Ξεφυλλιζοντας τα ταξιδια του Σεραφειμ Φυντανιδη

Την αναμενόμενη επιτυχία από πλευράς προσέλευσης αλλά πέραν του προσδοκώμενου από άποψης επικοινωνίας είχε η παρουσίαση του βιβλίου του διευθυντή της «Ελευθεροτυπίας» Σεραφείμ Φυντανίδη «Απόδραση σε τέσσερις ηπείρους», που εντάχθηκε στα φετινά Ελευθέρια κι έλαβε χώρα στο ΔΗΠΕΘΕ το βράδυ του Σαββάτου. Όπως αποκάλυψε στο τέλος της εκδήλωσης ο δήμαρχος Τάσος Βαβατσικλής η ιδέα προέκυψε στις εκλογές για την ΚΕΔΚΕ όταν αγόρασε ως δώρο για την πρόεδρο της ΔΕΠΑΚ Σοφία Μενεσελίδου το βιβλίο του Σεραφείμ Φυντανίδη. Στη βιβλιοπαρουσίαση που έκλεψε τις καρδιές, ειδικά του γυναικείου κοινού, αρωγοί στάθηκαν ο ποιητής, συγγραφέας, Θανάσης Νιάρχος που επιμελείται τη σειρά «Σκέψη, Χρόνος και Δημιουργοί» των εκδόσεων Καστανιώτη και ο δημοσιογράφος της «Ελευθεροτυπίας» Συμεών Σολταρίδης, συνταξιδιώτης του συγγραφέα στις αποδράσεις του στην Τουρκία.

Ο κ. Σολταρίδης ανέλαβε να παρουσιάσει τον Σεραφείμ Φυντανίδη με αναφορές στην καταγωγή του, με γονείς πρόσφυγες απ’ τα μέρη της Τουρκίας. Συνεπής αναγνώστης αποδείχθηκε ο δήμαρχος κ. Βαβατσικλής εκφράζοντας τις πρώτες θετικές εντυπώσεις απ’ το βιβλίο, από το κεφάλαιο «Τρίωρη κουβέντα με το ληστή του τρένου», τον Ρον Μπιγκς και τη συνάντηση με τον Οζάλ στο κεφάλαιο «Τα κλειδιά του Νταβός». Μετά τη στιχομυθία του συγγραφέα με τον «χαριτωμένο κύριο Οζάλ», που γνώριζε μέσω των μυστικών του υπηρεσιών την πολίτικη καταγωγή του Φυντανίδη και το λογοπαίγνιο γύρω απ’ την καταγωγή του ονόματός του «fidan» ή «φυτό», καταγράφει το παράδειγμα της Μεγίστης:

«Να, εδώ παρακάτω υπάρχει ένα δικό σας νησάκι. Μεΐς το λένε…

– Δεν το λένε Μεΐς, κύριε πρόεδρε, τον διακόπτω, Μεγίστη το λένε από τους αρχαίους χρόνους. (Καστελόριζο το λένε τώρα). Επειδή είναι πολύ μικρό νησί, οι αρχαίοι ημών πρόγονοι το ονόμασαν έτσι κατ’ ευφημισμόν. Μεγίστη. The Biggest!

– Και αυτό δικό σας το θέλετε!… μου έβαλε τις φωνές γελώντας.

– Μα είναι δικό μας.

– Τέλος πάντων. Εκείνο που ήθελα να πω είναι το εξής: Παρά τις εντάσεις μεταξύ των δύο χωρών, οι κάτοικοι αυτού του μικρού νησιού έχουν βρει τον τρόπο να συναλλάσσονται ακόμα και να γιατροπορεύονται με τους απέναντι, τους Τούρκους. Κι ο λόγος είναι απλός. Το νησάκι είναι δίπλα στην Τουρκία, ενώ απέχει πάρα πολλά μίλια απ’ την Ελλάδα. Βλέπετε, οι λαοί βρίσκουν πιο εύκολα το δρόμο της συνεργασίας από τους πολιτικούς…

Σταμάτησε, ήπιε μια γουλιά καφέ και συνέχισε:

– Θα σου πω μια ιστορία, για να καταλάβεις πώς βλέπω εγώ τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Μια φορά κι έναν καιρό, ήταν δυο γείτονες που ζούσαν στις δύο πλευρές ενός δρόμου. Ένα πρωί, μόλις ξύπνησαν, είδαν στη μέση του δρόμου ένα σακί με χρυσές λίρες. Ε, λοιπόν, αυτοί οι βλάκες, αντί να μοιραστούν το θησαυρό, πήραν από ένα τουφέκι και απειλούσαν ο ένας τον άλλο: «Αν αγγίξεις το θησαυρό, σ’ την άναψα!» Έτσι πέρασαν τα χρόνια, οι δυο γείτονες πέθαναν με τα όπλα στο χέρι κι ένας τρίτος άρπαξε το τσουβάλι με τις λίρες κι έγινε καπνός. Αυτό είναι, φίλε μου, το πρόβλημα του Αιγαίου. Αντί να το εκμεταλλευτούμε, ξοδεύουμε τα λεφτά μας στους εξοπλισμούς»
.

