Επιστρεφουν τα πανωτοκια στους δανειοληπτες

Νέο ράπισμα στις τράπεζες, καταφέρει με απόφασή του το Εφετείο Αθηνών, το οποίο, δικαίωσε προσφεύγοντα ιδιοκτήτη ξενοδοχείου, ο οποίος εφέρετο να χρωστά δυσανάλογα υπέρογκο ποσό στην τράπεζα, σε σχέση με τον αρχικό δανεισμό του.

Η δικαστική, αυτή, απόφαση έρχεται να προστεθεί σε μια σειρά από προηγούμενες, οι οποίες, συνιστούν πλέον νομολογία και δεν αφήνουν κανένα περιθώριο αμφισβήτησης για την παρανομία η οποία επί χρόνια διαπράττεται σε βάρος των δανειοληπτών στο θέμα των πανωτοκίων.

Αναμένεται, μετά και από την τελευταία αυτή εξέλιξη η οποία δημοσιεύτηκε αποκλειστικά στον «Ελεύθερο Τύπο», το προηγούμενο Σάββατο, να ενισχυθεί ακόμη περισσότερο το δικονομικό «οπλοστάσιο» των οφειλετών στον αγώνα που καταβάλλουν απέναντι στο τραπεζικό σύστημα προκειμένου να διαγράψουν υπέρογκες οφειλές που έχουν συσσωρευτεί λόγω του επαχθούς θεσμού του ανωτοκισμού. Πιο συγκεκριμένα:

«Παράνομος είναι ο αυτοδίκαιος ανατοκισμός αναδρομικά, πριν δηλαδή την ισχύ του νόμου 2601/98 έκρινε το Εφετείο της Αθήνας, δικαιώνοντας ιδιοκτήτη ξενοδοχείου που ενώ όφειλε το ποσό των 2,7 δις στην Εθνική, η τελευταία αναγκάζεται να του επιστρέψει και 33εκατ. δραχμές.

Την πρόσφατη εφετειακή απόφαση – «βόμβα» όπου εκδικάστηκε ανακοπή ξενοδοχειακής επιχείρησης κατά της Εθνικής Τράπεζας, επιλύονται πολλά σημαντικά θέματα που άπτονται του προβλήματος των υποχρεώσεων των δανειοληπτών με παράνομους ανατοκισμούς και αυθαίρετες αυξήσεις των επιτοκίων.

Η απόφαση αυτή, υιοθετώντας τη σχετικά πρόσφατη νομολογία του Αρείου Πάγου για το ζήτημα του ανατοκισμού των τόκων, σύμφωνα με το την οποία για τον ανατοκισμό απαιτείται πάντοτε συμφωνία μεταξύ της τράπεζας και του πελάτη της, έκανε ένα ακόμα βήμα προς την κατεύθυνση της προστασίας των οφειλετών. Συγκεκριμένα δέχθηκε ότι το άρθρο 14 του Ν. 2601/1998 (ψηφίστηκε αμέσως μετά την ιστορική απόφαση του Αρείου Πάγου που έκρινε τα πανωτόκια παράνομα), σύμφωνα με το οποίο όταν δεν υπάρχει συμφωνία για ανατοκισμό των τόκων, φαίνεται αυτοδίκαιος ανατοκισμός ανά εξάμηνο, εφαρμόζεται μόνο για το χρονικό διάστημα από την έναρξη της ισχύός του ν.2601/98 και μετά και όχι αναδρομικά, όπως έχει υποστηρίξει η Ένωση Ελληνικών Τραπεζών.

Έτσι η προσπάθεια των ελληνικών τραπεζών να νομιμοποιούν και τους τόκους εξ ανατοκισμού που για σειρά ετών χρέωναν παράνομα απέτυχε.

Αναπροσαρμογή

Η δεύτερη σημαντική παραδοχή του Εφετείου έχει να κάνει με την αναπροσαρμογή των επιτοκίων των δανείων που είχαν χορηγηθεί πριν από την απελευθέρωση των επιτοκίων.

