«Ποτε διαβολος ποτε αγγελος»: Ενα μυθιστορημα εποχης με επικεντρο την αινιγματικη σχεση Γεωργιου Καραισκακη και Μητρου Αγραφιωτη

Kώστας Ακρίβος, «Πότε διάβολος πότε άγγελος», εκδ. Μεταίχμιο, Αθήνα 2021, σ. 256

Το νέο πόνημα του Κώστα Ακρίβου «Πότε διάβολος πότε άγγελος» δύσκολα μπορεί να το κατατάξει κάποιος σε ένα συγκεκριμένο είδος της λογοτεχνίας. Το μόνο σίγουρο είναι, όμως, πως αυτό αποτελεί κάτι πολύ παραπάνω από ένα απλό μυθιστόρημα…

Είτε το δει, επομένως, κάποιος ως μυθιστορηματική βιογραφία του μεγάλου Αγωνιστή του ’21, Γεωργίου Καραϊσκάκη, είτε ως ιστορικό μυθιστόρημα για τον Αγώνα της ελληνικής Παλιγγενεσίας, είτε απλά ως μυθιστόρημα εποχής με ιστορικά στοιχεία, είναι απολύτως βέβαιο ότι πρόκειται για ένα αξιομνημόνευτο πόνημα, στο οποίο η Λογοτεχνία και η Ιστορία συνυπάρχουν αγαστά και αρμονικά.

Με κεντρικό θέμα τη ζωή του Γεωργίου Καραϊσκάκη και του έμπιστου ταμία του, του Μήτρου Αγραφιώτη, και της αινιγματικής μεταξύ τους σχέσης, ο συγγραφέας δράττεται της ευκαιρίας να μας ταξιδέψει σε τρεις φάσεις της νεοελληνικής ιστορίας:

—Πρώτα απ’ όλα, στην προεπαναστατική Ελλάδα, ήτοι στην Ελλάδα του πανίσχυρου Αλή πασά από τα Γιάννενα, στα θεσσαλικά βουνά των Αγράφων και στα «καπάκια», τις συμφωνίες δηλαδή στις οποίες προέβαιναν οι Τούρκοι με ορισμένους αρματολούς, όπως ο Καραϊσκάκης.

—Δεύτερον και κατά κύριο λόγο στην επαναστατημένη Ελλάδα του λόρδου Βύρωνα, του Μεσολογγίου, της κλεφτουριάς, της Άλωσης της Τριπολιτσάς, του Κολοκοτρώνη και του επονείδιστου ελληνικού εμφυλίου με όσα δεινά επέφερε αυτός στην ίδια την Επανάσταση και στη ζωή πολλών πρωταγωνιστών της.

—Τρίτον, στη μετεπαναστατική Ελλάδα των πρώτων χρόνων της Ανεξαρτησίας και των μνημών του Αγώνα και του Εμφυλίου, κυρίως μέσα από την αφήγηση της ζωής του Αγραφιώτη και των απογόνων του.

Επομένως, το αποτέλεσμα από τη συγγραφική προσπάθεια του Κώστα Ακρίβου δεν είναι να διηγηθεί αυτός απλώς τη ζωή του Γεωργίου Καραϊσκάκη και του Μήτρου  Αγραφιώτη, αλλά να προσφέρει μία ολοκληρωμένη τοιχογραφία της Ελλάδας του 19ου αιώνα.

Αυτό, φυσικά, δεν σημαίνει ότι η προσωπικότητα του Αγραφιώτη και του Καραϊσκάκη δεν σκιαγραφούνται επαρκώς στο εν λόγω πόνημα. Αντίθετα, ο συγγραφέας εκμεταλλεύεται στο έπακρο όλες τις μαρτυρίες για τον μεγάλο ήρωα και όλη τη λογοτεχνική του δεινότητα προκειμένου να περιγράψει επαρκώς αυτόν τον «βρομερό τσιγγάνο», όπως τον αποκαλούσαν εξαιτίας του χρώματος που είχε το δέρμα του, ή τον αγνώστου πατρός καταφρονημένο «μούλο».

