Χρυσανθος Τασσης: «Απο τη δεκαετια του ’90, υπαρχει ο μετασχηματισμος του πολιτη σε πελατη κι αυτο δημιουργει μια διαδικασια απονομιμοποιησης της εννοιας της δημοκρατιας, οδηγωντας τον κοσμο προς την ακρα δεξια»

Ο επίκουρος καθηγητής του ΔΠΘ, για την αποχή, την άνοδο της ακροδεξιάς και το εθνικό αντίκτυπο που θα έχουν τα αποτελέσματα της 9ης Ιουνίου

Τα αποτελέσματα των εκλογών θα κρίνουν τους εκπροσώπους μας για την επόμενη πενταετία στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο. Αν θα μπορούσε να γίνει μια αποτίμηση της προεκλογικής περιόδου, θα έλεγε πως μάλλον στην αντιπαράθεση των κομμάτων δεν κυριάρχησαν τα ευρωπαϊκά προτάγματα, αλλά μάλλον ζητήματα της εσωτερικής πολιτικής σκηνής. Κι αν οι σχετικές έρευνες και δημοσκοπήσεις δείχνουν πως δύο εξαιρετικά ανησυχητικά χαρακτηριστικά θα κυριαρχήσουν (και) σε αυτή την εκλογική αναμέτρηση. Το πρώτο η αποχή και δεύτερο η ακροδεξιά. Φαινόμενα που δεν χαρακτηρίζονται βέβαια από μια κάποια τυχαιότητα αλλά έχουν ιστορικό βάθος και αίτια, όπως αποτυπώνει η συνομιλία μας με τον επίκουρο καθηγητή του Τμήματος Κοινωνικής Πολιτικής, κ. Χρύσανθο Τάσση.

Στο τέρμα της προεκλογικής περιόδου, ο κ. Τάσσης, πολιτικός μίλησε στο Ράδιο Παρατηρητής για την απουσία σχεδιασμού πολιτικής ενοποίησης και το δημοκρατικό έλλειμμα των οργάνων της ΕΕ, το ιστορικό βάθος τα αποχής και της ολοένα και αυξανόμενης τάσεις προς τα άκρα δεξιά των ψηφοφόρων. Ζητήματα που θα έπρεπε, ίσως, να αποτελέσουν, την κύρια προεκλογική ατζέντα, ωστόσο ελάχιστα ακούστηκαν.

Ο λόγος στον ίδιο όμως αναλυτικά…

ΠτΘ: κ.Τάσση, έχουμε την αίσθηση ότι η ατζέντα που απασχόλησε την προεκλογική περίοδο δεν είχε να κάνει με ζητήματα της ευρωπαϊκής ένωσης. Είναι και δική σας αίσθηση αυτή;

Χ.Τ.: Συμφωνώ απόλυτα μαζί σας. Υπάρχουν δυο ζητήματα. Το ένα είναι μεθοδολογικό. Αφενός θεωρούμε ότι οι εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θεωρούνται εκλογές δεύτερης τάξης, όπως λένε στην πολιτική επιστήμη, δηλαδή ότι είναι ναι μεν σημαντικές εκλογές, αλλά όχι και τόσο γιατί δεν αλλάζουμε κυβέρνηση. Αφετέρου, όχι μόνο στην Ελλάδα,  αλλά σε όλες τις χώρες που απαρτίζουν την Ε.Ε., η ατζέντα η οποία προωθείται και συζητείται είναι για την εσωτερική πολιτική. Δεν είναι για τα ευρωπαϊκά ζητήματα, αλλά είναι για το πώς όλοι οι πολίτες είναι ή δεν είναι ικανοποιημένοι από την κυβέρνηση, η οποία κυβερνά και τη συγκυρία που γίνονται οι ευρωπαϊκές εκλογές.

