Κωστας Τσακιρουδης, «Αγωνας δρομου μετ’ εμποδιων ενος αθλητη»

Μία αυτοβιογραφική αποτύπωση για τον στίβο της ζωής τού τέως Διευθυντή της Τράπεζας της Ελλάδος, Κώστα Τσακιρούδη

Η αυτοβιογραφία του κ. Κώστα Τσακιρούδη κυκλοφόρησε στις αρχές του έτους από τις εκδόσεις Οσελότος και αποτελεί μία προσπάθεια του ιδίου να καταγράψει και να αναδείξει γεγονότα, καταστάσεις και συμπεριφορές του πλησιέστερου, κυρίως επαγγελματικού, περιβάλλοντός του, αλλά και μία ευκαιρία να ασκήσει αυτοκριτική στα πεπραγμένα της ζωής του, δίχως να αμελεί να εκφράζει και τις απόψεις του για την πολιτική και οικονομική κατάσταση της χώρας. Μία κατάσταση που από τη στιγμή της γέννησής του είδε να αλλάζει δραματικά ανά ελάχιστες δεκαετίες. Ξεκινώντας με τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο και τον Εμφύλιο, αντίκρισε τη στρατιωτική δικτατορία, και στη συνέχεια τα χρόνια της μεταπολίτευσης μέχρι και το σήμερα, στιγμές τις οποίες έζησε εκ των έσω άλλοτε πιο ενεργά και άλλοτε ως απλός αποδέκτης.
 
Αν και αποτελεί ένα εγχείρημα που καταγράφει τον βίο και τα εμπόδια που έζησε ο συγγραφέας, απηχεί σε όλους, καθώς αποτυπώνει διαχρονικά ζητήματα όπως είναι η φτώχεια, ο αγώνας για μία καλύτερη μόρφωση, ένα καλύτερο μέλλον. Τα βέλη που ρίχνει σχετικά με την έντονη κομματικοποίηση της εποχής του, που πολλές φορές αποτέλεσε τροχοπέδη για την εξέλιξή του, αλλά και οι λύσεις που προτείνει ίσως θεωρούνται ακόμη και σήμερα άκρως απαραίτητες.
 
Στη συνέχεια περιγράφονται εν συντομία ορισμένοι σταθμοί στη ζωή του συγγραφέα. 

Τα δύσκολα παιδικά χρόνια και η παιδαγωγική της βίτσας 

Ο  Κώστας Τσακιρούδης ξεκινά τον δικό του αγώνα δρόμου στη ζωή το 1939, όταν γεννιέται στο χωριό Μεταξάδες του Ν. Έβρου σε μία δύσκολη και ταραχώδη εποχή, λίγο μετά το ξέσπασμα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και την εισβολή των γερμανικών στρατιωτικών δυνάμεων στον ελλαδικό χώρο. «Κλάμα και οδυρμός παντού. Τα μωρά παιδιά να χάνουν τον πατέρα τους, μανάδες τα παιδιά τους, σύζυγοι τους συζύγους τους». Λίγες μόνο φράσεις που περιγράφουν τη δυστυχία, την ανασφάλεια και την αβεβαιότητα που κυριαρχούσαν την εποχή εκείνη.
 
Ο ίδιος θυμάται τα δύσκολα παιδικά του χρόνια, τη φτώχεια και την ανέχεια που βίωναν. Συγκεκριμένα, η λιτή διατροφή τους, που περιορίζονταν σε είδη που παράγονταν ή παρασκευάζονταν σε μεγάλο ποσοστό από τους κατοίκους του χωριού και η πενιχρή ένδυση και υπόδησή τους αποτελούσαν για όλες τις οικογένειες καθημερινές δυσκολίες. Πριν τη μετάβασή του στο Διδυμότειχο, πήγαινε για ελάχιστους μήνες στο σχολείο, σε ένα σχολείο όπου τα βιβλία ήταν άγνωστα και η μόνη γραφική ύλη που υπήρχε για τους μαθητές ήταν οι μαύρες πλάκες ανθρακίτη στις οποίες έγραφαν με κιμωλίες ή κοντύλια (καλαμένιο όργανο γραφής). Φυσικά, δεν θα μπορούσε να λησμονηθεί και η χρήση τής «αποτελεσματικότερης» μεθόδου διδασκαλίας, αυτή της βίτσας. 

