Τατιανα Κιρχοφ «Ιστοριες που (δεν) ειπα στον ψυχολογο μου»: H συγχρονη πεζογραφια ως μορφη ψυχαναλυτικης διεργασιας

Tης Γεωργίας Ντεμίρη*

Επηρεασμένη από την προσωπική μου ενασχόληση με τη γραφή ως μορφή θεραπείας και αυτο-θεραπείας στον αναδυόμενο κλάδο των “Medical Humanities”, ο οποίος συνενώνει την λογοτεχνία και την τέχνη γενικότερα με την ψυχιατρική και την ψυχανάλυση, βρέθηκα αντιμέτωπη με τη συλλογή διηγημάτων της Τατιάνας Κίρχοφ, υπό τον τίτλο «Ιστορίες που (δεν) είπα στον ψυχολόγο μου» που κυκλοφορούν από τις εκδόσεις «Πόλις» (2020).

Το βιβλίο συγκεκριμένα απλώνεται σε 200 σελίδες, το εξώφυλλο κοσμεί πίνακας του Miquel Barceló που φέρει την ονομασία “Marché de Sangha, la jupe verie” και αποτυπώνει σχηματικά σώματα ανθρώπων, τα οποία δεν έχουν εμφανή τα χαρακτηριστικά του προσώπου τους, γεγονός που στοχεύει όπως θα αντιληφθούμε και στη συνέχεια στην κατασκευή συγγραφικών προσωπείων. Ένα βιβλίο μοναδικό στο είδος του που σε παρασέρνει από την πρώτη του σελίδα και αποδεικνύει πόσο λυτρωτικό είναι το είδος της γραφής, καθώς σύμφωνα με τον τίτλο έχει τη δύναμη να κάνει αφήγηση τις ιστορίες εκείνες που ακούστηκαν σε θεραπευτικό πλαίσιο, αλλά και να αποκαλύψει άλλες που δεν εισακούστηκαν ποτέ.

Οι αδιέξοδες πορείες μας

Με φόντο τον κόσμο που ζούμε, σύγχρονοι άνθρωποι μιλούν ή δεν μιλούν γι’ αυτά που τους απασχο¬λούν. Έντεκα μικρές αυτοτελείς ιστορίες για τα προβλήματα του σήμερα· το αίσθημα ότι είσαι πάντα δεύτερος, τα μεγάλα διλήμματα της ζωής που σε φέρνουν αντιμέτωπο με δύσκολες αποφάσεις, οι ανία¬τες ασθένειες που σε βυθίζουν σαν άγκυρα, ο μονόλογος ενός ανθρώπου που δεν ζει πια, σύνδρομα που μας φόρτωσαν οι γονείς μας, φόβοι, αγωνίες, προβληματισμοί, και τα όνειρά μας που πρέπει να τα κυνηγάμε.

Λογοτεχνικά προσωπεία και ταυτίσεις

Η εκφορά της ψυχανάλυσης στο βιβλίο αυτό είναι τριπλή, καθώς αφορά τη σχέση θεραπευτή και θεραπευόμενου, την εν δυνάμει επαφή θεραπευόμενου και ακροατή, ο οποίος είναι αποδέκτης των εξομολογήσεων, και φυσικά την ταύτιση της συγγραφέως, η οποία είναι ψυχολόγος, με τις αφηγηματικές της αναφορές. Η γλώσσα του κειμένου απλή χωρίς δυσνόητα «φτιασίδια», καθώς προσπαθεί να αποδώσει σχεδόν κινηματογραφικά την ψυχογραφία των ηρώων του, σε εξομολογητικό τόνο.

Διαβάζουμε «στο σύνδρομο του καλού κοριτσιού» το παρακάτω απόσπασμα που αποτελεί κλειδί της θεραπευτικής διαδικασίας και παραδοχής από την πλευρά του ασθενούς:

«Ο πρώτος χρόνος με τον ψυχολόγο ήταν δύσκολος. Μισή κουβέντα έλεγα εγώ, δύο φορές κουνούσε το κεφάλι του εκείνος. Κάποια στιγμή σκέφτηκα να τον σταματήσω. Αφού, λέω, εκείνος δεν πολυμιλάει, πώς περιμένει να με βοηθήσει; Άμα ήξερα τη λύση θα την έβρισκα και μόνη μου, εγώ πήρα εκεί για να μου πει αυτός τι να κάνω. Μετά από έναν χρόνο συνειδητοποίησα ότι ο ψυχολόγος δεν είναι  η μάνα μου να πει τι θα κάνω κι αυτό ήταν, όσο να πεις, κάπως ανακουφιστικό».

