Πρωτα βγαινει η ψυχη κι επειτα το χουι

Συζήτηση με τον Φώτη Ροκανίζο, έμπορο χονδρικώς ειδών κιγκαλερίας -πόμολα, μεντεσέδες, χερούλια πόρτας και τα τοιαύτα: 
 
«Ναι, κούκλα μου, έτσι είναι, όπως στα λέω, μην την ψάχνεις. Τα πράγματα είναι απλά, η λογιστική είναι άσπρο-μαύρο. Παραδίδω και δωρεάν ιδιαίτερα, για να καταλάβεις σε ποια χώρα ζούμε. Λοιπόν, πάρ’ ένα χαρτί, πάρ’ ένα μολύβι και δώσε βάση στην πενιά: 
 
Καταρχήν, βάλε ότι ως επιχείρηση έχουσα κέρδη άνω των πενήντα χιλιάδων ευρώ φορολογούμαι με τριάντα τρία τοις εκατό επί των μικτών κερδών μου. Από εκείνο το ποσό που απομένει μετά την παρακράτηση αυτών των φόρων, βάλε κι ένα επιπλέον είκοσι τοις εκατό με το οποίο φορολογούμαι ως φυσικό πρόσωπο. Πόσο μας κάνει; Εν συνόλω πενήντα τρία! Παρεμπιπτόντως, ωραία φράση αυτό το εν συνόλω, δε νομίζεις; Βάλε κι έναν ξεγυρισμένο ΦΠΑ στα είκοσι τρία τα εκατό. Πώς με βρίσκεις; Δεν είμαι αρκετά κροίσος για πάρτη τους; Μα, σοβαρολογούμε τώρα; Το ποσόν είναι εξωφρενικόν –κοίτα, έτσι με νι στο τέλος να τα γράψεις και θαυμαστικό: εξωφρενικόν! Στην ουσία, συνεταίρο δεν έχω -από άποψη αυτό, έτσι; Πιστεύω στο ‘μοναχός σου χόρευε κι όσο θέλεις πήδα’, πες το ιδιορρυθμία, πες το αντικοινωνική συμπεριφορά, πες το όπως θες, δε με νοιάζει- κι η εφορία θέλει να γίνει με το στανιό ο δικός μου συνεταίρος. 
 
Συνεχίζω: βάλε στο τέλος κάθε Δεκέμβρη ως εταιρεία μια βαρβάτη προκαταβολή του τεκμαρτού φόρου εισοδήματος της επόμενης χρονιάς ίση με το πενήντα πέντε τοις εκατό με κριτήριο τη φορολογητέα ύλη της προηγούμενης. Τι λέτε, ρε; Και πού το ξέρετε ότι θα έχω και του χρόνου τα ίδια κέρδη ή τον ίδιο τζίρο με φέτος; Κι αν κατεβάσω ρολά και βάλω λουκέτο; Βάλε σε όλα αυτά που σου λέω τις περαιώσεις ανά τριετία, ήρθα και λάλησα. Άλλη μαλακία αυτή η περαίωση. Να επιβεβαιώνω και να καταβάλλω μόνο με τρεις τρόπους -cash, μετρητοίς και στο χέρι- κάθε τρία χρόνια επιπλέον εισφορές σύμφωνα με τη δική τους εκτίμηση, πως δηλαδή όσα δήλωσα ξεχωριστά για κάθε μια από αυτές τις τρεις φορολογικές χρήσεις που προηγήθηκαν ήταν αληθή. Θα μου πεις ότι θα μπορούσα να παρεξηγηθώ που με θεωρούν εκ προοιμίου κλέφτη, έτσι δεν είναι; Τέλος πάντων. Βάλε πως χρειάζεται να ξανά-μανά-πληρώσω με καπέλο -και άνευ έλεγχου παρακαλώ- τις προηγούμενες χρονιές για να ξεμπερδέψω μαζί τους -ε, τότε γιατί υποβάλλουμε κάθε χρόνο δήλωση, ρε αδελφέ; Μιλάμε για γδάρσιμο. Εκδοροσφαγείο κανονικό. Όλα αυτά που σου είπα μέχρι τώρα ήταν στο “βάλε”. Πάμε τώρα στο “βγάλε”: 
 
