Η βουβαλοτροφια ανακτα το χαμενο εδαφος

Τα «παρεξηγημένα» ζώα υπόσχονται προοπτική σε κτηνοτρόφους της περιοχής γύρω από τη Βιστωνίδα

Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα θέματα της ημερίδας για την κτηνοτροφία στο Εθνικό Πάρκο Ανατολικής Μακεδονίας-Θράκης, την οποία διοργάνωσαν χθες στην Κομοτηνή ο Φορέας Διαχείρισης Δέλτα Νέστου-Βιστωνίδας-Ισμαρίδας και η Περιφέρεια ΑΜ-Θ, αφορούσε στις προοπτικές του κλάδου της βουβαλοτροφίας και στη δυνατότητα ανάπτυξής του στην περιοχή μας. Στη διάρκεια της συζήτησης συνομολογήθηκε ότι πρόκειται για έναν ραγδαία αναπτυσσόμενο κλάδο της κτηνοτροφίας, με προϊόντα που παρουσιάζουν πολύ υψηλή ζήτηση στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. «Πυρήνας» της ανάπτυξης της βουβαλοτροφίας στη χώρα μας θεωρείται η λίμνη Κερκίνη στο νομό Σερρών, όπου εκτρέφεται η συντριπτική πλειοψηφία των βουβαλιών, περίπου 1.600 στον αριθμό.
 

Μάνος Κουτράκης
«Υπάρχει το οικονομικό κίνητρο, που μπορεί να ενθαρρύνει τους παραγωγούς να στραφούν προς το βουβάλι»


 
Στον νομό Ροδόπης και ειδικότερα γύρω από τη λίμνη Βιστωνίδα, όπου παλαιότερα εκτρέφονταν μεγάλοι πληθυσμοί βουβαλιών, αυτή τη στιγμή είναι σε λειτουργία μόλις μία μονάδα, με 52 ζώα. Ο διευθυντής του Φορέα Διαχείρισης Δέλτα Νέστου-Βιστωνίδας- Ισμαρίδας, κ. Μάνος Κουτράκης, αποκάλυψε ότι μία ακόμα μονάδα εκτροφής βουβαλιών έχει αδειοδοτηθεί στην περιοχή της Βιστωνίδας, ενώ έχει κατατεθεί αίτημα για αδειοδότηση άλλης μίας στην περιοχή του Νέστου. Ο κ. Κουτράκης έκανε λόγο για έναν ραγδαία αναπτυσσόμενο κλάδο, τα προϊόντα του οποίου-τόσο το κρέας, όσο και το γάλα- είναι εξαιρετικής ποιότητας και απολαμβάνουν μεγάλης ζήτησης, σε υψηλές τιμές. «Οι τιμές των προϊόντων είναι πάρα πολύ υψηλές», σημείωσε, «διπλάσιες και τριπλάσιες, ενώ σε κάποια προϊόντα μπορεί να φτάσει στο δεκαπλάσιο». «Οπότε υπάρχει το οικονομικό κίνητρο, που μπορεί να ενθαρρύνει τους παραγωγούς να στραφούν προς το βουβάλι» επισήμανε.
 
Ταυτόχρονα χαρακτήρισε θετικό το γεγονός ότι σε απόσταση αναπνοής από την περιοχή μας βρίσκεται ο «πυρήνας» της ανάπτυξης της βουβαλοτροφίας, η περιοχή της Κερκίνης. Ο κ. Κουτράκης παρατήρησε πως η περιοχή γύρω από τη Βιστωνίδα εμφανίζει παρόμοια χαρακτηριστικά με της Κερκίνης, ενώ οι ενδιαφερόμενοι παραγωγοί μπορούν να πάρουν τεχνογνωσία από τους εκεί συναδέλφους τους. Τέλος, υπογράμμισε πως με τη συγκεκριμένη κτηνοτροφική δραστηριότητα «όχι μόνο δεν θίγεται το περιβάλλον, αλλά βοηθιέται κιόλας». «Η βόσκηση του βουβαλιού στην παράκτια ζώνη της λίμνης βοηθάει στον έλεγχο της βλάστησης και στην ισορροπία του υγρότοπο», διαπίστωσε, για να επισημάνει με έμφαση ότι «θέλουμε περισσότερα βουβάλια στη Βιστωνίδα».
 
