Δυο βιβλια που θα σας εμπνευσουν τη Νεα Χρονια

W. Faulkner, «Ο αχός και το πάθος», Αχιλλέας Κυριακίδης μτφρ., εκδ. Gutenberg, Αθήνα 2024, σ. 416

P. Auster, «Μπαουμγκάρτνερ», Ιωάννα Ηλιάδη μτφρ., εκδ. Μεταίχμιο, Αθήνα 2024, σ. 256

«Ο αχός και το πάθος» | Γιατί να το διαβάσετε;

Γιατί κυκλοφορεί σε μια ολόφρεσκη μετάφραση του Αχιλλέα Κυριακίδη, που από μόνη της αποτελεί εχέγγυο μιας πολύ πετυχημένης απόδοσης αυτού του δύσκολου στην ανάγνωση έργου. Γιατί  είναι το καλύτερο μυθιστόρημα που έγραψε ο βαθυστόχαστος Αμερικανός νομπελίστας και σημαντικότατος χρονικογράφος του Νότου των ΗΠΑ (Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας, 1949). Γιατί θα παραμένει πάντα το έργο που θα απηχεί περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο τη μεγαλειώδη παράδοση αυτού του πολύπαθου αμερικανικού Νότου. Γιατί ανήκει σε μια νέα συγγραφική παράδοση (από το 1900-1945), η οποία χαρακτήρισε τον κόσμο της λογοτεχνίας, αφού σηματοδότησε τον 20ό αιώνα με το πέρασμα από τον σκληρό ρεαλισμό σε διακριτά μοντέρνες φόρμες και είδη.

«Ο αχός και το πάθος» είναι ένα φιλόδοξο και αινιγματικό μυθιστόρημα, που περιστρέφεται γύρω από την παρακμή της οικογένειας Κόμπσον. Κάθε ένα από τα τρία πρώτα και σχετικά μεγάλα κεφάλαια τού σχεδόν αιωνόβιου μυθιστορήματος αποδίδεται αφηγηματικά από ένα διαφορετικό μέλος της οικογένειας. Η πρώτη ενότητα  είναι μια κατακερματισμένη αφήγηση από τον Μπέντζι, ένα από τα αδέλφια με νοητική στέρηση. Τη δεύτερη ενότητα αφηγείται ο Κουέντιν, ο μεγαλύτερος αδελφός του, και την τρίτη ο σκληρός μικρός αδελφός τού Μπέντζι, ο Τζέισον. Όσο για την τέταρτη και τελευταία ενότητα την αφηγείται η ηλικιωμένη, μαύρη υπηρέτρια της οικογένειας, η Ντίλζυ. Το επίκεντρο του μυθιστορήματος είναι η αδελφή των παραπάνω νεαρών, η Κάντυ. Το ουσιώδες ενδιαφέρον, όμως, είναι ότι καθένας από τους τρεις αδελφούς έχει διαφορετική άποψη για την Κάντυ. Μόνο το τελευταίο τμήμα του μυθιστορήματος παρέχει στον αναγνώστη μια λιγότερο προκατειλημμένη άποψη για τη ζωή της Κάντυ και την παρακμή της οικογένειας Κόμπσον, και με την ανάγνωσή του ολοκληρώνεται και η ιστορία της οικογένειας.

Τα πρώτα τρία κεφάλαια του βιβλίου περιγράφονται με μια τεχνική στην οποία ο συγγραφέας αποσυναρμολογεί τις σκέψεις των χαρακτήρων, δίνοντας σχετικά λίγη  προσοχή στη χρονολόγηση των γεγονότων ή στη συνέχεια της αφήγησης της ιστορίας του. Η ροή συνείδησης, όμως, και οι απότομες χρονικές εναλλαγές βοηθούν τον Faulkner να δημιουργήσει ένα σύνθετο παζλ φαντασίας και ιδεών με απαράμιλλη κατανόηση για θέματα, όπως ο ρατσισμός, το πένθος, οι οικογενειακές δυσλειτουργίες και η παρακμή των αξιών του Νότου.