Η εργασιακή άνοδος και καταξίωση στον τραπεζικό τομέα 

Παρά τις παιδαγωγικές του σπουδές στη Ζαρίφειο Παιδαγωγική Ακαδημία στην Αλεξανδρούπολη, ο  Κώστας Τσακιρούδης προτίμησε για οικονομικούς, κυρίως, λόγους να συμμετάσχει σε εξετάσεις για την πρόσληψή του στην Αγροτική τράπεζα Έβρου. Αρχικά, στο υποκατάστημα Δικαίων και στη συνέχεια στο Διδυμότειχο, όμως καθώς εκεί ως νέος υπάλληλος είχε αναλάβει, σε μεγάλο βαθμό, δουλειά ρουτίνας προτίμησε να δώσει εξετάσεις και πάλι λίγα χρόνια αργότερα το 1965, για να προσληφθεί στην Τράπεζα της Ελλάδος στο υποκατάστημα Αλεξανδρούπολης. Μάλιστα σημείωσε μεγάλη επιτυχία, καθώς από τους 12 υποψήφιους αναδείχθηκε πρώτος. Την ίδια περίοδο, προστέθηκε ακόμη ένα ευχάριστο γεγονός στη ζωή του, ο γάμος του στις 11.7.1965, από τον οποία προέκυψαν αργότερα τα τρία του παιδιά Χριστίνα, Δημήτρης και Τριάδα.
 
Η εργασία του στην Τράπεζα της Ελλάδος ήταν αρκετά ενδιαφέρουσα και σίγουρα πολύ διαφορετική από τα σημερινά δεδομένα. «Πολλά από τα αρχικά αντικείμενα εργασιών του υποκαταστήματος όπου εργάστηκα, σήμερα έχουν καταργηθεί και περιορισθεί πάρα πολύ… Θυμάμαι τις αναχρονιστικές χειροκίνητες υπολογιστικές μηχανές που είχαμε τότε, για να καταγράφουμε με το χέρι και να υπολογίζουμε πάνω στα πινάκια τούς τόκους και λοιπά έξοδα των προεξοφλήσεων. Επίσης, αναλογίζομαι πόσο πολύ χρόνο χρειαζόμασταν για την περάτωση μίας τέτοιας απλής διαδικασίας, σε σχέση με τα σημερινά δεδομένα». Ωστόσο, παρά την αξιόλογη πορεία του, ορισμένες φορές αντιμετώπιζε και προβλήματα στην εργασία του εξαιτίας των αριστερών φρονημάτων του πατέρα του, γεγονός που αρχικά τον εμπόδισε να αποκτήσει άδεια οπλοφορίας για προστασία στις χρηματαποστολές. 

«Ο ερχομός της 21ης Απριλίου του 1967 μας είχε φέρει πολλά δεινά από την πρώτη κιόλας μέρα» 

Ο  Κώστας. Τσακιρούδης βίωσε την αρχή του δικτατορικού καθεστώτος εν μέσω εξετάσεων στην Ανώτατη Βιομηχανική Σχολή Θεσσαλονίκης, στην οποία είχε εγγραφεί για να ενισχύσει τις γνώσεις του στα οικονομικά ζητήματα. Στις 20 Απριλίου 1967 η χωροφυλακή διακόπτει τις εξετάσεις και δίνει σε όλους διαταγές να φύγουν και να εγκαταλείψουν τον χώρο. «Τρόμος, πανικός, αναταραχή, χάος. Δεν υπήρχε κάποια πληροφόρηση και δεν ξέραμε ακριβώς τι συνέβαινε… Όλοι οι άνθρωποι έτρεχαν πανικόβλητοι να προλάβουν να φύγουν. Ο ερχομός της 21ης Απριλίου μας είχε φέρει πολλά δεινά από την πρώτη κιόλας μέρα. Ήδη από τα χαράματα αυτής της ημέρας βίαια σαρώνονται από τα σπίτια τους οι περισσότεροι πολιτικοί που αριστερίζουνε, και διασκορπίζονται… μέσα σ’ αυτούς και ο σύζυγος της αδελφής μου».
 
