Εικοσιτεσσερα χρονια μετα

Διαβάζοντας για το ρεσιτάλ της Έλενας Κελεσίδου στη μνήμη της Μαρίας Κάλλας, που έγινε προ ημερών, φυσικά, στην Αθήνα, κι έμειναν όλοι “εκστατικοί”, και φυλλομετρώντας τα διάφορα αφιερώματα του τύπου, τέτοιον καιρό στη μνήμη της, με κορυφαίο εκείνο της “Επιλογής” της Μακεδονίας, κι ενθυμούμενοι φθινόπωρο καιρό, όσα η συγκλονιστική αυτή γυναίκα “εκόμισε στην τέχνη”, το κείμενο της Γεωργίας Συμεωνίδου, που ασχολείται χρόνια με την casta diva, κι έχει γίνει ένα είδους ειδικού, ήταν για μας το καλύτερο “αντίδωρο” στη μνήμη της.

Τ.Β.

Αντί προλόγου:
Η Κάλλας ανέλυε με έναν περίεργο και εντελώς δικό της τρόπο τα γεγονότα δίνοντας δραματικές εσωτερικές διαστάσεις. Για το λόγο αυτό και επειδή θεωρούμε ότι η παιδική της ηλικία αδίκως παραλείπεται από τα αφιερώματα που γίνονται κάθε χρόνο στην επέτειο του θανάτου της, εμείς θα ασχοληθούμε κυρίως με αυτήν την περίοδο της ζωής της στο δικό μας αφιέρωμα.
Στις σελίδες που ακολουθούν, θα προσπαθήσουμε να μείνουμε σε γεγονότα αδιαμφισβήτητα και ελεγμένα, που θα μας επιτρέψουν να γνωρίσουμε και να κατανοήσουμε την καλλιτέχνη και τη γυναίκα με τον ιδιόρρυθμο χαρακτήρα, την περίεργη ψυχοσύνθεση, τις ευαισθησίες και την πολύπλευρη προσωπικότητα. Στόχος μας είναι να ξεφύγουμε από τις ευκολίες με τις οποίες μπορεί να αναπτυχθεί το όλο θέμα, αποφεύγοντας κορώνες και χιλιοειπωμένους επαίνους και να φτάσουμε σε σωστές αναλύσεις που να αιτιολογούν το αποτέλεσμα.