Μην το διαβάσετε εκβιαστικά, γιατί το οφείλετε σε ένα μυθιστόρημα παγκοσμίως  αναγνωρισμένο. Ούτε να το πάρετε κι από φόβο. «Ο αχός και το πάθος» είναι ένα βιβλίο που θέλει τον χρόνο του και την προετοιμασία του. Διαβάστε για τον Faulkner, για τα άλλα του έργα, ίσως χρειαστεί να διαβάσετε κι ένα μικρό δείγμα από αυτά για να συνηθίσετε τη γραφή του, και μελετήστε το παράρτημα που έγραψε ο ίδιος ο Faulkner χρόνια μετά για το βιβλίο του (θα το βρείτε στις σ. 353-375 στην παρούσα έκδοση), καθώς και το επίμετρο, το χρονολόγιο και σημείωμα του μεταφραστή (σ. 379-408). Έτσι, ούτε τα πολυεπίπεδα και πολυσήμαντα νοήματά του θα χαθούν, αλλά και θα έχετε τη χαρά να γνωρίσετε ένα από τα σημαντικότερα έργα της αμερικανικής και παγκόσμιας λογοτεχνίας, αν του δώσετε τον χρόνο και την αναγνωστική διάθεση που του πρέπει.

«Μπαουμγκάρτνερ» | Γιατί να το διαβάσετε;

Γιατί είναι το κύκνειο άσμα του μεγάλου Αμερικανού συγγραφέα. Γιατί διαβάζεις το τελευταίο βιβλίο τού τεράστιου αυτού λογοτέχνη, γνωρίζοντας ότι πιθανόν γράφτηκε κάτω από την πίεση του δικού του επικείμενου θανάτου. Κι όμως, είναι ένα πόνημα που με τη διεισδυτική ματιά του Auster εντοπίζει την ομορφιά στις πιο εφήμερες και μικρές στιγμές της καθημερινότητας. Και μοιάζει περισσότερο ένα έργο βαθιάς περίσκεψης, που απαθανατίζει με οξυδέρκεια και συμπόνια ολόκληρες ζωές χωρίς να καταφεύγει στον εύκολο τρόπο του μελοδράματος, χωρίς την έκφραση του ακραίου θρήνου και των κραυγαλέων συναισθημάτων του ήρωα, κάτι που ίσως θα επέτρεπε το θέμα του.

Ο ήρωας, ο Σάι Μπαουμγκάρντερ, είναι καθηγητής πανεπιστημίου και τα τελευταία δέκα χρόνια έχει μείνει μόνος μετά τον θάνατο της πολυαγαπημένης γυναίκας του, της Άννας, από πνιγμό στη θάλασσα. Η σχέση τους υπήρξε ιδανικά υποδειγματική και η Άννα περιγράφεται από τον καθηγητή ως μια γυναίκα έξυπνη, ανεξάρτητη, που έγραφε ποιήματα –τα οποία δεν εξέδωσε ποτέ–, κριτικές και έκανε μεταφράσεις. Ο καθηγητής παλεύει να συνεχίσει να ζει δίχως εκείνη και καλύπτει τη μοναξιά του με περιστασιακές σχέσεις, με τις υποχρεώσεις του στο πανεπιστήμιο και με τη συγγραφή ενός βιβλίου. Η ζωή του βρίσκεται σε μία συνεχή διαδικασία συγκρούσεων. Μια ζωή, όμως, εντέλει επίπεδη, που αποφεύγει να αντιμετωπίσει το γεγονός πως τα γηρατειά και ο θάνατος προελαύνουν.

