«Ο Μαυροσκουφης» ειναι ενα βιωματικο βιβλιο, με συνονθυλευμα συναισθηματων πονου, υποταγης αλλα και αγαπης

Περιδιάβαση στη θρακιώτικη λογοτεχνία

Θεοπούλα Γκαϊντατζή, «Ο Μαυροσκούφης – Αναμνήσεις μιας κόρης»,  εκδ. Νέα Διάσταση, Αθήνα 2019, σ. 112

Σε  αυτό το βιβλίο η συγγραφέας, με αναδρομή, μιλάει για τον Μαυροσκούφη πατέρα της, που εξαιτίας του χαρακτήρα του και της δύσκολης, από κάθε άποψη, εποχής προκάλεσε τόσα τραύματα, ικανά να δώσουν τούτη την αφόρμηση της συγγραφής, η οποία ενυπήρχε ως ιδέα και, μετά από μισό αιώνα περίπου, έγινε πραγματικότητα.

«Ο Μαυροσκούφης», πέρα από την πραγματικότητα και αφού επιλέχτηκε ως τίτλος, αποτελεί και το σύμβολο του δυνατού, που λόγω χαρακτήρα ήθελε έτσι να φαίνεται απέναντι στους αδύναμους υποτακτικούς, στη γυναίκα του και τα παιδιά του. Έτσι θα προκύψει ένα «κατηγορώ» εναντίον του, που όμως, όταν φτάνει στο «εδώλιο», θα αθωωθεί, μιας και δεν θα μπορεί πλέον να συνεχίζει τα ξεσπάσματα της νιότης.

«Ο Μαυροσκούφης» ή ένα βαρύ αποτύπωμα για τη Θεοπούλα. Αντίβαρο η μητέρα. Όλη η πίκρα χρεώνεται στον πατέρα και στις επινοημένες παιδαγωγικές του μεθόδους. Σπαράγματα οι μνήμες. Ένας δύσκολος γάμος και τα ξεσπάσματα των καυγάδων κατέληγαν στα δύο παιδιά. Ένας Μαυροσκούφης στον στρατό κατάφερε να τα κάνει στη συνέχεια όλα μαύρα και να τα γκριζάρει με ευκολία όταν αντιλαμβανόταν την αυστηρότητά του. Γιατί γκριζάρισμα ονομάζω την προσπάθεια να λάβουν περισσότερες γνώσεις τα παιδιά του, Αγγλικά και μουσική παιδεία για παράδειγμα.

Η συγγραφέας αποφάσισε να εκθέσει ένα πρόσωπο για να βγει στη λεωφόρο της ελευθερίας και της ελευθεροστομίας

Η Θεοπούλα, η κόρη που ακουμπούσε για πολλά χρόνια την κομματιασμένη ψυχή της, αποφάσισε να εκθέσει ένα πρόσωπο όχι για να το πλήξει βαθύτατα όπως έκανε εκείνος, αλλά για να πει όσα δεν του είπε, για να τακτοποιήσει τις πίκρες της και τις αναστολές, για να βγει στη λεωφόρο της ελευθερίας και της ελευθεροστομίας και, για πολλούς εξ ημών, να μας διδάξει, γιατί εγώ έτσι είδα τον «Μαυροσκούφη», ως αφορμή για περίσκεψη και διάλογο με τον εαυτό μου. Κι αν κάποιες αναφορές έχουν τη δύναμη του όπλου, εν τούτοις δεν σκοτώνουν, προβληματίζουν και αθωώνουν. Γιατί δεν είναι μόνο οι άνθρωποι δύστροποι είναι και η εποχή στην οποία ζουν και δημιουργούν.

Αν αναγνώστη μου κάνεις τα λόγια εικόνες, καθώς διαβάζεις το βιβλίο θα καταλάβεις πώς τότε ο γονιός, στην περίπτωσή μας ο πατέρας, μοίραζε ρόλους στη γυναίκα του και στα παιδιά του και είχε απαιτήσεις να δουλέψουν σκληρά είτε στο καφενείο είτε στο χωράφι. Το «όχι» σήμαινε τιμωρία.

Το περιεχόμενο του βιβλίου αναπτύσσεται πάνω σε συγκυρίες και προσωπικές εμπειρίες της καθημερινότητας, ικανές να κομματιάσουν την ψυχή, κυρίως, ενός ανήλικου κοριτσιού.

