Αναδρομη στις μνημες του παρελθοντος μας με εναυσμα «Το Χαρτοκουτο» του Κωστα Καβανοζη (+Gallery)

Με επιτυχία πραγματοποιήθηκε η εκδήλωση παρουσίασης του νέου μυθιστορήματος του Κομοτηναίου συγγραφέα
Το έναυσμα να αναζητήσουμε τις δικές μας προσωπικές αναμνήσεις,  τα θραύσματα της παιδικής ηλικίας, της εφηβείας, των πρώτων μετεφηβικών χρόνων, της νεότητας αλλά και της τωρινής ενήλικης ζωής μας, μέσα από την
ανάδευση των δικών μας χαρτόκουτων και την εξερεύνηση του περιεχομένου τους, μας έδωσαν τα όσα ωραία ακούσαμε και βιώσαμε στην προχθεσινή βιβλιοπαρουσίαση του νέου μυθιστορήματος του Κομοτηναίου συγγραφέα κ.Κώστα Καβανόζη που διοργανώθηκε από τον Σύνδεσμο Φιλολόγων Ροδόπης, τις εκδόσεις Πατάκη, το Δημοκρίτειο Βιβλιοπωλείο και τον  «Παρατηρητή της Θράκης».
 
«Το Χαρτόκουτο» του Κώστα Καβανόζη, το τέταρτο κατά σειρά μυθιστόρημά του, όπως αυτό παρουσιάστηκε δια στόματος του ποιητή και συγγραφέα κ. Ιγνάτη Χουβαρδά αλλά και της εξαιρετικής ομολογουμένως «μεταφοράς» αποσπασμάτων του από τη φιλόλογο κ. Μαρία Αλεξίου, η οποία μας έδειξε τον ενδεδειγμένο τρόπο ανάγνωσης του εν λόγω μυθιστορήματος, μας προέτρεψε να αναμοχλεύσουμε τις μνήμες του παρελθόντος μας, μέσα από τα αντικείμενα που ο καθένας εξ ημών «αποθηκεύσαμε» στο χαρτόκουτό του, αλλά κυρίως στα βάθη της ψυχής μας, και τα οποία καθορίζουν,  όπως είπε και ο κ. Χουβαρδάς «τον τρόπο που αναπνέεις και κινείσαι, τον τρόπο που αγωνίζεσαι, που δακρύζεις που συγκινείσαι».
 

Όπως άλλωστε ο ίδιος είπε «το χαρτόκουτο γίνεται μια σκυτάλη από πρόσωπο σε πρόσωπο, από γεγονός σε γεγονός, από εικόνα σε εικόνα» μέσα από ένα κείμενο εκ πρώτης όψεως  ανέμελο, χαρούμενο, γλαφυρό, με μια χροιά νοσταλγίας, που όμως «όσο κυλά η αφήγηση νιώθεις ότι οι προθέσεις του συγγραφέα δεν είναι τόσο εύκολες όσο σου φάνηκαν στην αρχή».
 
«Ο Καβανόζης καταφέρνει να δέσει κόμπο την ευκολία με τη δυσκολία, σε παγιδεύει στην ουσία, γιατί είναι διατεθειμένος να διεισδύσει στις αθέατες πλευρές των επεισοδίων που αφηγείται, με έντονη την οσμή του κωμικοτραγικού» επεσήμανε ο ίδιος χαρακτηρίζοντας το βιβλίο του Κομοτηναίου συγγραφέα ως «ένα δύσκολο  βιβλίο, αρκετά παραπλανητικό και σίγουρα πολύ υποψιασμένο για την περιπλοκότητα της ζωής, όπου το σεξ κι ο έρωτας κι ο θάνατος κι η αρρώστια κι η απώλεια κι η τρέλα κι ο δεσμός με τους γονείς κι ο γενέθλιος τόπος και τα αποσπάσματα της νεότητας γίνονται το πρίσμα μιας οντολογικής προσέγγισης της ζωής».
 
