Εκθεση του ΥΠΕΞ στην Καβαλα για τον αγνωστο διπλωματικο αγωνα της ανεξαρτησιας

Μέσα από την έκθεση γίνεται κατανοητό στον επισκέπτη πως η σύναψη διπλωματικών σχέσεων με τα άλλα κράτη, ήταν απαραίτητες προϋποθέσεις για να καταστεί η Ελλάδα ανεξάρτητη

Η πορεία της ανεξαρτησίας της Ελλάδας σε διπλωματικό επίπεδο μετά τις νίκες στο στρατιωτικό πεδίο, παρουσιάζονται στη μοναδική έκθεση αρχειακών κειμένων και ιστορικών τεκμηρίων της υπηρεσίας του Διπλωματικού και Ιστορικού Αρχείου του υπουργείου Εξωτερικών που εγκαινιάστηκε το Σαββατοκύριακο στην Καβάλα.

Μέσα από την έκθεση, που αναπτύσσεται πάνω σε 43 υψηλής ανάλυσης μπάνερς, γίνεται κατανοητό στον επισκέπτη πως η αναγνώριση της Ελλάδας από τα υπόλοιπα κράτη και η σύναψη διπλωματικών σχέσεων με αυτά, ήταν απαραίτητες προϋποθέσεις για να καταστεί η πατρίδα μας πραγματικά ανεξάρτητη χώρα. Ταυτόχρονα, παρουσιάζονται οι λεπτές ισορροπίες που έπρεπε να τηρηθούν και οι αμφιβολίες που υπήρχαν για το κατά πόσο ήταν εφικτό μεγάλες δυνάμεις της εποχής να συνάψουν διπλωματικές σχέσεις με μια μικρή χώρα που αγωνίζονταν να κερδίσει την ανεξαρτησία της. Επίσης, ο επισκέπτης μπορεί να δει για πρώτη φόρα από κοντά ανεκτίμητης ιστορικής αξίας έγγραφα, διατάγματα και επιστολές που έχουν διασωθεί και φέρουν τις υπογραφές του Ιωάννη Καποδίστρια, του βασιλιά Όθωνα, του Σπυρίδωνα Τρικούπη και πολλών ακόμα μεγάλων προσωπικοτήτων της εποχής.

Ο δήμος Καβάλας, στο πλαίσιο της επετείου των 200 ετών από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης, φιλοξενεί για δέκα ημέρες στο νεοκλασικό κτίριο της Μεγάλης Λέσχης την έκθεση της υπηρεσίας του Διπλωματικού και Ιστορικού Αρχείου του ΥΠΕΞ, που εγκαινιάστηκε από το δήμαρχο της πόλης Θόδωρο Μουριάδη, παρουσία του προϊσταμένου της υπηρεσίας, εμπειρογνώμονα πρεσβευτή- σύμβουλου β’ Γιώργου Πολυδωράκη.

Ο διπλωματικός αγώνας της ανεξαρτησίας

Ο κ. Πολυδωράκης σημείωσε ότι στην έκθεση παρουσιάζονται «ορισμένα από τα βασικότερα έγγραφα της ιστορίας της αναγνώρισης και της σύναψης διπλωματικών και προξενικών σχέσεων της περιόδου του αγώνα και των πρώτων ετών του νέου ανεξάρτητου ελληνικού κράτους. Ο ερευνητής ή ο απλός πολίτης που ενδιαφέρεται να μελετήσει το θέμα πιο ενδελεχώς μπορεί εύκολα να έχει πρόσβαση στο σύνολο του αρχειακού υλικού που φυλάσσει η υπηρεσία μας για τη συγκεκριμένη περίοδο, μέσω της ψηφιακής πλατφόρμας της ΥΔΙΑ, η οποία περιέχει ψηφιοποιημένο το σύνολο του αρχείου της κεντρικής υπηρεσίας του ΥΠΕΞ έως το 1924. Η ίδια η έκθεση είναι αναρτημένη στην ειδική ιστοσελίδα που έχει δημιουργήσει το υπουργείο στη διεύθυνση 200years.mfa.gr».

Στην εκδήλωση, ο δήμαρχος ευχαρίστησε τους συντελεστές της έκθεσης και τα στελέχη της υπηρεσίας του Διπλωματικού και Ιστορικού Αρχείου του ΥΠΕΞ, που έκαναν την τιμή στην Καβάλα να φιλοξενήσει μοναδικά έγγραφα, με τα οποία, όπως είπε, «πιστοποιείται η κρατική υπόσταση της Ελλάδας, μετά τον νικηφόρο επαναστατικό αγώνα για την Ελευθερία το 1821. Η έκθεση μας δίνει την ευκαιρία να κατανοήσουμε έναν άλλον αγώνα, αυτόν που έγινε σε διπλωματικό επίπεδο. Είναι κομμάτια μνήμης, στα οποία στηρίχτηκε το ελληνικό έθνος για να συνεχίσει τα βήματά του στη χάραξη της Ιστορίας του».

Η επιστολή του πρώτου υπουργού Εξωτερικών

Στην ομιλία του, ο κ. Πολυδωράκης έκανε μια πολύ ενδιαφέρουσα παρουσίαση της έκθεσης που αποτελείται από πέντε ενότητες: δυο εισαγωγικές και τρεις κύριες.

