«Μια περιοδεια δρομου»: Ενα busking tour με τον Νικο Χρηστιδη και τη μουσικη του παρεα με σταθμο την Κομοτηνη

Μία εναλλακτική προώθηση δίσκου που μοιάζει με βαλκανική ταινία

Τον Αύγουστο του 2020, ο Νίκος Χρηστίδης ταξίδεψε το μουσικό του σύμπαν στους δρόμους της Κομοτηνής και της Καβάλας, πάντοτε παρέα με τη μουσική του συντροφιά, που δεν είναι άλλη από τον Γιώργο Βαρτσάκη και την Ιωάννα Κουρκούδιαλου. Δύο χρόνια αργότερα με μία διευρυμένη ομάδα, με εκκίνηση και πάλι την πόλη της Κομοτηνής, στη διάρκεια του πιο αγαπημένου μήνα του καλοκαιριού, βγαίνουν και πάλι στον δρόμο! Ένα οργανωμένο busking tour με μία δυναμική πενταμελή ομάδα και έξι σταθμούς σε έξι διαφορετικές πόλεις!

Λίγο μετά την άφιξή τους στην πόλη μας και λίγο πριν έναρξη της μουσικής τους εμφάνισης στους δρόμους αυτής, κατέφθασαν γεμάτοι όρεξη στο ραδιόφωνο του Παρατηρητή για μία συζήτηση με την Όλγα Ιωαννίδου στην εκπομπή «Τυχαία Αναπαραγωγή».

Το βαλκανικού τύπου busking tour, η γνωριμία και η συμπόρευση

ΠτΘ: Πώς ήρθε  η ιδέα για την περιοδεία δρόμου και πώς αρχίσατε να οργανώνετε το tour;

Ν.Χ.: Αρχικά να πούμε ότι το λεγόμενο “busking tour” είναι κάτι που στην κεντρική Ευρώπη και στην Αμερική συμβαίνει πάρα πολύ συχνά. Η διαφοροποίηση που έχουμε εμείς είναι ότι το δικό μας tour έχει μία βαλκανική αίσθηση και αισθητική στην προώθηση και στο αποτέλεσμα. Αυτό συμβαίνει επειδή, πρώτον  η μουσική η οποία θα παίξουμε δεν έχει να κάνει με τις εμπειρίες πολλών, αλλά κυρίως  με τις δικές μου, όπως παρουσιάζονται μέσα από το δικό μου μουσικό πρόγραμμα και δεύτερον ο τρόπος με τον οποίο επέλεξα να γίνει, καθώς ήθελα να μοιάζει με βαλκανική ταινία. Η σκέψη ήταν να πάρω την παρέα μου, ανθρώπους με τους οποίους θα περνούσα ούτως ή άλλως την ημέρα μου μαζί τους, και να το ζήσουμε παρέα. Πρώτα απευθύνθηκα στους άμεσους συνεργάτες μου, που είναι οι φίλοι και η γυναίκα μου και έπειτα στον Γιώργο Ποζίδη και τον Κωνσταντίνο Στεφανίδη, που ήρθαν για να ολοκληρώσουμε μία ομάδα πέντε ατόμων και να περάσουμε τον χρόνο μας εποικοδομητικά και όλοι μαζί.

Η λογική, όταν ξεκίνησε αυτό, ήταν ότι ήθελα να κάνω μία εναλλακτική προώθηση του δίσκου, που έβγαλα το 2020, χωρίς να επιβαρυνθεί οικονομικά κάποιος αν δεν το θελήσει και ταυτόχρονα να υπάρχει μία άμεση πρόσβαση στο κοινό που θα ήθελε να το παρακολουθήσει και διαφορετικά ίσως δεν θα μπορούσε. Το είχαμε ξεκινήσει ήδη από το 2020, που είχαμε έρθει πάλι απ’ την Κομοτηνή, αλλά ο Covid μας τα χάλασε και χρειάστηκε να κόψουμε την περιοδεία δύο φορές. Ίσως βέβαια να ήταν καλύτερα που έγινε έτσι, διότι τώρα έχω βρει και ανθρώπους που μπορούν να στηρίξουν αυτό το εγχείρημα και γίνεται όλο πιο ολοκληρωμένα.