Ο κ. Βαβατσικλής πρόσθεσε ότι ο Δήμος Κομοτηνής τιμά τον Σεραφείμ Φυντανίδη ως δημοκράτη και αγωνιστή, που έχει θρακιώτικες ρίζες στην καταγωγή του.

Άριστο δείγμα ταξιδιωτικής λογοτεχνίας

Ο ποιητής κ. Νιάρχος, τον οποίο ο δήμαρχος χαρακτήρισε «ηθικό αυτουργό» του βιβλίου, σχολιάζοντας την εκδοτική επιτυχία του βιβλίου, προσδιόρισε ότι από τις 366 σελίδες της 7ης έκδοσης θα φτάσει τις 400 με την προσθήκη ταξιδιωτικών εμπειριών του συγγραφέα. Ανατρέχοντας στην ιστορία του βιβλίου, ο κ. Νιάρχος είπε ότι ξεκίνησε στις 17 Ιανουαρίου του 2002, στο σπίτι του Αντώνη Σαμαράκη. Χαρακτήρισε το βιβλίο ως ένα είδος πρώιμης αυτοβιογραφίας, ανέφερε ότι εντάσσεται στη σειρά «Σκέψη, Χρόνος και Δημιουργία» που είχε σαν αφετηρία το βιβλίο του Γιάννη Τσαρούχη «Αγαθόν το εξομολογείσθαι», πριν 18 χρόνια. Ο Τσαρούχης έβαλε το θεμέλιο λίθο μιας σειράς που περιέλαβε τον Μινωτή, τον Φασιανό, τον Φυντανίδη…

Από τα 100 βιβλία, οι εκδοτικές απογειώσεις ήταν ελάχιστες. Ο κ. Νιάρχος σχολίασε ως έκπληξη τα κείμενα του δημοσιογράφου – συγγραφέα, θυμίζοντας ότι η ταξιδιωτική λογοτεχνία έχει μέγιστο παρελθόν στην Ελλάδα, με την επισήμανση ότι κανένα έργο του είδους δεν είναι γραμμένο μια κι έξω. «Όλη η ταξιδιωτική λογοτεχνία, από τον Κώστα Ουράνη, το Νίκο Καζαντζάκη, μέχρι τον Σεραφείμ Φυντανίδη, πέρασε πρώτα από εφημερίδες». Ανατρέχοντας σε άλλα σπουδαία ονόματα της ελληνικής ταξιδιωτικής λογοτεχνίας όπως ο Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος, ο Σπύρος Μελάς, ο Μιχάλης Καραγάτσης, κατέγραψε τη συρρίκνωσή της, που σχετίζεται με την ποσότητα των δημοσιεύσεων στον καθημερινό Τύπο.

Με τη ματιά του δημοσιογράφου

Περνώντας στο περιεχόμενο του βιβλίου, έδωσε έμφαση στη δημοσιογραφική ματιά του Φυντανίδη, που τον διαφοροποιεί απ’ τους καθαρόαιμους λογοτέχνες. «Ολοκληρώνει τα κείμενά του μ’ αυτό που θέλει να πει από την αρχή. Ξεκινάει αμέσως από το πολύ σημαντικό». Στα πλεονεκτήματα της γραφής, καταγράφει το ότι ο συγγραφέας γνώρισε πολύ καλά την ιστορία των χωρών που επισκέπτεται. «Φαίνεται ότι πηγαίνει εξοπλισμένος με την ιστορία της χώρας που επισκέπτεται με τρόπο συναρπαστικό. Οι χώρες που επισκέπτεται είναι σε μια κοινωνική ζύμωση, αναταραχή, βγαίνουν ή οδεύουν προς μια μεγάλη περιπέτεια, είναι αυτό που θα λέγαμε «χώρες στην τσίτα»».

Στα «θαυμαστά» ο κ. Νιάρχος κατέταξε το ότι ο Σ. Φυντανίδης είναι διευθυντής μιας μεγάλης εφημερίδας, «πρόσωπο που χειρίζεται τη δημοσιογραφική εξουσία, κατ’ επέκταση και την πολιτική, άρα οι αποφάσεις του βαραίνουν περισσότερο». Παρατήρησε αμέσως μετά ότι ο συγγραφέας «επισκέπτεται τις χώρες αφοπλισμένος από την ιδιότητα της εξουσίας, εκπλήσσεται με ό,τι συμβαίνει… η παρατήρηση των χωρών χωρίς το αφ’ υψηλού, σαν να ήταν ένας μεταφυσικός, από θεολογικής απόψεως, ταξιδιώτης».

