Η ελεγεια της νυχτεριδας

Πάσχα του λόγου

ΙΙ.

μετ δ τατα στρεψεν άριστερά τόν πόδα∙

δι’ τραπόν τις ντός κοιλάδος καταβαίνει

ως πάνω ηδ πεμπούσης δυσωδίας

(Θεία Κωμωδία, Άσμα Χ, 45)

λιώνει η σάρκα απ’ τον πυρετό.

κι ο ποιητής ωχρός

με βλέμμα βυθισμένο στην αγωνία των σπασμών

γράφει στίχους για την ομίχλη και το σκοτάδι.

άστρο της αυγής που βλέπεις πρώτο το φως

και μαντεύεις το μέλλον των ψυχών

προσευχήσου στον φύλακα του Αχέροντα

τους φίλους ν’ αφήσει

τον πόνο να ξεχάσουν

που σταλάζει στις φλέβες.

σάρκες γυμνωμένες τυλίγουν

μάτια γεμάτα σκιές

που αυλακωμένες σπαράζουν στην τάφρο της ελπίδας.

φλόγες σκορπούν τα μάρμαρα

καθαίροντας την πίκρα του σιδήρου

που λιώνει όπως η τελευταία παπαρούνα το θέρος

από τα σαγόνια της κλίνης

απλώνονται οι προσευχές προς το φως

να στερέψει ο ποταμός των νεκρών.

θίασος στην όχθη γυμνός περιφέρεται

σαν ακολουθία θανάτου.

στη μονοτονία του αναπνευστήρα

κραυγές γεμάτες φρίκη

γδύνουν διαδρόμους

που λύγισαν από το βάρος των θρήνων.

κι η Εκάτη με μάτια γεμάτα φωτιές

σπέρνει ψυχές φθινοπωρινές στον χείμαρρο

που ταξιδεύει προς τα δόντια της λύκαινας

για ν’ αναπαυτούν

σαν το κύμα που φυλάει το ιδρωμένο μέτωπο

IV.

άνθρωπε, πόσο αδαής είσαι

μέσα στην επηρμένη σοφία σου

(Φρανκενστάιν, ΧΧΙΙΙ)

όταν τα ρολόγια δείχνουν

τους ανέμους που θα ’ρθουν

και τα σκουριασμένα λοφία

της θάλασσας αφρίζουν,

άρρωστες φωνές αναδύονται

από τα ναυαγισμένα κυκλάμινα

με κρότο και φωτιά.

στο μνημείο των αγνώστων θυμάτων

ο άνεμος παρασέρνει τα στεφάνια.

δαιμόνια άσπλαχνα

σπέρνουν χολή και σκοτεινό καπνό.

παραμονεύουν σε κάθε ανακοίνωση θανάτου.

δεν ξεθυμαίνει η καρδιά στο σπίτι του αρρώστου. δεν ανατέλλει νέα μέρα. σταμάτησε ο χρόνος. ούτε ο ουρανός μοιρολογά. μόνο ορφανά θρηνολογούν και χήρες κι ένας ζεϊμπέκικος αργός, χαϊδεύει το φως των κεριών

χάρτινα πρόσωπα και αριθμοί

διώχνουν δικούς δίχως συνοδεία.

καίγονται στο μνήμα

μοναχικά κεριά χωρίς θυμίαμα

σαν τις ελπίδες.

και τις νύχτες γονατισμένες οπτασίες

περιοδεύουν στα σπίτια

εκλιπαρώντας για λίγο οξυγόνο

αυτό που χάσαμε τελικά είναι η ανθρωπιά. Την ώρα που ψάχναμε τον εχθρό, ο κυνισμός νικούσε.

κι η γυναίκα που θάβει τον άντρα

ακόμα φορά τη βέρα που πληγώνει.

το δαχτυλίδι που σφίγγει το δάχτυλο

είναι σαν το χέρι στον περίπατο.

εκείνη είναι ακόμα παντρεμένη

μέχρι να σωθεί το οξυγόνο.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Ο Δήμος Χλωπτσιούδης ζει στη Θεσσαλονίκη. Είναι φιλόλογος, MA Δημιουργικής Γραφής και ποιητής. Γράφει δοκίμια και κριτικές ποίησης (culturebook.gr, Μανδραγόρας, ‘Ενεκεν, ο Σίσυφος, tvxs.gr, τοβιβλίο.net κ.α). Έχει συμμετάσχει σε λογοτεχνικές δράσεις και φεστιβάλ. Έχουν εκδοθεί 4 ποιητικές συλλογές. Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, τα γερμανικά και τα ισπανικά. Έργα του έχουν συμπεριληφθεί σε διάφορες ανθολογίες.

Διδάσκει Δημιουργική Γραφή σε μαθητές κι ενήλικες. Αποτέλεσε βασικό μέλος της δράσης «ελάτε με ένα ποίημα» για τον εορτασμό της Παγκόσμιας Ημέρας Ποίησης στη Δυτική Θεσσαλονίκη και εμπνευστής των δράσεων «ποιητικό αναλόγιο». Ωστόσο, προάγει όλων των άλλων συμμετοχών του, τη διδακτική του παρουσία (Δημιουργική Γραφή) στο Σχολείο Δεύτερης Ευκαιρίας των φυλακών Διαβατών.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.