Το στήσιμο μπορεί να μοιάζει αρκετά ελευθεριακό και σαν ταινία, αλλά έχει πολύ μεγάλο κόστος κι αν δεν υπήρχαν άνθρωποι να πιστέψουν στην ιδέα, στο πρόσωπο της παρέας και να το στηρίξουν, δεν θα μπορούσε να γίνει. Και αυτοί είναι πάρα πολλοί άνθρωποι!  Το «Ράδιο Σάρωθρον» στη Θεσσαλονίκη, το «Ράδιο Παρατηρητής», το “Auto Fit – ΚΟΡΑΝΑ” και πάρα πολλοί άλλοι, που αναφέρονται στην αφίσα. Τους ευχαριστώ πάρα πολύ, γιατί στήριξαν την ιδέα είτε υλικά είτε οικονομικά είτε επικοινωνιακά.

ΠτΘ: Ας κάνουμε λιγάκι τις συστάσεις με όλους. Γιώργο Βαρτσάκη πώς ξεκίνησε η σχέση σου και έπειτα η πορεία σου στη μουσική; Είσαι ευτυχισμένος που η ζωή σου είναι γεμάτη μουσική;

Γ.Β.: Βλέποντας φίλους να ασχολούνται με τη μουσική, ξεκίνησα με ένα μπουζούκι κάπου στα έντεκα. Συνέχισα κάποια χρόνια μετά στο ωδείο, μετά πέρασα στο τμήμα Μουσικής  Επιστήμης και Τέχνης στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και ύστερα τελείωσα τις σπουδές μου στην κλασική κιθάρα στο κρατικό ωδείο. Από τότε συμμετέχω σε διάφορα σχήματα της Θεσσαλονίκης, σε μουσικές σκηνές και  μαγαζιά, ενώ ταυτόχρονα παραδίδω μαθήματα σε ωδεία. Είναι όλη μου η ζωή γύρω από τη μουσική και είμαι πολύ ευτυχισμένος γι’ αυτό. Να ακολουθεί ο καθένας τα όνειρά του όσο γίνεται και μπορεί!

ΠτΘ: Εσύ Ιωάννα Κουρκούδιαλου πώς ξεκίνησες;

Ι.Κ.: Ξεκίνησα κι εγώ από μικρή τις σπουδές μου στο κλασικό βιολί, πέρασα στο τμήμα Μουσικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και είναι κι εμένα όλη μου η ζωή γύρω από τη μουσική και τη διδασκαλία αυτής, με παιξίματα, ηχογραφήσεις και συναυλίες. Είμαι κι εγώ ευτυχισμένη με αυτό!

ΠτΘ: Πώς συναντήθηκαν οι δρόμοι σας και πώς ξεκίνησε η φιλία και η συνεργασία σας;

Ν.Χ.: Με την Ιωάννα ήμασταν συμμαθητές στο μουσικό σχολείο Θεσσαλονίκης . Με τον Γιώργο ήταν μία περίεργη κατάσταση. Υπήρχε αλληλοεκτίμηση όσο παίζαμε σε διάφορες μπάντες στη Θεσσαλονίκη. Εμείς είχαμε τους «Άιντε Ψιλά Ψιλά» και ο Γιώργος έπαιζε -και παίζει ακόμα- μαζί με τον Βασίλη Πετρίδη και τους «Γκαϊλέ». Στη Θεσσαλονίκη το να υπάρχει μία σύμπλευση μεταξύ μπαντών είναι κάτι αρκετά συχνό, ωστόσο οι διαχωριστικές γραμμές, ενώ δεν φαίνονται τόσο έντονες, υπάρχουν. Εκτιμούσαμε ο ένας τον άλλον και κάποια στιγμή αρχίσαμε να έχουμε μία διαδικτυακή επικοινωνία. Όταν αποφάσισα ότι ο κύκλος των «Άιντε Ψιλά Ψιλά» έχει κλείσει, προσέγγισα από την αρχή τον Γιώργο, ο οποίος λόγω άλλων υποχρεώσεων κράτησε τις αποστάσεις του. Εγώ, όμως είχα αποφασίσει ότι στον δίσκο μου, πέρα από τον Πλάτωνα Τσιπίδη, ήθελα να γράψει και να ηχογραφήσει και ο Γιώργος. Κάπως έτσι ξεκίνησε να αναπτύσσεται μία σχέση μεταξύ μας, το ένα έφερε το άλλο, ο Γιώργος πλέον είχε απελευθερωθεί από διάφορα πράγματα που έκανε και όταν ξεκίνησα να στήνω το νέο project ξεκινήσαμε με την πρώτη συναυλία στις Βρυξέλες, ενώ είχαμε ήδη συνεργαστεί στις ενορχηστρώσεις του δίσκου της Ελένης Μπουσμαλή. Με την Ιωάννα είμαστε μαζί από τα δεκαπέντε μας.