Για τα δάνεια αυτά το Εφετείο δέχθηκε ότι οι τράπεζες δεν έχουν σε καμία περίπτωση το δικαίωμα να αναπροσαρμόσουν το ποσοστό του συμβατικού επιτοκίου τέτοιων δανείων, ακόμα και αν συναινεί ο οφειλέτης. Ενώ ως προς το επιτόκιο υπερημερίας δέχθηκε ότι είναι επιτρεπτή η αναπροσαρμογή του ποσοστού μετά το 1991 αλλά μόνο εάν έχει συμφωνήσει ο οφειλέτης.

Η τρίτη σημαντική παραδοχή του Εφετείου έχει να κάνει με τις συμβάσεις ρυθμίσεως του τρόπου εξόφλησης των οφειλών των δανειοληπτών. Πράγματι στις συμβάσεις αυτές ο οφειλέτης αναγνωρίζει ότι οφείλει προς την τράπεζα ένα ποσό από δάνεια που έχει πάρει και συμφωνεί με τον τρόπο αποπληρωμής του, συνήθως με δόσεις.

Συμβάσεις

Το Εφετείο δέχθηκε ότι εάν το ποσό που αναγνωρίζεται ως οφειλόμενο με τις συμβάσεις αυτές είναι μεγαλύτερο από το νόμιμο, (επειδή περιείχε τόκους από παράνομο ανατοκισμό ή τόκους που έχουν υπολογιστεί με παράνομα αυξημένα επιτόκια), τότε η αναγνώριση είναι άκυρη και η ρύθμιση ισχύει για τα νόμιμα οφειλόμενα ποσά.

Με τις σκέψεις αυτές το Εφετείο δέχθηκε την εμπεριστατωμένη αίτηση της δικηγόρου κ. Σεϊτανίδου και έκρινε ότι η ξενοδοχειακή επιχείρηση όχι μόνο δεν οφείλει στην Εθνική Τράπεζα το ποσό των 2,7 δις δρχ. το οποίο η τράπεζα ζητούσε και για το λόγο αυτό έβγαλε το ξενοδοχείο σε πλειστηριασμό, αλλά ότι ο οφειλέτης είχε πληρώσει και 33 εκατ. δρχ. περισσότερα απ’ όσα χρωστούσε και συνεπώς η τράπεζα πρέπει να του επιστρέψει.

Η διαμάχη του ιδιοκτήτη του ξενοδοχείου με την Τράπεζα αρχίζει το 1974 όταν ο δανειολήπτης καλείται να πληρώσει τις καθυστερούμενες δόσεις του, από δάνειο που είχε λάβει το έτος 1968, ύψους 120 περίπου εκατ. δρχ.

Ποσό που εκτινάχτηκε στα ύψη μέσα από παράνομου ανατοκισμούς και πανωτόκια.

Πάντως η νέα απόφαση του Εφετείου, με τη νέα νομολογία του, ενισχύει ακόμη περισσότερο τη θέση των οφειλετών – δανειοληπτών έναντι των τραπεζών, ενώ διαπλατύνει το δρόμο που ήδη έχουν ανοίξει άλλες δικαστικές αποφάσεις σε όλους τους οφειλέτες να διεκδικήσουν πίσω, αχρεωστήτως καταβληθέντα χρήματα.

Της παραπάνω απόφασης, που ας σημειωθεί είναι η πρώτη που εκδίδεται από Εφετείο, είχαν προηγηθεί αποφάσεις των Πρωτοδικείων της χώρας με τις οποίες είχαν ακυρωθεί πλειστηριασμοί ακινήτων σε χρονικό διάστημα που είχαν παγώσει με νομοθετική ρύθμιση, ενώ τα πρωτοδικεία με τις αποφάσεις τους είχαν κρίνει μεταξύ άλλων ότι οι τόκοι που συνομολογούνται από τις τράπεζες «υπερβαίνουν τα όρια που διαγράφει η καλή πίστη, τα χρηστά ήθη και ο κοινωνικοοικονομικός σκοπός του δικαιώματος της τράπεζας για την έντοκη είσπραξη της απαίτησής της η οποία προσκρούει στη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ»».

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.