Η εκδήλωση παρουσίασης του βιβλίου έλαβε χώρα στο χώρο του βιβλιοπωλείου Δημοκρίτειο, στο οποίον συναντήθηκαν παλιοί φίλοι και γνωστοί του συγγραφέα, συνάδελφοί του φιλόλογοι αλλά και αναγνώστες των βιβλίων του,  που έσπευσαν να τον γνωρίσουν από κοντά.
 

Την εκδήλωση προλόγισε ο φιλόλογος κ. Σπύρος Κιοσσές, ο οποίος καλωσόρισε το κοινό, παραθέτοντας ένα σύντομο βιογραφικό του συγγραφέα αλλά και του έως τώρα συγγραφικού του έργου.
 
Μετά το τέλος της παρουσίασης ακολούθησε «ζωηρή» συζήτηση με το κοινό να απευθύνει τις δικές του ερωτήσεις προς τον συγγραφέα, οι οποίες δεν περιορίστηκαν μόνο στο περιεχόμενο του εν λόγω μυθιστορήματος αλλά στην γενικότερη σχέση του με τη συγγραφή, την Κομοτηνή και τη Ροδόπη γενικότερα ως γενέτειρά του, αλλά και στην ιδιαιτερότητα της γραφής του.
 
Υ.Γ.: Ακολουθεί το σύνολο της εντελούς ανάγνωσης του «Το Χαρτόκουτο»  από  τον  σημαντικό συγγραφέα- ποιητή, συντοπίτη σήμερα,  Ιγνάτη Χουβαρδά.
 
 

Ιγνάτης Χουβαρδάς, συγγραφέας
«Οι καθρέπτες, τo ρευστό στοιχείο και το σώμα στο “Χαρτόκουτο” του Κώστα Καβανόζη»

Τι συμβαίνει όταν βρισκόμαστε στο πατρικό μας σπίτι και στην αποθήκη βρίσκουμε ένα χαρτόκουτο, το ανοίγουμε κι ανακαλύπτουμε ανακατεμένα κειμήλια μιας εποχής περασμένης; Παιχνίδια, φωτογραφίες, τετράδια, γράμματα, σημειώματα, αποκόμματα, μπιμπελό, αξεσουάρ κι όποιο λάφυρο μπορεί να παραπέμπει σε εποχές που έχουν περάσει; Κι όμως το να ανοίγεις ένα τέτοιο χαρτόκουτο είναι όχι απλά μια συγκίνηση, ένα χάδι νοσταλγίας, μια αφόρμηση για να ξετυλιχθεί η στρόφιγγα της μνήμης. Είναι όλα αυτά αλλά και δεν είναι. Είναι κάτι άλλο βαθύτερο. Είναι η διαπίστωση ότι όλα αυτά μέσα στη σκόνη του χρόνου και την υγρασία της σκοτεινής αποθήκης είναι θαμμένα όχι στο παρελθόν αλλά βαθιά στην ψυχή σου, τα ψηλαφείς κι όσο τα ψηλαφείς ανακαλύπτεις ότι ποτέ δεν ήταν κλεισμένα στο χαρτόκουτο, ζούνε δίπλα σου χωρίς να το συνειδητοποιείς, καθορίζουν τον τρόπο που αναπνέεις και κινείσαι, τον τρόπο που αγωνίζεσαι, που δακρύζεις που συγκινείσαι. Στην πραγματικότητα δεν κλονίζεσαι από αυτά που περιέχει το χαρτόκουτο αλλά από την ταυτοποίηση της ενήλικης ζωής σου με όσα περιέχει το χαρτόκουτο. Κι αυτά που περιέχει είναι τα θραύσματα της παιδικής ηλικίας, της εφηβείας, των πρώτων μετεφηβικών χρόνων, της νεότητας, της τωρινής ενήλικης ζωής.

