«Σμυρνη, το αστερι του Λεβαντε ‒ Λεβαντινοι, Ελληνες, Αρμενιοι και Εβραιοι»: Τι εχει αραγε να μας πει ενας Τουρκος συγγραφεας για τη Σμυρνη;

Μπουλέντ Σένοτζακ, «Σμύρνη, το αστέρι του Λεβάντε ‒ Λεβαντίνοι, Έλληνες, Αρμένιοι, και Εβραίοι», εκδ. Επίκεντρο, Αθήνα 2019, σ. 390

Τι να έχει άραγε να μας πει ένας Τούρκος για τη Σμύρνη; Για τους Έλληνες η Σμύρνη ήταν πάντοτε μία καθαρά ελληνική υπόθεση. Μόνο το άκουσμα του ονόματός της προκαλεί στους περισσότερους Νεοέλληνες μια αβάσταχτη αίσθηση απώλειας και πόνου. Κι όμως, η Σμύρνη, το αστέρι του Λεβάντε, και ιδιαίτερα η πολυπολιτισμική Σμύρνη του παρελθόντος που χάθηκε πλέον ανεπιστρεπτί, παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον και για μια μεγάλη μερίδα των σύγχρονων Τούρκων που φαίνεται να νοσταλγούν την πρότερη πολυεθνική μορφή της.

Ο Σμυρναίος στην καταγωγή συγγραφέας Μπουλέντ Σένοτζακ, αδιαμφισβήτητα, είναι ένας από αυτούς τους νοσταλγούς οι οποίοι θρηνούν για τη χαμένη πολυπολιτισμικότητα που κάποτε διέκρινε την ιδιαίτερη πατρίδα του, το αποκαλούμενο «αστέρι του Λεβάντε».

Για τον Έλληνα αναγνώστη, με την προϋπόθεση ότι θα καταφέρει βέβαια να μπει στη θέση αυτού που είναι βαθιά ριζωμένος στη μνήμη μας ως προαιώνιος αντίπαλος, κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης, θα αποβεί εξαιρετικά ενδιαφέρουσα η ανάγνωση ενός τέτοιου βιβλίου γραμμένο από έναν συγγραφέα της «άλλης» πλευράς, ο οποίος όμως σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να ειπωθεί ότι παραποιεί τα ιστορικά γεγονότα. Απεναντίας μάλιστα, τα γραφόμενά του στηρίζονται σε επισταμένη έρευνα. Και όχι μόνον αυτό, αλλά ο συγγραφέας μάς δηλώνει στον πρόλογο του βιβλίου του ότι ήρθε σε σύγκρουση με το κατεστημένο στην Τουρκία λόγω της διαφορετικής άποψης που παρουσιάζει στο εν λόγω πόνημα σχετικά με το πώς ξεκίνησε η πυρκαγιά στη Σμύρνη εκείνον τον μοιραίο Σεπτέμβρη του 1922. Όσο κι αν ξενίσει τον Έλληνα αναγνώστη η αναφορά στα γεγονότα του 1922 από την οπτική της άλλης πλευράς, δηλαδή όχι σαν «η καταστροφή» της Σμύρνης, αλλά σαν «η απελευθέρωση», δεν θα μπορέσει να μην παραδεχτεί ότι, παρά την ατυχή κατάληξη που είχε τελικά για τους Έλληνες η μικρασιατική εκστρατεία, αυτή αρχικά δεν ήταν παρά ένας ακόμη κατακτητικός πόλεμος, επομένως οι Τούρκοι από την πλευρά τους είχαν κάθε δικαίωμα να τη βλέπουν σαν εισβολή στα εδάφη τους.

Το συγκεκριμένο συγγραφικό πόνημα όμως δεν επικεντρώνεται στα γεγονότα του 1922, αλλά κυρίως στο πώς ήταν η ζωή στη Σμύρνη κατά τη διάρκεια του απόγειου της πολυπολιτισμικής της περιόδου, δηλαδή κυρίως στον 19ο και το πρώτο μισό του 20ού αιώνα. Διότι πράγματι, η καταστροφή της Σμύρνης, το 1922, δεν ήταν καταστροφή μόνο στη συλλογική ελληνική μνήμη, αλλά συγχρόνως και ένα γερό πλήγμα στον πολυεθνικό ιστό της πόλης. Η Σμύρνη, πριν από το 1922, ήταν μία πόλη ξεχωριστή, πολύχρωμη, πολύγλωσση και ανεκτική απέναντι στο διαφορετικό. Αυτήν τη Σμύρνη δυστυχώς δεν θα τη δει ο επισκέπτης τού σήμερα, παρά μόνο, όπως άλλωστε συμβαίνει σήμερα και στη Θεσσαλονίκη, στην Αλεξάνδρεια και στην Κωνσταντινούπολη, σε ορισμένα ερείπια που μαρτυρούν το διαπολιτισμικό μεγαλείο του παρελθόντος της.