Η ταύτιση αναγνώστη-ακροατή και αφηγητή είναι δεδομένη, καθώς η ανάγκη εξωτερικευτικών διαδικασιών κρίνεται επιτακτική και αδιαμφισβήτητη. Η εξωτερίκευση αυτή πραγματώνεται τη στιγμή ακριβώς που η «Ανώνυμη», προκειμένου να οδηγηθεί στην εσωτερική της αποκάλυψη και παραδοχή συνενώνει τον εαυτό της μ’ άλλους. Το γεγονός αυτό στοχεύει στην κατασκευή προσωπείων, τα οποία λειτουργούν προστατευτικά ως προς την «εικόνα εαυτού». Συναντάμε στο κείμενο τα εξής:

«Για πρώτη φορά, σ’ αυτόν εδώ τον χώρο, νιώθω ότι είμαι εγώ, όχι η μικρή που της φωνάζανε “Έι ψιτ”. Για πρώτη φορά στη ζωή μου είμαι η Μαρία. Και η Τζούλια, η Νόρα, η Ιφιγένεια, η Γερτρούδη, ο Πουκ, η Φαίδρα, η Κασσάνδρα, ο Πυλάδης, η Αγαύη, η Όλια, η Ισαβέλλα, η Ιουλιέττα…».

Τέλος, «στη μοναξιά του απέναντι» η Τατιάνα συγγραφέας-ψυχολόγος διερωτάται:
 
«Τατιάνα, το έχει πάθει κι εσύ; Σου έχει συμβεί καμιά φορά; Νά, εκεί ανά μία ώρα μπαίνει κόσμος στον χώρο σου, καινούργιος κόσμος, νέος κόσμος, νεότερος από εσένα, ίσα με σένα, μεγαλύτερος από εσένα, και ενώ σου μιλάει συνεχώς και σου αναλύει τις σκέψεις, τα προβλήματά του, τις συμπεριφορές του, εσύ να τον ακούς, να του απαντάς, να τον καθοδηγείς, να τον συμβουλεύεις και να νιώθεις τόσο μόνη. Διάφανη. Διαπερατή. Αλλά θα μου πεις μήπως αυτός δεν είναι ο ρόλος μας τελικά; Η χρησιμότητά μας; Πάνω μας μπορεί να ζωγραφίσει ο καθένας ό,τι θέλει».

Πράγματι αυτή η διαφάνεια καθορίζει τον ρόλο μας; Άραγε, η χρησιμότητά μας έγκειται σε αυτό που εμείς προσφέρουμε στον άλλο ή σε ό,τι μας δίνει πίσω αυτός σε μια διαδικασία συνεργατική; Μήπως τελικά, αν κοιτάξουμε μέσα μας θα δούμε κομμάτια των ανθρώπων που δεν ξέραμε καν ότι τα φέρουμε ή μήπως η γραφή και η ανάγνωση από μόνη της μας οδηγούν σ’ αυτά; Αυτά είναι μόνο μερικά από τα ερωτήματα που θα απαντηθούν από τη δική σας ανάγνωση, γιατί ο «ορίζοντας προσδοκιών» καθενός από ’μας είναι μοναδικός.

Διώνη Δημητριάδου «Ιστορίες πέρα από τα ψέματα και τις ωραιοποιήσεις, τις υπερβολές και τις αποκρύψεις»

Η Διώνη Δημητριάδου αναφέρει σε κριτική της στο περιοδικό «Fractal» σχετικά με τους ήρωες της Τατιάνας Κίρχοφ πως:

«Τραγικός πρωταγωνιστής θα γίνει ένας άλλος ήρωας, όταν θα αποχωρήσει αυτοβούλως από τη ζωή κερδίζοντας τον επιδιωκόμενο πρώτο ρόλο στη σκέψη των άλλων –πάντα ως τότε δεύτερος. Σε μια μείξη τριτοπρόσωπης αφήγησης και μονολόγου (σε ένα από τα καλύτερα διηγήματα του βιβλίου, “Αποφάσεις”) το μοίρασμα της οδυνηρής αλήθειας θα γίνει με πρόσωπο που αδυνατεί να ακούσει ή να απαντήσει, βουβή και ασώματη πλέον παρουσία-απουσία. Στα συγκλονιστικά “Δελφίνια” η εξομολόγηση γίνεται μέσα από την, ιαματική συχνά, διαδικασία μιας εν ύπνω επικοινωνίας. Αλλού θα δούμε εμμονές ψυχοπαθολογικές να μεταφέρονται από πρόσωπο σε πρόσωπο (μητέρα και κόρη), μέχρι την αποκοπή του ομφάλιου λώρου. Και είναι τότε που η εξομολόγηση θα “ακουστεί” από τον παρόντα-απόντα ακροατή, που σε λίγο δεν θα θυμάται τίποτα.  Μια χριστουγεννιάτικη ιστορία (αφηγημένη σε τρίτο πρόσωπο) θα αποκαλύψει τις κατεστραμμένες γέφυρες στα μέλη μιας εικονικά ευτυχισμένης οικογένειας. Αποκαλυπτική επίσης μια παρτίδα τάβλι (“Πόρτες”), ιδιαίτερα συγκινητική η σχέση με τα πράγματα του νεκρού πατέρα, όταν ένα χαλασμένο ρολόι θα αποκτήσει ανεκτίμητη συναισθηματική αξία (“Μέθοδος αναπόλησης”), η ενδιαφέρουσα εξομολόγηση της άλλης όχθης (“Η μοναξιά του απέναντι”), η αγωνία του ασθενή με Alzheimer να μην ξεχαστεί κι όχι να μην ξεχάσει (“Μονόλογος”), τέλος η εξοικείωση με τη σωστή λέξη με χώρισε και όχι χωρίσαμε (“Τείχη ή άσκηση δωματίου”).

Όλες ιστορίες που λέει κανείς στον ψυχολόγο του –αν τις λέει– ή που μονολογεί στον εαυτό του αποκρύπτοντας από όλους –ακόμα κι απ’ τον ψυχολόγο του– την αληθινή εκδοχή. Ιστορίες πέρα από τα ψέματα και τις ωραιοποιήσεις, τις υπερβολές και τις αποκρύψεις. Ή, ακόμα, και σαν αυτές που τις αντιμετωπίζεις ως παρατηρητής, ενώ σε αφορούν κατά άμεσο τρόπο.

Μπορεί μια άξια λογοτεχνική γραφή να προδώσει πίσω της την επιστημονική γνώση; Ή αλλιώς, μπορεί η επιστημονική κατάρτιση να επισκιάσει με το βάρος της τη μυθοπλασία; Η γραφή της Κίρχοφ κερδίζει το στοίχημα· χωρίς περιττή επίδειξη της επιστημονικής κατάρτισης, με περισσότερο προσωπικό τόνο στις εξομολογήσεις, με συγκρατημένο τον συναισθηματισμό όπου χρειάζεται, με σωτήριο χιούμορ ακόμα και αυτοσαρκασμό σε καίρια σημεία, οι ιστορίες της διαβάζονται χωρίς τίποτα να τις βαραίνει, χωρίς καμία επισκίαση της λογοτεχνικής τους αξίας.

Μια αδυναμία που εντοπίζεται στον (σε αρκετά σημεία) ομοιόμορφο τρόπο που οι μονόλογοι χρησιμοποιούν τα λεκτικά τους μέσα, τη γλώσσα και το ύφος, ας θεωρηθεί αναπόφευκτη σε μια πρώτη ενασχόληση με τη λογοτεχνία –η δημιουργία εντελώς ξεχωριστών προσώπων στον τρόπο εκφοράς του λόγου είναι μια κατάκτηση που κερδίζεται με τον χρόνο και την τριβή με τη γραφή. Ωστόσο, οι ιστορίες αυτές, με την πρωτοτυπία της θεματικής τους και τον αβίαστο ρυθμό της πλοκής τους, προμηνύουν μια ενδιαφέρουσα συνέχεια. Την αναμένουμε».

Η ιστορία της Τατιάνας Κίρχοφ

H Τατιάνα Κίρχοφ γεννήθηκε το 1988 στην Αθήνα. Σπούδασε ψυχολογία στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας και στο Kingston University του Λονδίνου. Είναι κάτοχος διδακτορικού διπλώματος στις νευροεπιστήμες από το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Έχει κάνει επίσης ανώτερες σπου¬δές υποκριτικής και έχει εργαστεί ως ηθοποιός και θεατρική συγγραφέας. Ασχολείται επαγγελματικά με την ψυχολογία. Οι «Ιστορίες που (δεν) είπα στον ψυχολόγο μου» είναι η πρώτη της συλλογή διηγημάτων.

*H Γεωργία Ντεμίρη είναι φιλόλογος και διδακτορική φοιτήτρια στο ΤΕΦ/ΔΠΘ.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.