Touring εντός κι εκτός, κορωνοϊός και δημιουργία δίσκου

ΠτΘ: Έχετε ζήσει το touring και στο εξωτερικό, σε διάφορους χώρους και περιοδείες, αλλά και σε πιο ελεύθερες διοργανώσεις. Με ποιον τρόπο διαφοροποιούνται οι συνθήκες  και η διαδικασία στην Ελλάδας από του εξωτερικού και ποια η ανταπόκριση του κοινού στην μία και την άλλη περίπτωση;

Ν.Χ.: Υπάρχει μία μεγάλη διαφοροποίηση σε ό,τι έχει να κάνει με το τεχνικό μέρος και το μέρος της συνεννόησης και των διαδικαστικών. Αρχικά, όσον αφορά το τεχνικό μέρος είναι η μέρα με τη νύχτα, μιλώντας κυρίως για τους χώρους και τις υποδομές. Έξω υπάρχουν πολύ καλύτερες υποδομές. Ακόμα κι αν δεν είναι πολλές, αυτές που υπάρχουν είναι επαρκείς. Δεν στηρίζονται στην καθαρότητα του νου ενός ανθρώπου την ημέρα της εκδήλωσης ή στην καλή διάθεση του αφεντικού. Σε ό,τι έχει να κάνει με την προετοιμασία μιας εκδήλωσης δεν βρίσκω πολλές διαφορές, για να μην πω ότι στην Ελλάδα είναι λίγο πιο εύκολο το πράγμα. Είναι πάρα πολλές οι δικλείδες που απαιτούνται στο εξωτερικό για να φτάσεις στο σημείο να κλείσεις μία συναυλία.

Ένα άλλο κομμάτι έχει να κάνει με την αντιμετώπιση και την ανταπόκριση. Προσπαθώντας να κρατήσω τον ανθρώπινο χαρακτήρα που ήθελα σε μία περιοδεία που κάναμε τώρα στην Γερμανία, σε μία στάση αποφασίσαμε να παίξουμε στον δρόμο. Η ανταπόκριση στο εξωτερικό ήταν 1000% καλύτερη! Παίξαμε μιάμιση ώρα και το ποσό που βγάλαμε δεν το παίρνεις ούτε σε μία καλοπληρωμένη συναυλία στην Ελλάδα.  

Το τρίτο έχει να κάνει με τη διαπροσωπική σχέση, η οποία στο εξωτερικό είναι σχεδόν ανύπαρκτη. Όσες φορές έχω παίξει στο εξωτερικό, κυρίως συνεννοούμαστε μέσω  email και με κάποιους μάνατζερ που δεν μιλούν ποτέ μαζί σου. Είναι λίγο πιο περίπλοκο.

Όσον αφορά το γενικό επίπεδο των μουσικών, στην Ελλάδα αυτό είναι τρομερά υψηλό! Δεν υπάρχει καν σύγκριση. Γενικά όσο πιο ανατολικά πας, από τα Βαλκάνια και πέρα, το επίπεδο της μουσικής παιδείας είναι πολύ υψηλό! Στην κεντρική Ευρώπη υπάρχει η γενική γνώση, καθώς οι περισσότεροι έχουν πρόσβαση στην πρώτη βαθμίδα γνώσης της μουσικής, οπότε όλοι έχουν μία μουσική παιδεία, ωστόσο οι μεγάλοι τους καλλιτέχνες είναι λίγοι. Οπότε εκεί κάνουμε και μία εντυπωσιακή διαφορά. Κάποιοι που δεν είναι Έλληνες, όταν μας παρακολουθούν να παίζουμε θεωρούν ότι αυτό που βλέπουν είναι κάτι τρομερά εξεζητημένο, που για εμάς μπορεί να είναι απλά ένα ζεϊμπέκικο 9/8.