Κι όμως, παρά την ευρέως διαδεδομένη άποψη, οι Έλληνες, και όχι οι Τούρκοι, είναι εκείνοι που πρώτοι με τον κατακτητικό στρατό τους κατέστρεψαν το όνειρο της ελεύθερης και ανεκτικής συμβίωσης. Οι Τούρκοι του Κεμάλ στη συνέχεια, εξίσου φανατισμένοι λόγω της αναβίωσης του ελληνικού εθνικισμού, απλά ολοκλήρωσαν την καταστροφή και τη μετατροπή της πόλης από πολυπολιτισμική σε μία καθαρά εθνική πλέον πόλη. Πράγματι, σύμφωνα με μαρτυρίες αυτόπτων μαρτύρων διαφόρων εθνικοτήτων, όλα άλλαξαν στην πόλη μετά την απόβαση του ελληνικού στρατού τον Μάη του 1922. Το έως τότε χαρούμενο και φιλικό μεταξύ των μειονοτήτων κλίμα έδωσε τη θέση του στην καχυποψία και την εχθρότητα μεταξύ των διαφορετικών εθνών.

Ο συγγραφέας πιάνει από την αρχή  το νήμα της ιστορίας της πόλης, από τα αρχαία ακόμη χρόνια, και αφηγείται με γλαφυρότητα το πώς κατέληξε να γίνει η Σμύρνη ένα τόσο ξεχωριστό οικονομικό και εμπορικό κέντρο, αλλά και ένα κατεξοχήν χωνευτήρι λαών και πολιτισμών. Έμφαση δίνεται, όπως προειπώθηκε, στους αιώνες των νεότερων χρόνων και στις τέσσερις πολυπληθέστερες κοινότητες της πόλης: τους Λεβαντίνους ‒δηλαδή τους ξένους Ευρωπαίους εμπόρους‒, τους Αρμένιους, τους Έλληνες και τους Εβραίους.

Εξετάζονται λοιπόν διεξοδικά, αρχικά τα κτίρια που σχετίζονται με τις μειονότητες, όπως τα θέατρα, τα τυπογραφεία, οι βιοτεχνίες, οι αθλητικοί σύλλογοι, τα σχολεία και άλλες πτυχές του δημόσιου βίου που αφορούσαν τις μειονότητες και κατόπιν όλες οι μειονότητες χωριστά. Στο τέλος γίνεται μία ψύχραιμη επισκόπηση των γεγονότων του 1922, για να καταλήξει ο συγγραφέας στη διαπίστωση ότι θα έπρεπε επιτέλους οι Έλληνες με τους Τούρκους να ξεπεράσουν πλέον τις δυσκολίες του παρελθόντος και να επιχειρήσουν μία νέα αρχή στο όνομα της συναδέλφωσης των λαών και των άφθονων κοινών που οι δύο λαοί μοιράζονται ύστερα από αιώνες συμβίωσης.

Στο τέλος του βιβλίου περιλαμβάνεται έξοχο φωτογραφικό υλικό το οποίο συμπληρώνει την άριστη εικόνα του βιβλίου. Αναμφισβήτητα, απ’ την πληθώρα των βιβλίων που κυκλοφορούν για τη Σμύρνη, αυτό σίγουρα ξεχωρίζει για τη διαφορετική οπτική του, το θέμα στο οποίο επικεντρώνεται και για την εγκυρότητα των πληροφοριών του.

*Η Λεύκη Σαραντινού είναι φιλόλογος, ιστορικός και συγγραφέας. Το πιο πρόσφατο βιβλίο της είναι το παιδικό βιβλίο «Οι Άθλοι του Ηρακλή», εκδ. Γράφημα, Θεσσαλονίκη 2020.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.