Το δεύτερο ζήτημα το οποίο είναι δομικό, έχει να κάνει με το περίφημο δημοκρατικό έλλειμμα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Δηλαδή ότι από την αρχή της δεκαετίας του ’50 που  έγινε η  Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα, χρειάστηκε να περάσουν 20 χρόνια μέχρι το 1979 για να έχουμε τις  πρώτες εκλογές  στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Επίσης υπάρχει η αίσθηση, και όντως έτσι είναι, ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν αφορά τόσο  πολύ  τις ζωές μας, γιατί το ευρωκοινοβούλιο στα θεσμικά όργανα της ευρωπαϊκής ένωσης, δεν έχει αποφασιστικό χαρακτήρα για τον σχεδιασμό  και την υλοποίηση της πολιτικής. Οπότε αυτό μειώνει και το εύρος του αλλά και το ενδιαφέρον.

ΠτΘ: Διαχρονικά έχει αλλάξει το διακύβευμα των ευρωεκλογών, αλλά και το διακύβευμα εντός του ίδιου του Ευρωπαϊκού  Κοινοβουλίου;

Χ.Τ.:  Μάλλον θα  λέγαμε ότι έχει μείνει στάσιμο. Και αυτό έχει να κάνει με τον προσανατολισμό που είχε από την αρχή η ΕΚΑΧ, η ΕΟΚ, η Ε.Ε. σήμερα. Δίνει έμφαση κυρίως στη νομισματική ενοποίηση, κατά δεύτερο λόγο στην οικονομική ενοποίηση και καθόλου στην πολιτική ενοποίηση. Αυτό είναι πρόβλημα συγκρότησης και θεσμικών  προβλημάτων της Ε.Ε.. Ας μην ξεχνάμε ότι οι ΗΠΑ πρώτα έγιναν πολιτική ένωση και μετά υιοθέτησαν το κοινό νόμισμα. Στην ευρωπαϊκή περίπτωση αυτό έγινε αντίθετα. Ότι δεν νομιμοποιούμε άμεσα κάποιον πρωθυπουργό κάποιον πρόεδρο της Ευρώπης ή κάποια ευρωπαϊκή κυβέρνηση καταδεικνύει την έλλειψη της πολιτική ενοποίησης. Σήμερα όλο αυτό γίνεται με μια έμμεση νομιμοποίηση, δηλαδή οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις επιλέγουν εκείνες πώς θα στελεχώσουν τα βασικά όργανα της Ε.Ε.. Αυτό είναι το περίφημο δημοκρατικό έλλειμμα της Ε.Ε., συν το γεγονός ότι το ευρωκοινοβούλιο, όπως προείπαμε, δεν έχει αποφασιστικές αρμοδιότητες πάνω στην υλοποίηση και τη χάραξη της πολιτικής. Και αυτό είναι ζήτημα για τις σύγχρονες δημοκρατίες, γιατί το κοινοβούλιο, σύμφωνα με τη θεωρία, είναι το όργανο στο οποίο υλοποιείται η θεμελιώδης αρχή της λαϊκής κυριαρχίας.

«Ο καπιταλισμός μπορεί να πηγαίνει μαζί με τη δημοκρατία»

ΠτΘ: Οι φετινές εκλογές γίνονται υπό το φόβο οι δυνάμεις της ακροδεξιάς και των ακροδεξιών  κομμάτων, να ξεπεράσουν ακόμα και τις πολυπληθέστερες ομάδες εντός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου…

Χ.Τ.: Όταν ξεκίνησαν αυτές οι διαδικασίες στην αρχή της δεκαετίας του ’50, υπήρχε ο λεγόμενος ψυχρός πόλεμος. Δηλαδή η αντίθεση μεταξύ του καπιταλιστικού στρατοπέδου που ήταν οι χώρες της δυτικής και βόρειας Ευρώπης, αλλά κυρίως οι ΗΠΑ και του κομμουνιστικού στρατοπέδου. Η βασική αντίθεση που και οι ίδιες οι δυνάμεις της δυτικής και βόρειας Ευρώπης έφερναν και  ως επιχείρημα υπέρ τους, ήταν η έννοια της δημοκρατίας και του κοινοβουλευτισμού εναντίον των συγκεντρωτικών πολιτικά καθεστώτων της ανατολικής Ευρώπης.