 


Το χαρτόκουτο περιέχει αγαπημένα αντικείμενα από το παιδικό κι εφηβικό σου δωμάτιο, κάθε αντικείμενο είναι ένα απόσπασμα από το φιλμ της ζωής, τα αποσπάσματα αυτά μοιάζουν διαφορετικά μεταξύ τους, μια συλλογή ανόμοιων κειμηλίων από το παρελθόν. Τι κάνεις συνή­θως όταν ανακαλύπτεις ένα παρόμοιο χαρτόκουτο; Το αναποδογυρίζεις κι αρχίζεις να ξεδια-λέγεις ποια πράγματα αξίζει να κρατήσεις και ποια να πετάξεις. Στο τέλος κουράζεσαι από τον ψυχαναγκασμό να πετάξεις κάποια πράγματα, μετανιώνεις, δεν μπορείς να πετάξεις ακόμα κι ένα χαλασμένο παιχνίδι, όλα κάτι θυμίζουν, κάπου παραπέμπουν.
 
Ο συγγραφέας Κώστας Καβανόζης γράφει ένα μυθιστόρημα όπου ντύνει με φράσεις αυτή τη διαδικασία της αναδίφησης στο παρελθόν όπου όλα φέγγουν αποσπασματικά και ασύνδετα, κι όμως διέπονται από μια βαθύτερη συνέχεια, πάντα με γνώμονα ότι τα πιο καθοριστικά χρόνια της ζωής ενός ανθρώπου είναι τα παιδικά και τα εφηβικά. Ο Καβανόζης αποφεύγει συνειδητά να μπλεχθεί στη μέθοδο της φροϋδικής ψυχανάλυσης, τη σέβεται, την έχει κατά νου, την ασπάζεται αλλά εδώ το ζητούμενο δεν είναι να ερμηνευτεί η μετέπειτα συμπεριφορά ενός ενήλικα, εδώ το ζητούμενο είναι η ίδια η μεγέθυνση των βιωμάτων, ο θρίαμβος των νεανικών χρόνων, η παντοδυναμία θα λέγαμε της παιδικής ηλικίας, το κρυφό θέμα άλλωστε στα κείμενα πολλών συγγραφέων.
 
Είναι ώρες που υποψιάζεσαι ότι το μυθιστόρημα του Καβανόζη είναι ο σκοτεινός θάλαμος του υποσυνείδητου, το ξετύλιγμα ενός ονείρου με την αυθαιρεσία των σημείων, την αποσπα­σματικότητα των σκηνών, την απότομη εναλλαγή από το όμορφο στο επώδυνο, από το αστείο στο σκοτεινό, από τον έρωτα στη σκληρότητα και στο θάνατο. Μέσα στο κλίμα αυτής της ρευστότητας η σεξουαλική αφύπνιση έρχεται να δέσει με τη συνειδητοποίηση ότι όλα γύρω σου κάποτε πεθαίνουν, η διάθεση να ερωτευτείς συνοδοιπορεί με την ωμότητα της βίαιης ζωής, η ανεμελιά ενός λόγου αποενοχοποιημένου έρχεται να δέσει με έναν λόγο σκληρό και λυπημένο. Ο Καβανόζης επιζητεί να συνθέσει ένα αμάλγαμα αντίρροπων δυνάμεων που επαμφοτερίζουν μεταξύ τους φωτίζοντας μια βαθύτερη αλήθεια. Στην προσπάθεια αυτή ο πεζογραφικός λόγος παρεκκλίνει από την κυριολεξία, αποκτά μια ρευστότητα, γίνεται καθαρά ποιητικός.
 

