Βαρβούνης, που σχολίασε αδρομερώς τη μελέτη του κ. Καπανιάρη και την πρωτότυπη έρευνα και πορεία του. Το συντονισμό αυτής της δημιουργικής συνδιαλλαγής ανέλαβε ο κ. Δημήτρης Ράλλης, δημοσιογράφος της εφημερίδας «Θεσσαλία», ενώ μετά και τις τοποθετήσεις των ακαδημαϊκών, ακολούθησε γόνιμη συζήτηση και παρεμβάσεις από τους εκπαιδευόμενους των προγραμμάτων, καθώς και σύντομες προβολές ψηφιακών αφηγήσεων.
Οι σημαντικές κατευθυντήριες γραμμές που τέθηκαν στην εκδήλωση αυτή επιλέχθηκαν να αναδειχθούν στο παρόν, με την παράθεση σύνολης της κριτικής ματιάς του κ. Βαρβούνη, όπως αποτυπώθηκε στην ομιλία του.

Μανόλης Γ. Βαρβούνης, Οι ψηφιακές τεχνολογίες στην υπηρεσία των ανθρωπιστικών σπουδών: το παράδειγμα της Λαογραφίας
Το βιβλίο του διδάκτορα του Πανεπιστημίου του Αιγαίου και μεταδιδακτορικού ερευνητή του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης κ. Αλέξανδρου Καπανιάρη, «Αρχειακή εθνογραφία και αναγνώσεις σε ψηφιακό περιβάλλον – Συνομιλώντας με τα αρχεία των Πηλιορειτών εν Αιγύπτω» (εκδ. Πεδίο, Αθήνα 2021) συνιστά μια καλοτεκμηριωμένη, πρωτότυπη και απολύτως ευπρόσδεκτη συμβολή στην ελληνική λαογραφική βιβλιογραφία. Όσα γράφει εδώ ο συγγραφέας στηρίζονται, βεβαίως, στη μεταδιδακτορική του έρευνα, που ολοκληρώθηκε στο Εργαστήριο Λαογραφίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του ΤΙΕ/ΔΠΘ. Η μεταδιδακτορική του έρευνα είχε τίτλο «Αρχειακή Εθνογραφία & Αναγνώσεις σε Ψηφιακό Περιβάλλον: “Συνομιλώντας” με τα αρχεία των Πηλιορειτών Εν Αιγύπτω» και στήριξε ένα πρόγραμμα εξ αποστάσεως εκπαίδευσης, που οργανώθηκε από την Ακαδημία Λαϊκού Πολιτισμού και Τοπικής Ιστορίας του Φορέα Πολιτισμού «Μαγνήτων Κιβωτός», ο οποίος έχει ιδρυθεί από την Ιερά Μητρόπολη Δημητριάδος και Αλμυρού.
Όπως ο συγγραφέας του βιβλίου αυτού σημειώνει:
«επιχειρεί σε ένα καινούργιο ερευνητικό πεδίο της εθνογραφίας, αυτής των αρχείων με τη χρήση ψηφιακών μέσων να “συνομιλήσει” με σπάνια και ανέκδοτα αρχεία Πηλιορειτών που μετανάστευσαν στην Αίγυπτο κατά τον 19ου αιώνα, αλλά και στις αρχές του 20ου, οι οποίοι και δραστηριοποιήθηκαν επιτυχημένα στο γενικό εμπόριο, στη βαμβακοκαλλιέργεια, σε ξενοδοχειακές μονάδες, σε βιοτεχνίες, σε εταιρίες ποτοποιίας, ζυμαρικών, καπνού καθώς και σε άλλους εμπορικούς και βιοτεχνικούς τομείς».
Και το κάνει αυτό με πλήρη επιτυχία, επιστρατεύοντας τόσο τις στέρεες λαογραφικές του γνώσεις, αυτές που απέκτησε υπό την καθοδήγηση της εκλεκτής Λαογράφου, Ομότιμης Καθηγήτριας του Πανεπιστημίου του Αιγαίου κ. Μαρίας Γκασούκα, όσο και εργαλεία και ευκολίες από τις σύγχρονες τεχνολογίες αιχμής, όπως τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (social media), τα εργαλεία εξ αποστάσεως εκπαίδευσης (e-learning) και την ψηφιακή αφήγηση (digital storytelling).
