Λαβετε…θεσεις για το ασφαλιστικο

Ανεβαίνει το θερμόμετρο στις εξελίξεις για το Ασφαλιστικό. Τα συνδικάτα με την σημερινή απεργιακή κινητοποίηση, δίνουν την πρώτη μεγάλη απάντηση στην κυβέρνηση που επαναλαμβάνει ότι η μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος είναι αναγκαία. Οι δύο τριτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις του ιδιωτικού και του δημοσίου τομέα, η ΓΣΕΕ και η ΑΔΕΔΥ, σήμερα βρίσκονται στο δρόμο. Κοντά τους γιατροί, δικηγόροι, μηχανικοί και δημοσιογράφοι. Το υπουργείο Απασχόλησης από την πλευρά του φέρεται να διαμορφώνει το τελικό σχέδιο, χωρίς, ωστόσο, οτιδήποτε να θεωρείται οριστικό και ξεκαθαρίζει ότι οι αλλαγές θα έχουν σταδιακή εφαρμογή. Κανείς δεν μπορεί να μείνει αδιάφορος σ΄ αυτή την κινητοποίηση με ευρεία λαϊκή βάση. Ο ΠτΘ ανοίγει το Φάκελο του Ασφαλιστικού και προσεγγίζει κάποιες από τις πολλές πτυχές του προβλήματος… που οδήγησε το σύνολο των εργαζομένων να βιώνουν την τελευταία περίοδο μεγάλη ανασφάλεια για την σύνταξή τους και γενικά, για το επίπεδο διαβίωσής τους.

«Είναι αναγκαίες οι τολμηρές προτάσεις για την αντιμετώπιση των δομικών αδυναμιών του συστήματος» δηλώνει η πρόεδρος του Τμήματος Κοινωνικής Διοίκησης του Δ.Π.Θ. κ. Μαρία Πετμεζίδου και εξηγεί: «α. (υπό όρους) ενοποίηση ταμείων, ώστε να είναι εφικτή η ενιαία καθοδήγηση και ο συντονισμός του συστήματος• β. σαφής διαχωρισμός ανάμεσα στις αρχές της διανεμητικής ασφάλισης, της ανταποδοτικής-κεφαλαιοποιητικής ασφάλισης και των προνοιακών παροχών, ώστε να υπάρχει διαφάνεια ως προς τους στόχους, τον τρόπο λειτουργίας του συστήματος, και τον επιμερισμό των βαρών στο κοινωνικό σύνολο». Παράλληλα, σημειώνει ότι το μέσο όριο ηλικίας συνταξιοδότησης, στην Ελλάδα είναι συγκριτικά υψηλό, όπως εξίσου υψηλό είναι και το επίπεδο των εισφορών των εργαζομένων στην Ελλάδα, σε σύγκριση με άλλες χώρες της ΕΕ.

Η Μαρία Πετμεζίδου, πρόεδρος του Τμήματος Κοινωνικής Διοίκησης του Δ.Π.Θ, ο σύμβουλος των συνδικάτων για τα ασφαλιστικά θέματα, καθηγητής Γιώργος Ρωμανιάς, η Λαμπρινή Αγγελίδου, δημόσιος υπάλληλος, ο Αρσένης Στεργίου, 73 ετών συνταξιούχος και ο Τοντορόφ Τάνιεφ, Βούλγαρος μετανάστης, ανασφάλιστος εργάτης, μιλούν στον ΠτΘ και προσεγγίζουν το Ασφαλιστικό Σύστημα καταθέτοντας την δική τους άποψη. Παράλληλα, παρουσιάζονται και οι σκέψεις ενός προσώπου που χειρίστηκε ως Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων το θέμα και βρέθηκε να ανοίγει τον ασκό του Αιόλου, τον Τάσο Γιαννίτση, με αφορμή την έκδοση του βιβλίού του: «Το ασφαλιστικό (ως ορφανό πολιτικής) και μια διέξοδος»…

Φάκελος Ασφαλιστικό…

• Πόσο βαθιά είναι η κρίση της κοινωνικής ασφάλισης; Και ποια θεωρείτε ότι είναι τα κύρια προβλήματά της;

Το ότι υφίστανται σοβαρά προβλήματα στο σύστημα των συντάξεων στην Ελλάδα φαίνεται από το γεγονός ότι, ενώ οι συντάξεις απορροφούν το 12% του ΑΕΠ το ποσοστό της φτώχειας είναι εξαιρετικά υψηλό μεταξύ των ηλικιωμένων – περίπου δέκα ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερο από το μέσο ποσοστό φτώχειας για το σύνολο του πληθυσμού της χώρας (ακόμη υψηλότερο είναι το ποσοστό της φτώχειας για την ομάδα των ηλικιωμένων γυναικών που ζουν μόνες τους). Βασικά προβλήματα της κοινωνικής ασφάλισης είναι η πολυδιάσπαση, η πολυνομία και οι ανισότητες μεταξύ των διαφορετικών ταμείων. Τα σημερινά ελλείμματα απορρέουν από δομικές ανεπάρκειες του συστήματος και τις εξαιρετικά δυσμενείς για τα ταμεία τακτικές που στο παρελθόν ακολούθησαν οι ελληνικές κυβερνήσεις αναφορικά με τη χρήση των αποθεματικών τους. Η δημογραφική γήρανση θα επιτείνει τα προβλήματα στο μέλλον. Αν το σύστημα αφεθεί ως έχει προβλέπεται ότι το 2050 οι συντάξεις θα απορροφούν το 24% του ΑΕΠ (ποσοστό διπλάσιο από τον προβλεπόμενο μέσο όρο για την ΕΕ των 25 χωρών). Αυτό θα έχει πολύ σημαντικές δημοσιονομικές συνέπειες ιδιαίτερα μάλιστα αν δεν προβλέπεται ταχεία οικονομική μεγέθυνση.

