Η Παναγια των θρυλων και των παραδοσεων

Στο κέντρο του κάμπου και δίπλα στα ευλογημένα αμπέλια που κάποτε έσφυζαν από τις φωνές και τη δουλειά των εργατών η Ιερά Μονή Παναγίας Φανερωμένης Βαθυρρύακος θα αποτελέσει και φέτος τον πόλο έλξης χιλιάδων επισκεπτών με την ευκαιρία του εορτασμού της αποθέωσης της Υπεραγίας Θεοτόκου, δεσπόζοντας στις καρδιές όλων αυτών που πίστεψαν και ακούμπησαν στη θαυματουργή της εικόνα.

Εδώ και πολλά – πολλά χρόνια η εικόνα αυτή, που κατά την παράδοση πρέπει να βρέθηκε πριν από 500 τουλάχιστον χρόνια σε αγρόκτημα μεγαλοκτηματία Τούρκου,αποτελεί το κέντρο προσκύνησης όχι μόνο των κατοίκων της Ροδόπης αλλά και της ευρύτερης περιφέρειας.


Χιλιάδες πιστοί κάθε χρόνο τιμούν τη μάνα του Θεανθρώπου και τη δική τους μάνα, προσκυνώντας την εικόνα της που την παρουσιάζει να κρατά στο δεξί της χέρι το παιδί της. Μέρα χαράς, μέρα γιορτής αλλά και πίστης που χαρακτηρίζεται κάθε χρόνο από τη μεγάλη προσέλευση πιστών. Και μπορεί με την πάροδο του χρόνου να έχει αλλάξει ο τρόπος προσέλευσης των προσκυνητών όμως ο ζήλος εξακολουθεί να είναι ο ίδιος.

Η κ. Τασούλα είναι σήμερα 82 χρονών. Με νοσταλγία θυμάται τα όμορφα εκείνα χρόνια όταν μικρό κοριτσάκι πήγαινε να προσκυνήσει στη χάρη της. Περιγράφοντας την εκκλησία της Παναγιάς των Ρόδων που βρίσκεται μέσα στο Αμπελουργικό Φυτώριο τη χαρακτηρίζει σαν ένα μικρό φούρνο. «Ήταν μια μικρή εκκλησίτσα σαν φούρνος. Εμείς τότε πηγαίναμε και δουλεύαμε στο φυτώριο. Εγώ πήγαινα μόνο την περίοδο του κλαδέματος. Να φανταστείς ήταν τόσο μικρή που εγώ που είμαι τόσο κοντή μόλις που έφθανα να προσκυνήσω την εικόνα της, η οποία ήταν πάρα πολύ παλιά ακόμα και τότε. Πηγαίναμε, χαιρετούσαμε και μας έλεγαν οι μεγαλύτερες γυναίκες, «βάλτε μία δραχμή να δείτε πως κολλάει επάνω στην εικόνα», και πράγματι έτσι γινόταν. Κάποια στιγμή ακούσαμε πως την εικόνα την πήγαν στα Φατήριακα. Όμως το βράδυ η εικόνα επέστρεφε πάλι στο μέρος. Κάποιοι λένε ότι έβλεπαν το βράδυ ένα φωτεινό άστρο με ουρά και το συνέδεαν με την επιστροφή της εικόνας στον τόπο της. Ήρθαν παπάδες την πήραν, την πήγαν στα Φατήριακα, αλλά αυτή επέστρεφε πάλι. Τελικά την άφησαν.

