Τατιανα Αβερωφ, συγγραφεας «Λειτουργεις αλλιως αν παιζεις με τον θανατο κι αλλιως αν νομιζεις οτι ολα ειναι λυμενα

«Ήθελα το φως να πέφτει στον ήρωα μου και όχι στη δική μου αναζήτηση για τον ήρωα»

Λίγες ώρες πριν την παρουσίαση του βιβλίου της στην Κομοτηνή η συγγραφέας συνομίλησε στην εκπομπή «Με το Ν και με το Β» του ράδιο Παρατηρητής για το βιβλίο και τη διαδικασία συγγραφής του, αλλά και για τον πατέρα της, την έρευνα που πραγματοποίησε γύρω από το πρόσωπό του και την εσκεμμένη, όπως αποκάλυψε η ίδια, επιλογή του μυθιστορηματικού τρόπου συγγραφής του βιβλίου. Όπως επεσήμανε άλλωστε κανείς δεν μπορεί να γράψει ένα βιβλίο από αίσθηση καθήκοντος. 

«Δεν είδα το εν λόγω βιβλίο ως μια ιστορική καταγραφή»

ΠτΘ: κ. Αβέρωφ, θα θέλαμε ευθύς εξαρχής να σας ρωτήσουμε γιατί το μυθιστόρημά σας «Δέκα ζωές σε μία» το βαφτίζετε μυθιστόρημα και όχι ιστορικό μυθιστόρημα…
Τ.Α.:
Ναι, με περισσότερη ακρίβεια θα μπορούσα να πω πως αποτελεί ιστορικό μυθιστόρημα αλλά η αίσθηση και η χροιά είναι αυτή του μυθιστορήματος. Δεν είδα το εν λόγω βιβλίο ως μια ιστορική καταγραφή ή μια πραγματεία ή ακόμα και μαρτυρία. Ήθελα να είναι μυθιστόρημα με τη συνεπαγόμενη παραμυθένια χροιά με την αίσθηση ότι είμαστε εκεί και παρακολουθούμε από κοντά τον κεντρικό ήρωα, με τις περιπέτειες που συναντά και τις δυσκολίες, και κάποια στιγμή, το 1947, φτάνει στο happy end και τελειώνει με τον μεγάλο έρωτα της ζωής του Ευάγγελου Αβέρωφ και τον γάμο με τη μητέρα μου. Εκεί ήθελα να τελειώσει το βιβλίο δεν ήθελα να πάει παραπέρα. 

«Σε τέτοιου είδους βιβλία το ζητούμενο είναι πώς θα συνδυάσει κανείς τα ιστορικά γεγονότα με τα φανταστικά στοιχεία»

ΠτΘ: Παίρνετε ένα πρόσωπο πραγματικό, γνωστό σε όλη την Ελλάδα, και πλάθετε με αυτόν ένα μυθιστόρημα. Βάζετε δίπλα του φανταστικά πρόσωπα και συνομιλείτε συνεχώς με τον κεντρικό σας ήρωα. Πώς ήταν αυτή η «παρέα»;
Τ.Α.:
Η «παρέα» ήταν όπως σε οποιοδήποτε άλλο ιστορικό μυθιστόρημα όπου από τη μία είναι η ιστορία και τα ιστορικά γεγονότα, που πρέπει να τα έχεις μελετήσει και καταλάβει σε βάθος, και από την άλλη είναι το παραμυθένιο και φανταστικό στοιχείο που έχει η μυθοπλασία. Το ζητούμενο είναι πώς θα συνδυάσει κανείς αυτά τα δύο ώστε να μη βαρύνει το ένα το άλλο. Το ένα πρέπει να συνομιλεί με το άλλο.
 
Σε αυτό το βιβλίο λοιπόν, απλώς ήταν πολύ περισσότερα τα ιστορικά γεγονότα, αφού μιλούσα για μια υπαρκτή προσωπικότητα και έτσι είχα λίγο χώρο για μυθοπλασία κι αυτό ήταν κάτι που με δυσκόλευε ως προς την ισορροπία που προανέφερα. Από την αρχή όμως έτσι είχα συλλάβει τη δομή του βιβλίου και δεν θα μπορούσα να το γράψω αλλιώς. 