Ιδίως όμως μετά το 1990 που ο «εχθρός» δεν υπάρχει πια, το καπιταλιστικό σύστημα ήρθε αντιμέτωπο κυρίως με τις βασικές του αντιφάσεις. Και η βασική αντίφαση που δεν πρέπει να ξεχνάμε ποτέ, είναι πως ο καπιταλισμός μπορεί να πηγαίνει μαζί με τη δημοκρατία. Δεν είναι σίγουρο ότι πηγαίνει. Μπορεί να πηγαίνει, μπορεί και να μην πηγαίνει, όπως έχουμε δει στη ναζιστική Γερμανία,  όπως έχουμε  δει και στην Ελλάδα με τη δικτατορία ή στη Χιλή που ήταν η ίδια περίπτωση. Άρα λοιπόν υπάρχει μια διαδικασία από το 1990, όταν άρχισαν σιγα σιγά να εφαρμόζονται πολιτικές λιτότητας, που οδήγησαν σε μια πολιτική κρίση, που προϋπήρχε της οικονομικής κρίσης του 2008.

Δηλαδή στα εθνικά κομματικά συστήματα τα πολιτικά κόμματα δεν διαγκωνίζονται πια για το ποιος θα έχει την καλύτερη ιδεολογία ή για μεγάλες οραματικές επιδιώξεις, αλλά κυρίως για απλά διαχειριστικά πράγματα, ποιος είναι καλύτερος να  κάνει μια απλή διαχείριση. Αυτή η διαδικασία, εκφράστηκε με μείωση των μελών των κομμάτων, ήδη από την δεκαετία του ’80, με μείωση της συνδικαλιστικής πυκνότητας, δηλαδή των  ανθρώπων που ήταν μέλη σε συνδικάτα ή συνδικαλιστικές ενώσεις, και κυρίως με την αποχή από τις εκλογές. Στη δυτική και βόρεια Ευρώπη το φαινόμενο εμφανίζεται από τις αρχές της δεκαετίας του ’80, στην Ελλάδα αυτό το βλέπουμε να ξεκινάει από τη δεκαετία του ’90 και μετά. Άρα λοιπόν υπάρχει μια τάση η οποία φαίνεται να κορυφώνεται στις μέρες μας.

Δεν είναι μόνο λόγω της οικονομικής κρίσης, αλλά είναι ο συνδυασμός της πολιτικής κρίσης η οποία προϋπήρχε της οικονομικής κρίσης. Είναι λοιπόν βαθύτερα και θεσμικότερα τα   ζητήματα, συν το γεγονός ότι οι μεγάλες κομματικές «οικογένειες», των σοσιαλδημοκρατών και των χριστιανοδημοκρατών που συναίνεσαν στο οικοδόμημα της ευρωπαϊκής ενοποίησης, φαίνεται σήμερα να υιοθετούν το σκληρό πρόσωπο του νεοφιλελευθερισμού και αυτό δημιουργεί μεγάλα προβλήματα στις κοινωνίες.

«Η Ε.Ε. κυριαρχείται από αυτό το οποίο ονομάζουμε ορντοφιλελευθερισμό της Γερμανίας»

ΠτΘ: Και η εμφάνιση των ακροδεξιών κομμάτων πώς προκύπτει;