Αργότερα στις αρχές της δεκαετίας του Σαράντα η πεθερά μου, η Μαριγώ, χαροκαμένη μάνα γιατί έχασε το γιο της στον αλβανικό πόλεμο μαζί με την Γκιζδίμενα, μία μάνα επίσης χαροκαμένη για τον ίδιο λόγο και με την μπάμπω Ζηνοβιά, μία μοναχική γυναίκα, ξεκίνησαν να κάνουν έρανο για να φτιάξουν ένα εκκλησάκι. Γύρισαν όλα τα χωριά συγκέντρωσαν χρήματα και με προσωπική οικειοθελή εργασία των ανθρώπων της περιοχής κτίσθηκε το εκκλησάκι. Όταν τέλειωσε πήγαν ένα απόγευμα να ανάψουν κερί. Την ώρα που έβγαιναν από το φυτώριο περνούσε ο δεσπότης ο οποίος γυρνούσε από τα Φατήριακα. Τον σταμάτησαν και αφού τον προσκύνησαν του ζήτησαν να ξεκινήσει να λειτουργεί η εκκλησία. Αυτός αρνήθηκε. Σε μία εβδομάδα ο δεσπότης αυτός αρρώστησε και πέθανε. Η εκκλησία λειτούργησε κανονικά και κάθε χρόνο και της Παναγίας αλλά και στα εννιάμερα της Παναγίας πολύς κόσμος πηγαίνει και προσκυνά την εικόνα της».

Από μικρό κοριτσάκι η κ. Τασούλα θυμάται να γιορτάζονται τα εννιάμερα της Παναγίας. «Θυμάμαι ήμουν μικρό κοριτσάκι, αλωνίζαμε τότε και πηγαίναμε στα τσαϊρια και ο μπαμπάς μου βοσκούσε τα πρόβατα. Όπως σήμερα στη σειρά είναι τα αυτοκίνητα με τους προσκυνητές, τότε ήταν τα αμάξια. Ήταν έτσι φτιαγμένα με κουρκούλες και μέσα καθόμαστε εμείς. Η μητέρα μου μαγείρευε στο σπίτι και παίρναμε τα φαγητά μας και πηγαίναμε. Κάποιοι μαγείρευαν και εκεί. Η μάνα μου δεν ήθελε να κουβαλά ξύλα, κατσαρόλες για να μαγειρέψει. Όλα τα χωριά κατέβαιναν εκεί. Ακόμα και από την Αλεξανδρούπολη. Και γίνονταν γλέντια, χοροί. Έρχονταν από την Ξυλαγανή οι Μπουγαλικιώτισσες με τις ωραίες τσούκνες και χόρευαν. Γινόταν μεγάλο πανηγύρι. Τώρα δεν γίνεται πανηγύρι. Έρχονται φεύγουν. Έρχονται φεύγουν. Ο κόσμος καθόταν εκεί, ξενυχτούσε, γλεντούσε. Τώρα πας με το αμάξι χαιρετάς και φεύγεις.

Ιεροτελεστία η προετοιμασία για κάθε οικογένεια. Τα κάρα ετοιμάζονταν, τα παπλώματα σεντονιάζονταν με τα καλύτερα ασπροκεντήματα. Τα καλύτερα υφαντά και κιλίμια περιτύλιγαν την κουρκούλα, το σκέπαστρο του κάρου. Καραβάνια ολόκληρα ξεκινούσαν από τα χωριά και κατασκήνωναν στον περίβολο και στο ξέφωτο γύρω από την εκκλησιά. Κανείς δεν ξεχνούσε να πάρει και την τροφή των ζώων, την οποία μετέφεραν στην άκρη του κάρου. Κατσαρόλες, ξύλα για το άναμμα της φωτιάς και τα υπόλοιπα μαγειρικά σκεύη ετοιμάζονταν για μέρες, ώστε να μη ξεχασθεί τίποτε. Ανήμερα της γιορτής τα καζάνια άναβαν και ετοιμάζονταν το φαγητό το οποίο ως επί το πλείστον ήταν «αρμιά με όρνιθα». Ακόμα και σήμερα οι καβακλιώτες κάτοικοι της Αιγείρου την ημέρα αυτή εξακολουθούν να κάνουν αυτό το φαγητό.