Όλες αυτές οι συγκλίνουσες οδηγούν ότι έξω τα πράγματα είναι λίγο καλύτερα σε κάποιους τομείς.

ΠτΘ: Πριν ο κορωνοϊός σας χαλάσει τα σχέδια, είχατε βγει στον δρόμο, ξεκινώντας και πάλι απ’ την Κομοτηνή. Πώς είχε πάει τότε η πρώτη προσπάθεια;

Γ.Β.: Νομίζω ότι ήταν πιο δύσκολες οι συνθήκες. Δεν είχαμε την οργάνωση που έχουμε αυτή τη φορά, που είμαστε και πιο ενισχυμένοι σε ήχο. Πιστεύω πως τώρα θα είναι πιο έντονο και πιο ευχάριστο για τους περαστικούς.

ΠτΘ: Νίκο, ο τελευταίος σου δίσκος,  που κυκλοφόρησε το 2020 είναι το σύμπαν σου, το οποίο μας συστήνεις στις live εμφανίσεις σου. Τι περιέχει «το σύμπαν του Νίκου Χρηστίδη»;

Ν.Χ.: Είναι ένας δίσκος, στον οποίο ουσιαστικά γίνεται μία αναφορά στις αναφορές μου. Υπάρχει μία ποικιλία στις δομές, τις μορφές , στα είδη που θέλω να εξυπηρετήσω και όλα αυτά γίνονται μέσα από ένα δικό μου πρίσμα, είτε ενορχηστρωτικά είτε ιδεολογικά είτε στιχουργικά. Σε αυτόν τον δίσκο υπάρχει και το τραγούδι «Έχω μια ιδέα που θα σκίσει», το οποίο έχω βάλει ως επίλογο του δίσκου και συμπληρώνει ό,τι λείπει στα προηγούμενα τραγούδια και είναι το μόνο τραγούδι που δεν μοιάζει με κάποιο άλλο. Είναι αυτόφωτο!

ΠτΘ: Τα τελευταία χρόνια έχουμε δει να ηχογραφούνται δίσκοι σε στούντιο διαμορφωμένα μέσα σε σπίτια ή άλλους χώρους που μετατρέπονται σε στούντιο και παραγωγές που πραγματοποιούνται με την ελάχιστη δυνατή οικονομική επιβάρυνση. Πόσο εύκολη ή δύσκολη είναι η διαδικασία κυκλοφορίας δίσκου, από τη στιγμή που κάποιος παίρνει την απόφαση μέχρι και την στιγμή της κυκλοφορίας;

Ν.Χ.: Είναι ένα πολύ ακριβό σπορ. Αν είναι ένας αυτός που βρίσκεται πίσω από τον δίσκο, την μουσική, τους στίχους, τις ενορχηστρώσεις  δεν υπάρχει κανένας διαμοιρασμός του ποσού που απαιτείται, το οποίο είναι αρκετά μεγάλο, ειδικά αν θέλεις να το κάνεις θέτοντας κάποια ποιοτικά στάνταρ. Όταν υπάρχει μία μπάντα από πίσω είναι πιο εύκολα τα πράγματα. Σε ό,τι έχει να κάνει με το σκέλος της παραγωγής, οι εταιρίες παραγωγής έχουν φύγει από τη μέση πλέον, τουλάχιστον αναφορικά με  τη νεότερη γενιά δημιουργών. Δεν παίρνουν κάποιο ρίσκο, οπότε είτε αποποιούνται οποιαδήποτε ευθύνη ή απλά δεν συμμετέχουν. Μέχρι μία εταιρία να ασχοληθεί μαζί σου και να προσφέρει μία χρηματοδότηση, είναι πάρα πολύ δύσκολο εγχείρημα για να το κάνει ένας καλλιτέχνης μόνος του.

Αναφορικά με τα home studios, σίγουρα η εξέλιξη της τεχνολογίας έχει δώσει το δικαίωμα σε πάρα πολλούς να μπορούν να ηχογραφούν και να κάνουν παραγωγές σε τέτοιου είδους χώρους. Ωστόσο αν όλη η διαδικασία γίνεται από έναν μόνο άνθρωπο τότε αυξάνεται το κόστος. Ενώ κάποιος νομίζει ότι το κόστος παραγωγής πέφτει, στην πραγματικότητα αν θες να διατηρήσεις κάποια στάνταρ παραγωγής θα πρέπει να κάνεις και τις αντίστοιχες αγορές.