Η γέννηση – τα παιδικά χρόνια

Γονείς της ο Γιώργος Καλογερόπουλος, άνθρωπος λαϊκής καταγωγής, που του άρεζε να γοητεύει το άλλο φύλο, φαρμακοποιός στο επάγγελμα και η κατά μία δεκαετία νεώτερή του Ευαγγελία Δημητριάδη, γόνος στρατιωτικής οικογένειας που κατά καιρούς έπαιξε σημαντικό ρόλο στα στρατιωτικά και πολιτικά πράγματα της Ελλάδας. Όμορφη, φιλόδοξη μα χωρίς πραγματικά προσόντα που να δικαιολογούν τη μόνιμη αίσθηση των αδικιών που νόμιζε πως γινόταν εις βάρος της και την κατέτρεχε σε όλη της τη ζωή. Παντρεύονται το 1916 και εγκαθίστανται στο Μελιγαλά της Μεσσηνίας όπου ο Γιώργος ανοίγει φαρμακείο και ανθεί οικονομικά. Η Λίτσα (Ευαγγελία), παρ όλο που ανεβαίνει οικονομικά και κοινωνικά, δεν του συγχωρεί ποτέ την απομάκρυνσή τους από την Αθήνα. Τον Ιούλιο του 1917 γεννιέται η Υακίνθη (αργότερα Τζάκυ) και το 1920 ο Βασίλης, το αγόρι της οικογένειας που δίνει μεγάλη χαρά στο ζευγάρι που έχει ήδη κλονισμένες σχέσεις. Οι χαρακτήρες διαφορετικοί, τα όνειρα άλλα.
Η Λίτσα υποτιμούσε το Γιώργο, που έβρισκε συχνά παρηγοριά σε άλλες αγκαλιές, τα απωθημένα περίσσευαν, κανένας τους δεν είχε διάθεση να προσπαθήσει για κάτι καλύτερο ώσπου εμφανίζεται ο γιος που γίνεται αφορμή για ένα πρόσκαιρο δέσιμο της οικογένειας. Πεθαίνει όμως από μηνιγγίτιδα το 1922, με αποτέλεσμα να βυθίσει στην απόγνωση τους γονείς και να ξυπνήσουν τα μίση και τα πάθη πολύ πιο έντονα τώρα. Ο Γιώργος θεωρώντας ότι θα βγει από το αδιέξοδο και έχοντας φίλους μετανάστες στην Αμερική πετυχημένους και καταξιωμένους, οργανώνει κρυφά από τη Λίτσα, που είναι έγκυος στο τρίτο παιδί, την αναχώρησή τους για το Νέο Κόσμο. Το ανακοινώνει αφού έχει πουλήσει την επιχείρηση και δεν μπορεί τίποτε να σταθεί εμπόδιο στην απόφασή του. Στις 2 Αυγούστου του 1923, φτάνουν στο λιμάνι της Νέας Υόρκης. Εκεί τους υποδέχεται ο φίλος του Γιώργου γιατρός Λεωνίδας Λαντζούνης, που αργότερα θα βαφτίσει τη Μαρία που θα γεννηθεί την Κυριακή 2 Δεκεμβρίου 1923 στο Flower Hospital στο Manhattan και θα παίξει σημαντικό ρόλο στη ζωή της σα φίλος, εμψυχωτής και πατέρας.
Η μητέρα, που περιμένει με αγωνία τον καινούριο Βασίλη, απογοητεύεται και παίρνει στην αγκαλιά της για πρώτη φορά το μωρό τέσσερις μέρες αργότερα. Το κορίτσι καταχωρείται στο αρχείο του νοσοκομείου σα Σοφία, Καικιλία Κάλος, βαφτίζεται στις 26 Φεβρουαρίου 1926 στην ορθόδοξη ελληνική Μητρόπολη της Αγίας Τριάδας στο Μανχάτταν με αναδόχους τους γιατρούς Λαντζούνη και Καρούζο και τελικά ονομάζεται Σοφία, Καικιλία, Άννα,Μαρία ονόματα που τα επιθυμούν με τη σειρά οι Λίτσα, Γιώργος, Λαντζούνης και Καρούζος. Οικογένεια, γνωστοί και φίλοι το φωνάζουν Μαίρη και Μαίρη-Ανν. Αργότερα όταν μετακομίσουν στην Ελλάδα θα γίνει για πολλούς, με δική της επιθυμία, Μαριάννα Καλογεροπούλου και με την αναχώρησή της στο εξωτερικό η διάσημη Μαρία Κάλλας.
Τα δυο παιδιά μεγαλώνουν σε ένα φορτισμένο οικογενειακό περιβάλλον, με γονείς που αλληλοκατηγορούνται για ανικανότητα και ανευθυνότητα, χάνοντας πολλές φορές τη στοιχειώδη αξιοπρέπεια. Στο τέλος κάθε καυγά ο Γιώργος φεύγει από το σπίτι, αφήνοντας τα παιδιά στα χέρια της Λίτσας που τα μεγαλώνει αυστηρά, καταπιεστικά και αντιπαιδαγωγικά φροντίζοντας να τονίζει το άχρηστο της παρουσίας του πατέρα τους. Στόχος της να τα κάνει εντελώς εξαρτώμενα από αυτήν, κάτι που στην αρχή το πετυχαίνει. Τα πρώτα χρόνια περνούν με μεγάλες οικονομικές δυσκολίες και στερήσεις γιατί ο Γιώργος, από πείσμα ή πρόβλημα, δεν μπορεί να μάθει την καινούρια γλώσσα και δε βρίσκει δουλειά ανάλογη των προσόντων του που να αποφέρει τα απαραίτητα, για τη διαβίωση της οικογένειας, έσοδα. Εκτός αυτού, η αναγκαστική του εξορία από το σπίτι για να αποφύγει τις συγκρούσεις και το υβρεολόγιο της δυναμικής γυναίκας του, τον οδηγεί συχνά σε άλλες γυναικείες συντροφιές κάτι που είναι φυσικό του προσόν και γνώρισμα από παλιά.
Ας θεωρηθούν μυθεύματα τα όσα η Λίτσα έγραψε και ο Γιώργος με αφέλεια επανέλαβε, όταν η κόρη τους ήταν πια πλούσια και διάσημη, πως το ταλέντο της φάνηκε από την κούνια και πως ήταν ικανή να τραγουδάει όπερες από τη νηπιακή της ηλικία. Όπως όλα τα παιδιά έτσι και η Μαρία, τραγούδησε παιδικά τραγούδια, ίσως με πιο σωστό τονισμό και ασχολήθηκε με την πιανόλα, που αγόρασε για επίδειξη η μητέρα της, έχοντάς την παιχνίδι. Τις ευθύνες για όλη αυτήν την παραφιλολογία, όπως και για αρκετά άλλα συμβάντα που θα δούμε αργότερα, τις έχει και η ίδια η Μαρία που, υιοθετώντας τις ακρότητες της Λίτσας και θέλοντας να ενισχύσει τη φήμη της και να πολλαπλασιάσει τις κατηγορίες εναντίον της μητέρας της, όταν η σύγκρουσή τους έγινε το αγαπημένο θέμα του τύπου, αποδέχτηκε ανυπόστατους ισχυρισμούς κάνοντάς τους γεγονότα. Σίγουρα δεν είχε την ανέμελη παιδική ηλικία που αξίζει σε κάθε νέο άνθρωπο, όμως δεν άρχισε να εμφανίζεται από τεσσάρων χρονών σε διάφορα shows, ούτε ήταν το παιδί θαύμα που το έτρεχαν σε παραγωγούς για να το καθιερώσουν.
Όλα αυτά που τα γράφει στο βιβλίο της “Η κόρη μου Μαρία Κάλλας” η Λίτσα, για να αποδείξει πώς η αχάριστη κόρη όφειλε σ΄αυτήν την καριέρα της, έγιναν όπλο αντεπίθεσης στα χέρια της Μαρίας που μπορού-
σε πια να ισχυρίζεται χωρίς ενδιασμούς ότι η άκαρδη μητέρα τη χρησιμοποίησε από μικρή για να καταξιωθεί η ίδια και να κερδίζει χρήματα.
΄Ετσι πήρε την εκδίκησή της και για το χωρισμό από τον πατέρα της, που αγάπησε και εκτίμησε όταν άρχισε να αναπτύσσει δική της κρίση και να καταλαβαίνει τι συνέβαινε στην οικογένειά τους. Όπως προκύπτει από συνεντεύξεις της, παρ΄όλη την εξάρτηση από τη Λίτσα, συμπαθούσε τον πατέρα της γιατί διέφερε από την αυταρχική γυναίκα του και γιατί ήταν ο μόνος που της έδειχνε την προτίμησή του σε αντίθεση με όλους τους άλλους που σαφώς τους ενδιέφερε η Τζάκυ. Αυτό το ενδιαφέρον προς την Τζάκυ, που ταλαιπώρησε σε όλη της τη ζωή τη Μαρία, αν απομυθοποιηθεί δεν ήταν παρά ένα ενδιαφέρον προς μία κοπέλα που είχε πια ξεφύγει από την εφηβεία και γινόταν όμορφη και ενδιαφέρουσα δεσποινίς, σε αντιδιαστολή με ένα παιδί κλειστό και άκομψο που είχε τους λόγους του να ζηλεύει. Η Τζάκυ στο βιβλίο της “Οι Αδελφές”, περιγράφοντας τη σχέσεις τους, λέει πως ήταν ιδιαίτερα αγαπημένες και δεμένες τα χρόνια της Αμερικής και η μικρή έβρισκε κοντά της τη στοργή που της έλειπε. Παρ όλα τα οικογενειακά προβλήματα της εποχής, ο Γιώργος καταφέρνει να αποκτήσει δικό του φαρμακείο, τα οικονομικά τους καλυτερεύουν, μετακομίζουν σε καλύτερο σπίτι και κάνουν πιο άνετη ζωή. Όλα αυτά μέχρι την Πέμπτη 24 Οκτωβρίου 1929 που καταρρέει το χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης συμπαρασύροντας και το Γιώργο. Το φαρμακείο πουλιέται και εκείνος γίνεται εξωτερικός πωλητής φαρμακευτικής εταιρείας με λιγότερα έσοδα, αλλά με πολλές δυνατότητες να ζει την προσωπική του ζωή λόγω της φύσης της δουλειάς. Καταφέρνει και πλασάρει ένα δικό του προϊόν κατά της ουλίτιδας και με τα έσοδα εξασφαλίζει στην οικογένειά του καλύτερη διαμονή και καλύτερους όρους ζωής. Η Μαρία, μαθήτρια πλέον, είναι ένα κορίτσι μάλλον συνηθισμένο, λίγο παχύ, με μεγάλη μυωπία και πολύ καλές σχολικές επιδόσεις. Έχει διαπαιδαγωγηθεί να είναι του καθήκοντος, κάτι που θα τη συνοδεύει βασανιστικά σε όλη της τη ζωή. Ευγενική αλλά κλειστή, ζει άχαρα και ανιαρά στα χέρια της μητέρας της που εξαιτίας της φιλοδοξίας της, της τάσης της να ακούει “καλή μουσική” και της καταγωγής της από φιλόμουση και καλλίφωνη οικογένεια, διακρίνει πια τις δυνατότητες της Μαρίας και την προτρέπει να ασχοληθεί με τη μουσική. Τα μαθήματα πιάνου και η επανάληψη των τραγουδιών που ακούει η Μαρία από το γραμμόφωνο και το ραδιόφωνο και προσπαθεί να αποδώσει όσο πιο σωστά μπορεί, γίνονται σανίδα σωτηρίας της μια που για πρώτη φορά έχει την αποδοχή και παραδοχή του περιβάλλοντός της. Σε αυτή την περίοδο oφείλεται κατά τους ειδικούς το μπαλάρισμα που θα αποκτήσει η φωνή της και η δυσκολία της να αλλάζει τις κλίμακες, ελαττώματα που θα προσπαθεί να καλύψει σε όλη της τη μουσική σταδιοδρομία και θα σχολιάζονται ποικιλοτρόπως. Εκείνη την περίοδο ταλαιπώρησε, κούρασε και τοποθέτησε λάθος τη φωνή της γιατί δεν είχε κανέναν να την καθοδηγήσει και να τις δείξει τους σωστούς δρόμους. Το 1937, χρονιά που η Μαρία τελειώνει το δημόσιο σχολείο (θα την πικραίνει σε όλη της τη ζωή που ήταν μόνο απόφοιτος δημοτικού συνεπώς αμόρφωτη), αποφασίζει η μητέρα της να εγκαταλείψει οριστικά το Γιώργο και την Αμερική. Πιστεύει (κακώς όπως σύντομα θα αποδειχθεί) πως οι συγγενείς της θα αναλάβουν ευχαρίστως τις τρεις γυναίκες, είναι σίγουρη, μετά από διάφορα θετικά σχόλια και επιτυχείς συμμετοχές, για τη φωνή που διαθέτει η μικρή της κόρη, θεωρεί πως μόνο στην Ελλάδα θα αναγνωριστεί το ταλέντο της και συνάμα πως πράττει το σωστό για την Τζάκυ. Με ελάχιστα χρήματα, Λίτσα και Μαρία (η Τζάκυ έχει προηγηθεί) φτάνουν στην Αθήνα όπου τους περιμένουν χρόνια δύσκολα, ανέχεια, διαρκείς μετακομίσεις και μόνιμη ανασφάλεια.
 