• Πώς μπορεί να επιλυθεί το ζήτημα της χρηματοδότησης της κοινωνικής ασφάλισης;

Κατ’ αρχήν είναι απαραίτητος ο εξορθολογισμός του συστήματος. Η αντιμετώπιση της πολυδιάσπασης και πολυνομίας με την ενοποίηση ομοειδών ταμείων και τον περιορισμό των ανισοτήτων ως προς τις παροχές. Αυτό, ωστόσο δεν πρέπει να οδηγήσει σε εξίσωση παροχών προς τα κάτω. Να τονίσω, εντούτοις, ότι, παρά τη δημογραφική γήρανση και τις αλλαγές που συμβαίνουν στην απασχόληση, σε γενικές γραμμές η βιωσιμότητα του συστήματος εξαρτάται από τον ρυθμό ανάπτυξης. Αν αντιμετωπισθούν το έλλειμμα ισονομίας (όπου όμοιες περιπτώσεις κοινωνικο-επαγγελματικών ομάδων αντιμετωπίζονται με διαφορετικό τρόπο) και η αναποτελεσματικότητα του συστήματος, είναι εφικτή η βιωσιμότητα του διανεμητικού συστήματος, εφόσον πραγματοποιούνται υψηλοί ρυθμοί οικονομικής μεγέθυνσης. Αυτό, ωστόσο, δεν προβάλλεται επαρκώς στις δημόσιες συζητήσεις κυρίως γιατί σε πολιτικό επίπεδο το πρόβλημα τίθεται από την κυβέρνηση (και από το ΠΑΣΟΚ όταν ήταν στην εξουσία) πρωτίστως με όρους δημοσιονομικής διαχείρισης και πειθαρχίας. Υπό το πρίσμα αυτό (των επιταγών του Μάαστριχτ) επιβάλλεται μακροπρόθεσμα η στροφή προς ένα σύστημα που προσεγγίζει το κεφαλαιοποιητικό και όπου οι συντάξεις, κατά το μεγαλύτερο μέρος τους, θα συνδέονται με τις εισφορές (ένα είδος «νοητού κεφαλαιοποιητικού» συστήματος που ήδη εφαρμόζεται σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες). Αυτό αποτελεί την επικρατούσα πολιτική επιλογή που προσανατολίζει τις μεταρρυθμίσεις στις περισσότερες χώρες της ΕΕ.

• Με ποιόν τρόπο μπορεί γενικά να αντιμετωπιστεί το ασφαλιστικό ζήτημα; Αρκεί μια ήπια προσαρμογή; Ή είναι περισσότερο αναγκαίες από ποτέ οι τολμηρές προτάσεις;

Είναι αναγκαίες οι τολμηρές προτάσεις για την αντιμετώπιση των δομικών αδυναμιών του συστήματος: α. (υπό όρους) ενοποίηση ταμείων ώστε να είναι εφικτή η ενιαία καθοδήγηση και ο συντονισμός του συστήματος• β. σαφής διαχωρισμός ανάμεσα στις αρχές της διανεμητικής ασφάλισης, της ανταποδοτικής-κεφαλαιοποιητικής ασφάλισης και των προνοιακών παροχών ώστε να υπάρχει διαφάνεια ως προς τους στόχους, τον τρόπο λειτουργίας του συστήματος, και τον επιμερισμό των βαρών στο κοινωνικό σύνολο.

• Πώς θα καλυφθούν τα ελλείμματα και από πού θα αντληθούν νέοι πόροι;

Όπως τόνισα προηγουμένως, η βιωσιμότητα του διανεμητικού συστήματος σε μεγάλο βαθμό εξαρτάται από τον ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης. Η σταδιακή ενίσχυση της αρχής της ανταποδοτικής-κεφαλαιοποιητικής ασφάλισης δεν αποτελεί αποκλειστικά οικονομική αναγκαιότητα, αλλά πολιτική επιλογή φιλελεύθερου προσανατολισμού. Μεσο-μακροπρόθεσμα πόροι μπορούν να εξευρεθούν μέσα από τον εξορθολογισμό του συστήματος, την αντιμετώπιση της εισφοροδιαφυγής, τη νομιμοποίηση των μεταναστών και την υλοποίηση της Στρατηγικής της Λισσαβόνας, κυρίως σε ό,τι αφορά στην αύξηση της απασχόλησης με την προσέλκυση στην αγορά των εφεδρειών εργατικού δυναμικού (δηλαδή των γυναικών – και κυρίως των γυναικών με παιδιά των οποίων η συμμετοχή παραμένει πολύ χαμηλή στη χώρα μας σε σύγκριση με άλλες χώρες της ΕΕ).

• Πρέπει να αυξηθούν τα όρια συνταξιοδότησης;

Το μέσο όριο ηλικίας συνταξιοδότησης στην Ελλάδα είναι συγκριτικά υψηλό, ανέρχεται σε περίπου 62 έτη (μεγαλύτερο από το μέσο όριο των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης). Εξίσου υψηλό είναι και το επίπεδο των εισφορών των εργαζομένων στην Ελλάδα σε σύγκριση με άλλες χώρες της ΕΕ, ενώ από την άλλη μεριά οι εισφορές των εργοδοτών και η κρατική συμμετοχή (ως ποσοστό της συνολικής χρηματοδότησης του ασφαλιστικού συστήματος) υπολείπονται πολλών χωρών της ΕΕ. Ωστόσο, η πρόωρη συνταξιοδότηση πρέπει να περιορισθεί. Να επισημάνω εδώ την κατά καιρούς αντιφατική κυβερνητική πολιτική, όπου ενώ από τη μια μεριά εκφράζεται η πολιτική βούληση για περιστολή του φαινομένου της πρόωρης συνταξιοδότησης, από την άλλη μεριά η κυβερνητική πολιτική προωθεί την πρόωρη συνταξιοδότηση σε ορισμένους επαγγελματικούς χώρους (βλέπε, για παράδειγμα, ΟΤΕ και αναμενόμενες εξελίξεις στην Ολυμπιακή) – τακτική με δυσμενείς επιπτώσεις στα ταμεία.

