Η διαχρονικη «Φαυστα» και ο συμπαγης λογος του Μποστ

Στην εκπομπή «Βομβιστές Δυτικών Προαστίων» του Ράδιο Παρατηρητής φιλοξενήθηκαν ο σκηνοθέτης της παράστασης «Φαύστα» του Μποστ, που ανεβάζει το ΔΗΠΕΘΕ Κομοτηνής, Δημήτρης Παπασταμάτης και οι ηθοποιοί Ελένη Κρίτα, Άννα Σιταρίδου και Αλέκος Κολλιόπουλος.

Άποψη πάνω στον πολιτικό λόγο του Μποστ, χιούμορ που αντικατοπτρίζεται στο λόγο, αμεσότητα κι επικοινωνιακή δύναμη χαρακτηρίζουν τους συνομιλητές που έφεραν με επιτυχία εις πέρας το δύσκολο λόγο του Μποστ, συντελώντας να μείνει διαχρονικός.

Η παράσταση επιστρέφει στην Κομοτηνή μετά από μια περιοδεία στην περιφέρεια της Ροδόπης – με παραστάσεις που αγόρασε η ΤΕΔΚ – στην περιφέρεια ΑΜ-Θ, αλλά και στις Συκιές που γίνεται η συνάντηση των ΔΗΠΕΘΕ, από τις 7 Σεπτεμβρίου μέχρι τις 12.



ΠτΘ: Ασχοληθήκατε αν και καλοκαίρι με ένα πολύ δύσκολο κείμενο και φαντάζομαι ότι εν τω μέσω του θέρους που ο κόσμος προτιμάει να πηγαίνει στην θάλασσα, είτε για ψάρεμα είτε για μπάνιο, μάλλον είναι δύσκολο να διαβάσει κάποιος ένα κείμενο σαν αυτό του Μπoστ.

Ε.Κ.:
Είχα μια εξοικείωση με τα κείμενα του Μποστ και νομίζω ότι η δική μας η γενιά, που είχε ζήσει το ’75 με ’80 το μεγάλωμά της και την εφηβεία της, έχει παρακολουθήσει κείμενα του Μποστ, δεν της ήταν άγνωστα.

Είχαμε και παλαιότερα παραστάσεις με έργα του Μποστ και το συγκεκριμένο είναι ένα αγαπητό κείμενο καθώς και η γλώσσα του θυμίζει κάποιες εποχές πάρα πολύ σημαντικές για την πορεία και την εξέλιξη των τελευταίων χρόνων. Ο λόγος του ήταν σημαίνων εκείνα τα χρόνια και νομίζω ότι μάς έχει σημαδέψει.

Είχα μία πολύ καλή σχέση με τα έργα του Μποστ, τον είχα γνωρίσει και προσωπικά στα τελευταία του χρόνια και του είχα μία ιδιαίτερη αγάπη. Τώρα για το ότι το ανεβάζουμε καλοκαίρι πιστεύω ότι πέρα από ένα πολιτικό κείμενο και σατιρικό είναι συνάμα και ένα δροσερό έργο, οπότε δεν είναι ένα αταίριαστο με το καλοκαιρινό κλίμα.

Κάναμε ένα συνδυασμό της παράστασης με διακοπές στην Κομοτηνή για το ανέβασμα του έργου.

ΠτΘ: Εξ άλλου έχει στοιχεία από μιούζικαλ, πολύ χορό και τραγούδι οπότε υποθέτω ότι το διασκεδάσατε και εσείς, στην προετοιμασία.

Ε.Κ.:
Είναι καλοκαιρινή παράσταση, δεν είναι χειμωνιάτικη.

ΠτΘ: Ο πολιτικός λόγος είναι μια μεγάλη πρόκληση γιατί σημαίνει ότι ο ηθοποιός θα πρέπει να διαβάσει λίγο παρά πάνω, για να μπει στο ρόλο.