Χ.Τ.: Από την πολιτική κρίση. Όπως είπαμε η πολιτική κρίση έχει να κάνει και με τα εθνικά πολιτικά συστήματα, τα οποία  απαρτίζουν και συγκροτούν το ευρωπαϊκό κομματικό σύστημα, με βασικό χαρακτηριστικό, από τις αρχές της δεκαετίας του ’80  στην δυτική και βόρεια Ευρώπη και από τις αρχές της δεκαετίας του ’90 στην Ελλάδα, τον μετασχηματισμό του πολίτη σε πελάτη. Όταν γίνεται αυτό ξεκινά μια διαδικασία απονομιμοποίησης της έννοιας της δημοκρατίας κι αυτό είναι κάτι το οποίο οδηγεί τον κόσμο  προς την άκρα  δεξιά η οποία είναι ο μεγάλος φόβος σήμερα,  γιατί τόσο η σοσιαλδημοκρατική αριστερά φαίνεται ότι εντάχθηκε στις κυρίαρχες πολιτικές από τη δεκαετία του ’90, όσο και οι όποιες ριζοσπαστικές αριστερές δημοκρατικές εναλλακτικές λύσεις, που αναδείχθηκαν από την κρίση και μετά στις κυβερνήσεις των χωρών τους, όπως για παράδειγμα οι Ποδέμος στην Ισπανία ή ο ΣΥΡΙΖΑ  στην ελληνική περίπτωση, φάνηκε ότι  δεν μπορούν να έχουν  μια εναλλακτική πολιτική ακόμα και σε επίπεδο main stream διαχείρισης.  Κι αυτό είναι ένα πρόβλημα γιατί ακριβώς κυριαρχείται η  Ε.Ε. από  αυτό το οποίο ονομάζουμε ορντοφιλελευθερισμό της Γερμανίας.  Δηλαδή, σε αντίθεση με το Ηνωμένο Βασίλειο, στο οποίο κυριάρχησε ο νεοφιλελευθερισμός, στη Γερμανία  κυριάρχησε ένα άλλο μείγμα πολιτικής, που έχει να κάνει με τον ορντοφιλελευθερισμό, που σημαίνει ότι οι συμφωνίες είναι πρώτα και πάνω από όλα, μεταξύ άλλων.

Με αυτό την τρόπο η δημοκρατία υποβιβάζεται καθώς γίνεται απλά διαχειριστική της οικονομικής ανάπτυξης και όταν έχουμε τις διαδικασίες ύφεσης, οι πολίτες κοιτάνε εργαλειακά τη δημοκρατία, γι’ αυτό και στρέφονται τώρα στην ακροδεξιά.

ΠτΘ: Αυτή η Ευρώπη μπορεί να αλλάξει;

Χ.Τ.: Το πείραμα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης ξεκίνησε στην Ιταλία του Μουσολίνι όταν οι εξόριστοι φιλελεύθεροι σοσιαλιστές και κομμουνιστές οραματίζονταν έναν κόσμο που δεν θα κυριαρχούσε ο πόλεμος, και θα υπήρχε η ειρηνική  συνύπαρξη των λαών της Ευρώπης  με τον περιορισμό των κρατών τα οποία  ήταν υπεύθυνα για τον  ιμπεριαλιστικό πόλεμο, τον Α΄ και τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αυτή η διαδικασία  η οποία  προσπάθησε να ενταχθεί και να αναπτυχθεί με έκφραση τη  δημοκρατία και το κοινοβούλιο, φαίνεται ότι έχει όρια γιατί μπήκανε οι ανταγωνισμοί  μεταξύ των κρατών, και  υπάρχει και μια «πονηρή  αντιμετώπιση» από τις ίδιες τις κυβερνήσεις. Δηλαδή υπάρχει  αυτό το οποίο  λέμε στην πολιτική επιστήμη «εξαγωγή ταξικής πάλης». Δηλαδή ό,τι είναι καλό για μια χώρα, είναι το αποτέλεσμα της πολιτικής της εθνικής κυβέρνησης. Ό,τι είναι κακό για μια χώρα, είναι το αποτέλεσμα μιας απρόσωπης Ε.Ε.. Ας μην ξεχνάμε όμως ότι οι υπουργοί συμμετέχουν  σε όλες τις πολιτικές, δηλαδή είχαμε την Κοινή Αγροτική Πολιτική την οποία τώρα η κυβέρνηση  λέει «δεν  ξέρω, δεν θέλω, είμαστε αντίθετοι», ο έλληνας Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης όμως συμμετείχε στη διαδικασία των αποφάσεων της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής και δεν έθεσε κάποιο βέτο ή κάποια αντίρρηση. Άρα οι εθνικές κυβερνήσεις συσκοτίζουν την έννοια  της Ε.Ε. η οποία  έχει κάνει όχι όσο  θα θέλαμε προφανώς, αλλά έχει κάνει κάποια σημαντικά πράγματα σε θέματα εγγύησης της δημοκρατίας. Για παράδειγμα το θέμα με τις υποκλοπές  που κατά την άποψή  μου είναι το πρώτο και το πιο  θεσμικό  ζήτημα δημοκρατίας, η Ε.Ε. συνεχίζει να το αναδεικνύει ενώ οι ελληνικές αρχές, είτε είναι κυβερνητικές, είτε είναι δικαστικές, φαίνεται να το αποκρύβουν. Επομένως -και αυτό είναι κάτι το οποίο είναι η άποψή μου σε σχέση με τους ευρωσκεπτικιστές- φυσικά η Ε.Ε. δεν είναι αυτή η οποία θέλουμε, αλλά η επαναφορά σε ένα εθνικό κράτος μπορεί να κρύβει περισσότερο ολοκληρωτικές πρακτικές και διαδικασίες οι οποίες μειώνουν πιο εύκολα την έννοια της δημοκρατίας.