• Δίνονται και ποιες κατευθύνσεις από την Ευρωπαϊκή Ένωση, γιατί το πρόβλημα δεν είναι μόνο ελληνικό…

Το ασφαλιστικό είναι ένα σύμπλοκο ζήτημα που συνδέεται με βασικές επιλογές ως προς τον ρόλο του κοινωνικού κράτους (και τους αναδιανεμητικούς του στόχους), την αναπτυξιακή πορεία της οικονομίας, την δημοσιονομική διαχείριση και τη λειτουργία των χρηματαγορών. Ο φιλελεύθερος προσανατολισμός που υποκινεί τις κοινωνικές μεταρρυθμίσεις στις χώρες της ΕΕ έχει ως στόχο να αναδιαρθρώσει τη σχέση δημόσιας και ιδιωτικής ευθύνης στο πεδίο της κοινωνικής προστασίας με τη μεταφορά λειτουργιών από τη δημόσια στην ιδιωτική σφαίρα. Ένα σενάριο για το μέλλον προς το οποίο συγκλίνουν οι έμμεσες και άμεσες κατευθύνσεις από την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι η ανάδειξη τριών πυλώνων ασφάλισης. Πρώτος πυλώνας: μία κύρια σύνταξη (που μπορεί να ενσωματώσει και τις σημερινές επικουρικές συντάξεις) με βάση το διανεμητικό σύστημα (ή σύνθεση μιας «κατώτατης εθνικής σύνταξης» κοινής για όλους και μιας ανταποδοτικής-διανεμητικής σύνταξης)• δεύτερος πυλώνας: μια επαγγελματική σύνταξη κεφαλαιοποιητικού χαρακτήρα (με βάση την ενίσχυση του θεσμού των επαγγελματικών ταμείων που εισήγαγε ο νόμος Ρέπα, ν. 3029/2002)• και τρίτος πυλώνας: ιδιωτική ασφάλιση, είτε μέσω ατομικών είτε μέσω ομαδικών ασφαλιστηρίων. Είναι προφανές ότι τέτοιου είδους εξελίξεις θα αλλοιώσουν σημαντικά τον δημόσιο χαρακτήρα του ασφαλιστικού συστήματος (βλέπε παράδειγμα Ηνωμένου Βασιλείου). Αυτό είναι ένα πιθανό σενάριο για το μέλλον -στο πλαίσιο της ΕΕ και της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας-, το οποίο ωστόσο θα επιδιωχθεί με μικρά βήματα, δεδομένου ότι το πολιτικό κόστος μιας συνολικής μεταρρύθμισης είναι πολύ μεγάλο.

• Ποιος είναι ο νέος ρόλος της κοινωνικής ασφάλισης σε μια αγορά που κυριαρχείται από τη μακρόχρονη ανεργία και τη εξάπλωση μιας ασταθούς, χαμηλά αμειβόμενης απασχόλησης;

Η απάντηση στο ερώτημά σας αυτό, (όπως και η απάντηση στο ερώτημα σχετικά με την κατεύθυνση και τον ρυθμό των αλλαγών), θα πρέπει να λάβει υπόψη τον χαρακτήρα των κοινωνικών αγώνων και κοινωνικοπολιτικών ισορροπιών σε μια χώρα. Το «ακραίο» φιλελεύθερο σενάριο αποδυναμώνει εξαιρετικά τον δημόσιο χαρακτήρα του ασφαλιστικού συστήματος. Στο πλαίσιο αυτό που σκιαγραφείτε στην ερώτησή σας (ενίσχυση επισφαλών μορφών απασχόλησης, αυξημένη ανεργία), το κράτος θα μεριμνά μόνον για μια «κατώτατη», εν μέρει προνομιακού χαρακτήρα σύνταξη – για όλους αυτούς που δεν θα έχουν τους απαραίτητους πόρους και μια σταθερή εργασιακή πορεία για να ασφαλισθούν ιδιωτικά. Αυτό αποτελεί ένα εξαιρετικά δυσοίωνο σενάριο για τον μέλλον. Από την άλλη πλευρά, στον Ευρωπαϊκό χώρο υφίστανται και τα παραδείγματα των Σκανδιναβικών χωρών, όπου, παρά τις μεταρρυθμιστικές τάσεις προς την κατεύθυνση της ενίσχυσης της ιδιωτικής ευθύνης, η «εθνική σύνταξη» εξακολουθεί να έχει ουσιαστική βαρύτητα και αναδιανεμητική επίδραση, με αποτέλεσμα οι συνταξιούχοι με λίγα χρόνια ασφάλισης και ασταθή εργασιακή πορεία μα μην διατρέχουν τον κίνδυνο της φτώχειας στις χώρες αυτές. Επιπλέον, το Σκανδιναβικό μοντέλο «κοινωνικού κράτους» συναρτάται με μια ιδιαίτερη στρατηγική ως προς την οικονομική ευελιξία και την προσαρμοστικότητα των εργαζόμενων. Οι συχνές αλλαγές θέσεων εργασίας και ο τεχνολογικός μετασχηματισμός ενθαρρύνονται μέσα από ένα πακέτο μέτρων κρατικής πολιτικής που εξασφαλίζουν επαρκή εισοδηματική στήριξη όσων χάνουν τη δουλειά τους, αλλά και την γρήγορη επανένταξή τους στην αγορά εργασίας. Στον Ευρωπαϊκό χώρο, το μοντέλο αυτό της «ευελιξίας με ασφάλεια» αποτελεί ένα αντίβαρο στις ακραίες φιλελεύθερες επιλογές. Αν και κατά πόσο μπορεί υπερισχύσει το μοντέλο αυτό απέναντι στις φιλελεύθερες επιλογές, στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι ένα ανοικτό ερώτημα.

Γιώργος Ρωμανιάς,καθηγητής:

«Πρόβλημα του συστήματος είναι η εισφοροδιαφυγή, την οποία δυστυχώς το κράτος δεν αντιμετωπίζει»

• Ποιο είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα του Ασφαλιστικού Συστήματος;

Το πρόβλημα του Ασφαλιστικού είναι ότι το κεντρικό σύστημά μας έχει αποστερηθεί των αποθεματικών του. Συνεπώς, από τη στιγμή που το σύστημα δεν έχει αποθεματικά, αδυνατεί να καλύψει τις υποχρεώσεις του, δεν φτάνουν οι εισφορές, άρα το κεντρικό ζήτημα είναι να βρούμε τρόπο, νέες πηγές χρηματοδότησης για να αποκαταστήσουμε το αποθεματικό που σήμερα δεν υπάρχει. Εάν δεν ξεκινήσουμε να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα αυτό, όποιες άλλες παρεμβάσεις κι αν θα κάνουμε, θα αποδειχθούν αναποτελεσματικές και σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα, μετά από δύο ή πέντε χρόνια, θα συζητάμε πάλι από την αρχή ότι το σύστημα δεν βγαίνει. Άρα το κεντρικό ζήτημα είναι να καταλάβουν όλοι ότι, πριν κάνουμε οποιαδήποτε άλλη κουβέντα, θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ποιες είναι οι νέες πηγές από τις οποίες μπορούμε να αντλήσουμε πρόσθετους πόρους για να αποκαταστήσουμε το αποθεματικό που έχει σπαταληθεί.