Α.Σ.:
Και ο ίδιος ο Μποστ το λέει στο πρόγραμμα, το έχει γράψει και μού έκανε εντύπωση. Είναι ένα έργο διαχρονικό, μπορεί να ανέβει οποιαδήποτε εποχή και «σηκώνει» προσθήκες ανάλογα με τα πολιτικά δεδομένα της κάθε εποχής. Αυτό κάναμε κι εμείς, προσαρμόσαμε δηλαδή το κείμενο στα σημερινά δεδομένα. Αγαπώ πάρα πολύ τον Μποστ, την «Μήδεια», τη «Φαύστα» και τον «Ρωμαίο και Ιουλιέτα». Ο λόγος του, ο τρόπος γραφής του με γοητεύει πάρα πολύ, αυτή η γλώσσα που χρησιμοποιεί, η καθαρεύουσα με στοιχεία της καθομιλουμένης σε μία κοινωνία της τότε εποχής, μικροαστικής – δεν θα την έλεγα αστική – σε σχέση με το σπίτι που ο Μποστ που αναφέρεται.

ΠτΘ: Προσπαθεί μάλλον να είναι αστικό.

Α.Σ.:
Προσπαθεί να είναι αστικό και δεν έχει ακριβώς τη γνώση της γλώσσας, χρησιμοποιεί τα στοιχεία της καθαρεύουσας και τα μπλέκει και γι’ αυτό το λόγο πολλές φορές γράφει φοβερά ανορθόγραφα στα σκίτσα του και στα κείμενά του. Υποτίθεται ότι οι ποιο μορφωμένοι πρέπει να ξέρουν την καθαρεύουσα, αλλά στην πραγματικότητα κυριαρχούσε η αμάθεια και το μπέρδεμα της γλώσσας. Από ό,τι ξέρουμε η γλώσσα στην Ελλάδα πέρασε από πολλά.

Είναι πολύ γοητευτική η γλώσσα του και συμφωνώ με την άποψη ότι είναι ένα πολύ δροσερό έργο. Είναι ό,τι πρέπει για το καλοκαίρι γιατί λειτουργεί θετικά η μουσική και τα τραγούδια και νομίζω ότι ο κόσμος μπορεί πολύ άνετα να παρακολουθήσει αυτήν την παράσταση. Είναι κωμωδία, έχει φοβερά σατιρικά στοιχεία και συγχρόνως καυτηριάζει την πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα.

Ε.Κ.: Και εκτός από τις προσθήκες που μπορεί να κάνει κάποιος, όπως να αντικαταστήσει ένα σύγχρονο πρόβλημα μ’ ένα εκείνης της εποχής, νομίζω ότι θίγει τα μικροαστικά ζητήματα της νεοπλουτίστικης κοινωνίας που έχει αρχίσει και ξιπάζεται. Αυτό εμφανίζεται πολύ πιο έντονο τα σημερινά χρόνια και με τα διεθνή εξωτερικά πολιτικά προβλήματα όπως είναι το πατρονάρισμα των μικρότερων λαών από τις ισχυρότερες δυνάμεις.

40 χρόνια μετά δεν είναι τόσο διαφορετική η εποχή και έχουμε παρόμοια προβλήματα στην Ελλάδα και διεθνώς. Όπως βλέπουμε ο κορμός είναι ο ίδιος απλά αλλάζουν λίγο τα επιμέρους στοιχεία.

Α.Σ.: Ο Μποστ είχε γράψει κάτι καταπληκτικό, ότι έχει ξεπεράσει και τον Σαίξπηρ και τους αρχαίους τραγικούς.

ΠτΘ: Ναι γιατί θέλει τόλμη να επιτρέπεις να γράψει κάποιος το τέλος αλλά και να παρέμβει και ενδιάμεσα. Αυτό σημαίνει ότι το κείμενο έχει πολύ ισχυρή δομή, με την έννοια ότι αν αφαιρεθεί ένα «τουβλάκι» δε θα πέσει το κατασκεύασμα, επομένως ήταν πολύ σίγουρος για το έργο του. Πάντως είναι σημαντικό το ότι δουλέψατε πάνω στο κείμενο πάνω σε στοιχεία της τωρινής εποχής και της περιοχής, μεταφέροντας στοιχεία από όλη την επικαιρότητα, την ελληνική και την παγκόσμια.