«Στην αρχή ούτε που μου πέρασε από το νου να γράψω ένα τέτοιο βιβλίο»

ΠτΘ: Θέλατε να γράψετε ένα βιβλίο για τον πατέρα της από τη νεαρή σας ηλικία ή η ιδέα σας δημιουργήθηκε τα τελευταία χρόνια;
Τ.Α.:
Στη νεαρή μου ηλικία πίεζα τον πατέρα μου να γράψει τα απομνημονεύματά του. Μέχρι εκεί έφτανε τότε η φιλοδοξία μου. Από μικρή όμως μου άρεσε η συγγραφή, και ιδίως τα μυθιστορήματα, ήθελα να γράψω όμως κι αυτή η επιθυμία ωρίμασε αργά στη ζωή μου –μετά τα 40 μου καταπιάστηκα με τη λογοτεχνία. Στην αρχή βέβαια ούτε που μου πέρασε από το νου να γράψω ένα τέτοιο βιβλίο, γιατί είναι κάτι δύσκολο. Νομίζω ότι ήταν η φυσική πορεία των πραγμάτων στη διαδρομή μου στη συγγραφή. Η ιδέα μού δημιουργήθηκε με το τέλος της συγγραφής του τρίτου μου βιβλίου, δεν μου βγήκε όμως ούτε τότε και χρειάστηκε να γράψω άλλο ένα μυθιστόρημα μέχρι να γράψω το εν λόγω βιβλίο. Δεν ήταν ζήτημα ψυχολογικής ωρίμανσης αλλά περισσότερο τεχνικής.

«Δεν μπορεί κανείς να γράφει ένα βιβλίο με μια αίσθηση καθήκοντος»

ΠτΘ: Το «Δέκα ζωές σε μία» θα μπορούσε να θεωρηθεί ένας φόρος τιμής στην οικογένειά σας και την ιστορία της;
Τ.Α.:
Αν είναι φόρος τιμής σίγουρα εγώ δεν το σκεφτόμουν και δεν το αισθανόμουν έτσι, γιατί αν συνέβαινε κάτι τέτοιο δεν θα μπορούσα να το είχα γράψει. Εμένα με ενδιέφερε να καταλάβω τον ήρωά μου. Να καταλάβω τον πατέρα μου ως μικρό παιδί, ως νέο. Το γεγονός ότι ήταν ένας φόρος τιμής και ένα μεγάλο ρίσκο συγχρόνως, το είχα υπόψη μου αλλά το θεώρησα ως μια από τις δυσκολίες του μυθιστορήματος. Δεν μπορεί κανείς να γράφει ένα βιβλίο με μια αίσθηση καθήκοντος. Ένα βιβλίο πρέπει να βγαίνει από μέσα σου, να γεννηθεί από τα προσωπικά σου θέλω. 

«Ο Ευάγγελος Αβέρωφ ήταν κι αυτός “προϊόν” της εποχής του

ΠτΘ: Ένα από τα στοιχεία που καταγράφεται στο «Δέκα ζωές σε μία» και βλέπουμε να «διακατέχει» και τον πατέρα –ήρωά σας είναι η έννοια της πατρίδας. Σήμερα πιστεύετε ότι λειτουργεί με τον ίδιο τρόπο η πατρίδα μέσα μας;
Τ.Α.:
Η λέξη πατρίδα από μόνη της στην Ελλάδα πέρασε μια φάση που ήταν κακό πράγμα να την λέει κανείς. Δημιουργούσε συνειρμούς ακροδεξιούς και φασιστικούς. Νομίζω όμως πως πλέον το έχουμε ξεπεράσει αυτό το στάδιο και τολμάμε πάλι να μιλήσουμε για την πατρίδα. Θαρρώ πως τέτοιες έννοιες είναι συνάρτηση των εποχών. Η εποχή που έζησε ο πατέρας μου ήταν μια εποχή, πατριωτική και ηρωική, τα συναισθήματα και η φρασεολογία δηλαδή εκείνων των εποχών είχαν να κάνουν με ηρωισμό, με θυσία, με αγώνα για κάτι πολύ μεγαλύτερο από τη ζωούλα μας. Ο πατέρας μου είχε μια ιδιαίτερη κληρονομιά. Ίσως αυτό ήταν που τον έκανε να συναισθάνεται περισσότερο την έννοια του καθήκοντος αλλά δεν νομίζω ότι ήταν κάτι τόσο πολύ ιδιαίτερο. Ήταν κι αυτός «προϊόν» της εποχής του. 

«Δεν μπορώ να ρίξω τεράστια ευθύνη στη δική μας γενιά, που, όπως λένε, τα ξεχαρβάλωσε όλα»