• Ποιες άλλες είναι οι αιτίες της κρίσης, πέραν της έλλειψης αποθεματικού που αναφέρατε;

Στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες περίπου το 25% των εισπράξεων που έχει από εισφορές σε ετήσια βάση για το κάθε σύστημα κοινωνικής ασφάλισης προέρχεται από τις επενδύσεις των αποθεματικών του, στην Ελλάδα το αντίστοιχο ποσοστό είναι 2%. Αντιλαμβάνεσθε ότι με τέτοια νούμερα δεν μπορούμε να περιμένουμε προκοπή στο σύστημα. Υπάρχει και ένα βασικό μειονέκτημα, που σχετίζεται με τη συμπεριφορά του κράτους. Το κράτος έχει νομοθετημένες υποχρεώσεις απέναντι στο σύστημα και δεν τις καλύπτει. Επομένως, δεν θα γίνει κάτι καλύτερο, αν το κράτος δεν αλλάξει πρακτική και δεν αρχίζει να σέβεται αυτά που έχουν νομοθετηθεί. Δεν μιλώ για διεκδικήσεις συνδικαλιστικές. Μιλώ για νομοθετημένες υποχρεώσεις, γι’ αυτά που προκύπτουν από τον νόμο, τις οφειλές του κράτους προς τα Ταμεία, οι οποίες είναι οφειλές νομοθετημένες. Μόνο για το ΙΚΑ είναι 12,4 δισεκατομμύρια ευρώ.

• Πληγή, όμως, είναι και η εισφοροδιαφυγή…

Βεβαίως, ένα ακόμη πρόβλημα του συστήματος είναι η εισφοροδιαφυγή, την οποία δυστυχώς το κράτος δεν αντιμετωπίζει. Είναι φταίχτης γιατί έχουμε τόσο υψηλά ποσοστά εισφοροδιαφυγής, 50% στον αγροτικό τομέα, 35% στα εργοδοτικά ταμεία, 30% στο ΙΚΑ, τέτοια ποσοστά είναι απαγορευτικά. Υπάρχουν και άλλες πληγές, αλλά, αν δεν λυθούν αυτές οι τρεις, όλα τα άλλα είναι απλώς περιθωριακά, είναι λύσεις εντελώς προσωρινές, οι οποίες δεν βοηθούν το σύστημα.

• Κινήσεις όπως αυτή της τροπολογίας Αλογοσκούφη με την οποία προτείνονταν η απαλλαγή, με χαριστικό τρόπο, της Alpha Bank από ασφαλιστικές υποχρεώσεις προς τους υπαλλήλούς της δυσχεραίνουν τις προσπάθειες αντιμετώπισης των προβλημάτων του Ασφαλιστικού Συστήματος;

Και βέβαια δυσχεραίνουν. Από τη στιγμή που δεν πιάνουν όλες αυτές οι παρεμβάσεις την ουσία του ζητήματος όλα αυτά που γίνονται, τελικά οδηγούν στην υπονόμευση και των υγιών ταμείων. Μιλάνε όλοι για το Ταμείο των δημοσιογράφων, το ΤΣΕΠΕΑΘ. Έχει φανεί από τις διάφορες συζητήσεις που γίνονται ότι υπάρχει το αγγελειόσημο, το οποίο λειτουργεί υπέρ των δημοσιογράφων. Αν θελήσουμε να χαρακτηρίσουμε προνόμιο το αγγελειόσημο, θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι δεν υπάρχουν, εργοδοτικές εισφορές. Οι εκδοτικές επιχειρήσεις είναι οι μόνες επιχειρήσεις που δεν πληρώνουν εργοδοτικές εισφορές. Για τις εργοδοτικές εισφορές που λείπουν έχει μπει το αγγελειόσημο. Ο δημοσιογράφος πληρώνει τη συνδρομή του κανονικά, όπως όλοι οι εργαζόμενοι. Ο εργοδότης του δημοσιογράφου δεν πληρώνει την συνδρομή του, όπως κάνουν οι άλλες επιχειρήσεις. Αν λοιπόν κάποιος θέλει να χαρακτηρίσει το αγγελειόσημο προνόμιο, να το χαρακτηρίσει, θα το δεχτώ, αλλά είναι προνόμιο υπέρ των εκδοτικών επιχειρήσεων και όχι υπέρ των δημοσιογράφων. Εάν λοιπόν θελήσουμε να πάρουμε ένα κομμάτι των αποθεματικών ή των εσόδων από το αγγελειόσημο ή από τις άλλες πηγές που έχουν τα άλλα Ταμεία των Επιστημόνων για να το διαθέσουμε για να ενισχύσουμε τα ελλειμματικά Ταμεία – τα Ταμεία των δημοσιογράφων και τα άλλα των επιστημόνων έχουν μεν σήμερα λειτουργικά πλεονάσματα, δηλαδή κάθε χρόνο πληρώνουν λιγότερα από όσα εισπράττουν – αν τους αφαιρέσουμε ένα μέρος των αποθεματικών τους, μετά 10 και 15 χρόνια θα έχουν καταστεί και αυτά ελλειμματικά. Θα καταλήξουμε, αν εφαρμοστεί αυτό το μέτρο της αφαίρεσης μέρος των εσόδων, να κάνουμε σε λίγα χρόνια τα υγιή σήμερα Ταμεία, προβληματικά και ελλειμματικά. Αντί να διορθώσουμε τα ελαττώματα του συστήματος, θα διευρύνουμε τις αδικίες και τις ανωμαλίες του.