Ένα μικροατύχημα θα τον κάνει να σκεφτεί ότι πρέπει με κάποιον τρόπο να αντιδράσει και αυτό τον οδηγεί σε μια επανεξέταση της ζωής του. Έτσι, το μυθιστόρημα ξετυλίγεται μέσα από τις μνήμες του και τις ιστορίες που αναδύονται μέσω αυτών. Μας πηγαίνει στο μακρινό 1968, τη χρονιά που γνωρίστηκαν ο Σάι και η Άννα, άφραγκοι φοιτητές στη Νέα Υόρκη, τότε που ξεκίνησε η παθιασμένη τους σχέση και κράτησε σαράντα χρόνια, αλλά και στα νεανικά χρόνια του ίδιου του καθηγητή Μπαουμγκάρντερ στο Νιούαρκ και στον πατέρα του, που ήταν πολωνικής καταγωγής έμπορος κι αποτυχημένος επαναστάτης. Όλη αυτή η αναδρομή του πρωταγωνιστή – καθηγητή αποσκοπεί στην προσπάθειά του να νικήσει τη λήθη του θανάτου. Και ίσως, το πιο βασικό ερώτημα που θέτει είναι το εξής: Γιατί κάποια πράγματα τα θυμόμαστε για πάντα κι άλλα τα ξεχνάμε; Και μας υπενθυμίζει ότι αυτοί που έζησαν στο παρελθόν υπάρχουν μέσα μας για πάντα ζωντανοί, εφόσον το θελήσουμε. Έτσι, μπορούμε να ελπίζουμε ότι η λήθη δεν θα καταπιεί κάποτε κι εμάς, αν υπάρχουμε στις καρδιές αγαπημένων προσώπων.

Ο Paul Auster με αυτό το τελευταίο του βιβλίο είναι σαν να μας παρακινεί να λύσουμε τα θέματα που μας ταλανίζουν και να προσπαθήσουμε να συμφιλιωθούμε με τους δαίμονές μας, γιατί το πρόσκαιρο της ύπαρξής μας σε τούτη τη γη δεν μας δίνει άπλετο χρόνο για να τον σπαταλήσουμε ανούσια.

Δεν θα πω με απόλυτη σιγουριά αν αυτό είναι το καλύτερό του βιβλίο. Είναι, όμως, γραμμένο με τον τρόπο του Auster κι αυτός είναι ο τρόπος του καλού γραφιά που καθηλώνει τον αναγνώστη του. Αν είναι το πρώτο βιβλίο του Auster που θα διαβάσετε, θα κάνετε μια πολύ καλή αρχή, αλλά αν πρόκειται να τον μελετήσετε ένα θα σας πω. Διαβάστε την «Τριλογία της Νέας Υόρκης» (εκδ. Μεταίχμιο, 2014). Πριν και πάνω απ’ όλα είναι το βιβλίο που όχι απλά τον καθιέρωσε στα αμερικανικά γράμματα, αλλά τον κατέταξε και στις πρώτες θέσεις των αναγνωστικών προτιμήσεων χιλιάδων ανθρώπων.

Ο άνθρωπος που ανδρώθηκε λογοτεχνικά στη Γαλλία, όπου έζησε για μεγάλο χρονικό διάστημα μεταφράζοντας με μανία τους Γάλλους υπερρεαλιστές, που επηρεάστηκε από τον Μπέκετ και είχε σχέσεις με τον Κούτσι και τον Ρουσντί, επεδίωκε από πολύ νωρίς ένα πράγμα, κατά δήλωσή του: «Πάντα ήθελα να γράψω αυτό που για μένα είναι όμορφο, αληθινό και καλό, αλλά με ενδιαφέρει επίσης να εφεύρω νέους τρόπους για να αφηγηθώ ιστορίες. Ήθελα να αλλάξω τα πάντα από μέσα προς τα έξω». 

Και αυτό ακριβώς έκανε: πάντρεψε τον δύσκολο ευρωπαϊκό μεταμοντερνισμό με το σκληρό αμερικάνικο νουάρ, για να δημιουργήσει κάτι ιλιγγιωδώς εφευρετικό και νέο. Και τελικά, επαναδιατυπώνει στο σύνολο του έργου του με άλλους όρους τα μεγάλα ερωτήματα της ζωής και αποτολμά απαντήσεις πέρα και πάνω από τις καθιερωμένες, ξεθεμελιώνοντας βεβαιότητες και παγιωμένα σχήματα.

*Η Ρένα Σαμαρά-Μάινα είναι φιλόλογος, διοργανώνει και συντονίζει τη Λέσχη Φιλαναγνωσίας Κομοτηνής και επιμελείται τη ραδιοφωνική εκπομπή «Με αφορμή ένα βιβλίο», στην ΕΡΤ Κομοτηνής. Κείμενά της έχουν δημοσιευθεί σε διάφορους λογοτεχνικούς ιστότοπους.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.