«Στο “Χαρτόκουτο” το γράψιμο είναι σκάψιμο προς τα μέσα, η αναζήτηση ενός εντόσθιου καθρέφτη που φωτίζει τη βαθύτερη αλήθεια»


Ξεκινώντας την ανάγνωση του βιβλίου, έχεις την αίσθηση ότι διαβάζεις μια ανάλαφρη χιουμοριστική ιστορία γύρω από τη σεξουαλική αφύπνιση των αγοριών στην εφηβική ηλικία. Αρκετό χιούμορ, εμμονή με την ανακάλυψη του σεξ, συμφιλίωση και αποενοχοποίηση των βρώμικων λέξεων, η σταδιακή εξοικείωση με τις κοπέλες, η χαρά του έρωτα που συνοδεύεται από τη στεναχώρια ότι η κοπέλα μπορεί να ανήκει και σε άλλους, η ερωτική διεκδίκηση, η ανα­κάλυψη του δικού σου σώματος στον τρόπο που λειτουργεί σε ένα άλλο σώμα. Το βιβλίο μοιάζει ανέμελο, χαρούμενο, γλαφυρό, με μια χροιά νοσταλγίας. Όμως όσο κυλά η αφήγηση νιώθεις ότι οι προθέσεις του συγγραφέα δεν είναι τόσο εύκολες όσο σου φάνηκαν στην αρχή. Ο Καβανόζης καταφέρνει να δέσει κόμπο την ευκολία με τη δυσκολία, σε παγιδεύει στην ουσία, γιατί είναι διατεθειμένος να διεισδύσει στις αθέατες πλευρές των επεισοδίων που αφηγείται, με έντονη την οσμή του κωμικοτραγικού. Το χαρτόκουτο, κατά τη γνώμη μου, είναι ένα δύσκολο βιβλίο, αρκετά παραπλανητικό και σίγουρα πολύ υποψιασμένο για την περιπλοκότητα της ζωής, όπου το σεξ κι ο έρωτας κι ο θάνατος κι η αρρώστια κι η απώλεια κι η τρέλα κι ο δεσμός με τους γονείς κι ο γενέθλιος τόπος και τα αποσπάσματα της νεότητας γίνονται το πρίσμα μιας οντολογικής προσέγγισης της ζωής.
 
Άλλωστε το ίδιο το κείμενο ως τρόπος γραφής είναι σύνθετο, δεν έχει τη λεγόμενη γραμμι­κή αφήγηση, είναι σύνθετο στην υφή του, πολυδιάστατο, με πλοκάμια ανοιχτά σε διάφορα σημεία αναφοράς. Τα ίδια τα πρόσωπα συμφύρονται το ένα μέσα στο άλλο προερχόμενα από διαφορετικές εποχές, φτιάχνουν ένα κολάζ καταστάσεων, διηθούνται σε μια διαδοχή γε­γονότων όπου η χρονική ακολουθία ανατρέπεται. Το ασυνείδητο είναι διαρκώς παρόν, ανα­πλάθει τη μνήμη, τη συνδέει με το παρόν, σκιαγραφεί την πραγματικότητα με έναν τεθλασμένο τρόπο. Εδώ το γράψιμο είναι σκάψιμο προς τα μέσα, η αναζήτηση ενός εντόσθιου καθρέφτη που φωτίζει τη βαθύτερη αλήθεια.
 

«Το χαρτόκουτο γίνεται μια σκυτάλη από πρόσωπο σε πρόσωπο, από γεγονός σε γεγονός, από εικόνα σε εικόνα»