Εγώ διαφωνώ αρκετά με το να γραφτούν όλα σε ένα home studio, όχι γιατί δεν γίνονται καλές δουλειές. Μία καλή δουλειά πάντα έχει να κάνει με το υλικό και όχι μόνο με τον ήχο.

ΠτΘ: Πέρα από τη διαδικασία της παραγωγής και της κυκλοφορίας, πολλές φορές ο δημιουργός αναλαμβάνει και τη διαδικασία της προώθησης. Πόσα ακόμη θα κάνει ο δημιουργός μόνος του;

Ν.Χ.: Θεωρώ ότι όσο δεν υπάρχει ενδιαφέρον και υποστήριξη από πλευράς εταιριών είμαστε υποχρεωμένοι να δρούμε μόνοι μας και να κάνουμε ό,τι χρειάζεται.

Ο δημιουργός και η δημιουργία και ο Σύλλογος Μουσικών Βορείου Ελλάδος

ΠτΘ: Η καθημερινότητα με όλη τη σκληρότητα που την χαρακτηρίζει τα τελευταία πολλά χρόνια, η covid και η σχεδόν μετά-covid εποχή, πώς επηρέασε και συνεχίζει να επηρεάζει  τη δημιουργία; Είναι η δυσκολία των καιρών πηγή έμπνευσης ή δυσκολεύει τη διαδικασία της δημιουργίας;

Ι.Κ.: Εγώ προσωπικά θέλω να πω ότι κουράστηκα πάρα πολύ μέσα στις καραντίνες να ακούω ότι ο χρόνος αυτός έδωσε τροφή για σκέψη, ότι κάποιοι βρήκαν τον εαυτό τους και είχαν χρόνο να κάνουν την ενδοσκόπηση που ποτέ δεν προλάβαιναν να κάνουν. Νομίζω πως είναι καθαρά θέμα προσωπικότητας και όλα μπαίνουν στη βάση του πώς τα διαχειρίζεται ο καθένας. Στο τέλος είναι σα να αποζητάμε την κακιά συμφορά που πέφτει στο κεφάλι μας για να μας «βοηθήσει» να γίνουμε δημιουργικοί. Προφανώς δεν θα δημιουργηθεί πάρα πολύ υλικό και τέχνη όταν όλα είναι υπερβολικά εύφορα και τέλεια στην καθημερινότητα και την κοινωνία, αλλά αυτό που περάσαμε είναι το άλλο άκρο. Νομίζω πως ο καθένας το διαχειρίστηκε διαφορετικά. Κάποιος δημιούργησε και κάποιος άλλος όχι, όπως ακριβώς συμβαίνει και υπό κανονικές συνθήκες.

Γ.Β.: Για εμένα το διάστημα της καραντίνας λειτούργησε κυρίως ως διάστημα λήψης αποφάσεων για τη μετέπειτα πορεία της ζωής μου και όχι τόσο δημιουργικά. Υπήρχε απλά ο χρόνος να σκεφτείς ποια πράγματα είναι αυτά που χρειάζεσαι στη ζωή σου και ποια πρέπει να τα κάνεις πέρα. Με επηρέασε με αυτόν τον τρόπο και όχι δημιουργικά.

Ν.Χ.: Εμένα η περίοδος της καραντίνας με κατέστρεψε. Η όλη κατάσταση με πήγε δέκα χρόνια πίσω και έχει πολύ λίγο καιρό που ξαναβρήκα τον εαυτό μου και που μου συνέβησαν καλά πράγματα γύρω από το θέμα της εργασίας. Σίγουρα, όμως, είναι και στον άνθρωπο. Εγώ, επειδή λειτουργώ και πάρα πολύ ως πολίτης, στη διάρκεια όλης αυτής της κατάστασης, όχι μόνο δεν έγινα δημιουργικός, όχι μόνο δεν βρήκα έμπνευση, αλλά αντίθετα έκανα να πιάσω το μπουζούκι μου έξι μήνες περίπου. Είχα πάθει άρνηση. Στα δύο χρόνια καραντίνας έγραψα μόλις δύο τραγούδια, που είναι και τα δύο μαύρη κατάθλιψη.