Η Θεοπούλα, με καταλύτη την υπομονή, κουβαλούσε στην πλάτη της αποσκευές με ποικίλο περιεχόμενο. Μεγαλώνοντας χρειάστηκε πολλές φορές να ακουμπήσει κάπου να ξεκουραστεί. Ευτυχώς με τις σπουδές της, τον γάμο της και την απόκτηση έξι παιδιών άλλαξε το περιεχόμενο των αποσκευών, αλλά πάλι κράτησε τα άκρως απαραίτητα, τις δοκιμασίες, που, αν δεν τις κατέθετε γραπτώς, η ψυχή της θα βασανιζόταν. Τι κάνει δηλαδή με τη συγγραφή; Εξαγνίζει ένα πετραδερό κακοφωτισμένο σοκάκι από το οποίο ήταν υποχρεωμένη να περνά –κι ας την πλήγωναν οι κοφτερές πέτρες και τα αγκάθια– σε δρόμο ομαλό, ευκολοδιάβατο, να μη βαραίνει τη φρίκη που δοκιμάζει τις αντοχές της.

Με τη συγγραφή κάνει ταμείο, ξεκαθαρίζει λογαριασμούς, δείχνει στον αναγνώστη ότι μπορείς να βγεις κερδισμένος αν μάθεις να συγχωρείς. Γιατί όσο κι αν αγανακτεί κανείς με την απάνθρωπη συμπεριφορά του πατέρα, όταν αγνοείς τον χρόνο και δεν τον ανταγωνίζεσαι, όταν προσαρμόζεσαι σε κάποιες καταστάσεις, γιατί τι άλλο να κάνεις για να μη χαλάσεις τον εαυτό σου, τότε αντέχεις, δημιουργείς, ισορροπείς και γράφεις εν προκειμένω  112 σελίδες.

Στο βιβλίο κάθε ιστορία είναι μια εκ βαθέων εξομολόγηση

Η σκιά του Μαυροσκούφη έπεφτε παντού. Όλα τα ’σκιαζε η φοβέρα. Τα οικονομικά του που ήταν καλά στηρίζονταν και στην εργασία της γυναίκας του και των παιδιών του. Στο βιβλίο κάθε ιστορία είναι μια εκ βαθέων εξομολόγηση, αλλά και μια γνωστοποίηση για τα πέτρινα χρόνια, τότε που δεν γινόταν διάλογος, και οι καυγάδες στην οικογένεια γκρέμιζαν τον ψυχικό κόσμο ενός μικρού, έφηβου και νεαρού κοριτσιού, το οποίο έγινε δυνατό και κατάφερε να χτίσει την γκρεμισμένη αυτοπεποίθηση.

«Ο Μαυροσκούφης» είναι ένα βιωματικό βιβλίο με συνονθύλευμα συναισθημάτων πόνου, υποταγής αλλά και αγάπης. Το τελευταίο ο αναγνώστης πρέπει με προσοχή να το αντλήσει, αφού υποδηλώνεται και δεν καταδηλώνεται.

Δεν ξέρω πόσο ισχύει και για ποιους το «γιατί με κάνεις να πονώ να υποφέρω τόσο, πρόσεξε γιατί μπορεί να παλαβώσω […]». Και γεννάται το ερώτημα: η Θεοπούλα γράφει για να κατηγορήσει με την έννοια τού θεωρώ κάποιον ένοχο ή για να κατανοήσει μια οδυνηρή συμπεριφορά; Ερώτημα στο οποίο οφείλουμε να δώσουμε απάντηση υπολογίζοντας στον πατρικό δεσποτισμό που ήταν καθολικό φαινόμενο, μόνο που το στημόνι έκανε τη διαφορά.

Από το ψυχικό ξεγύμνωμα προκύπτει ένα «κατηγορώ». Η συγγραφέας ανακαλεί μνήμες, σπαράγματα από σημαντικά και ασήμαντα περιστατικά της παιδικής ηλικίας. Το στοιχείο που εξυπηρετεί την ταύτιση της αυτοβιογραφικής συναισθηματικής υπόθεσης με την ψυχολογικών εκφάνσεων οδύνη ρέει κάτω από τη σπάνια γεύση της περιγραφής. Η πρωτοπρόσωπη αφήγηση διανθίζεται από παρεμβολές, όπως τραγούδια που άκουγε ο πατέρας της, γιατί, όταν ήταν στις καλές του, ήταν η καλύτερη παρέα.