 

Τριαντάφυλλος Γιαντσίδης
«Παλιότερα το να έχεις βουβάλια θεωρούταν υποτιμητικό, αλλά πλέον το βουβαλίσιο κρέας γίνεται ανάρπαστο»

 
Την προσωπική πολύτιμη εμπειρία του ως βουβαλοτρόφος, που έχει ακολουθήσει το επάγγελμα των παππούδων του και διατηρεί μονάδα στην περιοχή της Κερκίνης, κατέθεσε στην ημερίδα ο κ. Τριαντάφυλλος Γιαντσίδης. Ο κ. Γιαντσίδης επιβεβαίωσε ότι υπάρχουν προοπτικές στην ενασχόληση με την εκτροφή βουβαλιών, διευκρινίζοντας βέβαια ότι «αρκεί να θέλει να δουλέψει κανείς». «Παλιότερα το να έχεις βουβάλια θεωρούταν υποτιμητικό», παρατήρησε, εξηγώντας χαρακτηριστικά πως οι έμποροι «τα έπαιρναν από μας και στην αγορά τα πουλούσαν για μοσχάρι». Ωστόσο, οι βουβαλοτρόφοι της Κερκίνης επέμειναν στη συγκεκριμένη δραστηριότητα, συνεργάστηκαν με τοπικούς κρεοπώλες και πλέον το βουβαλίσιο κρέας γίνεται ανάρπαστο. «Οι κρεοπώλες κάνουν και την τυποποίηση και προωθούν το κρέας σε μεγάλες αγορές», επισήμανε, «στη Θεσσαλονίκη, στην Αθήνα, αλλά και στο εξωτερικό, περισσότερο στη Γερμανία». Πλέον το βουβαλίσιο κρέας, σύμφωνα με τον κ. Γιαντσίδη, είναι πιο ακριβό από το μοσχαρίσιο, ενώ η τιμή στην οποία το πουλάνε οι παραγωγοί κυμαίνεται γύρω από τα 4,5 ευρώ το κιλό. Ακόμα το γάλα του βουβαλιού ενδείκνυται για γλυκά, όπως το καζάν ντιπί, για τυρί, ακόμα και για ζυμαρικά. Κλείνοντας, ο κ. Γιαντσίδης επικέντρωσε σε μία ακόμα διάσταση της εκτροφής βουβαλιών, στην προώθηση του αγροτουρισμού. «Όλος ο κόσμος, που έχει επισκεφθεί τη λίμνη Κερκίνη, βλέπει την ποικιλία ειδών στον υγρότοπο», σημείωσε χαρακτηριστικά, «αλλά η πρώτη εικόνα που αποκτά είναι το βουβάλι».
 

Χριστίνα Λίγδα
«Το βουβάλι είναι ένα «παρεξηγημένο» είδος ζώου, αλλά…»