 
Το ίδιο το χαρτόκουτο αλλάζει χρήσεις, δεν είναι πάντα το κουτί ενός παιδιού, άλλοτε γίνεται το κουτί ενός ενήλικα σε φάση μετακόμισης ή το χαρτόκουτο όπου λουφάζει το σκυλάκι της παιδικής αυλής προκειμένου να γεννήσει. Αλλάζει χρηστικότητα. Είναι διαρκώς παρόν. Το χαρτόκουτο γίνεται μια σκυτάλη από πρόσωπο σε πρόσωπο, από γεγονός σε γεγονός, από εικόνα σε εικόνα. Καταφέρνει λοιπόν ο Καβανόζης να δώσει μια ρευστότητα και στον ίδιο το συνεκτικό δεσμό του βιβλίου, ίσως γιατί ο στόχος του δεν είναι ο εγκιβωτισμός και η παράθεση αλλά η διαρκής μετάπλαση των καταστάσεων, έτσι ώστε να αγγίζουν την ενήλικη ζωή. Γιατί στο βιβλίο υπάρχει έντονα και το παρόν, πάντα σε ανοιχτή επικοινωνία με το πριν, σε μια διαρκή μετά-πλαση. Κάθε αυτόνομο κείμενο στο βιβλίο μοιάζει με ανακάτεμα συμβάντων όπου ο χρόνος απαλείφεται, γίνεται ένα μιξάζ, ένα επιθετικό συμπίλημα καταστάσεων, μέχρι που όλα σιγά σιγά καθαρίζουν και παίρνουν ένα συγκεκριμένο σχήμα.
 
Το νερό, οι καθρέπτες, τα παλούκια στην αποχερσωμένη λίμνη, η παρέλαση κοριτσιών, ο πατέρας, η μητέρα, το σκυλάκι με το άδοξο και σκληρό τέλος, η γειτονιά κι ένα άγνωστο παιδί σαλεμένο, οι παρέες, οι γυναίκες κι ο κατάλογος συνεχίζεται. Αν μπορούσα να επιλέξω δύο στοιχεία ιδιαίτερα καθοριστικά στη ρευστότητα που διακατέχει το περιεχόμενο του χαρτόκουτου, θα επέλεγα το νερό και τους καθρέπτες, στοιχεία που προκαλούν τη διάθλαση των σχημάτων, την παραίσθηση ίσως, τη δυνατότητα του συνδυασμού ανάμεικτων στοιχείων. Υπάρχει μια συγκεκριμένη φιλοσοφία στο βιβλίο, που απορρέει από τη ρήση του Ηράκλειτου: τα πάντα ρέουν, αλληλοκαθορίζονται, παίρνουν διάφορα σχήματα, επανακαθορίζονται. Στο κείμενο που διάβασα προηγουμένως ο ήρωας βρίσκεται μόνος στο σπίτι του κι έχει την εντύπωση ότι κάποιος βρίσκεται στην εξώπορτα του σπιτιού του και τον ενοχλεί, ακολουθεί μια αναζήτηση της ταυτότητας του άλλου που σταδιακά γίνεται ο σωσίας του ήρωα, η μοναξιά γίνεται μια άγρια δοκιμασία με τις διαφορετικές εκφάνσεις του ίδιου σου του εαυτού. Σε ένα άλλο κείμενο το νερό λειτουργεί ως αόρατη παρουσία σε μια λίμνη αποχερσωμένη όπου τα παιχνίδια των πιτσιρικάδων κι η ανεμελιά συνυπάρχουν με ένα άδηλο βαθύ παρελθόν προγόνων που η σκιά τους είναι πλέον στο χώμα και στα σκελετωμένα απομεινάρια τους, λάφυρα κι αυτά που καταλήγουν στο χαρτόκουτο.

 

«Ο λόγος  τείνει να αποκτήσει μια δομή παραληρηματική, να αποδώσει έτσι μια ρέουσα και καλειδοσκοπική θέαση της ζωής, με έναν έντονο οντολογικό χαρακτήρα»
 

Τα κορίτσια έχουν πρωταγωνιστική θέση στο βιβλίο, ελκύουν και εισβάλλουν στη ζωή του ήρωα, έρχονται και παρέρχονται, δίνονται κι εκεί που δίνονται χάνονται, το φιλί και η αγκαλιά γίνονται απότομα κενό κι απουσία, κι έπειτα μια άλλη κοπέλα έρχεται να προσθέσει ή να αφαι­ρέσει κάτι κι η ρευστότητα συνεχίζεται. Ο ίδιος ο λόγος είναι ένα ρυάκι, που ξεφεύγει από τους συντακτικούς κανόνες, ο λόγος σα να γλιστράει σε μια υγρή επιφάνεια, τείνει να αποκτήσει μια δομή παραληρηματική, να αποδώσει έτσι μια ρέουσα και καλειδοσκοπική θέαση της ζωής, με έναν έντονο οντολογικό χαρακτήρα.
 