«Ο Μαυροσκούφης» είναι μικρογεγονότα που επέδρασαν αρνητικά πάνω στο προσωπικό πλέγμα της αφηγήτριας, της συγγραφέως, η οποία, χρησιμοποιώντας τη μνήμη και τη λογοτεχνία, μας έδωσε τον ψυχικό του κόσμο όπως εκδηλωνόταν σε πολλές εκφάνσεις και την εικόνα  του. «Ο Μαυροσκούφης» όπως του έμεινε, όχι τυχαία, το παρατσούκλι, ζούσε και καθημερινά σχεδόν δημιουργούσε έναν αρκετά διαταραγμένο περίγυρο.

Όσο χρόνο διάβαζα το βιβλίο, ένιωσα να ενεργοποιούνται εσώτερες δυνάμεις ακριβώς όπως όταν διάβαζα τη «Φόνισσα» του Παπαδιαμάντη, που έψαχνα να βρω τρόπο να δικαιολογήσω τις πράξεις της, όπως όταν διάβαζα την επιστολή 103 σελίδων του Κάφκα προς τον πατέρα του. Προτείνω να διαβαστεί έχοντας υπόψη μου την κατάληξη, χωρίς αποκλίσεις από την πεζογραφική του δυναμική, σαν μια προσπάθεια της Θεοπούλας να μας δείξει πως κι αν είσαι δύστροπος, δεν είναι ο άνθρωπος από μόνος του κακός, είναι και οι καιροί που συνδράμουν στην ανάδειξη παρόμοιων χαρακτήρων. Αν δούμε και την ηθική της συγγραφής, της δημιουργίας  του βιβλίου, έχει πολλά κρυμμένα καλά, που εμείς οι αναγνώστες καλούμαστε να τα ανακαλύψουμε και μας βοηθάει η στρωτή γλώσσα και το οικείο, εξομολογητικό και για τούτο λιτό ύφος.

Δίπλα σε έναν επιπόλαιο, αλαζόνα, που κατρακυλάει ηθικά, στέκεται καρτερικά η γυναίκα του ως το τέλος. Και η κόρη η Θεοπούλα, σύμφωνα με τη μαρτυρία τής μητέρας της, τον αγαπούσε πολύ, αφού τα παιδιά δεν είδαν μόνο άσχημα αλλά και πολλά καλά. Ο Στέργιος που έγινε Μαυροσκούφης στάθηκε ξεχωριστός, έκανε μεγάλα σφάλματα αλλά και μεγάλα πράγματα. Και η συγγραφέας πρόλαβε και μας επιβεβαίωσε τη συγχώρεση σε έναν αντρειωμένο, όπως γράφει. Στον άνθρωπο ο οποίος, καταβεβλημένος από τη μακρά ασθένεια, έκανε, όπως πολλοί, κάτι σημαντικό: ζητούσε συνεχώς συγχώρεση. Θα συμβεί ό,τι και με τον αετό, που, για να αναγεννηθεί  στα σαράντα του χρόνια, περνάει από μια διαδικασία επώδυνη. Θα αποσυρθεί στη φωλιά του, θα σπάσει το ράμφος του πάνω στα βράχια και όταν βγει το νέο ράμφος, θα φροντίσει τα νύχια του και τα φτερά του, έτσι θα ζήσει άλλα τριάντα χρόνια περίπου.

Κι ο κόσμος της Θεοπούλας θα ημερέψει, θα γίνει πιο πράος, ειρηνικός απέναντι στις πολλών ετών σκέψεις και, με την υλοποίηση του ποθούμενου, της συγγραφής του βιβλίου, εξομολογητικώ τω τρόπω, θα αναγεννηθεί, κι όταν ο Θεός την καλέσει κοντά του, θα αναπαυθεί κι εκείνη εν ειρήνη, γιατί ο χρόνος ανήκει στον εαυτό του και ο άνθρωπος είναι βορά του χρόνου.

*Η Άννα Δεληγιάννη-Τσιουλπά είναι Φιλόλογος, συγγραφέας, ποιήτρια, κριτικός.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.