«Ο συγγραφέας εξετάζει το ιστορικό πλαίσιο της παρουσίας και της δράσης του Αιγυπτιώτη Ελληνισμού»
Σε διαδοχικά κεφάλαια, μετά την κατατοπιστική εισαγωγή, ο συγγραφέας μας εξετάζει το ιστορικό πλαίσιο της παρουσίας και της δράσης του Αιγυπτιώτη Ελληνισμού, την παροικιακή άνοδο, την κοινοτική οργάνωση των Ελλήνων στην Αίγυπτο, και ειδικότερα την περίπτωση του Συλλόγου της Ζαγοράς, το φαινόμενο του ευεργετισμού των Ελλήνων της Αίγυπτου, και ειδικότερα τις περιπτώσεις των Απόστολου Γ. Κωνσταντινίδη (Πήλιος Ζάγρας, 1888-1971) και Κωνσταντίνου Γ. Κωνσταντινίδη (Πέτρος Μάγνης, 1880-1953), στο πλαίσιο της πνευματικής δράσης του Ελληνισμού στην Αίγυπτο, μέσα από τα πρώτα ελληνικά έντυπα.
Εξετάζει ακόμη την έννοια και την πρακτική των κλάδων της Αρχειακής Εθνογραφίας και της Εθνογραφίας του «αρχειακού περιβάλλοντος», σε συνδυασμό με την κριτική ανάγνωση ενός αρχειακού υλικού, στο πλαίσιο αυτού που ονομάζει «εθνογραφία της ανάγνωσης». Ασχολείται συστηματικά με τις αναγνώσεις των αρχείων σε ψηφιακό περιβάλλον, και ειδικότερα με τα αρχεία των Πηλιορειτών της Αιγύπτου, που τα χαρακτηρίζει «πλούσια δεξαμενή προς έρευνα», ενώ εξετάζει την ψηφιακή αφήγηση και την αρχειακή εθνογραφία υπό το πρίσμα των νέων τεχνών και των τεχνικών παραγωγής και δημοσιοποίησης της πληροφορίας.
«Ασχολείται συστηματικά με το πέρασμα από το αρχειακό τεκμήριο στον σχεδιασμό μιας ψηφιακής αφήγησης»
Συστηματικά, ο κ. Καπανιάρης ασχολείται εδώ με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και επικοινωνίας (ιστολόγια, ομάδες facebook) και τη συμβολή τους στην αρχειακή εθνογραφία, εξετάζοντας τα εργαλεία συλλογής, προβολής και καταγραφής του υλικού, αλλά και την πρακτική των «ψηφιακών ερευνητικών σημειωματαρίων». Ειδικές αναφορές κάνει για ορισμένα μέσα επικοινωνίας (messenger, skype), αλλά και για το youtube ως εργαλείο συλλογής υλικού σε μια έρευνα. Επίσης, γράφει αναλυτικά για το εξ αποστάσεως πρόγραμμα «Πηλιορείτες εν Αιγύπτω: Αρχειακή Εθνογραφία με την οπτική των νέων τεχνολογιών και του διαδικτύου», που συνιστά ένα συγκροτημένο πρόγραμμα e-learning εκπαιδεύσεως, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω. Παραθέτει τα σχετικά με τον σκοπό, τη μεθοδολογία, την ύλη και την αξιολόγηση του προγράμματος, η οποία έγινε με ειδική μεθοδολογία, χρήση ερωτηματολογίων, ειδικές παραμέτρους όσον αφορά τα αποτελέσματα, τους στόχους, τις προσδοκίες και τη σχέση τους με τον εργασιακό χώρο, αλλά και με παραμέτρους σχετικές με το γνωστικό αντικείμενο και τα εργαλεία Πληροφορίας και Επικοινωνιών (προφορικός γραμματισμός), τη σύγκριση μέσων τιμών απαντήσεων κατά ζεύγη και τα δεδομένα της ποιοτικής έρευνας. Μάλιστα, για τα στοιχεία αυτά, έχουμε δημοσιεύσει με τον συγγραφέα του βιβλίου αυτού ειδικές μελέτες σε επιστημονικά περιοδικά της αλλοδαπής.