ΠτΘ: Είναι συναρπαστική επίσης, έτσι όπως καταγράφεται στο βιβλίο σας, η αίσθηση της ευθύνης που είχαν οι πολιτικοί της εποχής προς το κοινωνικό σύνολο…
Τ.Α.:
Παρά πολλοί άνθρωποι εκείνη την περίοδο ξεπέρασαν τον εαυτό τους και έκαναν ξεχωριστά πράγματα, όπως και κάποιοι βρήκαν ευκαιρία να αναπτύξουν ό,τι χειρότερο είχαν μέσα τους. Πιστεύω στην αλληλεπίδραση, που έχει η κοινωνία με το άτομο, κι αν ως κοινωνία φτάσαμε εδώ που είμαστε σήμερα, δεν μπορώ να ρίξω τεράστια ευθύνη στη δική μας γενιά, που, όπως λένε, τα ξεχαρβάλωσε όλα. Σημαντικό μερίδιο ευθύνης έχει και η γενικευμένη αίσθηση ευδαιμονίας που κυριαρχούσε στην κοινωνία. Λειτουργείς αλλιώς αν παίζεις με τον θάνατο κι αλλιώς αν νομίζεις ότι όλα είναι λυμένα. Επηρεάζεσαι δηλαδή από ένα γενικότερο κλίμα που περνάει και μέσα από την εκπαίδευση και μέσα από την οικογένεια και αυτό είναι που διαμορφώνει την ψυχοσύνθεση του ατόμου. 

«Δεν είναι εύκολο μέσα σε τρεις λέξεις να δώσεις το βασικό στίγμα ολόκληρου του βιβλίου»

ΠτΘ: Πώς προέκυψε ο τίτλος του μυθιστορήματός σας που μάλλον λόγω της «ορμής» για δράση και πράξη του ήρωα κυριολεκτεί;
Τ.Α.:
Ο τίτλος είναι μια πονεμένη ιστορία με τα μυθιστορήματα. Εύκολα βρίσκω τίτλους για κεφάλαια ή για διηγήματα αλλά για ένα μυθιστόρημα, στην καλύτερη περίπτωση μπορώ να βρω τίτλο 6 μήνες μετά την έκδοσή του. Δεν είναι εύκολο μέσα σε τρεις λέξεις να δώσεις το βασικό στίγμα, το βασικό πνεύμα ολόκληρου του βιβλίου. Όπως πάντα παιδεύτηκα, με πάρα πολλούς τίτλους, έδωσα τελικά τον συγκεκριμένο χωρίς να είμαι σίγουρη ότι είναι καλός τίτλος, γιατί έπρεπε να δώσω έναν τίτλο. Νομίζω όμως ότι είναι καλός τίτλος, γιατί ήθελα το φως να πέφτει στον ήρωά μου και όχι στη δική μου αναζήτηση για τον ήρωα, που είναι η μικρότερη διάσταση σε σχέση με το βιβλίο. 

«Όταν τα βλέπεις όλα έτοιμα εκ των υστέρων δεν μπαίνεις στο πετσί του ανθρώπου»

ΠτΘ: Τον γνωρίσατε τελικά τον πατέρα σας γράφοντας αυτό το βιβλίο και βοηθάει τελικά η λογοτεχνία να γνωρίσουμε την πραγματική υπόσταση ενός ανθρώπου;
Τ.Α.:
Για μένα η λογοτεχνία είναι ο μόνος τρόπος να καταλάβω πράγματα, γιατί τα πράγματα που συμβαίνουν στη ζωή έχουν πολλές διαστάσεις που δεν είναι απτές. Πρέπει είτε να τις νιώσεις είτε να τις φανταστείς. Με τη λογοτεχνία αυτό συμβαίνει και το βάζει σε λόγια-λέξεις που κι αυτό είναι σημαντικό στην προσπάθεια να πάρει κάτι μια υπόσταση πιο ξεκάθαρη στο μυαλό σου. Σίγουρα με το βιβλίο μου συνέβη αυτό, επειδή είχα και πολλά κενά στη γνώση της ζωής του πατέρα μου, ιδιαίτερα στην πορεία του πατέρα μου πριν τη γέννησή μου. Έτσι με την έρευνά μου έκανα μια χαρτογράφηση στο μυαλό μου και είναι σημαντικό και για μένα αλλά και τον αναγνώστη ότι μπορούμε να δούμε τον άνθρωπο που ακόμα δεν έχει σχηματιστεί αλλά μεγαλώνει. Όταν τα βλέπεις όλα έτοιμα εκ των υστέρων δεν μπαίνεις στο πετσί του ανθρώπου, τον βλέπεις έτοιμο, του φοράς τις ερμηνείες σου εκ των υστέρων και δεν έρχεσαι τόσο κοντά στην πραγματικότητά του. 

«Όσα γράφει κανείς πρέπει να περάσουν στις σελίδες του βιβλίου ως βιωμένα»

ΠτΘ: Γίνεστε άρα πλουσιότερη κάθε φορά που γράφετε;
Τ.Α.:
Όταν γράφεις κάτι, πρέπει να το βιώσεις. Όσα γράφει κανείς πρέπει να περάσουν στις σελίδες του βιβλίου ως βιωμένα. Κι αυτό είναι και το ενδιαφέρον της συγγραφικής διαδικασίας. Σε κάνει να έρχεσαι σε επαφή με πράγματα που αλλιώς θα περνούσαν ξώφαλτσα και δεν θα τα αισθανόσουν δικά σου.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.