Η Σαββινα Γιαννατου στο Ραδιο Παρατηρητης 94 FM

Την επόμενη ημέρα της συναυλίας της στην Κομοτηνή (30 Αυγούστου ) η Σαββίνα Γιαννάτου βρέθηκε, όπως πλέον είναι φυσικό για όλους τους καλλιτέχνες που έρχονται στην Κομοτηνή, στο Studio του Ράδιο Παρατηρητής 94 FM και συζήτησε με τον Μάριο Λιάγκη στην εκπομπή «Μουσικές» (13.00-14.00) σε γλώσσα ελληνική για τα τραγούδια του κόσμου.

ΠτΘ: κ. Γιαννάτου, πώς ήταν η συναυλία στην Κομοτηνή;
Σ.Γ.:
Μου άρεσε ιδιαίτερα, γιατί ο κόσμος φαινόταν να παρακολουθεί ευλαβικά, κάνοντας ιδιαίτερη ησυχία. Και πρέπει να πω ότι αυτό το διαπιστώνω όλο και περισσότερο τα τελευταία χρόνια. Το κοινό σιγά – σιγά προσέχει πάρα πολύ και γίνεται πιο απαιτητικό. Δεν το λέω μόνο για την Κομοτηνή. Πέρσι είχαμε παίξει στην Ξάνθη με ελεύθερη είσοδο, που είναι πολύ επικίνδυνο, και πάλι ο κόσμος ήταν ήσυχος και αισθανόσουν ότι ενδιαφερόταν.

ΠτΘ: Εμείς ως κοινό ομολογούμε ότι διακατεχόμαστε και από το άγχος του «ω τι καλό κοινό». Κι αυτό επιδιώκουμε να το δείχνουμε εμφανώς στους καλλιτέχνες…
Σ.Γ.:
Όχι, ότι δεν ισχύει αυτό, γιατί, όταν σε κάποιον δεν αρέσει εκνευρίζεται και το δείχνει.

ΠτΘ: Ας αφήσουμε τη συναυλία και δώστε μας κάποια στοιχεία της ταυτότητάς σας.
Σ.Γ.:
Χα , χα…

ΠτΘ: Προς Θεού όχι το θρήσκευμα, υπηκοότητα και ηλικία.
Σ.Γ.:
Γεννήθηκα στην Αθήνα…

ΠτΘ: Μάλιστα…
Σ.Γ.:
Απογοητευτήκατε, περιμένατε κάτι πιο εξωτικό;

ΠτΘ: Όχι.
Σ.Γ.:
Ο πατέρας μου είναι από την Κεφαλονιά και η μητέρα μου από την Κάλυμνο. Δηλαδή, είναι δύο τελείως διαφορετικές νοοτροπίες ,το Ιόνιο και το Αιγαίο, και συναντηθήκανε στην Αθήνα. Εγώ βέβαια, έχω πάει περισσότερες φορές στην Κάλυμνο και νιώθω ότι ξέρω πιο καλά τη νοοτροπία της Καλύμνου. Αλλά, δεν έχω σχέση, δυστυχώς, μ’ αυτήν.Οι Καλυμνιώτες είναι εξωστρεφείς, καλαμπουρτζήδες και κάνουν φοβερές πλάκες.

ΠτΘ: Πόση σχέση έχετε εσείς μ’ αυτά;
Σ.Γ.:
Κοιτάξτε, άλλο το χιούμορ και άλλο η κοροϊδία και το «ψιλό γαζί» που λέμε.

ΠτΘ: Στην Αθήνα μεγαλώνετε σε αστικό περιβάλλον;
Σ.Γ.:
Ναι, και τα ακούσματα στο σπίτι ήταν Χατζηδάκις, Θεοδωράκης. Ωδείο πήγα στα 12 για να μάθω κιθάρα. Γνώριζα τη Λένα Πλάτωνος με την οποία συνεργασθήκαμε επαγγελματικά στη Λιλιπούπολη αργότερα. Ήταν συμμαθήτρια της αδελφής μου και με πήγε η Λένα σε ένα ωδείο, στον Γεράσιμο Μηλιαρέση. Εγώ όμως κάποια στιγμή διέκοψα και ξανάρχισα να ασχολούμαι με τη μουσική επαγγελματικά πια μαζί με την Λένα στο Γ΄ Πρόγραμμα, όταν ήμουν 19 χρονών.