«Αδυναμία του ΠΑΣΟΚ να διαφοροποιηθεί πολιτικά σε σχέση με τη Νέα Δημοκρατία»

ΠτΘ: Σε ό,τι αφορά το εγχώριο πολιτικό σύστημα έχουμε την άποψη ότι διακυβεύονται πολλά για την επόμενη μέρα της σοσιαλδημοκρατίας στην Ελλάδα, σε σχέση με τις ευρωεκλογές. Συμφωνείτε;

Χ.Τ.:  Ναι, νομίζω ότι είναι  προφανές αυτό και έχει να κάνει με την αδυναμία κυρίως του ΠΑΣΟΚ και του κ. Ανδρουλάκη να διαφοροποιηθεί πολιτικά σε σχέση με τη Νέα Δημοκρατία.  Δηλαδή ο κ.Ανδρουλάκης έχει ένα διπλό πρόβλημα,  το ένα είναι ότι δεν μπορεί, γιατί έχει υιοθετήσει κατά την άποψή  μου μια κεντροδεξιά ατζέντα, σε θέματα ιδίως υγείας και σε θέματα παιδείας, να επαναφέρει τον μεγάλο κορμό των ψηφοφόρων μελών του ΠΑΣΟΚ που φύγανε την περίοδο 2010-2012, σε σχέση με τον ΣΥΡΙΖΑ και που τώρα πάνε προς την αποχή ή πήγανε προς  την αποχή και βεβαίως έχει και  ένα διπλό πρόβλημα γιατί στη μείωση, αν υπάρξει και θα  υπάρξει λογικά κάποια μικρή ή  μεγάλη μείωση των ποσοστών της Νέας Δημοκρατίας, δεν μπορεί να καρπωθεί αυτή τη μείωση γιατί ακριβώς τα πολιτικά  στελέχη του ΠΑΣΟΚ και που ιδεολογικά είναι κοντά στον  κ. Ανδρουλάκη, βλέπουμε να είναι είτε υπουργοί της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας, είτε τώρα να στελεχώνουν το ευρωπαϊκό ψηφοδέλτιο της Νέας Δημοκρατίας και αυτό είναι  ένα διπλό πρόβλημα. Νομίζω ότι υπάρχουν δυο δίπολα. Το  ένα είναι ΠΑΣΟΚ και Νέα Δημοκρατία και το άλλο είναι ΣΥΡΙΖΑ και Νέα Αριστερά. Νομίζω ότι έτσι όπως φαίνεται να διαμορφώνονται τα πράγματα  ο μεγάλος νικητής των εκλογών θα  είναι ο κ.Κασσελάκης.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.