Υπάρχουν και άφθονες ψυχολογικές και συναισθηματικές προεκτάσεις τις οποίες μπορεί να βρει κανείς μέσα στο μυθιστόρημα του Κώστα Ακρίβου. Πώς μας σημαδεύει εν τέλει η πατρική φιγούρα στα παιδικά μας χρόνια –ή η απουσία της; Μπορεί να υπάρξει άραγε αληθινή φιλία και αλληλοεκτίμηση ή θεωρείται απαραίτητος και ένας πιο στενός συγγενικός δεσμός; Η αγάπη για την πατρίδα είναι πάνω απ’ όλους και απ’ όλα τελικά; Πώς μας επηρεάζει το οικογενειακό παρελθόν μας; Και, τέλος, τελικά ήρωας γεννιέσαι ή γίνεσαι;

Από τα δύσκολα παιδικά χρόνια του, λοιπόν, στην υπηρεσία του στον Αλή πασά των Ιωαννίνων, στις έξυπνες στρατηγικές του στον Αγώνα και στη γενναιότητά του στη μάχη, μέχρι την επονείδιστη συμμετοχή του στον Εμφύλιο και τον μυστηριώδη και αινιγματικό θάνατό του –ή τη δολοφονία του–, ο συγγραφέας συνθέτει αριστοτεχνικά το προφίλ ενός από τους γνωστότερους ήρωες του ’21, διαβόητου για την αθυροστομία του. Αψίκορος και ανιδιοτελής, αυθόρμητος και ειλικρινής, γενναίος στη μάχη και εφευρετικός στη στρατηγική, δικαίως τον χαρακτήριζαν στην εποχή του, πότε ως διάβολο και πότε ως άγγελο…

Υπάρχουν, όμως, και άφθονες ψυχολογικές και συναισθηματικές προεκτάσεις τις οποίες μπορεί να βρει κανείς μέσα στο μυθιστόρημα του Κώστα Ακρίβου. Πώς μας σημαδεύει εν τέλει η πατρική φιγούρα στα παιδικά μας χρόνια –ή η απουσία της; Μπορεί να υπάρξει άραγε αληθινή φιλία και αλληλοεκτίμηση ή θεωρείται απαραίτητος και ένας πιο στενός συγγενικός δεσμός; Η αγάπη για την πατρίδα είναι πάνω απ’ όλους και απ’ όλα τελικά; Πρέπει να αποτελεί πηγή ενοχής μία σαρκική ένωση την οποία διέπει αγάπη και τρυφερότητα, αλλά είναι εκτός των ιερών δεσμών του γάμου; Πώς μας επηρεάζει το οικογενειακό παρελθόν μας; Καθορίζει αυτό που είμαστε σήμερα η γνώση του παρελθόντος μας; Και, τέλος, τελικά ήρωας γεννιέσαι ή γίνεσαι;

Η μαγεία του βιβλίου έγκειται κυρίως στον τρόπο με τον οποίο ο συγγραφέας χειρίζεται την ελληνική γλώσσα, αλλά και την πληθώρα των ιστορικών πληροφοριών, τις οποίες αξιοποιεί προκειμένου να μας αφηγηθεί όχι μόνο τη ζωή του μεγάλου ήρωα, αλλά και ψήγματα Ιστορίας χρονολογημένα από την Ελλάδα της Επανάστασης και τα πρώτα χρόνια της Ανεξαρτησίας.

Η γλώσσα είναι καλοδουλεμένη και στρωτή, με πολλές τουρκικές λέξεις, οι οποίες μας μεταφέρουν νοερά καταμεσής στην Ελλάδα της Επανάστασης. Δεν υπάρχει, όμως, επιτήδευση ούτε στο ελάχιστο. Αντίθετα, ο λόγος, πότε μικροπερίοδος και πότε μακροπερίοδος, δύσκολα θα μπορούσε να είναι πιο φυσικός και πηγαίος.