Τριγύρω οι πραματευτάδες έστηναν τις πραμάτειες τους. Καραμέλες σοκολάτες, χαλβάς και μικροαντικείμενα ήταν πόλος έξης για τους μικρούς πανηγυρτζήδες

«Το πανηγύρι κρατούσε μια εβδομάδα τότε» λέει η κ. Μαριάνθη. «Μεγάλη χαρά. Θάλασσα τα αμάξια» συμπληρώνει η αδελφή της η κ. Δέσποινα. «Καθόμαστε μέχρι αργά και κοιτάζαμε πώς να πάρουμε καμιά καραμέλα όσο το δυνατόν πιο αθόρυβα. Η εκκλησία τότε ήταν πιο μικρή ύστερα τη μεγάλωσαν. Τότε ήταν μία εβδομάδα πανηγύρι. Πηγαίναμε με τα φαγητά μας με τα νερά μας. Κοιμόμαστε εκεί». «Ποιος κοιμόταν όλη τη νύχτα», αναρωτιέται η κ. Δέσποινα. Παρακαλούσαμε τους γονείς μας να μας πάνε. Οι άνθρωποι τότε ήταν κουρασμένοι από τις δουλειές και δεν ήθελαν να πάνε αλλά εμείς είμαστε παιδιά. Θέλαμε να πάμε να διασκεδάσουμε.»

Πολλοί λένε ότι είδαν την Παναγία. Χαρακτηριστικά το 1974 στην επιστράτευση λένε, κατά τη μαρτυρία της κ. Τασούλας, ότι περνούσε ένα τζιπ με φανταράκια από το δρόμο που περνά μπροστά από την Παναγία τη Φανερωμένη. Έξω ακριβώς καθόταν μία γριά η οποία τους σταμάτησε. Τα φανταράκια της είπαν ότι δεν μπορούν να την πάρουν. Και τότε αυτή τους είπε ότι δεν τους σταμάτησε για αυτό αλλά για να τους πει να μη φοβούνται. «Και πόλεμος να γίνει εγώ σας έχω σκεπασμένα ώστε να μην πάθετε τίποτα. Εγώ πάντως εκείνο που ξέρω είναι ότι τόσα χρόνια γίνεται πανηγύρι αλλά δεν έγινε κανένα ατύχημα. Τόσος κόσμος τόσα αυτοκίνητα και δεν γίνεται τίποτα. Τους φυλάει η Παναγία», κατέληξε η κ. Τασούλα.

Εδώ και πολλά χρόνια για τη χάρη της στο πανηγύρι κάθε 23 Αυγούστου στα εννιάμερα της Παναγίας χιλιάδες πιστοί φθάνουν στη μονή για να προσκυνήσουν. Θάλασσα χαρακτηρίζουν τους προσκυνητές γυναίκες από την Αίγειρο. Ακόμη και σήμερα η συμμετοχή των προσκυνητών είναι μεγάλη και πλήθος αφιερώματα καλύπτουν την θαυματουργή εικόνα που εικονίζει την Παναγία να κρατά στο δεξί της χέρι το θείο βρέφος. Κάθε χρόνο αυτές οι γυναίκες είναι οι πρώτες που πηγαίνουν πεζή για να προσκυνήσουν τη χάρη της. Ανοίγουν το χορό των προσκυνητών που θα ακολουθήσουν την παραμονή κατά χιλιάδες. Και, όπως λέγεται, εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι κάθε χρόνο αυτοί που πηγαίνουν να προσκυνήσουν πεζή τη χάρη της είναι περισσότεροι και μάλιστα ο μεγαλύτερος αριθμός είναι νέοι άνθρωποι.

Άνθρωποι που τιμούν τη χάρη της. Νέοι που θέλουν να διατηρήσουν την παράδοση γιατί η πίστη είναι βαθιά ριζωμένη στις ψυχές τους. Η προσέλευση στην Ιερά Μονή της Παναγίας της Φανερωμένης και φέτος θα είναι μεγάλη.

Για χάρη της Παναγιάς, της Παναγιάς των Ρόδων, της Παναγιάς της Φανερωμένης…

Α.Π.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.