Κομοτηνη: Οι ραπτομηχανες «μπαλωνουν» τις συνεπειες της κρισης

Η στροφή του κοινού προς τις επιδιορθώσεις και το ράψιμο των ρούχων και ο συνωστισμός για ένα μεροκάματο στο επάγγελμα της μοδίστρας

Οι εποχές, που οι Έλληνες ανανέωναν δίχως δεύτερη σκέψη την γκαρνταρόμπα τους, μόλις εντόπιζαν ατέλειες ή μικροφθορές στα ενδύματά τους,  προφανώς έχουν περάσει στο παρελθόν. Η ραγδαία συρρίκνωση των εισοδημάτων, που προέκυψε στα χρόνια της οικονομικής κρίσης, κατέστησε απαγορευτική τη συχνή αγορά καινούργιων ενδυμάτων, τουλάχιστον για την πλειοψηφία των πολιτών. Συνέπεια αυτού ήταν να επανέλθει δυναμικά στο προσκήνιο του επιχειρείν ένα παραδοσιακό επάγγελμα, που δοκιμαζόταν τις τελευταίες δεκαετίες, το επάγγελμα της μοδίστρας.
 
Οι επιδιορθώσεις των φθαρμένων ρούχων, αλλά και το ράψιμο καινούργιων δια χειρός και… ραπτομηχανής των μοδιστρών, κερδίζουν διαρκώς έδαφος στις προτιμήσεις των πληγέντων από την οικονομική καχεξία πολιτών. Κι αυτό, όχι πάντοτε με αποκλειστικό κριτήριο το αισθητά χαμηλότερο κόστος, όπως θα μας εξηγήσει παρακάτω η κ. Βιλντάν Αλή.

Επάγγελμα μοδίστρα από τα 15…

Η κ. Αλή έκανε τα πρώτα της βήματα στο χώρο της ραπτικής αμέσως μετά από την ολοκλήρωση της φοίτησής της στο δημοτικό. Έμαθε τα μυστικά της τέχνης θητεύοντας δίπλα σε παραδοσιακή μοδίστρα, πράγμα σύνηθες για τις κοπέλες εκείνης της εποχής, ενώ είχε την τύχη να ασκεί το συγκεκριμένο επάγγελμα και η μητέρα της. Από την ηλικία των 15 ετών άρχισε να ασχολείται ενεργά και συστηματικά με το ράψιμο ενδυμάτων, ενώ προ 6ετίας περίπου, σχεδόν όταν ξεκίνησε η οικονομική κρίση, τόλμησε να ανοίξει το δικό της ραφείο, στο στενό της οδού Γραβιάς, απέναντι από τον παλιό κινηματογράφο «Αστέρια».
 
Το εγχείρημα αυτό δεν έγινε δίχως περίσκεψη και διστακτικότητα, όπως μας αποκαλύπτει. «Δεν πίστευα ότι θα βγάζω λεφτά από επιδιορθώσεις», σημειώνει χαρακτηριστικά. Έχοντας πλέον μία πιο ξεκάθαρη εικόνα,  αναγνωρίζει καταρχήν ότι εξαιτίας της οικονομικής κρίσης περισσότερος κόσμος στρέφεται πια στις επιδιορθώσεις των φθαρμένων ενδυμάτων και έτσι το αντικείμενό της υπόσχεται ένα πολύτιμο για την εποχή μας μεροκάματο σε όσους καταπιάνονται με αυτό.
 

Βιλντάν Αλή
«Πολλή δουλειά δεν υπάρχει, γιατί άνθρωποι, που άλλοι ξέρουν και άλλοι δεν ξέρουν από ραπτική, άνοιξαν μαγαζιά»