Το μόνο σίγουρο είναι ότι  ο Κώστας Ακρίβος δούλεψε πολύ για να κάνει ό,τι έκανε, αλλά και ότι απόλαυσε, παράλληλα, την όλη διαδικασία. Η αγάπη του γι’ αυτό που αφηγείται είναι ολοφάνερη σε κάθε σελίδα του βιβλίου του και δεν κρύβεται εύκολα. Άραγε αυτή οφείλεται στον ενθουσιασμό που τρέφει για τη συγκεκριμένη ιστορική  περίοδο ή στην οικογενειακή του σύνδεσή με τον Μήτρο Αγραφιώτη και, ίσως, και τον μεγάλο ήρωα του ’21;

Έτερο αξιοπρόσεκτο στοιχείο είναι η δομή του βιβλίου και της αφήγησης, η οποία είναι περισσότερο αποσπασματική, παρά γραμμική χρονικά, με μία αφήγηση που εναλλάσσει με μεγάλη ευκολία το πρώτο με το τρίτο ενικό πρόσωπο. Ο συγγραφέας παραθέτει αυτούσιες ή ελαφρώς παραλλαγμένες λογοτεχνικά αρκετές πρωτογενείς μαρτυρίες προσωπικοτήτων της εποχής, όπως του Κόχραν, του λόρδου Βύρωνα, του Γιουσούφ μπέη, του Φωτάκου, του εικονογράφου Κραζάιτσεν κ.ά., τόσο για τον ίδιο τον Καραϊσκάκη όσο και για αξιοσημείωτα γεγονότα της εποχής, όπως π.χ. την Άλωση της Τριπολιτσάς.

Οι μαρτυρίες αυτές, πάντως, δεν διαταράσσουν τη λογοτεχνική συνέχεια του κειμένου, αλλά εντάσσονται αποσπασματικά, πλην όμως ομαλά, στη διήγηση. Ο συγγραφέας φαίνεται ότι έχει μελετήσει ενδελεχώς την Ιστορία της εποχής και των προσώπων για τα οποία συγγράφει, ποτέ όμως δεν θυσιάζει τις λογοτεχνικές αρετές του κειμένου στον βωμό της πληροφόρησης, ούτε ρέπει με το κείμενό του προς τον διδακτισμό.

Το μόνο σίγουρο είναι ότι  ο Κώστας Ακρίβος δούλεψε πολύ για να κάνει ό,τι έκανε, αλλά και ότι απόλαυσε, παράλληλα, την όλη διαδικασία. Η αγάπη του γι’ αυτό που αφηγείται είναι ολοφάνερη σε κάθε σελίδα του βιβλίου του και δεν κρύβεται εύκολα. Άραγε αυτή οφείλεται στον ενθουσιασμό που τρέφει για τη συγκεκριμένη ιστορική  περίοδο ή στην οικογενειακή του σύνδεση με τον Μήτρο Αγραφιώτη και, ίσως, και τον μεγάλο ήρωα του ’21; 

Όπως και να ‘χει, πάντως, εφόσον ισχύει το γεγονός ότι ένα μυθιστόρημα εποχής με ιστορική έρευνα αφηγείται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την Ιστορία της καθημερινότητας και των απλών ανθρώπων –εκείνη δηλαδή που απουσιάζει από τις επίσημες καταγραφές της πολιτικής Ιστορίας– τότε το βιβλίο του Κώστα Ακρίβου «Πότε διάβολος πότε άγγελος» είναι μία πολύ καλή αναγνωστική πρόταση για να θυμηθούμε τον Αγώνα της ελληνικής Ανεξαρτησίας, με την ευκαιρία της συμπλήρωσης των 200 χρόνων από την έναρξή του, και για να μάθουμε γι’ αυτόν, συνδυάζοντας τη μάθηση με την απόλαυση της ανάγνωσης και την τροφή για σκέψη.

*Η Λεύκη Σαραντινού είναι φιλόλογος, ιστορικός και συγγραφέας. Τελευταίο της βιβλίο η ιστορική μελέτη «Μύθοι που έγιναν ιστορία», Εκδόσεις Ενάλιος, Αθήνα 2020.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.