ΠτΘ: Στη Λιλιπούπολη…
Σ.Γ.:
Κι έτσι ξανάρχισε η επαφή κι άρχισα και το τραγούδι, κλασσικό, το οποίο μελέτησα τέσσερα χρόνια. Μετά με το Σπύρο Σακά έκανα δύο χρόνια άσκηση σε μια τεχνική φυσικής φωνής, δηλαδή ασχολήθηκα με το τi βγάζει η φωνή της ομιλίας και πως αυτή εξελίσσεται σε τραγούδι. Αυτό βέβαια μου έκανε καλό. Ασχολήθηκα αρκετά και με τον ελεύθερο αυτοσχεδιασμό , κάνοντας ένα χρόνο σπουδές στην Αγγλία. Ετσι ολοκλήρωσα, ας πούμε, τις σπουδές.

ΠτΘ: Η συνέχεια βέβαια είναι γνωστή. τα «Ισπανοεβραίικα τραγούδια της Θεσσαλονίκης», τα «Τραγούδια της Μεσογείου», «Οι Παναγιές του κόσμου» και τώρα το «Rosa das Rosas”;
Σ.Γ.:
Πρέπει να σας πω ότι το τελευταίο CD έπρεπε να είχε κυκλοφορήσει πριν 10 χρόνια, αλλά δεν το ήθελε κανείς, γιατί δεν ήταν τα εμπορικά τραγούδια που στην Ελλάδα ζητούν οι Εταιρείες. Και βέβαια δύσκολα βρίσκει κανείς διέξοδο, όταν αυτό που κάνει δεν είναι και τόσο κατανοητό.

ΠτΘ: Δεν είναι άδικο αυτό που λέτε; Εσείς τουλάχιστον έχετε βρει διέξοδο με τα άλλα CD σας…
Σ.Γ.:
Τα άλλα ε; Πρώτα βγήκανε τα Σεφαραδίτικα, τα Ισπανοεβραϊκά τραγούδια της Θεσσαλονίκης που η εταιρεία πίστευε ότι θα αγοραστούν μόνο από Εβραίους και βέβαια ότι θα ενδιαφέρουν πολύ περιορισμένο κοινό. Όταν βγήκε όμως ο δίσκος, υπήρξε ξαφνικά ένα τεράστιο ενδιαφέρον. Το μετέδιδαν τα ραδιόφωνα πολύ, γιατί είναι, όντως, ωραία τραγούδια και βρίσκονται πολύ κοντά στα ελληνικά τα Σμυρνέϊκα. Πολλά μάλιστα είναι δίγλωσσα, αφού ζούσαν όλοι μαζί. Ήταν και ελληνικά και ισπανοεβραϊκά. Επίσης έχουν πολύ ενδιαφέρον, γιατί βλέπεις τη ζωή της πόλης, πριν από τον πόλεμο. Έχει τραγούδια για το Γεντί Κουλέ, για ένα καφενείο, για την πυρκαγιά. Ήταν δηλαδή και ενδιαφέρον δίσκος για πολλούς.

ΠτΘ: Και πήγε πολύ καλά.
Σ.Γ.:
Ναι και μετά έγιναν «Τα τραγούδια της Μεσογείου» που είναι τραγούδια από τις περισσότερες χώρες της Μεσογείου, στις διαλέκτους τους και τις γλώσσες τους. Αυτός πια ο δίσκος πήγε πολύ καλύτερα. Κι αυτό ήταν κάτι που η εταιρεία δεν το ήξερε. Ο δίσκος με τα εβραϊκά έγινε σε συνεργασία με το πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης. Ο Σ. Κοκκάλης είχε κάνει τη μελέτη κι εγώ έβαλα τη φωνή, αφού έδωσα κάποια τραγούδια. Εγώ απλά ήμουν το τελευταίο στοιχείο και συμπλήρωσα τη δουλειά. Ο δίσκος βγήκε ουσιαστικά και ως υποχρέωση σε κάποιους ανθρώπους που δεν υπάρχουν πια, σε ένα πολιτισμό που χανόταν. Αυτό όμως δεν είχε να κάνει με μένα. Θα μπορούσε να ήταν μια άλλη τραγουδίστρια και να κάνει άλλες επιλογές.

ΠτΘ: Και πως τα επιλέξατε;
Σ.Γ.:
Έτσι όπως λέγαμε. Επέλεξα τραγούδια με αναφορές ή με λέξεις από άλλες γλώσσες. Υπήρχε στη Θεσσαλονίκη ένα μωσαϊκό ανθρώπων και πολιτισμών τους προηγούμενους αιώνες κι αυτό φαίνεται και στα ίδια τα τραγούδια, τα σεφαραδίτικα. Υπάρχει η γλώσσα που είναι τα «αρχαία» ισπανικά, του 15ου αιώνα κι αυτή διατηρήθηκε στη Θεσσαλονίκη, υπάρχουν αναφορές που λέγαμε. Ε, και γι’ αυτό αφορούν τελικά πολλούς ανθρώπους.

