«Η μνημη πρωτοστατει, σε ολες της τις εκδοχες στο μυθιστορημα, μνημη για τη χαμενη πατριδα, η μνημη σωμα που θνησκει και ανασταινεται»

«Αλεπού, αλεπού τι ώρα είναι;». Με την ερώτηση αυτή ως τίτλο εκκινεί το μυθιστόρημα της Βίκυς Τσελεπίδου, επιζητώντας να καταστήσει σαφή τη φράση εκείνη που ως ψίθυρος βγαίνει από τα χείλη των πολλών, «είναι η ώρα της αλήθειας».

Η «Αλεπού», το δεύτερο συγγραφικό εγχείρημα της Τσελεπίδου, με τη συλλογή διηγημάτων «Ελενίτ» από τις εκδόσεις Νεφέλη το 2014 να προηγείται, κομίζει μια διαφορετική συγγραφική εμπειρία αναφορικά με αυτό που ονομάζουμε κληρονομιά της Μικράς Ασίας, τον κατεξοχήν Τόπο μνήμης για τους Έλληνες. Με φόντο την μικρασιατική καταστροφή και την επώδυνη ανταλλαγή πληθυσμών ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία, η «Αλεπού» διαπλέκει τον μύθο με την ιστορία και την πραγματικότητα, δικαιολογώντας επάξια το είδος του λογοτεχνικού πεζού λόγου που υπηρετεί, το μυθιστόρημα.

Η σύγκριση στο σημείο αυτό ωστόσο είναι αναπόφευκτη. Η συλλογή «Ελενίτ», το πρωτόλειο αυτό κείμενο της Τσελεπίδου, ανήκει στη λεγόμενη αστραπιαία μυθοπλασία που διαβάζεται απνευστί, καθιστώντας τη σχέση μας με το χρόνο στιγμιαία και εφήμερη. Η θεματική κλωστή που ενώνει τα είκοσι πέντε διηγήματα, όπως αυτά διαγράφονται μέσα σε μόλις 100 σελίδες, με πρωταγωνίστριες κυρίως γυναίκες, είναι η οικογένεια και οι σχέσεις των μελών της. Με την τεχνική της αφαίρεσης στον αφηγηματικό ιστό, η συγγραφέας διαπλάθει χαρακτήρες και συνθέτει μια πλοκή που μοιραία φωτίζει τις πιο σκοτεινές μας πλευρές με προεξέχουσα εκείνη της βίας, το αίσθημα της ανθρωποφαγίας και της κακοποίησης στην ολότητά της.

Η «Αλεπού» έρχεται μάλλον ως συμπλήρωμα, ως μια εκ νέου ερώτηση πάνω στα πανανθρώπινα που η συγγραφέας στοχάζεται. Σχετικά με το κείμενο αυτό καθαυτό, το βιβλίο ξεκινά ως μια συμπαγής αφήγηση, η οποία σταδιακά ανοίγει, παγώνει, και μέσα της παρεισφρέουν κομμάτια από την Wikipedia, άρθρα από εφημερίδες, περιοδικά όπως το «Ρομάντζο», λήμματα λεξικών, χωρία από αρχαίες τραγωδίες, επιστολές, ακόμα και κείμενα από τις συνθήκες της ανταλλαγής του πληθυσμού. Όλα αυτά τα διαλογικά μέρη καθιστούν την αφήγηση πρωτότυπη, συνθέτοντας ένα παζλ κειμενικών μερών, τόσο ανόμοιων μεταξύ τους, όσο και σχετικών. Ο μύθος κινείται σε δύο επίπεδα. Στο πρώτο ο αναγνώστης έρχεται αντιμέτωπος με την ιστορία της Αναστασίας (η επιλογή του ονόματος καθόλου τυχαία θαρρώ) και του Λουκά, ενός ανδρόγυνου που βρέθηκε στην Ελλάδα το 1924 ύστερα από την ανταλλαγή. Στο δεύτερο επίπεδο ξετυλίγεται η ιστορία της εγγονής τους, παντρεμένη με έναν άντρα που την κακοποιεί τόσο συναισθηματικά όσο και σωματικά. Το βιβλίο λοιπόν διαγράφει την ιστορία μιας οικογένειας για σχεδόν έναν αιώνα, προβάλλοντας μέσα από αντικατοπτρισμούς τη σχέση μιας γιαγιάς ξεριζωμένης από την πατρική της γη με την εγγονή της. Το κείμενο ως ενιαίο σώμα χωρίζεται σε ενότητες με την αφήγηση να μην ακολουθεί γραμμική πορεία.