Λοιπόν, από τις τρακόσες εξήντα πέντε μέρες του χρόνου, βγάλε τα σαββατοκύριακα. Μας μένουν διακόσες εξήντα μια εργάσιμες. Βγάλε τρεις βδομαδούλες ακόμα -εθνικές επετείους, τοπικές αργίες, θρησκευτικές εορτές, απεργίες, διαδηλώσεις. Τι μένει; Βαριά διακόσες σαράντα μερούλες καθαρά. Δηλαδή, να δουλεύω διακόσιες σαράντα μέρες για να πληρώνω τρακόσες εξήντα πέντε. Άδικο δεν είναι; Ούτε ο χρόνος είναι με το μέρος μου. Επομένως και πέντε μόνον επιπλέον αποδείξεις που λέει ο λόγος να κόβω την ημέρα, μπαίνω μέσα. Σε βλέπω να κρυφοχαμογελάς. Σου φαίνεται υπερβολικό αυτό που λέω; Ίσα ίσα, το νούμερο είναι τεράστιον -κι αυτό με νι τελικό, έτσι; Και εξηγούμαι: Πέντε δελτία παροχής υπηρεσιών περισσότερα την ημέρα επί διακόσιες σαράντα εργάσιμες που λέγαμε προηγουμένως, ίσον ετησίως χίλια διακόσια επιπλέον παραστατικά εν συνόλω -μα, τι φετίχ φράση είναι αυτή! Να χίλια διακόσια παραπανίσια έντυπα εισπράξεων -τριπλότυπα παρακαλώ, διότι είμαστε και μηχανογραφημένοι, αμ πώς, τι νόμιζες; Να αχρείαστη γραφική ύλη και περιττά έντυπα! Να κι άλλα κλασέρ για αρχειοθέτηση! Να περιττός φόρτος εργασίας για τον φοροτεχνικό και τα παιδιά στο λογιστήριο! Να υπερωρίες κι εξτρά μεροκάματα! Να αποθήκη μεγάλη που φανερώνεται στην απογραφή! Να πως γινόμαστε στόχος που κόβουμε αβέρτα τα πάντα! Όπως καταλαβαίνεις, αυτά τα πέντε μόνον δελτία υπάρχει το σοβαρό ενδεχόμενο να με τινάξουν εμένα στον αέρα και τον τζίρο μου κατακόρυφα, επομένως και την κερδοφορία. Ίσως μάλιστα να με υποχρεώσουν και να αλλάξω κατηγορία σύμφωνα με τον Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων. Ίσως δηλαδή χρειαστεί να σκαρφαλώσω σε υψηλότερη φορολογική κλίμακα. Οπότε, άντε Φώτη κορόιδο, πλήρωνε περισσότερα. 
 
Και για να μη παρανοήσεις: αποφεύγω να βγάζω παραπανίσιες αποδείξεις μεν, αλλά μόνο προς τον απλό καταναλωτή δε. Στις εταιρίες κόβω κανονικά παραστατικά, στον πελάτη παύλα πολίτη όμως δεν. Γιατί; Μα, είναι πολύ απλόν! Διότι θα ήταν απαραίτητο να τον φεσώσω επιπλέον με τον ληστρικό ΦΠΑ. Οι εταιρείες προπληρώνουν τον ΦΠΑ δια των αγορών τους και τον εισπράττουν τμηματικά δια των πωλήσεών τους. Πάνω στο τρίμηνο αποδίδουν τη διαφορά στο κράτος. Έτσι, μάλιστα! Το φουκαριάρικο το καλάθι της νοικοκυράς όμως; Ο απλός καταναλωτής; Εμ φεσώνεται τον ΦΠΑ για κάθε αγορά προϊόντος ή υπηρεσίας, εμ δεν τον μετακυλίει σε άλλον για να φύγει από πάνω του. Ε, λοιπόν κύριε, εγώ δεν του τον μετακυλίω! Έτσι όπως τ’ ακούς! Δεν συνεχίζω αυτή την ανισότητα, σταματώ αυτή την κοινωνική αδικία, δεν του πασάρω περιττά έξοδα! Απορροφώ εγώ το επιπλέον κόστος ζωής του! Του εξοικονομώ χρήματα! Του αποταμιεύω μπακίρι! Για το καλό του. Πώς; Μα, τι λέμε τόσην ώρα! Είναι πολύ απλό: Μη κόβοντας αποδείξεις όπου με παίρνει! Επιτελώ κοινωνικό έργο, αγαπούλα μου. Είναι η δική μου οικονομική συνεισφορά στον απλό, καθημερινό, μέσο Έλληνα πολίτη που λένε και τα κανάλια -με την ευκαιρία, τι σημαίνει άραγε μέσος πολίτης; Ο μετρίου αναστήματος; Ποιος είναι ο μέσος άνθρωπος; Τέλος πάντων, άλλη φορά αυτά, που θα ξανάρθεις για μάθημα. Τώρα θα μου πεις: καλά με τον ΦΠΑ, έμμεσος φόρος είναι, να κάνουμε τα στραβά μάτια. Δίχως όμως αποδείξεις δεν πληρώνεται ούτε ο άμεσος, ο κανονικός. Σωστά! Το δίκιο σου βουνό, αλλά όπως είπε κι ο Τζορτζ Ντάμπλουγιου Μπους ο Πρεσβύτερος για τους αμάχους, αθώα θύματα της πρώτης εισβολής της Αμερικής στο Ιράκ, “σε έναν πόλεμο υπάρχουν και οι παράπλευρες απώλειες”. Ναι ντε, αυτό είπε, στο λόγο μου. Ε λοιπόν, αυτό συμβαίνει και με τον πόλεμο της μηδενικής ανοχής στη φοροδιαφυγή, κατά πως λένε κι οι υπουργοί μας της Οικονομίας και των Οικονομικών. Αυτό συμβαίνει και στις ανηλεείς μάχες για την πάταξή της: θα χάσει δηλαδή το κράτος μερικά έσοδα -σπουδαία τα λάχανα. Τι έσοδα δηλαδή, εσοδάκια, ψίχουλα παιδί μου. Αυτές οι αποδείξεις που δεν κόπηκαν θα είναι οι παράπλευρες απώλειες της μάχης κατά της εισφοροδιαφυγής, τι να κάνουμε τώρα; Μάλιστα, τολμώ και αναλαμβάνω την ευθύνη. Όλη την ευθύνη. Το ρίσκο είναι όλο δικό μου. Όλο! Αν κάνουν ντου οι ελεγκτικές αρχές, οι αδιάφθοροι που τους λένε και Ράμπο, ένας ένας ή και όλοι οι Ράμπο μαζί, παρέα κι ο Τσακ Νόρις, ο Τόλης ο Σουγιάς, ο Τζάκι Τσαν, ο Μπρους Λι, ο Μάκης ο Μανάβης, ο Μπάτμαν, τότε βγάζω εγώ τα στήθια μου μπροστά και λέω: «Να, ρε! Τιμωρείστε με! Πάρτε τα από μένα, από τα προστίματα, όχι από τον κοσμάκη. Παρ’ τα κύριε κράτος από μένα ‘και άφες ημίν τα οφειλήματα ημών, ως κι ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών’ που λέει και η προσευχή. Η οποία τι λέει; Χάρισέ μας τα βερεσέδια από το τεφτέρι σου, όπως τα χαρίζουμε κι εμείς σε κείνους που μας χρωστάνε. Άφησε λοιπόν ήσυχο το φουκαραδάκι τον πολίτη και παρ’ τα, κύριε κράτος, από μένα, το μυρμήγκι.
 