• Ποια λύση προτείνετε εσείς για να είναι βιώσιμο το Σύστημα της Κοινωνικής Ασφάλισης;

Το πρώτο που έχουμε να κάνουμε είναι να αποκαταστήσουμε τα αποθεματικά. Να σταματήσει το κράτος να μην σέβεται τις υποχρεώσεις του. Να μην διευκολύνει την εισφοροδιαφυγή και, βεβαίως, να βελτιώνονται οι κατώτερες και οι μέσες συντάξεις που είναι πολύ χαμηλές.

• Υπάρχει κάποιος τρόπος επίλυσης του προβλήματος που ακολουθήθηκε σε άλλη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και θα μπορούσε να μιμηθεί η χώρα μας;

Καμία ευρωπαϊκή χώρα δεν έχει αυτά τα προβλήματα που έχει το ελληνικό σύστημα. Σε καμία ευρωπαϊκή χώρα δεν υπάρχει κράτος που να μην πληρώνει τις υποχρεώσεις που έχει νομοθετήσει απέναντι στο σύστημα. Καμία ευρωπαϊκή χώρα δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή που να έχει εισφοροδιαφυγή τόσο μεγάλη όση έχουμε εμείς. Η εισφοροδιαφυγή σε άλλες χώρες είναι το πολύ 5% κι όχι 50 και 35 και 30% που έχουμε εμείς. Καμία άλλη χώρα δεν έχει το Σύστημά της «γυμνό», δηλαδή χωρίς αποθεματικά. Το 25% των εσόδων στις άλλες χώρες εισπράττεται από την επενδυτική αξιοποίηση των αποθεματικών. Επομένως, αυτή τη στιγμή το μόνο που έχουμε να κάνουμε για να συμβαδίσουμε με τις άλλες χώρες είναι να κάνουμε αυτή την τριπλή παρέμβαση: Να βοηθήσουμε ώστε να αποκατασταθεί το αποθεματικό, να σταματήσει το κράτος να μην πληρώνει τις υποχρεώσεις του και να σταματήσει να διευκολύνει την εισφοροδιαφυγή.

• Μεθοδεύεται απαξίωση των Ασφαλιστικών Ταμείων και άνοιγμα του δρόμου προς την ιδιωτικοποίηση;

Το θεωρώ υπερβολικό αυτό το σενάριο. Νομίζω ότι δεν είναι εκεί το πρόβλημα. Το πρόβλημα είναι αλλού, είναι στο γεγονός ότι θέλουν να έχουν απαλλαγεί από τον κρατικό προϋπολογισμό ορισμένων εκταμιεύσεων. Να κερδίσουν δηλαδή κάποιες δαπάνες, να διευκολύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό και αυτό τους κάνει να κοιτάνε μονομερώς και μόνο με όρους παρόντος πώς θα εξοικονομήσουν κάποια χρήματα. Είτε διευκολύνοντας την άσπρη τρύπα των Ταμείων είτε άμεσα, διευκολύνοντας εκταμιεύσεις του κρατικού προϋπολογισμού. Νομίζω ότι αυτό είναι το κεντρικό πρόβλημα, δεν ασχολούνται τα κυβερνητικά στελέχη με το ποιες είναι οι ανάγκες του συστήματος ως συστήματος, δεν αντιμετωπίζουν το ζήτημα με προοπτική, αλλά το αντιμετωπίζουν με βραχυχρόνιο τρόπο, πώς δηλαδή θα εξοικονομήσουν από τον φετινό προϋπολογισμό μερικές δαπάνες.

• Κάθε χρόνο όμως έρχεται ως πρόβλημα στο προσκήνιο, από το ‘93 ακόμη με τον Νόμο Σιούφα ακόμη…

Πράγματι, κάθε χρόνο το ίδιο πράγμα γίνεται και γι’ αυτό φτάσαμε εδώ που φτάσαμε και γι’ αυτό πρέπει κάποια στιγμή να σταματήσει. Δεν μπορεί να συνεχίζεται αυτό το βιολάκι. Κάθε χρόνο να βάζουμε χέρι στα αποθεματικά του συστήματος, γι’ αυτό το σύστημα δεν έχει αποθεματικά γιατί κατά καιρούς ερχόταν το κράτος και του έπαιρνε ένα κομμάτι, τα έπαιρνε όλα. Κάποια στιγμή πρέπει να σταματήσει. Αν δεν σταματήσει αυτή η πρακτική, είναι μαθηματικά βέβαιο ότι το σύστημα σε λίγα χρόνια θα έχει πολύ μεγαλύτερα προβλήματα. Υποτίθεται λοιπόν ότι πρέπει να δούμε σαν προοπτική όλα αυτά και να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα του παρόντος με άλλο τρόπο, δηλαδή τις ελλείψεις, τις αδυναμίες που έχει ο κρατικός προϋπολογισμός ας βρουν άλλες πηγές να τις αντιμετωπίσουν. Δεν χρειάζεται να βάλουν χέρι στα αποθεματικά που έχει το σύστημα.

Πίσω από τους αριθμούς υπάρχουν άνθρωποι. Εκείνη, η κ. Λαμπρινή Αγγελίδου, είναι γυναίκα, μητέρα, σύζυγος εργαζόμενη και εκείνοι, ο Αρσένης Στεργίου, συνταξιούχος ήδη και ο Τοντορόφ Τάνιεφ, συνταξιούχος ποτέ, καθώς 18 χρόνια εργάζεται στην Ελλάδα ανασφάλιστος. Εκείνη και Εκείνοι ζουν στην καθημερινότητά τους το Ασφαλιστικό Σύστημα της χώρας μας και κάθε φορά που το υπουργείο Απασχόλησης φέρεται να διαμορφώνει το τελικό σχέδιο, χωρίς, ωστόσο, οτιδήποτε να θεωρείται οριστικό και να ξεκαθαρίζει ότι οι αλλαγές θα έχουν σταδιακή εφαρμογή, εκείνοι ξέρουν ότι δεν έχουν τίποτε καλό να περιμένουν…

Λαμπρινή Αγγελίδου,δημόσιος υπάλληλος:

«Τώρα μας οδηγούν στο να βγαίνουμε στη σύνταξη και να πέφτουμε στον τάφο»