Με διάφορα τεχνάσματα και τρόπους που πιθανόν να έκαναν τη Μαρία να ντρέπεται όταν αργότερα τα θυμόταν, καταφέρνει και σπουδάζει δωρεάν όλα τα χρόνια, αρχίζοντας από το Εθνικό Ωδείο με δασκάλα τη Μαρία Τριβέλλα που της βάζει τις πρώτες βάσεις και την αντιμετωπίζει με μητρική στοργή και τελειώνοντας στο Ωδείο Αθηνών με την Ελβίρα Ντε Ιντάλγκο, μεγάλη τραγουδίστρια της όπερας που θεία τύχη για τη σταδιοδρομία της Κάλας, θέλησε να βρεθεί στην Ελλάδα και στο δρόμο της. Της διορθώνει το μπαλάρισμα της φωνής και τις δυσκολίες στο πέρασμα από τη μια κλίμακα στην άλλη και της διδάσκει τον ξεχασμένο δρόμο του Μπελ Κάντο που η αντικατάστασή του από άλλες τεχνικές έχει αφαιρέσει αίγλη από την όπερα που βρίσκεται σε κρίση ακόμη και στην Ιταλία. Της διδάσκει ρόλους που έχουν βγει από το ρεπερτόριο γιατί δεν τολμάει καμιά σοπράνο να τους αγγίξει. Την ετοιμάζει με λίγα λόγια με τα καλύτερα εφόδια του χθες που έχουν λησμονηθεί για ευκολία των σύγχρονων τραγουδιστών, χωρίς ποτέ να έχουν ξεπεραστεί. ΄Ολα αυτά όταν η Μαρία είναι ακόμη ένα παιδί 15, 16 και 17 χρονών. Σύμφωνα με τις διηγήσεις των συσπουδαστών της στα ωδεία, η περίεργη αυτή μαθήτρια με την κακή και βρόμικη εμφάνιση, τα σπυριά στο πρόσωπο με την αιώνια μαύρη ποδιά (δείγμα της μεγάλης φτώχειας) με το λερωμένο άσπρο γιακά, τα γυαλιά με τους χοντρούς φακούς, τη βαριά προφορά και τα φτωχά ελληνικά, την έλλειψη καλών τρόπων συμπεριφοράς και τις μηδέν κοινωνικές σχέσεις, που χρόνο με το χρόνο πάχυνε και άλλο, τους απωθούσε εντελώς στην αρχή. Μόλις όμως άρχιζε το περίεργο κατά γενική ομολογία τραγούδι της τους καθήλωνε και τους αιχμαλώτιζε. Ήταν το πάθος που διέκριναν και η φλόγα που έκαιγε μέσα της; Ό,τι και να ήταν γρήγορα όλοι μιλούσαν για τη μικρή που ερχόταν πρώτη στο ωδείο και έφευγε τελευταία, που μάθαινε σα σφουγγάρι, που μελετούσε όλες τις ώρες της ημέρας και δε δίσταζε να έχει καλλιτεχνική άποψη γύρω από την όπερα και να κοντράρεται, χωρίς ίχνος σεβασμού, με τους διευθυντές των ωδείων που ήταν μουσικοί με περγαμηνές όπως ο Οικονομίδης και ο Μητρόπουλος. “Πάμε να ακούσουμε την Καλογεροπούλου που τραγουδάει” έλεγαν στο ωδείο και έμεναν μετά το μάθημά τους για να δουν και να ακούσουν το κορίτσι που ισχυριζόταν, από άμυνα μάλλον, ότι θα γίνει η μεγαλύτερη prima dona του αιώνα και θα τραγουδήσει στη Μετροπόλιταν όπερα και στη Σκάλα του Μιλάνο. Μιλούσε μαζί τους μόνο για τη μουσική και ποτέ για την οικογένειά της. Οι καθηγήτριές της την αντιμετωπίζουν με σεβασμό και της αναγνωρίζουν το μεγάλο ταλέντο. Της κάνουν δωρεάν ιδιαίτερα μαθήματα και της συμπεριφέρονται σαν πραγματικές μητέρες. Πιστεύουν στο υλικό που έχουν στα χέρια τους και δουλεύουν με τον καλύτερο τρόπο. Στο σπίτι έχει αρχίσει η γερή κόντρα με τη Λίτσα την οποία κριτικάρει ανοιχτά πια για τη συμπεριφορά της και δεν της συγχωρεί που προέτρεψε την Τζάκυ να έχει ερωτικές σχέσεις με το Μιλτιάδη Εμπειρίκο, γόνο εφοπλιστικής οικογένειας, που σαφώς στις προθέσεις του δεν ήταν ο γάμος. Ανέλαβε να συντηρεί την οικογένεια, κάτι που πρόσβαλε βαθύτατα τη Μαρία και δημιούργησε το πρώτο μεγάλο χάσμα στη σχέση της με την Τζάκυ. Η ίδρυση της Λυρικής Σκηνής στην Αθήνα από τον Κωστή Μπαστιά, που την προσλαμβάνει σ΄αυτήν γύρω στα τέλη του 1939 ή στις αρχές του 1940 τη βρίσκει ακόμη στο ωδείο. Σύμφωνα με μαρτυρίες, λίγο μετά αρχίζει το πλατωνικό ενδιαφέρον της για κάποιους άνδρες του περιβάλλοντός της. Η γερμανοϊταλική κατοχή που ακολουθεί και το ενδιαφέρον της για το άλλο φύλο βελτιώνουν την εμφάνισή της και διώχνουν αρκετά περιττά κιλά από πάνω της. Εξαιτίας του Εμπειρίκου, που είναι χορηγός της οικογένειας σε όλη τη διάρκεια της κατοχής, οι τρεις γυναίκες δε θα γνωρίσουν την πείνα που βασάνισε τους Αθηναίους τα χρόνια εκείνα.
Μικρό συμπλήρωμα ήταν ο μισθός της Μαρίας που εξοργίζεται βλέποντας τη Λίτσα να μην κάνει τίποτε και να ζει εις βάρος των άλλων. Η γνωριμία της επίσης με φιλόμουσους Ιταλούς, που μπήκαν στο σπίτι τους ψάχνοντας δυο άγγλους αεροπόρους, που μέχρι την προηγούμενη μέρα έκρυβαν εκεί, τους εξασφαλίζει και κάποια επιπλέον τρόφιμα. Διαπιστώνοντας ότι το τραγούδι της στους Ιταλούς φέρνει αποτελέσματα και μετά από πιέσεις της μητέρας που φαίνεται να μην έχει κανένα ηθικό ενδιασμό, αφού και η ίδια καταφεύγει στην παρέα τους, θα το χρησιμοποιήσει πολλές φορές για αυτόν το λόγο. Ξαναπροσλαμβάνεται στη Λυρική Σκηνή από τον ορισμένο από τις αρχές κατοχής διεθυντή δημοσιογράφο Νίκο Γιοκαρίνη και αρχίζει η λεγόμενη “ελληνική σταδιοδρομία” για την οποία την κατηγόρησαν άδικα και ανεύθυνα θεωρώντας τη συνεργάτη των στρατευμάτων κατοχής.
 