Ωστόσο, για τον παραπάνω ακριβώς λόγο, τα τελευταία χρόνια παρατηρείται ένας συνωστισμός στο χώρο των επιδιορθώσεων ενδυμάτων, με αποτέλεσμα η αυξημένη μεν ζήτηση εκ μέρους των καταναλωτών να μη μεταφράζεται σε ικανοποιητικό εισόδημα για τους επαγγελματίες. «Έχει πολλές μοδίστρες», παρατηρεί η κ. Αλή, επισημαίνοντας πως «λόγω της κρίσης ανοίγουν ένα μικρό μαγαζί για να βγάλουν ένα μεροκάματο». «Πολλή δουλειά δεν υπάρχει, γιατί άνθρωποι, που άλλοι ξέρουν και άλλοι δεν ξέρουν από ραπτική, άνοιξαν μαγαζιά», τονίζει σε άλλο σημείο. «Δηλαδή εγώ ξέρω τη δουλειά μου, κάποια άλλη όμως μπορεί να μην ξέρει», συμπληρώνει, «άλλα ελπίζει να βγάλει ένα μεροκάματο.  Γιατί αν βγάλει 10-20 ευρώ την ημέρα κέρδος είναι, ειδικά αν έχει και παιδιά και ο άντρας δε δουλεύει. Δηλαδή αν είχε λιγότερα ραφεία οι Κομοτηνή θα είχε δουλειά».
 
Υπό τις συνθήκες, που περιγράφηκαν, η εξασφάλιση ενός ικανοποιητικού μεροκάματου σε καθημερινή βάση κάθε άλλο παρά αυτονόητο είναι. «Μια μέρα έχει, μια δεν έχει», σημειώνει χαρακτηριστικά η κ. Αλή, παρατηρώντας ότι τελευταία η δουλειά έχει μειωθεί. «Πάλι όμως λέμε δόξα τω θεώ», σπεύδει να σχολιάσει, «γιατί τι να κάνουμε; Αν θα κάτσεις στο σπίτι, τι θα κάνεις; Τι θα περιμένεις;».
 
Η ίδια, πάντως, επιμένει να στηρίζεται στην ποιότητα της δουλειάς που κάνει, όπως επίσης στο ότι δεν καταπιάνεται μόνο με επιδιορθώσεις, αλλά είναι σε θέση να ράβει από την αρχή φορέματα και άλλα ενδύματα κατά παραγγελία των πελατών της. «Αν ξέρεις τη δουλειά σου καλά, δεν είναι δύσκολα», μας δηλώνει με αυτοπεποίθηση, σχολιάζοντας ταυτόχρονα με καμάρι ότι «για τη δύσκολη δουλειά έρχονται σε μένα». «Αν ξέρεις τη δουλειά σου και την κάνεις καλά, τότε θα αντέξεις και θα μείνεις», επισημαίνει, αναγνωρίζοντας ωστόσο ότι εξαιτίας του μεγάλου ανταγωνισμού, που έχει αναπτυχθεί, υποχρεώνεται να διατηρεί τις τιμές πιο χαμηλά από ό,τι κρίνει ότι κοστολογείται η δουλειά της. «Δεν μπορείς να πάρεις παραπάνω από 2 ευρώ για το μπάλωμα», εξηγεί, «γιατί άλλοι, ξέρουν ή δεν ξέρουν, κατεβάζουν τις τιμές». «Εσύ κάνεις σωστή δουλειά και ξέρεις ότι πρέπει να πάρεις τρία ευρώ, αλλά δεν μπορείς να τα πάρεις», συμπληρώνει με παράπονο.

«Μου φέρνουν φωτογραφία από το ίντερνετ και μπορώ να κάνω από την αρχή φορέματα»

Πάντως, εκεί όπου το κόστος περνάει σε δεύτερη μοίρα για τους καταναλωτές, είναι στο κομμάτι του ραψίματος νέων ρούχων. Η κ. Αλή χρειάζεται μόνο τα στοιχεία του σωματότυπου του ενδιαφερόμενου και μια φωτογραφία από το ένδυμα, που καλείται να ράψει. «Μου φέρνουν φωτογραφία από το ίντερνετ και μπορώ να κάνω από την αρχή φορέματα», μας δηλώνει χαρακτηριστικά. «Δεν έχει σημασία μόνο η τιμή», σπεύδει να παρατηρήσει. «Σημασία έχει ότι μπορεί να βλέπεις ένα ρούχο και να φαντάζεσαι ότι το φοράς», επισημαίνει, «όμως αν κάνεις την παραγγελία μπορεί να μην σου αρέσει το χρώμα ή μπορεί να μην έχει το νούμερό σου και να μην στρώνει καλά στο σώμα σου». «Εγώ θα το κάνω όπως το θέλεις», αντιτείνει με έμφαση.
 