Τέλος, ο κ. Καπανιάρης ασχολείται συστηματικά με το πέρασμα από το αρχειακό τεκμήριο στον σχεδιασμό μιας ψηφιακής αφήγησης, την οποία χαρακτηρίζει «εργαλείο αναδιήγησης-αναδόμησης της ιστορίας ενός αρχείου», και της οποίας τη σχέση με τις ανθρωπιστικές επιστήμες μελετά, κυρίως υπό το πρίσμα της μεθοδολογίας για την υλοποίησή της. Περιγράφοντας δε τα παραδοτέα του προγράμματος (εκπαιδευτικό υλικό, ψηφιακή αφήγηση, αρχειακή εθνογραφία), αναφέρεται εκτενώς στην πλατφόρμα του ελεύθερου λογισμικού διαχείρισης ψηφιακών μαθημάτων (Course Management System) moodle και στο κανάλι στο youtube ως αποθετήριο μαθημάτων.
«Αυτά τα πρωτότυπα πράγματα που ερευνά και εφαρμόζει ο κ. Καπανιάρης αξίζει να αρχίσουν να διδάσκονται και σε άλλα ελληνικά πανεπιστήμια, πέρα από το Πανεπιστήμιο Θράκης και το Πανεπιστήμιο του Αιγαίου. Παραλλήλως δε, μας δίνει ένα έξοχο υπόδειγμα όχι μόνο για τον εντοπισμό, τη διάσωση και τη μελέτη των αρχειακών συνόλων, που σε αφθονία υπάρχουν γύρω μας –αρκεί να μπούμε στον κόπο να τα ψάξουμε–, αλλά και για τη χρήση των νέων τεχνολογιών αιχμής στη μελέτη αυτή, που μπορεί να αποφέρει πολύτιμα στοιχεία για τη γνώση του παρελθόντος, για τη μελέτη της παράδοσής μας και για τη γνώση των προϋποθέσεων και των ιστορικών καταβολών της συλλογικής μας ύπαρξης, οργάνωσης και δράσης»
Σύμφωνα με τον συγγραφέα, η ενασχόλησή του με τους Πηλιορείτες που έζησαν και δημιούργησαν στην Αίγυπτο ξεκίνησε στις 27 Ιουλίου 2012, με την εκδήλωση «Η Ζαγοριανή παροικία της Αιγύπτου και οι Αδερφοί Κωνσταντινίδη», που αφορούσε την παρουσίαση των πρώτων αποτελεσμάτων για την ψηφιοποίηση, τεκμηρίωση και ανάδειξη των αρχείων του Κωνσταντίνου Κωνσταντινίδη (του γνωστού μας με το φιλολογικό ψευδώνυμο Πέτρος Μάγνης) και του Απόστολου Κωνσταντινίδη (του οποίου το ανάλογο ψευδώνυμο ήταν Πήλιος Ζάγρας), η οποία αποτελείται από δυο συλλογές. Ειδικότερα, είχε παρουσιαστεί ανέκδοτο αρχειακό υλικό με την κατάλληλη τεκμηρίωση από το αρχείο του Κωνσταντίνου και Απόστολου Κωνσταντινίδη, που αποτελούνταν: α) φωτογραφικό υλικό διαφόρων περιόδων της οικογένειας Κωνσταντινίδη (φωτογραφικά άλμπουμ), β) αρχείο του περιοδικού «ΣΕΡΑΠΙΟΝ» 1909-1910, γ) εμπορικό κατάστιχο καταστήματος των αδελφών Κωνσταντινίδη, δ) αρχείο αποδελτιωμένων εφημερίδων, γ) χειρόγραφα εργασιών του Απόστολου Κωνσταντινίδη, δ) χειρόγραφα του Κωνσταντίνου Κωνσταντινίδη, ε) προσωπικές επιστολές των αδελφών Κωνσταντινίδη, στ) σχέδια και έργα τέχνης του Απόστολου Κωνσταντινίδη, ζ) αντικείμενα (κορνίζες, πίνακες, κ.ά.), η) βιβλία, θ) προσωπικά χειρόγραφα, κ.ά.