«Τα τελευταία πέντε χρόνια είμαι δημόσιος υπάλληλος. Είμαι ασφαλισμένη από το 1975. Άρχισα να δουλεύω στα 15 μου χρόνια σε ένα ζαχαροπλαστείο. Κατά διαστήματα διέκοπτα την εργασία, είτε λόγω εγκυμοσύνης είτε λόγω ανεργίας είτε λόγω των παιδιών. Δεν ξέρουμε καν αν, αύριο – μεθαύριο, πάρουμε κάποια σύνταξη. Εργάστηκα για λίγο χρονικό διάστημα χωρίς ασφάλεια, υπήρχε τότε ο φόβος να μην αρρωστήσω. Είναι φοβερά δύσκολη κατάσταση αυτή του ανέργου. Υπήρξαν περίοδοι που το εισόδημά μας ήταν πολύ μικρό και μαζεύαμε φράγκο – φράγκο για να πάρουμε μια φρατζόλα ψωμί, οπότε καταλαβαίνω απόλυτα την ανησυχία του κόσμου. Και για τους νέους είναι ακόμη πιο δύσκολα. Από τότε που χειραφετήθηκε η γυναίκα όλα είναι εις βάρος της. Έχει και τη δουλειά και το σπίτι και το νοικοκυριό. Παράλληλα είναι και γυναίκα, είναι και σύζυγος, είναι και μητέρα. Ξεκινάω από τις έξι το πρωί και μέχρι τις έντεκα το βράδυ βρίσκομαι όρθια στο νεροχύτη. Αναρωτιέμαι: «Τι κάνω λάθος;». Δεν έχω χρόνο να ξεκουραστώ. Είναι η φροντίδα των παιδιών, το μαγείρεμα, η φροντίδα του σπιτιού. Ελάχιστος ο ελεύθερος χρόνος και τώρα έρχεται το «bonus» των επιπλέον χρόνων εργασίας. Δεν προλαβαίνει να χαρεί τα παιδιά της η γυναίκα, δεν χαίρεται τίποτα. Τώρα μας οδηγούν στο να τελειώνουμε τη δουλειά μας και να πέφτουμε στον τάφο. Εκεί θα καταλήξουμε όλοι, πριν πάρουμε τη σύνταξη, αν εφαρμοστούν όλα όσα λένε. Ποιος ο λόγος να γίνουν οι κρατήσεις; Αφού δεν προλαβαίνουμε να βγούμε στη σύνταξη. Στέλνω ένα μήνυμα στον κ. Μαγγίνα και του λέω να προσέξει πάρα πολύ τη γυναίκα, γιατί σ΄ αυτή στηρίζεται η οικογένεια και η ελληνική κοινωνία».

Αρσένης Στεργίου, 73 ετών συνταξιούχος:

«Από λόγια χορτάσαμε, ψωμί δεν χορτάσαμε»

«Ήμουν επαγγελματίας σιδηρουργός σαράντα χρόνια. Πλήρωνα κανονικά τις υποχρεώσεις μου στο Ταμείο. Όσα μου ζητούσαν, τόσα τους έδινα. Κάναμε ένα συμβόλαιο, εγώ και ο ασφαλιστικός μου φορέας. Εγώ ανέλαβα την υποχρέωση να πληρώνω τις εισφορές μου και αυτοί, το ΤΕΒΕ, ανέλαβαν την υποχρέωση να με καλύπτουν ιατροφαρμακευτικά όλο το διάστημα που θα ασκώ το επάγγελμα και όταν γεράσω, να μου δώσουν μια αξιοπρεπή σύνταξη και, όταν αρρωστήσω, τα φάρμακά μου. Εγώ στραβά – κουτσά τις υποχρεώσεις μου τις έκανα. Ήρθε η σειρά να ανταποκριθούν αυτοί στις υποχρεώσεις τους: μου έδωσαν μια πενιχρή σύνταξη και μια μισή ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Επισκέπτομαι το ΙΚΑ και μου λένε: «δεν έχουμε ενδοκρινολόγο, δεν έχουμε γαστρεντερολόγο, δεν έχουμε το ένα και δεν έχουμε το άλλο» και μας στέλνουν έξω. Μεταχειριζόμαστε και κόλπα για να καλύψουμε τα «κενά» του συστήματος. Μας σώζει τα γεγονός ότι διπλασιάζουμε την σύνταξη μόνοι μας, μια μέρα τρώμε και μια δεν τρώμε. Υπάρχει περίσσευμα πικρίας.

Ακούμε τώρα τρελά πράγματα. Γυρίσαμε ξανά σ΄ αυτά που έλεγε ο Μητσοτάκης: «Μηδέν συν μηδέν ίσον δεκατέσσερα». Έτσι, για τους νέους τι να πω; Να παραδειγματιστούν από τους αγώνες που κάναμε εμείς οι γέροντες, να αγωνιστούν μήπως μπορέσουν και πετύχουν όλα όσα δεν πετύχαμε εμείς, γιατί αυτά που πετύχαμε εμείς δεν θεωρούνται επιτυχία. Εμάς μας είπαν «περήφανα γηρατειά», τώρα τι τιμημένα γηρατειά είναι αυτά όταν παίρνουν μια πενιχρή σύνταξη; Κάθε μέρα μας ζαλίζουν με ωραία λόγια, από λόγια χορτάσαμε, ψωμί δεν χορτάσαμε.

Ένα μήνυμα έχω να στείλω στους κυβερνώντες: Εμείς ακούμε τις υποσχέσεις τους και τα ωραία λόγια σαν «καραγκιοζιλίκια». Είμαστε περήφανοι εμείς οι γέροντες γιατί τους παραδώσαμε μια κοινωνία χωρίς εγκληματικότητα, ναρκωτικά και κουκουλοφόρους και την κατάντησαν τέτοια, ώστε πηγαίνοντας να πάρουμε την σύνταξή μας από την θυρίδα της τράπεζας να κοιτάζουμε με φόβο, μήπως μας την αρπάξει κανείς.