Καταλήγοντας, η κ. Αλή αναγνωρίζει ότι η δουλειά που κάνει είναι αρκετά επίπονη, ιδίως πνευματικά, όμως εξακολουθεί να μιλάει για αυτήν με διάχυτο ενθουσιασμό, ενώ το πρόσωπό της λάμπει καθώς μας την περιγράφει. «Στο ράψιμο κουράζεται πάρα πολύ ο νους», μας εξηγεί, «γιατί πρέπει να είσαι αφοσιωμένος, να μην κάνεις λάθος. Αν θα κάνεις δύο πόντους λάθος, πάει… Θέλει μεγάλη υπομονή, αλλά και φαντασία». Μπορεί οι περισσότερες ώρες της ημέρας να τη βρίσκουν σκυμμένη πάνω από μία ραπτομηχανή, ωστόσο η ίδια ξεκαθαρίζει ότι η μεγάλη αγάπη της για αυτό που κάνει δεν της επιτρέπει να νοιώσει κούραση και δυσφορία.

Τα νέα παιδιά δε θέλουν να ακολουθήσουν το συγκεκριμένο επάγγελμα

Με παράπονο, τέλος, διαπιστώνει ότι τα νέα παιδιά δε θέλουν να ακολουθήσουν το συγκεκριμένο επάγγελμα, αλλά προτιμούν κατά κόρον να σπουδάσουν σε άλλο αντικείμενο και, ακόμη χειρότερα, αναγκάζονται να φύγουν από τον τόπο τους. Η ίδια είναι μητέρα ενός αγοριού, που αυτήν την στιγμή είναι φοιτητής. Αν είχε όμως μια κόρη, όπως τη ρωτήσαμε σχετικά, θα επιθυμούσε να μάθει την τέχνη της και να την ακολουθήσει και ως επάγγελμα. «Γιατί ακόμα κι αν σπουδάσει, πάλι πρέπει να ξέρει», παρατηρεί. «Γιατί αν δε θα βρει δουλειά, να ξέρει κάτι να κάνει», συμπληρώνει. «Αλλά μπορεί να κάνει και στο σπίτι μετά, για την οικογένειά της», σπεύδει να επισημάνει, «γιατί υπάρχουν γυναίκες που δεν ξέρουν να ράβουν ένα κουμπί, δεν ξέρουν να κρατάνε βελόνα». «Σίγουρα πάντως αυτή η τέχνη δεν τελειώνει», υπογραμμίζει κλείνοντας.
 

Στοίβα με παρατημένα ρούχα, λόγω αδυναμίας πληρωμής
 
«Έχει πολλά που δεν μπορούν να τα πληρώσουν και δεν έρχονται να τα πάρουν»

Στις συνθήκες της οξυμένης οικονομικής κρίσης, που διανύουμε, απαγορευτικό δυστυχώς για ορισμένους συμπολίτες μας δεν είναι μόνο το κόστος της αγοράς νέων ενδυμάτων. Ακόμα και τα λιγοστά ευρώ, που αντιστοιχούν στο κόστος των επιδιορθώσεων, σε αρκετές περιπτώσεις είναι δύσκολο να εξασφαλιστούν. Σε αυτό συνηγορεί η εικόνα της στοίβας με τα παρατημένα ρούχα στο μαγαζί της κ. Αλή. «Έχει πολλά που δεν μπορούν να τα πληρώσουν και δεν έρχονται να τα πάρουν», παρατήρησε η ίδια. Δεν απέκλεισε το ενδεχόμενα κάποιοι να έχουν ξεχάσει ότι τα πήγαν για επιδιόρθωση, ωστόσο εκτίμησε ότι κατά κύριο λόγο είναι από συμπολίτες μας που δεν είχαν λεφτά για να πληρώσουν και να τα ξαναπάρουν. 

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.