Από τον Ιανουάριο του 1941, έχουμε τις επαγγελματικές εμφανίσεις της Μαρίας που έχει παρουσιαστεί στο Αθηναϊκό κοινό και αποσπάσει αρκετά καλά σχόλια σα σπουδάστρια.
Ακολουθούν με χρονολογική σειρά οι παραστάσεις στις οποίες πήρε μέρος:

•Βασιλικόν Θέατρον της Ελλάδος. Αίθουσα “Παλλάς”
“ΒΟΚΚΑΚΙΟΣ” του ΦΡΑΝΣΟΥΑ ΣΟΥΠΕ
Βεατρίκη: Μαρία Καλογεροπούλου 21-1-1941

•Εθνικόν Θέατρον Θερινόν Θέατρον “Παρκ”
“ΒΟΚΚΑΚΙΟΣ” στον ίδιο ρόλο 3-7-1941

•Εθνικόν Θέατρον Θερινό Θέατρο πλατείας Κλαυθμώνος
“ΤΟΣΚΑ” του ΠΟΥΤΣΙΝΙ
Floria Tosca: Μαρία Καλογεροπούλου 27-8-1942 και 8-9-1942. Οκτώβριος του 1942. Εμφάνιση της Μαρίας στη Θεσσαλονίκη με κλιμάκιο της Λυρικής και συμμετοχή της σε συναυλία με έργα Ροσσίνι στον κινηματογράφο “Παλλάς”.