Στην πρώτη ενότητα, παρουσιάζονται αντίγραφα των βασικών διεθνών συνθηκών και πρωτοκόλλων,με την υπογραφή των οποίων επιτεύχθηκε η ανεξαρτησία της Ελλάδας, ξεκινώντας από τη Συνθήκη του Λονδίνου του 1827 έως τον Διακανονισμό της Κωνσταντινούπολης του Ιουλίου του 1832. Η υπηρεσία δεν διαφυλάττει τα πρωτότυπα των συγκεκριμένων Συνθηκών, όμως όλα τα αντίγραφα που παρουσιάζονται στην έκθεση είναι της ίδιας εποχής με τα πρωτότυπα και προέρχονται από το Διπλωματικό και Ιστορικό Αρχείο του ΥΠΕΞ.

Στη δεύτερη ενότητα περιλαμβάνονται ορισμένα βασικά έγγραφα που παρουσιάζουν στοιχεία από την ιστορία της ίδρυσης και λειτουργίας του Υπουργείου Εξωτερικών κατά τη διάρκεια της Επανάστασης και κατά τα πρώτα χρόνια της ανεξάρτητης Ελλάδας. Στη συγκεκριμένη ενότητα παρουσιάζεται μεταξύ άλλων και το πρώτο, ίσως, έγγραφο που έχει διασωθεί με κεφαλίδα «Ministère des Affaires Etrangères» (Υπουργείο Εξωτερικών), με ημερομηνία 4 Μαΐου 1822. Με το έγγραφο αυτό, ο πρώτος υπουργός Εξωτερικών Θεόδωρος Νέγρης καλούσε τους προξενικούς και διπλωματικούς αντιπροσώπους ξένων Κυβερνήσεων που βρίσκονταν στα απελευθερωμένα ελληνικά εδάφη να διαπιστευθούν στην ελληνική προσωρινή κυβέρνηση.

Η τρίτη ενότητα περιλαμβάνει τις δύο πρώτες αναγνωρίσεις της Ελληνικής Επανάστασης, το 1822 και 1823. Πρόκειται για τη γνωστή αναγνώριση της Επανάστασης από τον πρόεδρο της Αϊτής Jean-Pierre Boyer στις 15 Ιανουαρίου 1822, όπως αυτή δημοσιεύθηκε, σε μετάφραση, στον τέταρτο τόμο του βιβλίου του Ιωάννη Φιλήμονος «Δοκίμιον Ιστορικόν περί της Ελληνικής Επαναστάσεως» το 1861. Η δεύτερη αναγνώριση που παρουσιάζεται στην έκθεση είναι εκείνη του Τάγματος των Ιπποτών του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ, η οποία ανακοινώθηκε τον Αύγουστο του 1823.

Η τέταρτη ενότητα περιλαμβάνει τις αναγνωρίσεις του νέου ελληνικού κράτους από τα υπόλοιπα ανεξάρτητα κράτη της εποχής προς το τέλος της Επανάστασης και κυρίως αμέσως μετά την Ανεξαρτησία, και η σύναψη μαζί τους προξενικών και διπλωματικών σχέσεων.

Η αναγνώριση του Όθωνα ως πρώτου βασιλιά

Η πέμπτη και τελευταία ενότητα αναφέρεται στις προξενικές κυρίως σχέσεις που αναπτύχθηκαν ανάμεσα στο νέο ελληνικό κράτος και μη ανεξάρτητα κράτη και περιοχές, που είτε ήταν υπό την πλήρη κυριαρχία αυτοκρατοριών της εποχής, είτε είχαν ένα καθεστώς αυτονομίας. Από τα οκτώ μη ανεξάρτητα κράτη και περιοχές που περιλαμβάνονται στην έκθεση, αξίζει να αναφερθεί το Ηνωμένο Κράτος των Ιονίων Νήσων, με το οποίο οι επαφές της ελληνικής Κυβέρνησης είχαν ήδη αρχίσει, κατά την περίοδο της Επανάστασης, ενώ στην Κέρκυρα ιδρύθηκε προξενείο, τον Μάιο του 1833, αλλά και την Ηγεμονία της Σάμου, όπου διορίστηκε υποπρόξενος το 1834. Στην ενότητα αυτή περιλαμβάνεται η Κύπρος, στην οποία η ίδρυση προξενικής αρχής ολοκληρώθηκε το 1846.

 «Στις περισσότερες περιπτώσεις», σημείωσε ο προϊστάμενος της υπηρεσίας του Διπλωματικού και Ιστορικού Αρχείου του ΥΠΕΞ, «η αναγνώριση της ανεξαρτησίας συνέπιπτε με τον διορισμό προξενικών, κατά κύριο λόγο, ή διπλωματικών αντιπροσώπων. Αμέσως μετά την ανεξαρτησία, και πριν από την έλευση του Όθωνα στην Ελλάδα στις αρχές του 1833, εκτός από τις Μεγάλες Δυνάμεις, την ανεξαρτησία της χώρας αναγνώρισαν μόνο η Αυστρία, το Βασίλειο της Σουηδίας και της Νορβηγίας και βέβαια η Βαυαρία (λόγω της επιλογής του Όθωνα). Οι υπόλοιπες Δυνάμεις της εποχής περίμεναν την άφιξη του νέου βασιλιά στη χώρα, ταυτίζοντας σε μεγάλο βαθμό την αναγνώριση της ανεξαρτησίας με την αναγνώριση του νέου μονάρχη».

Η έκθεση, που ετέθη υπό της αιγίδα της Επιτροπής «Ελλάδα 2021», παρουσιάστηκε για πρώτη φόρα στην Αθηνά κι έκτοτε ταξίδεψε σε έξι πόλεις του εξωτερικού (Πέρθη, Μελβούρνη, Σαγκάη, Αλγέρι, Βουκουρέστι, Λευκωσία). Ο κ. Πολυδωράκης ευχαρίστησε την ηγεσία του ΥΠΕΞ και τον υπουργό Νίκο Δένδια για τη συνεχή υποστήριξη στην ολοκλήρωση του έργου.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.