Μανος Ελευθεριου: «Ενας Ντ’ Αρτανιαν που Οδοιπορουσε με σπασμενο ποδηλατο»

Μόνο μπορεί να μείνουμε κατόπι μας οι στίχοι,
δέκα μονάχα στίχοι μας να μείνουμε, καθώς,
τα περιστέρια που σκορπούν οι ναυαγοί στην τύχη,
κι όταν φέρουν το μήνυμα δεν είναι πια καιρός.

Κ.Γ. Καρυωτάκης, «Υστεροφημία»

 
Ο Γιώργος Σεφέρης έγραφε: «Πολλές φορές αντικρίζουμε πρώτη φορά ένα ποίημα. Μας φαίνεται σκοτεινό ή αλλόκοτο. Το νόημά του μας ξεφεύγει. Γυρίζουμε τη σελίδα ή κλείνουμε το βιβλίο. Ωστόσο, ξαφνικά, εκεί που κατεβαίνουμε μια σκάλα ή στρίβουμε το δρόμο του σπιτιού μας, δυο-τρεις λέξεις, μια φράση, ένας στίχος γυρίζει μέσα στο μυαλό μας και δεν εννοεί να τ’ αφήσει. Το ποίημα «έπιασε». Είναι σαν τους φτερωτούς σπόρους ορισμένων δέντρων που ταξιδεύουν σε μακρινά χώματα. Από τις λέξεις αυτές το ποίημα θα ξαναβλαστήσει σιγά σιγά μέσα μας, ποιος ξέρει πότε. Το δέντρο θα ξαναγίνει, και τότε θα το καταλάβουμε. Μου έτυχε κάμποσες φορές στη ζωή μου να καταλάβω, μ’ αυτό τον τρόπο, ποιήματα που μου φαίνουνταν στην αρχή ασύλληπτα και ανυπόφορα».
 
Με τον ίδιο βραδυφλεγή τρόπο τα τραγούδια του Μ. Ελευθερίου κατακάθονται και εγχαράσσονται στο ατομικό και συλλογικό υποσυνείδητο. Εσχάτως έχω συλλάβει τον εαυτό μου σε στιγμές στοχαστικές και ρεμβασμού, όχι μόνο να σιγοτραγούδα τον «Άμλετ  της Σελήνης», «Του κάτω κόσμου τα πουλιά», «Τα χρόνια της υπομονής», αλλά να προσπαθεί να ερμηνεύσει και να εξηγήσει τα απόκρυφα, τα άρρητα και τα ανομολόγητα μηνύματα κάθε τραγουδιού. Ο Μ. Ελευθερίου παίρνει τα «συμπεφωνημένα υπονοούμενα» του Γ. Σεφέρη και τα καθιστά σύγκοινο διασάλπισμα. Τα αισθητικοποιεί έχοντας τις ηθογραφικές ικανότητες του Παπαδιαμάντη[1], την επικοτραγικού περιεχομένου λυρική στιχουργική του Δ. Σολωμού (αυτό χαρακτηρίζει σχεδόν του σύνολο του δίσκου της «Θητείας»), τον «παλαμικό» νόστο (Η ανάμνηση δε της Πόλης και η ζωντανή ιστορία του Βυζαντίου αποτελούν κοινό χαρακτηριστικό τους: θυμίζουμε τη «Φλογέρα του Βασιλιά» του Παλαμά, ενώ ο Ελευθερίου γράφει: «Φαρμακωμένος ο καιρός παραμονεύει, μες στα στενά του κάτω κόσμου να σε βρει και δεκατρείς αιώνες άνεργος γυρεύει[2]) και έναν έντονο «καρυωτακισμό» που φθάνει μέχρι τη συγγραφή του ομώνυμου τραγουδιού σε μουσική Θ. Μικρούτσικου (Κώστα Μίχο, γιατί κρύβεις τ’ όνομά σου; Στα καφενεία που συχνάζεις δεν κατοικούν οι παντοκράτορες. Κώστας Καρυωτάκης γράφει κι η ταυτότητά σου, πρίγκιπας επάγγελμα, πρίγκιπας για τη γενιά σου. Παραμονεύουν οι φασίστες με τους ψευδομάρτυρες).
 