•Εθνικόν Θέατρον Κεντρική Σκηνή Εθνικού Θεάτρου
“Ο ΠΡΩΤΟΜΑΣΤΟΡΑΣ” του ΜΑΝΩΛΗ ΚΑΛΟΜΟΙΡΗ πρεμιέρα στις 19-2-1943. Εις το ΙΝΤΕΡΜΕΔΙΟ λαμβάνει μέρος αι κ.Μ. Καλογεροπούλου.

•Ιταλικό Ινστιτούτο Ζαλοκώστα 3
“STABAT MATER” G. B. PERGOLESI
Σοπράνο: Μαρία Καλογεροπούλου

•Eθνικόν Θέατρον Θερινό Θέατρο Πλατείας Κλαυθμώνος
“ΤΟΣΚΑ” του ΠΟΥΤΣΙΝΙ
Floria Tosca: Μαρία Καλογεροπούλου 17-7-1943

•Τετάρτη 21 Ιουλίου 1943 Θερινό Θέατρο Κώστα Μουσούρη
Ρεσιτάλ της Μαρίας Καλογεροπούλου

•Κυριακή 26 Σεπτεμβρίου 1943 Θέατρο “ΟΛΥΜΠΙΑ”
Γιορτή για τους Αιγύπτιους σπουδαστές
“Παντρεύουν την αγάπη μου” Μαίρη Καλογεροπούλου

•Κυριακή 12 Δεκεμβρίου 1943 Θέατρο Κοτοπούλη – ΡΕΞ
Φιλανθρωπική συναυλία υπέρ φυματικών.
Συμμετέχει: η δις Μαρία Καλογεροπούλου

•Εθνική Λυρική Σκηνή Θέατρο “Ολύμπια”
“ΣΤΟΝ ΚΑΜΠΟ” του ΕΖΕΝ ΝΤ΄ΑΛΜΠΕΡ
Μάρθα: Μ. Καλογεροπούλου 22-4-1944
“ΚΑΒΑΛΛΕΡΙΑ ΡΟΥΣΤΙΚΑΝΑ” του ΜΑΣΚΑΝΙ
Σαντούτσα: Μ. Καλογεροπούλου 6-5-1944

•Κυριακή 21 Μαϊου 1944 Θέατρο “Ολύμπια”
Μεγάλη εορτή υπέρ των απόρων καλλιτεχνών.
Νόρμα (άρια από την όπερα του Μπελλίνι) Μ. Καλογεροπούλου

•Εθνική Λυρική Σκηνή Ωδείον Ηρώδου του Αττικού
“Ο ΠΡΩΤΟΜΑΣΤΟΡΑΣ” του ΜΑΝΩΛΗ ΚΑΛΟΜΟΙΡΗ
Σμαράγδα: Μ. Καλογεροπούλου 30-7-1944
“ΦΙΝΤΕΛΙΟ” του ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΥ ΒΑΝ ΜΠΕΤΟΒΕΝ
Λεωνόρα: Μαρία Καλογεροπούλου 14-8-1944

Στη διάρκεια της κατοχής δίδεται το δεύτερο ρεσιτάλ της Μαρίας με κλιμάκιο της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στη Θεσσαλονίκη και με την απελευθέρωση, δηλαδή περίπου τον Οκτώβριο του 1944 το τρίτο.

•Εθνική Λυρική Σκηνή Θέατρο Ολύμπια
“ΣΤΟΝ ΚΑΜΠΟ” Μάρθα η Μ.Καλογεροπούλου 14-3-1945

•Τρίτη 20 Μαρτίου 1945 Θέατρο Ολύμπια
Αγγλικό Μουσικό Απόγευμα.
Στο β΄μέρος τραγούδι η δις Μ. Καλογεροπούλου

•Παρασκευή 3 Αυγούστου 1945 Θέατρο Κοτοπούλη – ΡΕΞ
Το αποχαιρετιστήριο ρεσιτάλ της Μαρίας στην Αθήνα με Μότζαρτ, Ροσσίνι, Βέρντι, Βέμπερ, Ισπανικά τραγούδια και Ελληνικά λαϊκά τραγούδια των Καρυωτάκη και Πονηρίδη.

•Εθνική Λυρική Σκηνή Θέατρο Λεωφ. Αλεξάνδρας 16
“Ο ΖΗΤΙΑΝΟΣ ΦΟΙΤΗΤΗΣ” KARL MILLOCKER
Λάουρα: Μ. Καλογεροπούλου από τις 5-9-1945 έως τις 13-9-1945 ρόλο που θα εγκαταλείψει γιατί αναχωρεί για τις Ηνωμένες ΠολιτείεςΑμερικής προς αναζήτηση μιας καλύτερης καλλιτεχνικής τύχης και για να ξεφύγει από την Ελλάδα του Εμφυλίου και από την οικογένειά της.