Όσον αφορά τις επιπτώσεις του ολοκληρωτικού καθεστώτος στον εργασιακό του χώρο, επισημαίνει το έντονο κλίμα φοβίας, καχυποψίας και συνωμοσίας που επικρατούσε. Χαρακτηριστικά αναφέρει «Όπως σε όλους τους εργασιακούς χώρους, έτσι και στον τραπεζικό υπήρξαν ενέργειες ντροπής και έργα εκτρώματα, υπό τις ευλογίες της λεγόμενης εθνοσωτήριας επανάστασης. Παντού τοποθετούνται εγκάθετοι του καθεστώτος… Για παράδειγμα, να φοβάσαι τον κλητήρα, ή την καθαρίστρια που πηγαινοέρχεται στην Ασφάλεια, να μη σε μπλέξει σε ανεξέλεγκτες καταστάσεις. Να φοβάσαι ποια εφημερίδα θα επιλέξεις να διαβάσεις, ή με ποιον θα μιλήσεις, για να μη κακοχαρακτηριστείς». 

Η θητεία του κ. Τσακιρούδη ως Διευθυντής στο υποκατάστημα της Τράπεζας της Ελλάδος στην Κομοτηνή 

Τον Αύγουστο του 1985 μετατίθεται ο συγγραφέας του «Αγώνα δρόμου…» στο υποκατάστημα της Τράπεζας της Ελλάδος στην Κομοτηνή, και μάλιστα ως Διευθυντής. Νέος ακόμη, ήταν πρόθυμος να προσφέρει το σύνολο των ικανοτήτων του ώστε να εξαλείψει παθογένειες και προβλήματα που εντόπιζε στους παλαιότερους εργασιακούς του χώρους. Συγκεκριμένα, βασικό πρόβλημα θεωρεί ότι αποτελούσαν οι κομματικές αντιπαραθέσεις και διαμάχες που επικρατούσαν μεταξύ των υπαλλήλων, γεγονός που τον προέτρεψε να καλλιεργήσει και να εγκαινιάσει «νέες εποχές σύσφιξης καλών σχέσεων μεταξύ του προσωπικού προς όφελος όλων». Ωστόσο, η αντίδραση εκ μέρους των υπαλλήλων του ήταν σε μεγάλο βαθμό απογοητευτική, καθώς παρέμειναν έντονα πολιτικοποιημένοι. Υπηρέτησε στη θέση αυτή 15 ολόκληρα χρόνια και συνταξιοδοτήθηκε το 2000. Υπήρξε, μάλιστα, ένας από τους μακροβιότερους Διευθυντές σε υποκατάστημα της Τράπεζας της Ελλάδος. 