Στη Θράκη των προπατόρων

Συγκινημένος που βρέθηκε στη Θράκη, από όπου ξεκίνησαν οι προπάτορές του, δήλωσε ο Σεραφείμ Φυντανίδης, κερδίζοντας απ΄ τα πρώτα λόγια το κοινό του, ειδικά το γυναικείο, που έπαιρνε λέξεις του και τις απαντούσε, καθώς μίλαγε, σαν μια σκέψη που αποκτά φωνή. «Όταν πρωτοπήγα στην Κωνσταντινούπολη ένιωθα σαν να ΄χα ξαναπάει, γιατί οι αφηγήσεις που άκουγα ήταν σε ενεστώτα χρόνο. Όταν πήγα απ΄ το Μπέϊκοζ (περιοχή της Κωνσταντινούπολης), τις φωτογραφίες στη μητέρα μου, πέρυσι, είναι 94 χρονών, δεν ήθελε να τις δει. Ο πατέρας μου δεν ήθελε να ξαναπάει στην Κωνσταντινούπολη». Σεβόμενος τις μνήμες των γονιών του, επέλεξε να μεταφέρει εμπειρίες από περιοχές που δεν είχαν σχέση με τα μέρη τους, όπως η Σινασσός, η Καππαδοκία…

Μοιράστηκε με το κοινό ότι νιώθει καλά όταν πηγαίνει στην Τουρκία, «παρά τις διαφορές μας» και στη συνέχεια μια ιστορία που εκτυλίχθηκε σ΄ ένα χάνι, και χρησιμοποιώντας τουρκικές λέξεις, διηγήθηκε ότι ο ιδιοκτήτης «όταν ήρθε η ώρα να πληρώσω μου είπε «μισααφίρ» μού έδωσε ένα ζευγάρι χειροποίητες παντόφλες, τις οποίες πήγα στην μητέρα μου και εκείνη τις έχει και τις βλέπει». Παίζοντας με τις λέξεις, θυμήθηκε τον πρόεδρο της Τουρκικής Βουλής, τον Ακμπουλούτ, που θα πει ασπροσύννεφος και είχε διαδεχθεί τον Καραντουμάν, δηλαδή τον μαύρο καπνό.

Οι διηγήσεις του Σεραφείμ Φυντανίδη από την ανταλλαγή των πληθυσμών έφεραν συγκινησιακή φόρτιση, καθώς επέλεξε ν΄ ανατρέξει σ΄ αυτές μπροστά σ΄ ένα πλούσιο κοινό προσφύγων. Δικαιολογώντας τα χαρακτηριστικά που τού απέδωσε ο Σταύρος Νιάρχος, μίλησε για τις χώρες σε εξέλιξη, τη Ρωσία, τα Σκόπια, τη Λατινική Αμερική «προσπάθησα να μην κάνω ταξιδιωτικούς οδηγούς αλλά να ανακαλύψω ό,τι βρίσκεται πίσω απ΄ τα φαινόμενα, συναναστράφηκα με απλούς ανθρώπους». Προτίμησε το καθημερινό απ΄ τις συνομιλίες με τον Οζάλ, τον Κάστρο, τον Πούτιν, που ήταν προγραμματισμένες. Μετέφερε αναμνήσεις απ΄ τον Οζάλ και τον Ντεμιρέλ σχετικές με το «μοίρασμα» του Αιγαίου και δέχθηκε ότι «αν δει κανείς τη γεωγραφία και την ιστορία από την άλλη μεριά είναι γι΄ αυτούς ένας βρόγχος».

Ταξίδια στη γραφή, στον προφορικό λόγο, με κύκλους στο χρόνο μέχρι που έφτασε στο πρώτο του ταξίδι, στην Ευρώπη, Αύγουστο του 1965, μαζί με τρεις φίλους, ένα Όπελ Κάραβαν του πατέρα ενός φίλου τους που είχε εμπορικό κατάστημα. Ταξίδι που κράτησε 28 μέρες με συντροφιά ένα αντίσκηνο, πολλές κονσέρβες, παξιμάδια και βρασμένα αυγά. Απευθυνόμενος στο κοινό, με μια στάση – βλέμμα στο Θανάση Νιάρχο, μίλησε για τα ταξίδια που δεν έγραψε, τη Χαβάη, το Μαρόκο, την Αίγυπτο και ιδιαίτερα τις Φερόες νήσους με τα 28 νησάκια, που το μικρότερο το λένε Μυκήναι (που σημαίνει κοπριά). «Είμαι και λίγο παραμυθάς», αυτοσαρκάστηκε, ενθυμούμενος τις ρίζες του.

Έκλεισε με μια τουρκική παροιμία – ευχή που του ΄λεγε ο πατέρας του: «Ένκετυ γκυνυμύζ μπου ολσούν! Που πάει να πει: Αυτή ας είναι η χειρότερη μέρα της ζωής μας!». Μετά το χειροκρότημα θαυμασμού αναπτύχθηκε διάλογος με το κοινό, που είχε να κάνει με τις πολιτικές σχέσεις Ελλάδας – Τουρκίας, στις οποίες διέκρινε την επίσημη πολιτική της Άγκυρας από την δυναμική της βάσης, δηλαδή τον κόσμο που κατέκλυσε τα σύνορα.

Η βραδιά έκλεισε μ΄ ένα δώρο επιλεγμένο από το δήμαρχο Κομοτηναίων, ένα βιβλίο στα αραβικά από παλαιοπωλείο της Κομοτηνής και μια ανθοδέσμη από την πρόεδρο της ΔΕΠΑΚ.

Μαρία Αμπατζή

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.