Πλην ελάχιστων εξαιρέσεων, οι αναφορές που γίνονται σε όλες τις εμφανίσεις της από τους πιο έγκυρους κριτικούς τέχνης της εποχής όπως η Σοφία Σπανούδη, ο Ιωάννης Ψαρούδας, ο Δημήτρης Χαμουδόπουλος, ο Κοκκινάκης κ.α., είναι σχεδόν διθυραμβικές. Την αναγνωρίζουν ως πρωταγωνίστρια της Λυρικής Σκηνής και εκφράζουν τη θλίψη τους για την απόφασή της να φύγει. Σε αντίθεση με τους κριτικούς, τα προβλήματα με τους συναδέλφους της πολλαπλασιάζονται με ευθύνη και των δύο πλευρών με τη διαφορά πως εκείνοι συχνά συνωμοτούν εναντίον της, κάτι που δεν μπορεί να συγχωρήσει η ευθύς και ντόμπρα Μαρία.
Οι λόγοι αυτών των συγκρούσεων είναι πολλοί, εμείς όμως θα περιοριστούμε στις καλλιτεχνικές αντιζηλείες, στην αμφισβήτηση των φωνητικών προσόντων της Μαρίας και στο ότι τη θεωρούσαν πολύ νεαρή για να ανταπεξέλθει στους δύσκολους ρόλους. Από την πλευρά της Μαρίας ο δύσκολος και ευερέθιστος χαρακτήρας της, τα πολύ αυστηρά καλλιτεχνικά κριτήρια και οι απαιτήσεις της που φαίνεται πως κούραζαν τους συναδέλφους της. Όπως έχουμε δει, ανέπτυξε από πολύ νωρίς άποψη και σεβασμό για την όπερα, απέκτησε γνώσεις που δεν γινόταν εύκολα κτήμα του κάθε καλλιτέχνη και είχε μια υπερβολική αυτοεκτίμηση που δεν τη συγχώρεσαν οι συνάδελφοί της. Στη διάρκεια της καριέρας της θα συγκρουστεί άπειρες φορές με συμπρωταγωνιστές της από μεγάλο σεβασμό στη δουλειά της και εξαιτίας της τελειομανίας της. Η Μαρία δούλευε με την ψυχή της, το μυαλό της, τις γνώσεις της, το σώμα της, την καρδιά της, όλη την ύπαρξή της. Απαιτούσε το ίδιο από όλους ους συμμετέχοντες στην όπερα που πρωταγωνιστούσε γιατί δεν συγχωρούσε λάθη στον εαυτό της και ούτε επέτρεπε να της χαλάσουν το καλλι εχνικό αποτέλεσμα για το οποίο μοχθούσε. Ήταν απόλυτη και μισούσε τη μετριότητα. Ήξερε ή είχε πειστεί για την αξία της, αλλά ήθελε να την αποδεικνύει σε κάθε παράσταση. Ήξερε τα ελαττώματα της φωνής της και πάλευε με αυτά για να δώσει τον καλύτερο εαυτό της. Σε όλη της τη ζωή όμως συγκρουόταν ο σίγουρος καλλιτέχνης με τον ανασφαλή άνθρωπο που έκρυβε. Η ίδια μίλησε πολλές φορές για τους δύο εαυτούς της που πολεμούσαν ο ένας τον άλλον. Την Κάλλας και τη Μαρία. Η σύγκρουση του καλλιτέχνη με τον άνθρωπο-γυναίκα. Του πολεμιστή με τον ανυπεράσπιστο. Αυτά όλα, ως παρένθεση, θα μας χρειαστούν για να κατανοήσουμε τη ζωή της, τις αποφάσεις της, τους αγώνες και τις αγωνίες της.
Φεύγει για το “Νέο Κόσμο” με ελάχιστα χρήματα και πολλά όνειρα γιατί πιστεύει πως οι πόρτες των μεγάλων θεάτρων θα είναι ανοιχτές στο ταλέντο της. Στο λιμάνι της Νέας Υόρκης την περιμένει ο πατέρας της που έχει μόνιμο δεσμό με μια ελληνοαμερικάνα την Αλεξάνδρα Παπαγιάννη, γνωστή της Μαρίας από παλιά, γεγονός που κλονίζει την πίστη της στο Γιώργο που έχει να τον δει περισσότερο από οκτώ χρόνια. Οι προσπάθειές της να πετύχει ακροάσεις, ναυαγούν η μία μετά την άλλη. Της δίνονται κάποιες αόριστες υποσχέσεις χωρίς αντίκρισμα και μάρτυρες της εποχής τη θέλουν να εργάζεται σαν κουβερνάντα για να εξασφαλίσει τα προς το ζειν. Λέγεται ότι αρνήθηκε δυο πρωταγωνιστικούς ρόλους στη Μετροπόλιταν όπερα, γιατί δεν ήθελε να τους αποδώσει στα αγγλικά και τα κιλά της ήταν πολλά για να ενσαρκώσει τις ηρωίδες. Στη Νέα Υόρκη γνωρίζεται με το Νικόλα Ρόσσι Λεμένι που θα τη συστήσει στον Τζιοβάννι Ζενατέλλο που ενθουσιασμένος θα της προτείνει να τραγουδήσει στο Φεστιβάλ της Βερόνα. Ο Λατζούνης δανείζει τα χρήματα και η Μαρία φτάνει επιτέλους στη χώρα της όπερας. Στη Βερόνα γνωρίζεται σχεδόν αμέσως με τον Τζιοβάννι – Μπατίστα Μενεγκίνι, επιχειρηματία και λάτρη της όπερας, ετών πενήντα που θα γίνει σύζυγός της στις 21 Απριλίου 1949 και θα μείνει στη ζωή της μέχρι το 1959. Τον Ιούλιο αρχίζει πρόβες με τον Τούλιο Σεραφίν και στις 3 Αυγούστου 1947 γίνεται Τζοκόντα στην Αρένα της Βερόνα. Δεν εντυπωσιάζει ιδιαίτερα, ούτε της γίνεται πρόταση για άλλη συνεργασία. Εκείνη όμως, σίγουρη για τη συνέχεια, παραμένει στη Βερόνα περιμένει υπομονετικά και κερδίζει.