Ίδρυση Πολιτιστικού Συλλόγου Μεταξαδιωτών 

Ένα χρόνο μετά τη συνταξιοδότησή του ο κ. Τσακιρούδης επιστρέφει για μόνιμη εγκατάσταση στην Αλεξανδρούπολη, και αποφασίζει σε συνεννόηση και με άλλους Μεταξαδιώτες να ιδρύσουν εκεί έναν Πολιτιστικό Σύλλογο. Πρόθεσή τους δεν ήταν –και δεν είναι– απλώς η διοργάνωση τυπικών χοροεσπερίδων, αλλά η κοινωνική προσφορά μέσω της δημιουργίας τράπεζας αίματος, επιβράβευση αριστευσάντων παιδιών, οικονομική ενίσχυση σε ευπαθή μέλη, δημιουργία παιδικών σχολών χορού αλλά και συμμετοχή στα πολιτιστικά δρώμενα της πόλης και γενικότερα της Θράκης. Παραμένοντας στην προεδρία για τουλάχιστον τρία χρόνια αποφάσισε να παραχωρήσει τη θέση του σε νεότερα μέλη, ώστε και εκείνα με τη σειρά τους να συνεχίσουν την εξαίρετη πορεία του Συλλόγου.
 
Εν κατακλείδι, αν και το συγκεκριμένο συγγραφικό έργο αποτελεί αποτύπωση των βιωμάτων ενός ανθρώπου που, αν και οι περισσότεροι δεν γνωρίζουμε, εύκολα μπορούμε να ταυτιστούμε μαζί του. Ο καθένας διανύει τον δικό του στίβο ζωής συναντώντας άλλοτε  εμπόδια και άλλοτε εύκολα και ευχάριστα περάσματα. Στόχος μας δεν αποτελούσε να κρίνουμε με απόλυτα λογοτεχνικούς όρους ένα έργο που αποζητά να δώσει μία πνοή αισιοδοξίας σε όλους εκείνους τους ανθρώπους, που αν και βρίσκονται σε έναν αβέβαιο παρόν μπορούν παρά τις αντιξοότητες –είτε αυτές ονομάζονται πολιτικά εμπόδια εν προκειμένω ή οικονομικές δυσχέρειες– να ελπίζουν σε ένα πιο ελπιδοφόρο μέλλον. Απτό παράδειγμα η ζωή του αυτοβιογραφούμενου Κώστα Τσακιρούδη. 

Η αλησμόνητη «συνάντηση» του κ. Κώστα Τσακιρούδη με τον εκκολαπτόμενο δικτάτορα Γ. Παπαδόπουλο 

«Σε εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε για τον εορτασμό της 25ης Μαρτίου το 1965 ήταν προσκεκλημένος και ο, άγνωστος τότε, συνταγματάρχης πυροβολικού Ορεστιάδας Γεώργιος Παπαδόπουλος. Η χορωδία άνοιξε την εκδήλωση με τον εθνικό ύμνο. Ακολούθησε ένα τραγούδι του Μ. Θεοδωράκη, και ο κόσμος ενθουσιάστηκε. Ακολουθεί και δεύτερο του ιδίου συνθέτη… και ο καθισμένος στην πρώτη σειρά εκκολαπτόμενος δικτάτορας δυσφορεί χαρακτηριστικά και εκνευρίζεται με τα ακούσματα αυτά. Κάνει νόημα στον παρακαθήμενο αξιωματικό… και σηκώνεται να φύγει. Τον ακούω να λέει εκνευρισμένος: “Πάμε να φύγουμε, μας καλέσανε εδώ για ν’ ακούσουμε κομμουνιστικά τραγούδια;”».

Ο άνθρωπος παραμένει ο ίδιος ιδιαίτερα στα κατώτερα ένστικτά του –μίσος, πάθος, εκδίκηση» 

«Συνέκρινα τις μνήμες μου  από τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο αλλά και τα τραγικά γεγονότα του Εμφυλίου με αυτές των σημερινών εμφυλίων πολέμων που διεξάγονται στις χώρες του Ισλάμ ή και αλλαχού. Διαπίστωσα ότι δεν υπάρχουν ουσιώδεις διαφορές… Δυστυχώς επιβεβαιώνεται καθημερινά ότι ο σημερινός άνθρωπος με την υπερτέλεια τεχνολογία του που έφτασε στον Άρη… παραμένει ο ίδιος ιδιαίτερα στα κατώτερα ένστικτά του –μίσος, πάθος, εκδίκηση».

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.