Οι ήρωες, η συγγραφέας, εμείς οι αναγνώστες, πληρώνουμε ακριβά τη νοσταλγία για το όλο και το ένα. Και στο σημείο αυτό είναι που η συγγραφέας επιστρατεύει ψυχαναλυτικές έννοιες και θεωρίες όπως: η απώθηση, το τραύμα και το βίωμα, ακόμα και την ψύχωση, για να μπορέσει εκτός από μυθοπλασία να κάνει και ερμηνεία. Η μνήμη πρωτοστατεί, σε όλες της τις εκδοχές, μνήμη για τη χαμένη πατρίδα, η μνήμη σώμα που θνήσκει και ανασταίνεται.
 
Μνήμη ζωντανή και πάντα επίκαιρη. Μια κρίσιμη και οριακή κατάσταση που μπορεί να ιδωθεί με όρους τραύματος, και όπως κάθε τραύμα, ανακαλεί συσχετισμούς με άλλα τραύματα και επομένως με άλλες βιωματικές καταστάσεις. Και η πρώτη ερώτηση γεννάται: θα μπορούσε το βιβλίο της Βίκυς Τσελεπίδου να θεωρηθεί ένα ιστορικό μυθιστόρημα; Την απάντηση θα δώσει ο Δημήτρης Τζιόβας μέσα από τη μονογραφία του «Η πολιτισμική ποιητική της πεζογραφίας, από την ερμηνεία στην ηθική», όπως αυτή δημοσιεύτηκε τον Ιούλιο του 2017 από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης. Ο Τζιόβας αναρωτήθηκε αν η (κοινή) ταυτότητα συνεπάγεται κοινές εμπειρίες, και, συνεκδοχικά κοινά κίνητρα για τους Νεοέλληνες, καταλήγοντας στο ότι «η πολιτισμική ιστορία του ελληνικού κράτους μπορεί να συνοψιστεί ως πορεία από την ομογενοποίηση προς τη διαφορετικότητα, καθώς προβάλλεται η διαφορετικότητα και η ετερότητα, με τους συγγραφείς να μην γράφουν πια για ένα εθνικό κοινό, αλλά για κοινότητες αναγνωστών, με τη λέξη κοινό να αποκτά πλέον πληθυντικό». Οι άνθρωποι σκέφτονται ιστορικά, γράφουν ιστορικά, με το λογοτεχνικό κείμενο να αποτελεί σημείο συνάντησης διαφορετικών λόγων λειτουργώντας ως ένα διαδραστικό πλέγμα που συστεγάζει, συναιρεί και συνθέτει κοινωνικές, ιστορικές, πολιτικές και τεχνοτροπικές αναζητήσεις.

Σε μια παρόμοια γραμμή, πολιτισμικής τοποθέτησης, ο Ιβάν Ζαμπλονκά, καθηγητής της Σύγχρονης Ιστορίας στο Πανεπιστήμιου του Παρισιού, μέσα από το βιβλίο του «Η ιστορία είναι μια σύγχρονη λογοτεχνία», που κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Πόλις ένα μήνα πριν  ─τον Οκτώβριο του 2017, υποστηρίζει ότι η ιστορία, όπως και οι κοινωνικές επιστήμες  γενικότερα, είναι συμβατές με τη λογοτεχνική δημιουργία. Η «παράνομη» σχέση Ιστοριογραφικής έρευνας και λογοτεχνίας νομιμοποιείται στην «Αλεπού». Εντύπωση μου έκαναν τα παραθέματα, το υστερόγραφο ακόμα και η βιβλιογραφία στο τέλος του έργου.