Η μεγάλη καριέρα

Ακολουθούν οι όπερες που συμμετείχε, οι ρόλοι και τα θέατρα που έπαιξε με χρονολογική σειρά. Οι μεγαλύτεροί της ρόλοι αναφέρονται στο τέλος.

•Τζοκόντα του Πονκιέλλι.
Ρόλος: Τζοκόντα

•Αρένα της Βερόνα
1952 και Σκάλα του Μιλάνο

Άριες από την όπερα θα τραγουδήσει στα τελευταία της ρεσιτάλ 1973-1974.

•Τριστάνος και Ιζόλδη του Βάγκνερ
Ρόλος: Ιζόλδη

1947-1948 Βενετία
1948 Τζένοβα
1950 Ρώμη

Αρια θα τραγουδήσει το 1957 στο Ηρώδειο.

•Τουραντώ του Πουτσίνι
Ρόλος: Τουραντώ

•1948 Βενετία, Ρώμη, Βερόνα και Τζένοβα.
•1949 Νάπολη και Μπουένος ΄Αιρες

•Η Δύναμη του Πεπρωμένου του Βέρντι
Ρόλος: Λεωνόρα

1948 Τεργιέστη
1954 Ραβέννα
1957 Άρια στο Ηρώδειο

•Αϊντα του Βέρντι
Ρόλος: Αϊντα

1950 Σκάλα του Μιλάνο Πρώτη εμφάνιση της Κάλλας εκεί.
1950, 1951 Μεξικό (πιάνει κόντρα μι ύφεση)
1953 Αρένα της Βερόνα

•Βαλκυρία του Βάγκνερ
Ρόλος: Μπρυνχίλντε

1949 Βενετία

•Οι Πουριτανοί του Μπελλίνι
Ρόλος: Ελβίρα

Ο ρόλος της δίνεται πέντε μέρες πριν την παράσταση
1949 Βενετία
1951 Κατάνη, Φλωρεντία, Ρώμη
1952 Μεξικό
1955 Σικάγο
1957 Τη σκηνή της τρέλας στο Ντάλλας

•Πάρσιφαλ του Βάγκνερ
Ρόλος: Κούντρυ

1949 Ρώμη

•Ναμπούκο του Βέρντι
Ρόλος:Αμπιγκαϊλλε

1949 Νάπολη
1958 Άρια σε ρεσιτάλ στο Σικάγο
1963 Άριες σε συναυλίες στο Βερολίνο, Ντύσσελντορφ, Παρίσι, Στουττγάρδη, Λονδίνο, Κοπεγχάγη κ.α.

•Τροβατόρε του Βέρντι
Ρόλος: Λεωνόρα

1950 Μεξικό
1951 Νάπολη
1953 Σκάλα, Λονδίνο, Ρώμη
1955 Σικάγο
΄Αριες ερμηνεύει πάντα σε ρεσιτάλ.

•Ο Σικελικός Εσπερινός του Βέρντι
Ρόλος:΄Ελενα

1951 Φλωρεντία Η επιτυχία της ανοίγει εντελώς το δρόμο για τη Σκάλα του Μιλάνο.
1951-1952 Σκάλα Μιλάνο
1973 Αποτυχημένη απόπειρα να σκηνοθετήσει την όπερα στο Τορίνο
1973-1974 Αποσπάσματα ερμηνεύει σε ρεσιτάλ

•Ορφέας και Ευρυδίκη του Χάυντν
Ρόλος: Ευρυδίκη

1951 Φλωρεντία

•Η απαγωγή από το Σεράι του Μότσαρτ
Ρόλος: Κονστάντσε

1952 Σκάλα του Μιλάνο
1954 Αριες σε ρεσιτάλ στο Σαν Ρέμο
1957 Αριες σε ρεσιτάλ Ντάλλας

•Αρμίντα του Ροσσίνι
Ρόλος: Αρμίντα

1952 Φλωρεντία

•Ριγκολέττο του Βέρντι
Ρόλος: Τζίλντα

1952 Μεξικό

•Μάκβεθ του Βέρντι
Ρόλος: ΛαίδηΜάκβεθ

1952-1953 Σκάλα του Μιλάνο

•΄Αλκηστις του Γκλουκ
Ρόλος: Αλκηστις

1954 Σκάλα του Μιλάνο

•Ντον Κάρλος του Βέρντι
Ρόλος: Ελισάβετ ντε Βαλουά

1954 Σκάλα του Μιλάνο

•Μεφιστοφελής του Μπόιτο
Ρόλος:Μαργαρίτα

1954 Αρένα της Βερόνα

•Η Εστιάδα του Σποντίνι
Ρόλος:Τζούλια

Σκηνοθεσία Λουκίνο Βισκόντι
1954 Σκάλα του Μιλάνο

•Αντρέα Σενιέ του Τζορντάνο
Ρόλος: Μανταλένα

1955 Σκάλα του Μιλάνο

•Η Υπνοβάτης του Μπελλίνι
Ρόλος:Αμίνα

Σκηνοθεσία του Λουκίνο Βισκόντι
1955 Σκάλα του Μιλάνο
1957 Σκάλα του Μιλάνο

•Ο Τούρκος στην Ιταλία του Ροσσίνι
Ρόλος: Φιορίλλα

Σκηνοθεσία του Φράνκο Τζεφφιρέλλι
1950 Ρώμη

•Μαντάμ Μπαττερφλάυ του Πουτσίνι
Ρόλος:Μπαττερφλάυ

1955 Σικάγο

•Ο κουρέας της Σεβίλλης του Ροσσίνι
Ρόλος:Ροζίνα

1956 Σκάλα του Μιλάνο

•Φεντόρα του Τζορντάνο
Ρόλος:Φεντόρα

Σκηνοθεσία της Τατιάνα Πάβλοβα που διδάσκει στην Κάλλας τη μέθοδο Στανισλάφσκι.
1956 Σκάλα του Μιλάνο

•Άννα Μπολένα του Ντονιτσέττι
Ρόλος:Άννα Μπολένα

Σκηνοθεσία του Λουκίνο Βισκόντι
1957 Σκάλα του Μιλάνο
1958 Σκάλα του Μιλάνο

Το κοινό υποδέχεται ψυχρά την Κάλλας και εκείνη τους απευθύνει τα λόγια της Άννας “Δικαστές για την Άννα, δικαστές” σε μια προσπάθεια να το ξανακερδίσει.