ΠτΘ: Να πούμε δυο λόγια για τον Σύλλογο Μουσικών Βορείου Ελλάδος, του οποίου είστε μέλη και να κάνουμε μία αναφορά στη δράση αυτού;

Ν.Χ.: Πολλά λόγια να πούμε! Ο ΣΜΒΕ είναι ένα συνδικάτο, το οποίο έχει δημιουργηθεί πριν από εκατό χρόνια, από πρόσφυγες το ’22, που είχε μπει σε μία περίοδο παρακμής για αρκετά χρόνια. Όχι γιατί δεν υπήρχε ανάγκη να είναι σε ακμή ή σε δράση, αλλά επειδή όλη η κοινωνία είχε αποστραφεί τη συνδικαλιστική της ιδιότητα. Θυμόμασταν τον σύλλογο κυρίως σε περιόδους που ήταν να δοθεί κάποιο έκτακτο επίδομα μουσικών κλπ.

Ήδη δύο χρόνια πριν τον covid υπήρξαν άνθρωποι που το ανέλαβαν και ξεκίνησαν να το αλλάζουν χωρίς να υπάρχει κάποια έκτακτη ανάγκη. Ο Δημήτρης Σφίγγος, ο Δημήτρης Ζερβουδάκης και  το τότε ΔΣ πήραν την τύχη του συλλόγου στα χέρια τους, ακόμα κι αν δεν ήταν ψηφισμένα μέλη του ΔΣ και αποφάσισαν να ενεργοποιήσουν και πάλι τον σύλλογο. Έκαναν τις πρώτες εκλογές, έγιναν επίσημα μέλη του ΔΣ και ξεκίνησαν κάποιες δράσεις, οι οποίες είχαν ως κύριο στόχο την αποκατάσταση μίας πολύ μεγάλης μερίδας μουσικών της Θεσσαλονίκης. Ιδιαίτερα της Θεσσαλονίκης, διότι έχουμε πολλούς μουσικούς και λίγους χώρους, οπότε έπρεπε να δημιουργήσουν εξ αρχής την εργασιακή συνθήκη μέσα στην οποία θα δράσουν. Αυτό οδήγησε στο να μπουν πολλοί νέοι άνθρωποι στον σύλλογο, μεταξύ των οποίων ήμασταν κι εμείς, και αυτό είναι κάτι που πιστώνεται στον Δημήτρη Ζερβουδάκη. Πρακτικά μας ενεργοποίησαν άνθρωποι στον σύλλογο. Όταν ξεκίνησε ο κορονοϊός, ο σύλλογος είχε ήδη ενεργοποιηθεί και πάλι  και ήταν έτοιμος να δράσει. Τότε ξεκίνησαν τα μεγάλα εργασιακά ζητήματα. Η δυάδα του Δημήτρη Σφίγγου και του Δημήτρη Ζερβουδάκη  ήταν ο λόγος που ξεκίνησαν να ασχολούνται με εμάς τους μουσικούς και τα δικαιώματά μας.

Θεωρώ πως αυτή τη στιγμή ο ΣΜΒΕ είναι ένα από τα πιο ενεργά συνδικάτα στην Ελλάδα χωρίς κανένα κομματικό χαρακτήρα. Είναι ένα συνδικάτο που μπορεί να προστατέψει νομικά και εργασιακά τα μέλη του, που μπορεί να τα συμβουλέψει και να τα κατατοπίσει, να διανέμει τα χρήματα δικαίως και με διαφάνεια, αλλά και με πολλή μεγάλη κοινωνική δράση γενικότερα.   

ΠτΘ: Πώς μπορεί κάποιος να έρθει σε επαφή με τον ΣΜΒΕ και να γίνει μέλος αυτού;

Ν.Χ.: Πάρα πολύ εύκολα. Υπάρχουν οι σελίδες του συλλόγου στα social media και η ιστοσελίδα στο διαδίκτυο και μπορεί κανείς να έρθει σε επαφή και να γίνει μέλος είτε ηλεκτρονικά είτε τηλεφωνικά  μέσα από μία πολύ εύκολη διαδικασία. Υπάρχει και μία ελάχιστη και καθαρά συμβολική συνδρομή κάθε χρόνο για να μπορούν να υπάρχουν κάποια διαπιστευτήρια, τα οποία έχουν κάποιο κόστος. Θεωρώ ότι όλοι οι μουσικοί πρέπει να σκεφτούμε την συμπόρευση και τη συνένωση σε συλλόγους για να είμαστε και πιο ισχυροί απέναντι στα προβλήματα που προκύπτουν.