Το γεγονός ότι αξιοπρεπείς πρώην επαγγελματίες έρχονται στο ΚΑΠΗ και περνάνε τις ώρες τους επειδή ο καφές είναι φθηνός, μαρτυρά σε τι κατάσταση βρίσκονται οι συνταξιούχοι σήμερα. Δεν μπορούμε να πάμε σε μια ταβέρνα ή σε ένα καφενείο. Το ψάρι και το κρέας μπαίνει σπάνια στο τραπέζι μας. Από ρούχα βολευόμαστε με τα παλιά και ό,τι περισσεύουν από τα παιδιά μας. Στον Αλογοσκούφη θα έλεγα να ακολουθήσει τον τρόπο με τον οποίο διπλασιάζουμε τη σύνταξή μας και να την συστήσει και στους υπόλοιπους συναδέλφους του. Να δουν πώς είναι να τρως μέρα παρά μέρα. Τελικά, όταν βγαίνει κανείς στη σύνταξη, δεν συναντά αυτό που ονειρευόταν. Παραγκωνισμός από όλα».

Τοντορόφ Τάνιεφ, Βούλγαρος μετανάστης, ανασφάλιστος εργάτης:

«Φοβάμαι την ανεργία, την ανασφάλεια, τη φτώχεια, δουλεύω και δεν μπορώ να την αντιμετωπίσω»

«18 χρόνια ζω και εργάζομαι στην Ελλάδα. Έχω κάνει διάφορες δουλειές: οδηγός, εργάτης σε βιομηχανίες, καθαριστής. Ήταν πολύ δύσκολο να βρω δουλειά. Έψαχνα δεξιά και αριστερά. Τρίτη χρονιά που δουλεύω σε ένα λεωφορείο και είμαι ανασφάλιστος. Ανασφάλιστος είμαι και τα 18 χρόνια που εργάζομαι στην Ελλάδα, μόνο για 7 μήνες μου κόλλησαν ένσημα. Όπου κι αν πήγα, κανείς δεν ήθελε να μου κολλήσει ένσημα. Λένε ότι δεν έχουν λεφτά για ένσημα. Παλιά μου έλεγαν ότι αν γκρίνιαζα, θα έφερναν την αστυνομία. Υπάρχουν πάρα πολλοί που είναι σ΄ αυτή την κατάσταση. Ο γαμπρός μου, ο γιος μου, η γυναίκα μου, η κόρη μου, πάρα πολλοί που είναι έτσι. Θα βγω στη σύνταξη χωρίς να δικαιούμαι σύνταξη. Είμαι 49 ετών ήδη και έχω ένσημα επτά μηνών. Όταν αρρωσταίνει κάποιος από μας, πηγαίνουμε στο γιατρό μόνον αν έχουμε λεφτά, αλλιώς υποφέρουμε. Ακούω για το Ασφαλιστικό και αναρωτιέμαι: οι γονείς μου στη φτωχή Βουλγαρία έχουν σύνταξη και εμείς τα παιδιά τους τίποτα; Ζούμε την κάθε μέρα ξεχωριστά, αν έχουμε λεφτά παίρνουμε ψωμί και τρώμε. Το μεροκάματό μας δεν ξεπερνά τα 10 ευρώ. Όταν διαμαρτύρομαι για τα λίγα χρήματα που παίρνω, μου κάνουν περικοπές. Φοβάμαι την ανεργία, την ανασφάλεια, τη φτώχεια, δουλεύω και δεν μπορώ να την αντιμετωπίσω. Με βλέπουν σαν ξένο, αλλά δεν έχω παράπονο από τους Έλληνες. Ώρες – ώρες μόνο υπάρχουν κάποιοι που λένε: «Ααα ρε Βούλγαρε, τράβα στη Βουλγαρία, τι κάθεσαι εδώ; Δεν βλέπεις ότι εδώ δεν έχει δουλειά για τους Έλληνες;» τότε το σκέφτομαι και εγώ να φύγω, αλλά πού να πάω; Τέσσερα παιδιά έχω, 27, 24, 22 και 20 ετών, δεν θέλουν να φύγουν κι εκείνα, όμως, όταν βρίσκουν δουλειά, ανασφάλιστα εργάζονται. Μ΄ αυτή τη ζωή που κάνω τι όνειρο να έχω; Ένα μήνα είμαι χωρίς ρεύμα, δεν μπορώ να πληρώσω τον λογαριασμό, το ενοίκιο, κάθε μέρα και ένα πρόβλημα. Δεν έχω βρει ένα σωστό εργοδότη, έναν άνθρωπο που θα θέλει να δουλέψω νόμιμα».

Για το Ασφαλιστικό Σύστημα διαβάστε:

Τάσος Γιαννίτσης:

«Το Ασφαλιστικό (ως ορφανό πολιτικής)και μια Διέξοδος)», εκδόσεις ΠΟΛΙΣ

Στο βιβλίο: «Το Ασφαλιστικό (ως ορφανό πολιτικής)και μια Διέξοδος)», Τάσος Γιαννίτσης, Εκδόσεις ΠΟΛΙΣ ο συγγραφέας τονίζει ότι το Ασφαλιστικό ως πρόβλημα εκφράζει την ανατροπή μια θεμελιακής κοινωνικής σχέσης που οικοδομήθηκε μέσα σε δεκαετίες. Η παραδοχή ήταν ότι το σύστημα θα μπορούσε να αναπαράγεται από γενιά σε γενιά. Έτσι κι έγινε, για μεγάλο διάστημα. Σήμερα όμως η παραδοχή αυτή έχει «κλονιστεί». Τα αντικειμενικά δεδομένα άλλαξαν. Σήμερα η αδυναμία να δοθεί απάντηση είναι έκφραση μια πολιτικής και ιδεολογικής αντίληψης που φοβάται και, κυρίως, αρνείται να αναγνωρίζει το πρόβλημα. Το ερώτημα, όπως σημειώνει, είναι με ποιόν τρόπο μπορούμε να διασφαλίσουμε το βιοτικό επίπεδο μιας κοινωνίας που γερνά, με ποιόν τρόπο θα διαχειριστούμε ένα πλήθος προβλημάτων που σχετίζονται με μεγάλες αλλαγές στη θέση της μισθωτής εργασίας και της απασχόλησης στην οικονομία, με την επιμήκυνση του χρόνου εκπαίδευσης ή με πρωτόγνωρες τεχνολογικές αλλαγές. Η πραγματικότητα, όπως τονίζει, δεν είναι ούτε νεοφιλελεύθερη ούτε σοσιαλιστική, ή κάτι άλλο. Η απάντηση που θα δοθεί, όμως, είναι. Μια απάντηση δεν μπορεί παρά να εκφράζει μια νέα κοινωνική ισορροπία και νέους κανόνες που θα ισχύουν στη σχέση μεταξύ γενεών, στο εσωτερικό των γενεών και στη σχέση ασφαλιστικού και άλλων κοινωνικών και οικονομικών ζητημάτων. Έτσι, η όποια απάντηση δοθεί, προφανώς θα αντανακλά την πολιτική, ιδεολογική και αξιακή αντίληψη της κοινωνίας για το θέμα αυτό. Μια απάντηση, (αναφέρεται στο Βιβλίο: «Το Ασφαλιστικό (ως ορφανό πολιτικής)και μια Διέξοδος)», Τάσος Γιαννίτσης, Εκδόσεις ΠΟΛΙΣ), μπορεί να εξασφαλίσει αντοχή στο ασφαλιστικό σύστημα για είκοσι ή είκοσι πέντε χρόνια. Μπορεί και να είναι «μη απάντηση», που στόχο θα έχει όχι να λύσει, αλλά να μεταθέσει το πρόβλημα στο μέλλον και να λύσει το προσωπικό πρόβλημα όσων έχουν ευθύνη να δώσουν λύση, δεν διαθέτουν όμως την απαιτούμενη υπευθυνότητα για να ανταποκριθούν στον ρόλό τους.