Η εκδήλωση αυτή, το καλοκαίρι του 2012 στο αρχοντικό Κωνσταντινίδη, μετεξελίχθηκε σε πρωτοβουλία, στη συνέχεια σε μακροχρόνια δράση και μετέπειτα σε επιστημονική έρευνα, μέρος της οποίας αποτελεί το βιβλίο που παρουσιάζουμε σήμερα. Από το 2013 έως το 2018 ακολούθησε ένας μεγάλος κύκλος ανεύρεσης τμημάτων ή ολόκληρων αρχείων από το Πήλιο, με οικογένειες, προσωπικότητες και εμπόρους που δραστηριοποιήθηκαν στην Αίγυπτο κατά τον 19ο αιώνα, αλλά και στις αρχές του 20ού. Στόχος αυτής της έρευνας εντοπισμού οικογενειακών αρχείων που μετανάστευσαν στην Αίγυπτο ήταν η ψηφιοποίηση, τεκμηρίωση και η παραγωγή αρχειακής εθνογραφίας, σε συνδυασμό με την παραγωγή αντίστοιχων ψηφιακών αφηγήσεων. Ένας άλλος στόχος ήταν η διάσωση, τεκμηρίωση και διάχυση των αποτελεσμάτων της έρευνας στην επιστημονική κοινότητα.
Τα τμήματα των αρχείων που συλλέχθηκαν, ψηφιοποιήθηκαν και τεκμηριώθηκαν, με προφορικές μαρτυρίες και άλλο αρχειακό υλικό ή βιβλιογραφικές πηγές, είναι τα εξής: αρχείο της οικογένειας Βουραζέλη ή Βουραζέλια από τη Ζαγορά (ξενοδοχειακές επιχειρήσεις), αρχείο αδερφών Κουταρέλλη (βιομηχανία τσιγάρων), αρχείο Κυριαζή από τον Κισσό Πηλίου (βιομηχανία τσιγάρων), αρχείο οικογένειας Διανέλλου Κατσαντώνη και Μαρίας Ρέτσου από το Μούρεσι (εμπόριο), αρχείο οικογένειας Σαραφόπουλου από τα Λεχώνια (εμπόριο), αρχείο οικογένειας Ρέτσου – Γιαννακόπουλου – Ζάμπαλου από το Μούρεσι και τη Ζαγορά (εμπόριο), αρχείο από τις οικογένειες Τσιρογιάννη – Ζούλια – Κουκουσλή από την Πορταριά Πηλίου (εμπόριο), αρχείο από την οικογένεια Πάντου από τη Ζαγορά Πηλίου (εμπόριο βαμβακιού), αρχείο οικογένειας Κασσαβέτη από τη Ζαγορά Πηλίου (εμπόριο βαμβακιού), αρχείο της Κατίνας Δ. Βαλασσά από τη Ζαγορά Πηλίου (υπηρέτρια), αρχείο οικογένειας Βεργοπούλου από το Μούρεσι, αρχείο οικογένειας Καμπούρουγλου από την Τσαγκαράδα (εμπόριο), αρχείο οικογένειας Αθανασάκη από την Πορταριά Πηλίου (εμπόριο), αρχείο οικογένειας Κανισκέρη από τη Μακρυρράχη Πηλίου (εμπόριο) και, εν τέλει, αρχείο οικογένειας Κ. Ν. Λιβανού (εμπόριο).

«Ο συγγραφέας προσπάθησε να ασχοληθεί συστηματικά με ένα καινούργιο ερευνητικό πεδίο της εθνογραφίας»
Μετά από την ενασχόληση με το θέμα των οικογενειακών αρχείων από το Πήλιο, που αφορούσαν οικογένειες, προσωπικότητες και εμπόρους οι οποίοι δραστηριοποιήθηκαν στην Αίγυπτο κατά τον 19ο αιώνα, αλλά και στις αρχές του 20ού,ξεκίνησε μια άλλη προσέγγιση στον τρόπο με τον οποίο μπορούσε και έπρεπε να «διαβαστεί» το περιεχόμενο αυτών των αρχειακών τεκμηρίων. Παράλληλα, ο εμπλουτισμός των αρχείων με σχετικές προφορικές μαρτυρίες συγγενών, ή ιδιοκτητών των αρχείων πρόσφερε ακόμα ένα εργαλείο, για να αποκρυπτογραφηθούν κάποιες άλλες πτυχές του αρχειακού υλικού.
Ο κ. Καπανιάρης προσπάθησε έτσι να ασχοληθεί συστηματικά με ένα καινούργιο ερευνητικό πεδίο της εθνογραφίας, αυτό των αρχείων με τη χρήση ψηφιακών μέσων, ώστε να «συνομιλούν» με σπάνια και ανέκδοτα αρχεία Πηλιορειτών, που μετανάστευσαν στην Αίγυπτο κατά τον 19ου αιώνα, αλλά και στις αρχές του 20ού, και οι οποίοι δραστηριοποιήθηκαν επιτυχημένα στο γενικό εμπόριο, στη βαμβακοκαλλιέργεια, σε ξενοδοχειακές μονάδες, σε βιοτεχνίες, σε εταιρίες ποτοποιίας, ζυμαρικών, καπνού καθώς και σε άλλους εμπορικούς και βιοτεχνικούς τομείς.