Εσείς κ. Κολλιόπουλε, πώς νιώθετε όταν η θεατρική σας κόρη σας μετά από 12 χρόνια στο κήτος βγήκε ως μία ζωντανή Πάπυρους – Λαρούς και μάλιστα με πολιτικό λόγο;

Α.Κ.:
Εγώ χαίρομαι διπλά, πρώτον για τη συνεργασία με τον Δημήτρη Παπασταμάτη που μού έλεγε «Αλεκάκι, θέλουμε να γράψουμε για σύγχρονα γεγονότα» και έπαιρνα κι εγώ και έγραφα στιχάκια επάνω εκεί προσαρμόζοντάς τα στην γλώσσα του Μποστ για να μην «κλοτσάνε». Ο Δημήτρης Παπασταμάτης είχε την ιδέα, έλεγε την ιδέα για ποιο θέμα περίπου θα μιλήσουμε και εμείς κάναμε τα κείμενα.

Έχω την αίσθηση του καλού μαθητή και δεν μπορώ να επεμβαίνω σε κανένα κείμενο αν και εδώ επιβαλλόταν και αυτό το βλέπω περισσότερο στα χωριά, γιατί σε ένα κοινό πιο «σοφιστικέ» όπως αυτό της Κομοτηνής που ξέρουν κάποιοι άνθρωποι ιστορία θα μπορούσε να περάσει πιο εύκολα το μήνυμα, αλλά στα χωριά είναι πολύ πιο δύσκολο.

ΠτΘ: Είχατε αναλάβει να δουλέψετε πάνω σ’ ένα πολύ δύσκολο και γοητευτικό κείμενο και καταφέρατε κ. Παπασταμάτη να βγει προς τα έξω ένα επίσης όμορφο κείμενο, οικείο με τη σημερινή εποχή, με τη βοήθεια του κ. Κολλιόπουλου.

Δ.Π.:
Το στηρίξαμε πάνω στο συνοδευτικό κείμενο του Μποστ, στο οποίο προσδιορίζει το εύρος και την έκταση της παράστασης. Λέει ότι είχε γράψει κάποια κείμενα για τη μεγάλη σφαγή στον Άγιο Δομίνικο και κάποια άλλα πολιτικά κείμενα τα οποία δεν δέχτηκε ο σκηνοθέτης. Είναι ένα κείμενο που υπογράφει ο Μποστ το 1964 κι εκεί στηρίχτηκε η ιδέα.

Για το ρόλο του θεάτρου στη σημερινή εποχή πιστεύω ότι πρέπει να επαναπροσδιοριστεί σε σχέση με το τι συμβαίνει σήμερα. Ο ρόλος του πρέπει να κινείται στη συγκεκριμένη κινηματική, πολιτική και πολιτιστική πραγματικότητα. Δε μπορούμε να κοιμόμαστε και να κοιτάζουμε τ’ αστέρια.

Υπάρχουν καταπληκτικά κείμενα, όχι μόνο πολιτικά αλλά και ψυχολογικά, των οποίων τα θέματα προσδιορίζονται γύρω από τον άνθρωπο, τα προβλήματα και τις μύχιες σκέψεις του. Αν το θέατρο έχει λόγο και πορεία θα μπορέσει και ο πολίτης να φύγει από το σπίτι και να δει θέατρο.

Ευρωπαϊκή δομή τα ΔΗΠΕΘΕ

ΠτΘ: Τα ΔΗΠΕΘΕ ως θεσμός έχουν δώσει τη δυνατότητα στα παιδιά, στους μαθητές, να έρθουν σε επαφή με το θέατρο και να εξοικειωθούν με το θεατρικό λόγο. Επιπλέον, μ’ αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται μια ανταποδοτική σχέση με την τοπική κοινωνία κι αυτό επετεύχθη στην πορεία του χρόνου.

Δ.Π.:
Είναι ένα ζήτημα που άπτεται του επαναπροσδιορισμού του ρόλου των ΔΗΠΕΘΕ και του να σταματήσει αυτή η έμμεση αμφισβήτηση.

Τα ΔΗΠΕΘΕ βρίσκονται σε μια νεανική ηλικία κι έχουν το δικαίωμα να κάνουν λάθη. Είναι όμως σημαντική η πορεία τους.

Σε ό,τι αφορά το παιδικό θέατρο εξαρτάται και από τον εκπαιδευτικό και του πόσο αγαπάει τη δουλειά του. Αρκεί να μη βάλει τα παιδιά σαν συντεταγμένα να δουν μια παράσταση.