Το ασφαλιστικό, σύμφωνα με τον κ. Γιαννίτση, έχει μια επικίνδυνη ιδιότητα. Όσο καθυστερεί η μεταρρύθμισή του, τόσο εντείνονται οι μηχανισμοί αυτό-επιδείνωσής του. Αν η συνεισφορά της πολιτικής απραξίας στην αποδιοργάνωση θεμελιακών κοινωνικών σχέσεων ορίζεται ως κοινωνική ευαισθησία, τότε οι έννοιες έχουν αλλάξει περιεχόμενο και τα σημεία κοινωνικής αναφοράς έχουν αλλοιωθεί. Το ασφαλιστικό όμως δεν προσφέρεται για παιχνίδια εντυπώσεων και ψευδο-κοινωνικής ρητορικής σε κενό αέρος, η πτώση στο οποίο δεν αφορά τον Ίκαρο, αλλά γενεές εργαζομένων και συνταξιούχων.

Ο συγγραφέας του βιβλίου «Το Ασφαλιστικό (ως ορφανό πολιτικής) και μια Διέξοδος)», υπενθυμίζει ότι το ασφαλιστικό θέτει καίρια ζητήματα, όπως, ενδεικτικά: Πώς και από ποιόν καλύπτεται το χάσμα και τα κόστος της αλλαγής των δημογραφικών και εργασιακών δεδομένων, ώστε το κόστος αυτό να μην επιβαρύνει δυσανάλογα ορισμένες γενεές, οι οποίες σήμερα δεν μετέχουν καν στις αποφάσεις; Πώς εξασφαλίζεται μια έστω σχετική βεβαιότητα στις γενεές των σημερινών νέων εργαζομένων για το κοινωνικό συμβόλαιο που θα ρυθμίζει τη δική τους σχέση όταν συνταξιοδοτηθούν; Τι σημαίνει στην πράξη «δίκαιο» ασφαλιστικό σύστημα και τι μπορεί να σημαίνει «αλληλεγγύη» στο συγκεκριμένο ζήτημα;

Κάθε καθυστέρηση να δοθεί ουσιαστική απάντηση στο ασφαλιστικό πρόβλημα, σύμφωνα με τον συγγραφέα, αποτελεί πολιτική επιλογή με δυσμενείς επιπτώσεις. Το ασφαλιστικό στηρίζεται σε έναν κύκλο ζωής και σε μακροχρόνιες παραδοχές. Αν το ασφαλιστικό οδηγείται σε κρίση σε δέκα ή δεκαπέντε χρόνια, οι εργαζόμενοι δεν πρέπει να αφεθούν στην τύχή τους, και οι νέοι κανόνες του παιχνιδιού να διαμορφωθούν λίγα μόλις χρόνια πριν. Οι κυβερνήσεις, τονίζει ο κ. Γιαννίτσης, οφείλουν πολύ νωρίτερα να δώσουν τα αναγκαία μηνύματα, ώστε και τα προβλήματα να αντιμετωπιστούν έγκαιρα και οι εργαζόμενοι να μπορούν να πάρουν αποφάσεις σε συνθήκες πιο καθαρές, και όχι θολές και αβέβαιες. Οι γενεές που εργάζονται σήμερα, τονίζει ο συγγραφέας, φορολογούνται με ασφαλιστικές εισφορές και προσδοκούν ότι θα ισχύσει το σημερινό καθεστώς και γι αυτές. Αν δεν συμβεί κάτι τέτοιο, σημαίνει ότι καλούνται να πληρώσουν δύο φορές. Η πρώτη, στη σημερινή φάση, για τους σημερινούς συνταξιούχους, και η δεύτερη, στο μέλλον, για τον εαυτό τους, στο μέτρο που δεν θα καρπωθούν από τις νεότερες γενεές τα ίδια οφέλη που εξασφαλίζουν σήμερα στις σημερινές γενεές συνταξιούχων. Αυτή η διπλή πληρωμή συνεπάγεται ανατροπές στο μέλλον, τόσο σε ατομικό επίπεδο, όσο και σε επίπεδο κοινωνίας. Ατομικά σημαίνει ανατροπή επιπέδου ζωής, ενώ συλλογικά σημαίνει πιο έντονα φαινόμενα ανισότητας και φτώχειας, που αποσταθεροποιούν μια κοινωνία.

Το ασφαλιστικό, πέρα από θεμελιώδες κοινωνικό θέμα, είναι ταυτόχρονα θεμελιώδες αναπτυξιακό θέμα. Η σχέση ασφαλιστικού και οικονομίας δεν είναι ούτε γραμμική ούτε απλή. Αποτελεί, σύμφωνα με τον συγγραφέα, έκφραση ενός ολόκληρου συστήματος σχέσεων, που καθορίζουν πολύ βασικά χαρακτηριστικά του κοινωνικού και αναπτυξιακού μοντέλου, το οποίο έχουμε οικοδομήσει.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.