Τα εργαλεία που επιστρατεύθηκαν σ’ αυτήν τη νέα προσέγγιση, όπως προαναφέρθηκε, είναι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (social media), τα εργαλεία εξ αποστάσεως εκπαίδευσης (e–learning) και η ψηφιακή αφήγηση (digital storytelling). Ειδικά για τη χρήση της ψηφιακής αφήγησης, υπήρχαν προσδοκίες ότι, πιθανώς, θα συμπλήρωνε την εκπόνηση της αρχειακής εθνογραφίας και, ίσως, έφερνε στην επιφάνεια νέο υλικό και πληροφορίες που δεν είχαν γίνει αντιληπτές, ή οι ιδιοκτήτες των αρχείων δεν είχαν αποκαλύψει ή αποτυπώσει στις μαρτυρίες και αφηγήσεις τους στην αρχική έρευνα. Επιπροσθέτως, όπως ο κ. Καπανιάρης σημειώνει, κατά τη διαδικασία της ψηφιακής αφήγησης υπήρξε προβληματισμός αν κάποια μέλη της ομάδας, που εργάστηκαν μ’ αυτό το εργαλείο και ήταν συγγενικά πρόσωπα με τους πρωταγωνιστές των αρχείων, θα ένιωθαν έναν ιδιαίτερο «ψυχικό σύνδεσμο» με κάποιο συγκεκριμένο αρχειακό τεκμήριο (διαδικασία «οικειοποίησης» ή «ταύτισης»), να μας μιλήσουν για αυτήν τη «σχέση», να μας καταθέσουν κάτι προσωπικό, κάτι που αυτό το τεκμήριο έφερε στη μνήμη ή προκάλεσε στο συναίσθημά τους. Θα λέγαμε, λοιπόν, ότι με αφορμή ένα αρχειακό τεκμήριο, πιθανότατα, άνοιξαν δυο παράλληλες διεργασίες προσέγγισης: μία προς τα «έξω» (αναζήτηση πληροφοριών, τεκμηρίωση) και μία προς τα «μέσα» (αναζήτηση στα προσωπικά μας βιώματα).
Επίσης, τα εργαλεία αυτά χρησιμοποιήθηκαν για να εμπλουτίσουν μαρτυρίες, να συλλεχθεί νέο αρχειακό υλικό και μαρτυρίες, να πραγματοποιηθούν διαδικτυακές συνεντεύξεις, να οπτικοποιηθούν μνήμες συγγενικών προσώπων και να δημιουργηθεί ένα υποστηρικτικό δίκτυο ανθρώπων και διαδικτυακών κοινοτήτων που ενδιαφέρονται για σχετικές θεματικές με τη μετανάστευση στην Αίγυπτο. Παράλληλα, διερευνήθηκε κατά πόσο οι νέες τεχνολογίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν εκτός από την ψηφιοποίηση, την τεκμηρίωση και την ανάδειξη αρχειακών συνόλων στον εμπλουτισμό και στη δημοσιοποίηση πληροφοριών, χρήσιμων στην οικοδόμηση μιας εθνογραφίας με βάση ένα αρχείο.
«Πρόκειται για ένα ερευνητικό πείραμα, μια προσπάθεια ανασύνθεσης ψηφίδων της ιστορίας της μετανάστευσης στην Αίγυπτο με λόγο και εικόνα»
Η επεξεργασία, επίσης, των αρχείων βοηθά στην απόκτηση περαιτέρω εμπειρίας, σχετικά με το κατά πόσο οι νέες τεχνολογίες μπορούν να δώσουν μια άλλη οπτική στον τρόπο που παρουσιάζεται ένα αρχείο με κείμενο και εικόνα. Πρόκειται για ένα ερευνητικό πείραμα, μια προσπάθεια ανασύνθεσης ψηφίδων της ιστορίας της μετανάστευσης στην Αίγυπτο με λόγο και εικόνα. Μια προσπάθεια που συνδυάζει πολλές πειθαρχίες, τεχνολογίες, τεχνικές, μεθόδους και εργαλεία. Ένα έργο επίπονο, ιδιαίτερο, γεμάτο υποθέσεις, ερωτήματα και διαφορετικές ερμηνείες.