ΠτΘ: Εσείς μιλάτε όλες αυτές τις γλώσσες που τραγουδάτε;
Σ.Γ.:
Όχι, βέβαια, αλλά μαθαίνω.

ΠτΘ: Ταξιδεύετε σ’ αυτά τα μέρη για τα οποία τραγουδάτε;
Σ.Γ.:
Ταξιδεύω γενικά, αλλά όχι μόνο σ’ αυτά τα μέρη. Τα τραγούδια τα μαθαίνω από CD και από άλλους ανθρώπους που έχουν κάνει έρευνες. Τα μεσογειακά, ας πούμε , τα έμαθα από φίλους, μουσικούς, μουσικολόγους. Ένα τραγούδι από εδώ κι ένα από εκεί.

ΠτΘ: Με όλα αυτά τα τραγούδια που έχετε τραγουδήσει νιώθετε μια λαϊκή τραγουδίστρια;
Σ.Γ.:
Όχι, δεν είμαι. Παρ’ ότι απ’ το 1994 ασχολούμαι μ’ αυτό το είδος. Πριν όμως, δεν είχα καμία σχέση. Είχα κάνει δίσκους με τη Λένα Πλάτωνος , με έντεχνο ελληνικό τραγούδι, στις αρχές της δεκαετίας του ’80. Ο ένας δίσκος ήταν σε ποίηση Κώστα Καρυωτάκη και ο άλλος σε στίχους της Μαριανίνας Κριεζή. Μετά έκανα ένα δίσκο με τον Μιχάλη Γρηγορίου, που ήταν στον κύκλο των φίλων του Μ. Χατζηδάκι. Έτσι η πορεία μου ήταν καθαρά και αυστηρά μέσα στο έντεχνο ελληνικό τραγούδι. Επίσης κάτι που δεν είχε δισκογραφηθεί είναι ότι τραγουδούσα μπαρόκ και αναγεννησιακή μουσική. Τότε, λοιπόν, με το Εργαστήρι Παλιάς μουσικής είχα έλθει στην Κομοτηνή. Έτσι πολύ πρόσφατα (’94) άρχισα να ασχολούμαι με την παραδοσιακή – λαϊκή μουσική.

ΠτΘ: Και πως προσαρμοστήκατε;
Σ.Γ.:
Μελέτησα τη Ρόζα Εσκενάζυ κυρίως και τη Μαρίκα Παπαγκίκα και τη Μαρίκα Νίνου. Κι όταν λέω μελέτησα το λέω γιατί ,εφόσον εγώ δεν είχα μεγαλώσει σε ένα τέτοιο περιβάλλον με γιαγιάδες από τη Σμύρνη και δεν είχα ανάλογα ακούσματα, χρειάστηκε να μελετήσω κάποιους άλλους. Εγώ σε αστικό περιβάλλον είχα πρότυπο τις ήσυχες καθαρές σαν κρύσταλλο φωνές. Κι αυτό έπρεπε να το αποβάλλω.

ΠτΘ: Και πως περνάτε από το ένα είδος στο άλλο;
Σ.Γ.:
Εγώ βέβαια δεν έχω τεχνική κλασσικού τραγουδιού, οπότε μου είναι πιο εύκολο. Η αναγεννησιακή τεχνική, χωρίς Βιμπράτο είναι πιο εύκολο να γίνει λαϊκή. Άλλωστε, όταν σε ενδιαφέρει τα καταφέρνεις όλα. Θέμα τεχνικών είναι.

ΠτΘ: Προφανώς οι τεχνικές αυτές σας ωθούν και στους αυτοσχεδιασμούς που κάνετε;
Σ.Γ.:
Οι αυτοσχεδιασμοί αφορούν μόνο στο συναίσθημα. Εκείνη την ώρα ,λες, αρχίζω και δεν ξέρω που πάω. Και το ίδιο κάνουν και οι μουσικοί. Βέβαια με τον καιρό φτιάχνεται ένας κώδικας, αφού κάτι παρόμοιο κάνεις κάθε φορά. Αλλά το βασικό είναι ότι υπάρχει αυθορμητισμός. Και σε μένα και στο γκρουπ τους Primavera en Salonico.

ΠτΘ: Τελικά η μουσική είναι η ζωή σας.
Σ.Γ.:
Ασχολούμαι πάρα πολύ και ζω μέσα από αυτό.

ΠτΘ: Μουσική λοιπόν.

——————————————————————–
(Φυσικά τη συνέντευξη συνόδευσαν τραγούδια από τους δίσκους που αναφέρονται σ’ αυτήν)

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.