«Το μυθιστόρημα του Κώστα Καβανόζη διαπνέεται από μια έντονη σωματικότητα»

 
Η Ελενίτσα, η Ιωάννα, η ηθοποιός, η Σιμπίλ, η Εύα, η Φραντζέσκα, η Ανθούλα -κορίτσια από διάφορες εποχές της ζωής του ήρωα, που καθόρισαν κι εξακολουθούν να επη­ρεάζουν τον τρόπο που κινείται, με πυξίδα προσανατολισμού την Εύα με την οποία ζει στο άμεσο παρόν, μια τρικυμία από κορίτσια που εμπνέουν-γοητεύουν-προσφέρουν μικρές ψηφίδες αισθησιακής ηδονής κι εκεί που δίνονται ξεφεύγουν πάλι, αφήνουν πίσω τους ανοιχτούς λογαριασμούς, ανεξερεύνητα μυστικά, ερωτηματικά που αφήνονται στο μέλλον για ν' απαντηθούν, πάντα με γνώμονα ότι καμιά κοπέλα δεν είναι απόλυτα δική σου, ανήκει και σε άλλους και οφείλεις να είσαι ευγνώμων που αφιέρωσε κάποιο χρόνο της ζωής της και σε σένα. Σε αυτές τις σχέσεις πιο πολύ κυριαρχεί το σεξ, όχι τόσο ως πρακτική αλλά κυρίως ως ανακάλυψη των κρυφών ηδονών της σάρκας. Το συναίσθημα από την άλλη κρύβεται πίσω από το μελαγχολικό τόνο της απουσίας, του εφήμερου, της εμφάνισης που οδηγεί στην εξαφάνιση, το συναίσθημα λειτουργεί ως υπαινιγμός, ως άμυνα σε μια ζωή που καθορίζει τους κανόνες της χωρίς πολλές φορές να σε ρωτάει.

Είναι αναμενόμενο κάποιοι αναγνώστες να αισθανθούν αμήχανα από τη συχνή αναφορά σε λέξεις σχετικές με το γενετήσιο ένστικτο. Σίγουρα στο μυθιστόρημα υπάρχει ένας άνεμος ελευθερίας, κατοχυρώνεται η αποενοχοποίηση λέξεων απόλυτα σαρκικών και σεξουα­λικών, δεν υπάρχει η κάλυψη με το φύλλο συκής, όλα είναι απτά, φυσικά, ξάστερα, χωρίς καμιά υποκρισία. Το ζήτημα είναι αν αυτές οι λέξεις γράφονται για να σοκάρουν και να προ­καλέσουν ή για να αποκαταστήσουν μια πραγματικότητα όπως τη βιώνουμε όλοι. Νομίζω ισχύει το δεύτερο. Τα γενετήσια ένστικτα αναφέρονται με το όνομά τους κι επανεμφανίζονται σε μεγάλη συχνότητα, γιατί έτσι είναι η ζωή. Ας μην κρυβόμαστε. Ο άνθρωπος σε μεγάλο ποσοστό καθορίζεται από την γενετήσια ορμή του, αυτό το απλό λέει το βιβλίο κι αν κάτι τέτοιο μας ενοχλεί, είναι γιατί από μικροί μάθαμε να το κρύβουμε, να το κρατάμε κατά μόνας, να μας απασχολεί διαρκώς αλλά να μην το αποκαλύπτουμε στους άλλους. Εδώ το βιβλίο διεκδικεί αυτό το δικαίωμα, γιατί αλλιώς η λογοτεχνία θα ήταν λειψή, θα υπάκουε σε έναν κώδικα ηθικής δεοντολογίας κι έτσι η αλήθεια θα παρουσιαζόταν με τη σειρά της λειψή. Στο πλαίσιο αυτό το μυθιστόρημα του Κώστα Καβανόζη διαπνέεται από μια έντονη σωματικότητα, είναι το σώμα που κουβαλάμε όλοι, που μας ζητάει φαγητό και νερό, που αρρωσταίνει και πονάει, που νιώθει και πρέπει να διαχειριστεί τα γενετήσια υγρά μέσα του, το σώμα που ζητά να συγχρονιστεί και να ενωθεί με άλλα σώματα, το σώμα που προσφέρει ηδονή αλλά και το σώμα που προκαλεί πόνο, το σώμα τέλος που μεγαλώνει και δυστυχώς πεθαίνει. Αυτή την έννοια της σωματικότητας με πολύ πεισματικό τρόπο την κατοχυρώνει στο βιβλίο του ο Καβανόζης, γιατί η λογοτεχνία είναι υποχρεωμένη να πει τα πράγματα με το όνομά τους και να τα αναδείξει
 