Ωστόσο, εγώ δε θα μιλήσω για αυτά. Χωρίς αμφιβολία, οι μελλοντικοί μελετητές και αναγνώστες της «Αλεπούς» θα δώσουν απάντηση στο τι είναι το μυθιστόρημα αυτό. Είναι ένα μεταμοντέρνο κείμενο; Τι είναι μεταμοντέρνο; Είναι ένα ιστορικό μυθιστόρημα; Τι είναι ιστορία και ποια η σχέση της με τη λογοτεχνική γραφή; Είναι ένα μεταιχμιακό κείμενο, και αν ναι σε τι, στην αφήγηση, στη δομή, στη γλώσσα του, στη θεματική, στην ερμηνεία, στην ιστορική του τοποθέτηση-παρόντος-παρελθόντος;

Το δικό μου ενδιαφέρον λοιπόν κεντρίζουν τα εμβόλιμα χωρία όπως αυτά εντοπίζονται μέσα στο ευρύτερο σώμα του κειμένου. Πιο συγκεκριμένα στα αποσπάσματα εκείνα από το περιοδικό «Ρομάντζο». Οι περισσότεροι γνωρίζουν ότι το περιοδικό αυτό υπήρξε ένα από τα σημαντικότερα  φαινόμενα του ελληνικού  Τύπου που σφράγισε την προτηλεοπτική Ελλάδα. Το «Ρομάντζο» υπήρξε μια ελληνική εκδοχή του ποπ με την εκδοτική του φιλοσοφία να χαρακτηρίζεται συνεκτική και καθαρή.  Η Βίκυ Τσελεπίδου επιλέγει σε μεγάλο μέρος της αφήγησης αποσπάσματα από το τεύχος 357, σελίδα πέντε του περιοδικού, που κυκλοφόρησε στις 3 Ιανουαρίου του 1950.

Προς διευκόλυνση μας συνέθεσα τρία μέρη σε ένα και σας παραθέτω τα εξής:
«Πράγματι, μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι σήμερα πολλά στοιχεία στον ερώτα έχουν αλλάξει εντελώς, ότι όλοι σήμερα πιστεύουμε σε έναν διαφορετικόν έρωτα από αυτόν που πίστευαν οι γονείς μας. και αυτό θα πρέπει να το ξέρη κάθε γυναίκα και κάθε άνδρας για να μην τρέφουν χίμαιρες… πράγματι, το πρώτο και το σπουδαιότερο που έχει να παρατηρήση κανείς στον σημερινόν έρωτα είναι ότι δεν έχει πια την χιμαιρικότητα που είχε άλλοτε. Στα παληά χρόνια ο έρωτας και η χίμαιρα ήταν συνήθως συνώνυμα πράγματα. Μια δεύτερη αλλαγή που επήλθε στα χρόνια μας είναι ότι το ρομαντικό στοιχείο στον έρωτα ή έπαψε εντελώς να υπάρχη ή περιωρίσθη σημαντικά. Σήμερα κανένας νέος δεν βλέπει μια νέα έξω από την ανθρώπινη υπόστασί της. Οι ρομαντικοί ήρωες και ηρωίδες δεν υπάρχουν παρά στα μυθιστορήματα και στις κινηματογραφικές ταινίες. Το σημερινό, εξάλλου, κορίτσι βλέπει τον νέο όπως είναι και όχι όπως τον πλάθει η φαντασία της. Αυτό όμως σημαίνει ότι οι σημερινοί έρωτες έχασαν το βάθος και την δύναμι που είχαν οι έρωτες στο παρελθόν; Μήπως σημαίνει ότι οι σημερινοί έρωτες είναι ανήθικοι, ενώ οι παλαιότεροι ηθικοί;»

Η λέξη ηθική ηχεί βαριά σε πολλά μέρη του έργου, ακόμα και μέσα από τις σιωπές. Βασανίζει τους ήρωες και τον αναγνώστη που αναγνωρίζει ότι ο έρωτας είναι ένα παιχνίδι εξουσίας. Μια άνιση μάχη με θύτη και θύμα, που έρχεται σε άμεση αντιπαραβολή με τον ίδιον τον πόλεμο, ακόμη και τον θάνατο. Πόσο κανονιστική είναι η αγάπη και ο έρωτας στην «Αλεπού», είναι το δικό μου ερώτημα.

Σελ 124 του βιβλίου: … κανόνας τελευταίος, οτιδήποτε πέρα από αυτά συνιστά παράβαση της αγάπης μας, η ποινή μας πληρώνεται με σεξ, τα αμαρτήματα του έρωτα ξεπλένονται με έρωτα, κι όμως επιζήσαμε.

*Ο Χάρης Οταμπάσης είναι υποψήφιος διδάκτορας του Τμήματος Ελληνικής Φιλολογίας του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης
 
Διαβάστε ολόκληρο το ένθετο από τη βιβλιοπαρουσίαση εδώ

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.