Τα ΔΗΠΕΘΕ είναι ένας πετυχημένος θεσμός με όλα τα λάθη τους και πρέπει να συνεχίσουν τη διαδρομή τους. Αντίστοιχοι θεσμοί των ΔΗΠΕΘΕ υπάρχουν σε όλη την Ευρώπη, χρόνια πριν γίνουν στην Ελλάδα. Η ηττημένη Γερμανία που έχει καταρρεύσει δημιουργεί θεσμό αντίστοιχο. Το Βέλγιο, ισοπεδωμένο από τις στρατιές των ναζί, δημιουργεί θεσμό, το ίδιο και η Γαλλία.

Πίσω από όσα λέγονται κρύβονται μικροσυμφεροντάκια για να ιδιοποιηθεί αυτό το χρήμα που δίνεται στα ΔΗΠΕΘΕ από την ιδιωτική πρωτοβουλία.

Στην Καβάλα, υπήρχαν πολιτικοί που έλεγαν «γιατί να μη δώσουμε το Φεστιβάλ σε ιδιωτική εταιρία;»

ΠτΘ: κ. Κρίτα, η Φαύστα είναι μια γοητευτική κυρία, αλλά απέχει πολύ από το πρότυπο της ελληνίδας μητέρας.

Ε.Κ.:
Δεν είναι ο τύπος της αντιπροσωπευτικής ελληνίδας μητέρας η οποία είναι πολύ γαντζωμένη στα παιδιά της. Όλος αυτός ο παραλογισμός και η τρέλα της αντιπροσωπεύει την ελληνική κοινωνία της εποχής εκείνης και της σημερινής, με την έννοια ότι μπορεί να διαδηλώνει για ασήμαντα πράγματα και ν’ αφήνει τα σπουδαία να περνούν απαρατήρητα. Θα μπορούσε και τη δεκαετία του ’60 να βγει στους δρόμους γιατί ψήφισαν τα δέντρα και τα πουλιά. Κάτι αντίστοιχο γίνεται και σήμερα.

Μέσα στην τρέλα της απώλειας του παιδιού, το ζευγάρι, ο Γιάννης και η Φαύστα, θρηνούν για τον Καραϊσκάκη και ο θάνατος του παιδιού τους περνάει απαρατήρητος.

ΠτΘ: Το ζευγάρι έχει οικονομική άνεση και ζει στον κόσμο του, σε αντίθεση με την υπηρέτρια που λέει το αυτονόητο, να πλυθεί το παιδί μετά από 12 χρόνια στο κήτος για να φύγει η ψαρίλα. Ίσως αυτό σημαίνει ότι κάποιοι άνθρωποι που ζουν ευκατάστατα δεν καταλαβαίνουν τις ανάγκες της καθημερινότητας, όπως για παράδειγμα την άνοδο στα τιμολόγια των ΔΕΚΟ, την άνοδο στην τιμή της βενζίνης, το ότι τα ψώνια στο μάρκετ είναι επένδυση στο χρηματιστήριο.

Αντίθετα, η μέση ελληνίδα νοικοκυρά, όπως είναι η υπηρέτρια του σπιτιού, ξέρει την τιμή του εισιτηρίου, πόσο κοστίζει το γάλα και το ψωμί.

Ε.Κ.:
Η Μαριάνθη ανήκει στη λαϊκή τάξη και δείχνει τον λογικό άνθρωπο που ζει στην πραγματικότητα.

Α.Σ.: Είμαι μια παρατηρήτρια της όλης ιστορίας, ενώ ταυτόχρονα σχολιάζω μ’ ένα τρόπο εντελώς αποστασιοποιημένο, χωρίς να εμπλέκεται στις καταστάσεις που συμβαίνουν, αν και προειδοποιεί. Στο τέλος, βέβαια, αποδεικνύεται ότι έχει δίκιο.

Η Μαριάνθη έχει μεγάλη επικοινωνία με το κοινό, γι’ αυτό και απευθύνεται πολλές φορές στο κοινό με νοήματα, με νεύματα.

ΠτΘ: Όπως λειτουργούν πολλές φορές οι υπηρέτες στην commedia del arte, οι οποίοι γνωρίζουν πολλά και κινούν ενίοτε τα νήματα.

Α.Σ.:
Έχω κάνει υπηρέτρια στην commedia del arte.