•Ιφιγένεια εν Ταύροις του Γκλουκ
Ρόλος: Ιφιγένεια

Σκηνοθεσία του Λουκίνο Βισκόντι
1957 Σκάλα του Μιλάνο

•Χορός των μεταμφιεσμένων του Βέρντι
Ρόλος:Αμέλια

1957 Σκάλα του Μιλάνο

•Ο Πειρατής του Μπελλίνι
Ρόλος: Ιμογένη

1958 Σκάλα του Μιλάνο

Ο Διευθυντής της Σκάλας Γκιρινγκέλλι έχει αποφασίσει να εξορίσει την Κάλλας από τη Σκάλα και εκείνη του απευθύνει τα λόγια της Ιμογένης βλέποντας προς το θεωρείο του “Εκεί…κοιτάχτε το μακάβριο ικρίωμα”. Συμπτωματικά στα ιταλικά η λέξη ικρίωμα και θεωρείο είναι ίδια.

•Πολιούτο του Ντονιτσέττι
Ρόλος: Παολίνα

1959 Σκάλα του Μιλάνο
Εμφανή πια τα φωνητικά της προβλήματα.

ΟΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΡΟΛΟΙ

•Λουτσία μτι Λάμερμουρ του Ντονιτσέττι
Ρόλος:Λούσυ(Λουτσία)

1952 Μεξικό
1953 Φλωρεντία
1954 Σκάλα του Μιλάνο με το Χέμπερτ φον Κάραγιαν
1954 Βερολίνο
1956 Νάπολη,Βιέννη και Μετροπόλιταν Όπερα
1957 Ρώμη
1958 Μετροπόλιταν
1960 Ντάλλας με σκηνοθέτη το Φράνκο Τζεφιρέλλι

•Τόσκα του Πουτσίνι
Ρόλος: Φλόρια Τόσκα

1950 Μεξικό, Μπολόνια, Πίζα
1952 Μεξικό
1956 Μετροπόλιταν Όπερα με διευθυντή το Δημήτρη Μητρόπουλο
1958 Όπερα Παρισιού Το β΄μέρος της όπερας σε ρεσιτάλ
1964 Λονδίνο σε σκηνοθεσία Φράνκο Τζεφιρέλλι
1965 Μετροπόλιταν Όπερα, Όπερα Παρισίων, Λονδίνο

•Μήδεια Κερουμπίνι
Ρόλος: Μήδεια

1953 Φλωρεντία, Μιλάνο
1954 Βενετία
1955 Ρώμη
1958 Ντάλλας Με σκηνοθέτη τον Αλέξη Μινωτή και σκηνογράφο το Γιάννη Τσαρούχη.
1959 Λονδίνο
1961 Επίδαυρο, Σκάλα του Μιλάνο. Με φωνή φανερά προβληματική ξεπερνάει τα όρια της δραματικής της υπόστασης.

•Τραβιάτα του Βέρντι
Ρόλος: Βιολέττα

1951 Φλωρεντία
1952 Μεξικό
1953 Φλωρεντία
1955 Σκάλα του Μιλάνο. Σκηνοθεσία Λουκίνο Βισκόντι
1958 Μετροπόλιταν Όπερα, Λισσαβώνα, Λονδίνο, Ντάλλας

•Νόρμα του Μπελλίνι
Ρόλος: Νόρμα

1948 Φλωρεντία
1950 Κατάνη, Μεξικό και Βενετία
1952 Λονδίνο, Μιλάνο
1953 Τεργιέστη
1954 Σικάγο
1955 Σκάλα του Μιλάνο
1956 Μετροπόλιταν Όπερα
1957 Λονδίνο
1958 Ρώμη. Η Κάλλας δε είναι καλά και το κοινό την αποδοκιμάζει.

Διακόπτει την παράσταση, αν και στο κοινό βρίσκεται ο Πρόεδρος της Ιταλικής Δημοκρατίας, ο οποίος αποχωρεί. Το σκάνδαλο είναι μεγάλο και οι Ιταλοί αργούν να τη συγχωρήσουν.
1960 Επίδαυρο Σκηνοθεσία Αλέξη Μινωτή, σκηνικά Γιάννη Τσαρούχη, κοστούμια Φωκά.
1964 Παρίσι Σκηνοθεσία, σκηνικά Φράνκο Τζεφιρέλλι

Σχεδόν πάντα ερμήνευε άριες από αυτές τις όπερες στις συναυλίες της και τα ρεσιτάλ. Παράλληλα, όλα αυτά τα χρόνια έκανε ηχογραφήσεις με αποτέλεσμα να υπάρχουν ολόκληρα τα έργα ή μέρη τους με την ερμηνεία της.
Το 1969 πρωταγωνίστησε στην ταινία του Πιερ Πάολο Παζολίνι “Μήδεια”.
Το 1973-1974 έδωσε ρεσιτάλ σε όλο τον κόσμο.

Σ αυτό το σημείο, το αφιέρωμά μας ολοκληρώνεται μόνο κατά το ήμισι. Μας μένει να γνωρίσουμε την τέχνη της Κάλλας, να εξηγήσουμε τους λόγους που θεωρείται φαινόμενο και αξεπέραστη, να γνωρίσουμε τη ζωή της στα χρόνια της δημιουργίας και στα επόμενα της καλλιτεχνικής της αδράνειας, να φτάσουμε στο θάνατό της στο Παρίσι στις 16 Σεπτεμβρίου 1977 και να αναφέρουμε τη σχετική βιβλιογραφία.
Όλα αυτά σε μια επόμενη συνεργασία με την εφημερίδα.

 

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.