Κι αν τυχόν δεν τους πείσω εν τέλει και με τσιμπήσουν και με πάνε στη μπουζού, όταν έρθει η ώρα να δικαστώ, θα βγω στον τάκο και θα πω: ‘Μάλιστα, κυρ δικαστά, έφταιξα! Έφταιξα, αλλά έσωσα ανθρώπινες ζωές!” “Και γιατί το έκανες;”, θα με ρωτήσει. “Για το γάλα των παιδιών τους, κύριε πρόεδρε, για το γάλα των παιδιών τους!”. Καταλαβαίνεις πώς το λέω, έτσι; Δεν αρνούμαι να βοηθήσω την εθνική προσπάθεια, δεν αρνούμαι να βάλω πλάτη που μας ζητάνε οι πολιτικοί μας που σου ΄λεγα προηγουμένως. Απλά δεν μπορώ κι εγώ αυτό το διάστημα, ζορίζομαι, μάνα μου, ζορίζομαι. Μαγαζί έχω, προσωπικό έχω, νοίκια έχω, φροντιστήρια των παιδιών έχω, ΙΚΑ έχω, ΤΕΒΕ έχω, τα κέρατά μου έχω, ανταγωνισμό έχω, κεσάτια έχω. 
 
Δεν πάμε καλά αυτήν την εποχή.
Δεν πάμε καλά ως κράτος δηλαδή.
Δεν πάμε καλά ως κοινωνία.
Δεν πάμε καλά ως έθνος.
Δεν πάμε καλά ως χώρα γενικώς τώρα τελευταία”. 
 
*Δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στο περιοδικό «Εντευκτήριο», τεύχ. 107, Ιούλιος 2015, σ.43 και επ., δημοσιεύεται δε με άδεια του συγγραφέα.

*Ο συγγραφέας Γιώργος Γκόζης γεννήθηκε το 1970 στη Θεσσαλονίκη. Είναι πτυχιούχος της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ από όπου έλαβε και μεταπτυχιακό τίτλο. Εργάζεται στον χώρο της ναυτιλίας. Κείμενά του έχουν συμπεριληφθεί σε ανθολογίες και έχουν δημοσιευτεί σε περιοδικά και εφημερίδες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Διηγήματά του έχουν μεταφραστεί στα σουηδικά. Το διήγημά του «Νυχτερινός στο Βάθος» βραβεύτηκε στο διαγωνισμό διηγήματος της Ελευθεροτυπίας 2001. Κατά καιρούς υπήρξε συνεργάτης των εφημερίδων Αγγελιοφόρος, Μακεδονία και Θεσσαλονίκη. Κείμενά του δημοσιεύτηκαν στα περιοδικά Επιλογές και Fix Carre. Εξέδωσε τις συλλογές διηγημάτων «Ο νυχτερινός στο βάθος», Νεφέλη 2002 και (2014) «Αφήστε με να ολοκληρώσω», Πόλις 2014.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.