ΠτΘ: Οπότε γνωρίζετε πολύ καλά το ρόλο. Το θετικό είναι ότι η υπηρέτρια έχει μια φυσιολογική ζωή, ειδικά στο φινάλε που την ερωτεύεται ο γιος της οικογένειας Ιατρού. Ο νεαρός, μετά την παραμονή του στο κήτος και τη σχέση του με το laptop, γνωρίζει μια χυμώδη γυναίκα μεγαλύτερη και γοητεύεται.

Α.Σ.:
Είναι μια πολύ έξυπνη ιδέα του Δημήτρη Παπασταμάτη κι έτσι το αντιμετώπισα όταν μού το πρότεινε. Θεωρώ ότι ο ρόλος μου έχει εξελιχθεί όπως είναι μέσα από τη σκηνοθετική δημιουργία.

ΠτΘ: κ. Κολλιόπουλε, είστε ο στυλοβάτης της οικογένειας, αν και αμέτοχος.

Α.Κ.:
Είμαι ένας άνθρωπος που προσπαθεί να αμπελοφιλοσοφήσει για να μη δράσει, γιατί έχει μάθει να μην δρα. Ένας άνθρωπος που μπορεί να υπογραμμίσει πως το υποκατάστατο της πολιτικής αδράνειας είναι η πατριδοκαπηλία, η μεγαλοστομία.

ΠτΘ: Αισθάνεστε σαν εκείνους τους παλιούς δημοσίους υπαλλήλους που φορούσαν τη μανσέτα στον αγκώνα για να μη φθείρουν το κοστούμι, γιατί δεν είχαν και πολλές εναλλακτικές λύσεις; Βγάζετε ακριβώς τα αντίθετα χαρακτηριστικά από αυτά που σας διακρίνουν, γιατί είστε πολιτικοποιημένος, έχετε άποψη για όλα και καλείστε να παίξετε το ρόλο ενός πατέρα που είναι στον κόσμο του.

Α.Κ.:
Η μεγαλύτερη πρόκληση για έναν ηθοποιό, κατά τη γνώμη μου, είναι να παίξει μπρεχτικά.

ΠτΘ: Είστε της οπτικής Παπασταμάτη, επομένως;

Α.Κ.:
Αυτό το πιστεύω βαθιά, ειδικά σ’ αυτό το έργο που είναι πολύ πολιτικό και πρέπει να πείσεις τους θεατές να παραξενευτούν και την ώρα που συμμετέχουν να πατήσουν φρένο και ν’ αναρωτηθούν τι βλέπουν και τι συμβαίνει.

ΠτΘ: Ήταν δύσκολο να πλησιάσετε το ρόλο;

Α.Κ.:
Όχι, γιατί τα τρία τελευταία χρόνια που είμαι στην Κομοτηνή προχώρησα πολύ, αναγκάστηκα να δουλέψω πολύ κι έχω γίνει πολύ καλός ηθοποιός.

Ε.Κ.: Απλά ένας ηθοποιός έχει πάντα το περιθώριο όσο παίζει να μαθαίνει μέσα από το ρόλο.

Α.Κ.: Είναι ένας δύσκολος ρόλος αυτός του Γιάννη και είναι δύσκολο να παιχτεί μπρεχτικά.

ΠτΘ: Ποια είναι η εξέλιξη τελικά στο προξενιό, μια και το Ριτσάκι φαγώθηκε από τους γάτους; Συμφωνούν να μη γίνει το προξενιό;

Δ.Π.:
Δεν τα βρίσκουν. Τα βρίσκουν οι οικογένειες, τα βρίσκει ο νεαρός Ιατρού με την υπηρέτρια κι ο ένας δίνει laptop και η άλλη την ανθοδέσμη. Από εκεί και πέρα ο θεατής μπορεί να βγάλει το συμπέρασμα που θέλει.

Ε.Κ.: Τα ζευγάρια δε θέλουν ν’ αναμιχθούν οι κοινωνικές τάξεις, γι’ αυτό και δεν συμφωνούν με τη σχέση.

ΠτΘ: Σας ευχαριστώ πολύ.

Δ.Π., Α.Κ., Α.Σ., Ε.Κ.:
Κι εμείς ευχαριστούμε.

Μαρία Αμπατζή

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.