Απαιτητικό βιβλίο «το χαρτόκουτο», εύκολο και δύσκολο μαζί, γλυκό, τρυφερό και ξαφνικά σκληρό και ωμό, ετερόκλητο, με απότομες μεταπτώσεις, μια σφαιρική και πρισματική θέαση του κόσμου. Ένα πεζογραφικό βιβλίο που συγγενεύει πιο πολύ με την ποίηση, με στόχους υπερβολικά φιλόδοξους που για να πραγματωθούν, επιστρατεύεται η πολυσημία της γραφής, μια ποικιλία τεχνικών, αντικατοπτρισμοί του λόγου, τεχνικές αφήγησης εξεζητημένες και περίτεχνες. Το χαρτόκουτο είναι ένα βιβλίο που κινείται σε δύο επίπεδα, ένα εύκολο και διασκεδαστικό με την νοσταλγική αναφορά στις εποχές της σταδιακής ενηλικίωσης κι ένα επίπεδο σκοτεινό όπου τα ίδια θέματα προβάλλονται στην πιο βαθιά και αποκαλυπτική τους διάσταση. Το μυθιστόρημα έχει την ικανότητα να σε χαλαρώνει και να σε διασκεδάζει και παράλληλα να σε οδηγεί σε σύνθετες και πολύπλοκες καταστάσεις. Η τέχνη της γραφής συνυπάρχει με το βίωμα, ο πυκνός και ποιητικός λόγος έχει τη δραστικότητα ενός όξινου υγρού που καθαρίζει τις επιφάνειες τις διαβρωμένες από το χρόνο και την υγρασία και μας δείχνει μια βαθύτερη πραγματικότητα.
 
Ευχαριστώ τον συγγραφέα Κώστα Καβανόζη που μου έκανε την τιμή να παρουσιάσω το βιβλίο του στον τόπο που γεννήθηκε κι ομολογώ ότι διαβάζοντας το βιβλίο του, αντίκρισα κι εγώ κάτω από τη σκόνη τις κρυμμένες εικόνες στις πέτρες, στα παλούκια της αποξηραμένης λίμνης, στα ερείπια, στα αναμνηστικά της κάθε εποχής. Ο Καβανόζης στο βιβλίο του είναι σα να σου λέει: «Όλα γύρω μας είναι απλά και περίπλοκα μαζί, χαρούμενα και λυπημένα, αισθησιακά και σκληρά, όλα με πολλούς καθρέπτες, γι’ αυτό και πολύ γοητευτικά»
.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.