Της «Μυτιληνιάς Προσευχής» η ιστορία και ο επερχόμενος δίσκος της Ιωάννας που την ερμηνεύει

ΠτΘ: Την εβδομάδα που πέρασε, η «Μυτιληνιά Προσευχή» ήταν το τραγούδι που αγαπήθηκε από το ραδιόφωνο του Παρατηρητή. Αν δεν κάνω λάθος υπάρχει μία ιστορία πίσω από αυτό το τραγούδι…

Ν.Χ.: Το 2018 παίζαμε με τους «Άιντε Ψιλά Ψιλά» σε μία περιοχή της Μυτιλήνης που λέγεται Σκάλα Συκαμιάς. Καθώς φτάνουμε στα λιμάνι βλέπουμε έναν υπέροχο χώρο που έχουνε στήσει για εμάς και είμαστε πολύ χαρούμενοι γι’ αυτό. Το background ήταν ένα ειδυλλιακό τοπίο με βάρκες και ένα μεγάλο φεγγάρι, είχε πιάσει και ένα ωραίο καλοκαιρινό αεράκι, αλλά καθώς  ξεκινάμε να παίζουμε, αντιλαμβανόμαστε ότι τελικά δεν έχει στηθεί και πολύ καλά το πράγμα. Μπροστά μας είχαμε δύο καρέκλες που καθόταν ο δήμαρχος και κάποιος ακόμα και οι υπόλοιποι ήταν δεξιά, αριστερά και πίσω μας. Παρ’ όλα αυτά είχαμε αρχίσει να παίζουμε, όταν ξαφνικά εμφανίστηκε από μακριά μία ευθυτενέστατη και αρχοντική κυρία, η οποία είχε κάτι περίεργο. Ερχόταν προς το μέρος μας με έναν περίεργο αέρα και καθήμενη ακριβώς μπροστά μου, μου έδειξε  το μπουζούκι με το δάχτυλο και με ρώτησε «τι είναι αυτό»; Της απάντησα  πως είναι μπουζούκι και σχεδόν σαν να με οικτίρει, αποκρίθηκε με ένα απλό «Α», φεύγοντας δίχως να δίνει σημασία ούτε στον αέρα που αφήνει πίσω της. Έβλεπα μια αποδοχή και ταυτόχρονα μία απόσταση από τον κόσμο γύρω, σαν να την γνώριζαν. Αργότερα εκείνη την ημέρα έμαθα ότι αυτή η κυρία ήταν η Δήμητρα της Μυτιλήνης που μας συγκλόνισε αργότερα με τον χαμό της.

Έγραψα αυτό το τραγούδι με αφορμή την Δήμητρα και όχι για την Δήμητρα και πάντα της το αφιερώνω. Όσο ζούσε, η ιστορία του τραγουδιού είχε τελείως διαφορετικό άγγιγμα μέσα μου, αλλά μετά τον χαμό της απέκτησε τελείως διαφορετικό νόημα.

ΠτΘ: Να περιμένουμε καινούργιο υλικό στο άμεσο μέλλον;

Ν.Χ.: Η Ιωαννίτσα θα κάνει δίσκο, οπότε θα σας τα πει αυτή!

Ι.Κ.: Θέλω πάρα πολύ και ελπίζω να τα καταφέρω! Ο Νίκος θα αναλάβει τις ενορχηστρώσεις και την παραγωγή, ενώ τραγούδια για τον δίσκο έχει γράψει ο Δημήτρης Μπάκουλης, ο Γιάννης Παπαγεωργίου, ο Νίκος Χρηστίδης, η Αναστασία Χατζηαποστολίδου και ο Δημήτρης Σίντος. Έχω πολλή μεγάλη χαρά, αλλά δεν έχω πολύ χρόνο. Πρέπει να το οργανώσω λίγο καλύτερο για να ξεκινήσει να υλοποιείται.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.