Δεδομένου ότι, όπως και στην αρχή ανέφερα, επέβλεψα τη σχετική μεταδιδακτορική έρευνα του κ. Αλέξανδρου Καπανιάρη, είδα από κοντά τον μόχθο, τη συστηματική εργασία, την εξαιρετική κατάρτιση και το πάθος του για τα αντικείμενα αυτά, αλλά προχωρήσαμε και από κοινού σε ορισμένες εξειδικευμένες επιστημονικές δημοσιεύσεις, στην ελληνική και την αγγλική γλώσσα, ας μου επιτραπεί να είμαι ιδιαιτέρως υπερήφανος για όλα αυτά, και μάλιστα για περισσότερους από έναν λόγους: επειδή αυτή η πρωτοποριακή για τα ελληνικά δεδομένα εργασία σχεδιάστηκε και εκτελέστηκε στο Εργαστήριο Λαογραφίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας που διευθύνω, επειδή έτσι, για πρώτη φορά, εισήχθησαν στην Ελληνική Λαογραφία οι συγκεκριμένες μεθοδολογίες και επιστημονικές πρακτικές των Digital Humanities, αλλά και επειδή είχα την ευκαιρία να γνωρίσω τον συγγραφέα τού μετά χείρας βιβλίου και να συνεργαστώ στενά μαζί του.
Τον κ. Καπανιάρη χαρακτηρίζει μια θηριώδης εργατικότητα και ένα πάθος πρωτόγνωρο για τη δουλειά του. Έμαθα πολλά από αυτόν και συνεχίζω να μαθαίνω, καθώς η συνεργασία μας συνεχίζεται. Το πρόγραμμα αυτό μπορεί να ήταν μόνο η αρχή, αλλά το μέλλον είναι επίσης ορατό, κατά την παροιμιώδη φράση των αρχαίων Ελλήνων «εξ όνυχος τον λέοντα». Όσον αφορά την ερευνητική ομάδα του Εργαστηρίου Λαογραφίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του ΤΙΕ/ΔΠΘ, θα συνεχίσουμε στα ερευνητικά αυτά μονοπάτια.
Αυτά τα πρωτότυπα πράγματα που ερευνά και εφαρμόζει ο κ. Καπανιάρης αξίζει να αρχίσουν να διδάσκονται και σε άλλα ελληνικά πανεπιστήμια, πέρα από το Πανεπιστήμιο Θράκης και το Πανεπιστήμιο του Αιγαίου. Παραλλήλως δε, μας δίνει ένα έξοχο υπόδειγμα όχι μόνο για τον εντοπισμό, τη διάσωση και τη μελέτη των αρχειακών συνόλων, που σε αφθονία υπάρχουν γύρω μας –αρκεί να μπούμε στον κόπο να τα ψάξουμε–, αλλά και για τη χρήση των νέων τεχνολογιών αιχμής στη μελέτη αυτή, που μπορεί να αποφέρει πολύτιμα στοιχεία για τη γνώση του παρελθόντος, για τη μελέτη της παράδοσής μας και για τη γνώση των προϋποθέσεων και των ιστορικών καταβολών της συλλογικής μας ύπαρξης, οργάνωσης και δράσης.
Κι είναι αυτή η αίσθηση του νέου, του πρωτοποριακού και του πρωτότυπου που με γεμίζει αισιοδοξία και για το μέλλον των λαογραφικών σπουδών, τόσο στον τόπο μας όσο και στον ευρωπαϊκό χώρο γενικότερα. Ένα μέλλον, το οποίο εδώ, ο συγγραφέας, με αφορμή αρχειακό υλικό για την εξέχουσα και κυριαρχική παρουσία του Ελληνισμού –και μάλιστα των Πηλιορειτών– στην Αίγυπτο, ορίζει και προδιαγράφει με σαφήνεια, επιστημοσύνη και πλήρη μεθοδολογική, θεωρητική και βιβλιογραφική επάρκεια.
*Θα ακολουθήσει, στο επόμενο φύλλο, λόγω της σπουδαιότητας του περιεχομένου της, και η συνολική τοποθέτηση της κ. Μαχά-Μπιζούμη.
Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.