Ιαντσιους (Γιαννης), ο Μεσσουνιωτης τεμπελης

Ο Γιώργος Χ. Τσαρακτσίδης περιγράφει ανεπανάληπτα, στο Συναπλιώτικο-Μεσσουνιώτικο ιδίωμα και για τους αμύητους, στα απλά Ελληνικά, την απίθανη ευρηματικότητα και τις ατάκες-δικαιολογίες του τεμπέλη, στις παραινέσεις των γονιών του να δουλέψει λίγο. Τυχαία τον ονόμασε Ιάντσιο (Γιάννη), όνομα πολύ συνηθισμένο στο χωριό.

-Άϊντι Ιάντσιου κουσκουλάντσι, χίτς μη χασμιρνάς, να πας να βουσκήεις τα ιουάδια.

-Κόμα νουρίς είνι πατέρα, τα ιουάδια χουρτασμένα είνι, κοιμούντι κι μαρκιούντι.

-Άιντε Γιάννη κουνήσου, καθόλου μη χασομεράς, να πας να βοσκίσεις τα αγελάδια.

-Ακόμα είναι νωρίς πατέρα, τα αγελάδια, χορτασμένα είναι, κοιμούνται και μηρυκάζουν.  

-Άϊντι Ιάντσιου να φέρς νιαρό που του πηγάδ.

-Κόπκει η τριχιά πατέρα κι η κόφα πάι στουν πάτου στου πηγάδ.

-Άιντε Γιάννη νε φέρεις νερό από το πηγάδι.

-Κόπηκε το σχοινί πατέρα και ο κουβάς πήγε στον πάτο στο πηγάδι.

-Άϊντι Ιάντσιου ν’ αρμέξ τ΄νϊουάδα.

-Τ΄νάρμιξα μάνα, μ΄έρξι νια κουτσιά πάι κείθι του γάουα κι η βυντρίτσα.

-Άιντε Γιάννη ν΄αρμέξεις την αγελάδα.

-Την άρμεξα μάνα, με έριξε μια κλοτσιά, πήγε προς τα εκεί (πετάχτηκε) το γάλα και ο κουβάς.

-Άϊντι Ιάντσιου να πάμι στου θέρου.

-Μη τέτοια κάψα πατέρα; Ύστιρα, δεν έχου κι καβραμά, δε μη χουρεί κι η παουμαριά. Πααίντι ισείς κι  σι λιγούτσκου δα νάρθου κι γω, πως θυρίζτι να σας ιδού.

-Άιντε Γιάννη να πάμε στο θέρος.

-Με τέτοια κάψα πατέρα. Βέβαια δεν έχω δρεπάνι και η παλαμαριά είναι μικρή, Πηγαίνετε εσείς και σε λίγη ώρα θα έθω και εγώ, πώς θερίζετε να δω.

-Άίντι Ιάντσιου να πας να κόψ ξύουα. 

-Μι τι δα τα κόψου πατέρα;  Προυχτές τσάκσα του μανίκ που ν΄τσικούρα.

-Άιντε Γιάννη να πας να κόψεις ξύλα.

-Με τί να τα κόψω πατέρα. Προχτές έσπασα το στειλιάρι από το τσεκούρι. 

-Χίρσι η Ιάντσιους να πάϊ να σκάψ τ’ αμπέλ, έβαλι στουν τρουβάτ΄ψουμί, σ’ μάταρα νιαρό, στου κλειδουπίνακου τυρί.

-Σαν έφτασι στ’ αμπέλ τότις δουκίθκι ότι αστόχσι να παρ΄ μαζίτ του μπέλ.

Ξεκίνησε ο Γιάννης να πάει να σκάψει το αμπέλι, έβαλε στον τρουβά του ψωμί, στο παγούρι νερό, στο κλειδοπίνακο τυρί.

Όταν έφτασε στο αμπέλι, τότε θυμήθηκε ότι ξέχασε να πάρει μαζί του το πατόφκυαρο. 

-Τράνιψα λέει, ίγκα γκουτζιαμάν παλλκάρ, τι θαρείτι ισείς.

-Ιάντσιος χαλέβ να παντριφτεί, του βράδ άμά φουβάτι όξου να βγεί, στουν κάμπου μουναχός, κόμα κι να κατουρής.

Μεγάλωσα λέει, έγινα μέχρι εκεί πάνω παλληκάρι, τι νομίζετε εσείς;

Γιάννης θέλει να παντρευτεί, το βράδυ όμως φοβάται να βγει έξω στην αυλή μοναχός, ακόμη και να κατουρήσει.

Άϊντι Ιάντσιου πουρδαουά,

που χαλεύς κι παντριά,

κάτσι σ΄νκάμαρα στου σπίτ,

να φιλάγς κι τ΄ν κουπριά.

Άιντε Γιάννη πορδαλά

Που θέλεις και παντρειά,

Κάτσε στο δωμάτιο, στο σπίτι,

να φυλάγεις και την κοπριά.

 Αλεξανδρούπολη, Μάρτιος 2021

Λεξιλόγιο

Βυντρίτσα= Κουβάς για άρμεγμα

Κλειδοπίνακο (Κλειδοπινάκιο στην καθαρεύουσα)= Ξύλινο μικρό δοχείο που σφράγιζε αεροστεγώς)

Κουσκουλάντσι= Κουνήσου από τη θέση σου, ενεργοποίηση.

Κόφα= Κουβάς

Μανίκ= Στειλιάρι στα γεωργικά εργαλεία

Μαρκιούντι= Μηρυκάζουν, αναμασούν την τροφή τους

Μάταρα=  Παγούρι

Μπέλ= Φτυάρι μυτερό, κάθετο, ειδικό για βαθύ σκάψιμο

Όξου στον κάμπου= Αυλόγυρος

Πάι κείθι= Πετάχτηκε, χύθηκε

Τσάκσα= έσπασα 

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.