Την εμπειρία της από την εκτροφή βουβαλιών στην περιοχή της Κερκίνης, με την επιστημονική της όμως ιδιότητα στον τομέα των κτηνιατρικών ερευνών, κατέθεσε στη συζήτηση η κ. Χριστίνα Λίγδα. Η ερευνήτρια του Ινστιτούτου Κτηνιατρικών Ερευνών Θεσσαλονίκης παρατήρησε αρχικά ότι το βουβάλι είναι ένα «παρεξηγημένο» είδος ζώου, εξηγώντας ότι «κάποτε υπήρχαν μεγάλοι πληθυσμοί, ειδικά στη Θράκη και στη Μακεδονία, αλλά με την πάροδο των ετών και μετά από τις αλλαγές στην αγροτική παραγωγή και στα πρότυπα κατανάλωσης, ο κόσμος ξέχασε τα προϊόντα του». «Το παράδειγμα της Κερκίνης είναι θετικό», επισήμανε, «διότι με τα μέτρα που πάρθηκαν για τη διατήρηση των γενετικών πόρων στην κτηνοτροφία, δηλαδή με τα μέτρα στήριξης των απειλούμενων φυλών, συνέχισαν οι λίγοι παραγωγοί που είχαν μείνει- οι 5 ή 6 το 1992-  ενώ και νέοι παραγωγοί μπήκαν στον χώρο, γιατί στηρίχτηκαν από τις ενισχύσεις, και παράλληλα τυποποίησαν τα προϊόντα τους». Η κ. Λίγδα επιβεβαίωσε ότι η βουβαλοτροφία είναι συμβατή με τη λειτουργία των υγροτόπων, επομένως η ανάπτυξή της ενδείκνυται και στην περιοχή της Θράκης. «Αν υπάρχουν κτηνοτρόφοι που θα ενδιαφερθούν», σημείωσε, «υπάρχει προοπτική». Διευκρίνισε δε κλείνοντας ότι «κάθε εκτροφή και κάθε καλλιέργεια έχει τις δικές της ιδιαιτερότητες», επισημαίνοντας πως εν προκειμένω η ενασχόληση με την εκτροφή βουβαλιών απαιτεί δουλειά όλο τον χρόνο.
 
 

Το 1952 εκτρέφονταν μόνο στη Μακεδονία και τη Θράκη περίπου 71.000 βούβαλοι

 
Σύμφωνα με την επικρατέστερη άποψη, το ελληνικό βουβάλι έχει εισαχθεί από την Ασία. Η πρώτη εμφάνιση μεγάλων πληθυσμών στη χώρα τοποθετείται τον 13ο αιώνα. Το 1952 εκτρέφονταν μόνο στη Μακεδονία και τη Θράκη περίπου 71.000 βούβαλοι. Η εγκατάλειψη της γεωργίας τα τελευταία χρόνια, οι γενετικά βελτιωμένες φυλές και η μείωση των εκτάσεων στις οποίες έβοσκαν οι νεροβούβαλοι συνετέλεσαν στη συρρίκνωση του πληθυσμού τους. Παγκοσμίως ο αριθμός των βουβαλιών υπολογίζεται στα 220 με 360 εκατομμύρια. Τα τελευταία τριάντα χρόνια παρουσιάζει μια σταθερή αύξηση της τάξης του 15%-28%, με το 95% του πληθυσμού τους να βρίσκεται στην Ινδία. Αντίθετα στην Ελλάδα τα τελευταία 30 χρόνια υπήρξε μια πτώση της τάξης του 75-87%.
 

2.089 ο σημερινός πληθυσμός των βουβαλιών στην ελληνική επικράτεια

 
Ο συνολικός πληθυσμός των βουβαλιών αυτήν την εποχή στη χώρα μας υπολογίζεται στα 2.089 ζώα. Ειδικότερα, στον νομό Σερρών, γύρω από την Κερκίνη, υπάρχουν 16 εκτροφές με 1.648 βουβάλια. Ακολουθεί ο νομός Θεσσαλονίκης, στους υγροτόπους του οποίου εκτρέφονται 193 ζώα σε 3 εκτροφές. Στην υπόλοιπη ελληνική επικράτεια λειτουργούν μόλις 8 ακόμα μονάδες εκτροφής βουβαλιών. Πιο συγκεκριμένα, μία στην Αιτωλοακαρνανία με 71 ζώα, μία στη Ροδόπη με 52 ζώα, μία στον Έβρο με 4 ζώα,  μία στα Τρίκαλα με 23 ζώα, μία στην Άρτα με 28 ζώα, μία στη Φλώρινα με 2 ζώα, μία στη Φθιώτιδα με 63 ζώα και μία στη Φωκίδα με 5 ζώα. 

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.