Ο Μ. Ελευθερίου υπήρξε ένας ποιητής που υποδύονταν τον στιχουργό, προσδίδοντας μουσικότητα στην ποίηση και ποιητικότητα στην μουσική. Αν ο ίδιος αρέσκονταν να μας υπενθυμίζει για τον Παλαμά ότι του άρεσε να αποκαλεί τα ποιήματα του «τραγούδια», εμείς δεν μπορούμε παρά να λέμε ότι τα «τραγούδια» του Μ. Ελευθερίου είναι ποιήματα εν κινήσει. Είναι για τον ίδιο ζώσα συνείδηση, ενθυμούμενοι τον Μπωντλαίρ: «Αν θέλεις να δεις την ψυχοσύνθεση ενός ποιητή, βρες τις λέξεις που επαναλαμβάνονται μέσα στο έργο του»Άλλωστε τα τραγούδια του Μ. Ελευθερίου δεν έχουν μόνο ποιητική πνοή, αλλά φέρουν και ένα συγκεκριμένο ιδεολογικοπολιτικό και κοινωνικό στίγμα. Μέσα από τα τραγούδια του διακονούσε μια συγκεκριμένη ιδεολογικοαισθητική αντίληψη περί πολιτείας. Και αυτή η αντίληψη είχε ως βάση τον εθνικοπατριωτικό και απελευθερωτικό αγώνα ( «Γράμματα στον Μακρυγιάννη», 1979), την μαρξιστική ιδεολογία και την κομμουνιστική πρωτοπορία ( «Τροπάρια για Φονιάδες και ιδίως τα τραγούδια Ν. Πλουμπίδης», «Ρόζα Λούξεμπουργκ»), τον αυταρχισμό του μετεμφυλιακού κράτους και την κρίση ηγεσίας του κομμουνιστικού κινήματος (οι στίχοι Η μοίρα και ο καιρός το’ χαν ορίσει, Παρασκευή το βράδυ στις εννιά, η νύχτα χίλια χρόνια να γυρίσει, κατά παραδοχή του ιδίου παραπέμπουν στην δολοφονία από παρακρατικούς του βουλευτή της ΕΔΑ Λαμπράκη), την αντιδικτατορική του δράση (που μας χάρισε τα «Λαϊκά» σε μουσική Μ. Θεοδωράκη), μέχρι και την πρώιμη και «ύστερη» Μεταπολίτευση («Νύχτα Θανάτου», «οι Αρκαδίες ΙΙ και ΙΙΙ», «Τα τραγούδια του αγώνα»).
 
Μετά την είδηση του θανάτου του μονολογούσα ότι κανένας «Μάνος» από αυτούς που τόσο αγαπούσα (Λοΐζος, Χατζιδάκις, Ελευθερίου)  δεν είναι εν ζωή. Ένας ήρωας του Σ. Μπέκετ ανακράζει πως δεν υπάρχει χρόνος. Πράγματι, το τέλος του Μ. Ελευθερίου ήταν μόνο ως προς την corpore διάστασή του. Ανιμικά έχει εισέλθει σε μια αχρονικότητα. Στο Ακίνητο και στο Αιώνιο, ακριβώς επειδή θα συνεχίζει να ζει μέσα από τα τραγούδια του, τα ποιήματά του, τους αγαπημένους του φίλους και όσους ανεπίγνωστα τον επικαλούνται.
 

Κλείνοντας , θα ήθελα το δικό μου στερνό αντίο να είναι ένα απόσπασμα από «Τα Κείμενα» του Ανδρέα Εμπειρίκου:
 
«Ο άνθρωπος αυτός ήτο μεσήλιξ και φορούσε ενδύματα κανονικά πολίτου. Τελείως άγνωστος προ της πολιορκίας, κατέστη πασίγνωστος, αφού συνεπληρώθη ο πρώτος μην. Καίτοι η όψις του εφόβιζε τους κατοίκους, καίτοι δεν έγινε ούτε προς στιγμήν καν δημοφιλής, κατώρθωσε, εν τούτοις, να γίνη απαραίτητος, όχι μόνον στα μάτια του λαού, μα και στην συνείδησι των αρχών, και όλοι τον θεωρούσαν, τρόπον τινά, ως εμψυχωτήν της απεγνωσμένης άμυνας.»
 
Λίγο πριν την τελευταία στροφή του χρόνου, σε εξουσιοδοτούμε αγαπημένε μας Μάνο να μηνύσεις εσύ στον Θεό ότι συλλογικώς μας προβληματίζει (Μα ποιος πονάει για όλα αυτά και ποιος γι’ αυτά θα κλάψει. Ποιος θα μιλήσει στον θεό και ποιος θα του τα γράψει). Για τον επιθετικό ατομοκεντρισμό της εποχής, την ανθρωποφαγική κοινωνία, την απονομιμοποίηση της συλλογικής ουτοπίας, την ηθική κατάπτωση και τον εκμαυλισμό. Μιας και αναδύεται η κοινωνία του Τίποτα και η ιδεολογία του Εγώ, να του υπενθυμίσεις πως όσοι πίστεψαν στον κόσμο γίνανε θύματα, και εμείς με τόσα ιδανικά βρεθήκαμε στα ξαφνικά να είμαστε προδομένοι.
 
*Ο Κωνσταντίνος Γ. Μουρτοπάλλας είναι φοιτητής της Νομικής Σχολής του ΔΠΘ και παραγωγός της εκπομπής “Cogito club” του ράδιο Παρατηρητής94fm που μεταδίδεται κάθε Σάββατο στις 22.00- 00.00.



[1] Βλ. «Γλυκοφιλούσα» του Αλ. Παπαδιαμάντη, «Γλυκοφιλούσα Παναγιά» του Μ. Ελευθερίου
[2] Βλ. Σπ. Αραβανής, «Οι λογοτεχνικές καταβολές του Μάνου Ελευθερίου», στο περιοδικό: «Μετρονόμος», τεύχος 58ο, Οκτώβριος-Νοέμβριος 2015, σελ. 10-13

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.