Σκοτεινοι καιροι

Οι πρόσφατες αποκαλύψεις για τις παρακολουθήσεις 15.000 πολιτών από την ΕΥΠ ξύπνησαν μνήμες από αυτό το σκοτεινό παρελθόν.

Tο σκάνδαλο των υποκλοπών συγκλονίζει τη δημόσια ζωή της χώρας τις τελευταίες εβδομάδες και έχει προκαλέσει τη σοβαρότερη πολιτική κρίση της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Οι παρακολουθήσεις πολιτικών και δημοσιογράφων αποτελούν πρακτικές που ανήκουν στο πιο σκοτεινό παρελθόν της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Από τη δεκαετία του 1920 έως και τη δεκαετία του 1970 το πολιτικό σύστημα και ο κρατικός μηχανισμός είχαν εδραιωθεί στις διακρίσεις και τις διώξεις σε βάρος της Αριστεράς. Προϋπόθεση για να επιβληθούν διακρίσεις και εφαρμοστούν διώξεις ήταν οι πληροφορίες που συγκεντρώνονταν από την αστυνομία, τη χωροφυλακή και τις υπηρεσίες ασφαλείας μετά από παρακολουθήσεις ή από χαφιέδες.

Οι πληροφορίες συγκροτούσαν τον λεγόμενο «φάκελο» για κάθε ύποπτο πολίτη, ο οποίος τον ακολουθούσε στην υπόλοιπη ζωή του, καθώς συμπληρωνόταν διαρκώς με νέα στοιχεία και πληροφορίες. Αυτό που καθιστούσε κάποιον ύποπτο δεν ήταν απαραίτητα οι πράξεις, αλλά οι πολιτικές ιδέες: τι πολιτικές πεποιθήσεις είχε ο ίδιος, οι γονείς, οι συγγενείς, οι φίλοι του, εάν πήγαινε σε πολιτικές εκδηλώσεις, εάν είχε συνδικαλιστική δράση, εάν είχε συμμετάσχει στην Αντίσταση στη διάρκεια της Κατοχής κοκ. Το ενδιαφέρον είναι ότι για τις κυβερνήσεις της Δεξιάς οι αριστεροί θεωρούνταν επιπλέον «εχθροί» της Ελλάδας, ότι ήταν «αντεθνικώς δρώντες» και επικίνδυνοι για την εθνική ασφάλεια της χώρας.

Για δεκαετίες ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας μεγάλωσε, έζησε με τον φόβο του χαφιέ και του χωροφύλακα που τον παρακολουθούσε. Οι πρόσφατες αποκαλύψεις για τις παρακολουθήσεις 15.000 πολιτών από την ΕΥΠ ξύπνησαν μνήμες από αυτό το σκοτεινό παρελθόν. Οταν γράφω «ξύπνησαν μνήμες», κυριολεκτώ. Οι μεγαλύτεροι σε ηλικία έχουν μνήμες γιατί έχουν βιώσει οι ίδιοι και οι ίδιες το παρακράτος των μετεμφυλιακών δεκαετιών, τις παρακολουθήσεις, τους χαφιέδες και τους ασφαλίτες στις πανεπιστημιακές σχολές, στους χώρους εργασίας και τις διαδηλώσεις.

Αυτό το σκοτεινό παρελθόν έγινε ξανά παρόν. Κανείς πλέον δεν γνωρίζει εάν και ποιοι άλλοι πολιτικοί ή δημοσιογράφοι ή απλοί πολίτες παρακολουθούνται και για ποιους λόγους από την ΕΥΠ. Γι’ αυτό και οι παρακολουθήσεις δεν αποτελούν ένα στιγμιαίο «λάθος», αλλά συμπυκνώνουν τη λογική και τις πρακτικές της κυβέρνησης, και του ίδιου του πρωθυπουργού, αυτά τα τρία χρόνια.

Είναι μια κυβέρνηση που διαπνέεται από την ευνοιοκρατία. Τα πρόσωπα που επιλέχθηκαν για να στελεχώσουν τις θέσεις-κλειδιά δεν ήταν οι «άριστοι» αλλά οι αρεστοί, δηλαδή όσοι έχουν καλές σχέσεις με το πρωθυπουργικό περιβάλλον –κάτι που συνάδει με τη γενικότερη πολιτική των χιλιάδων μετακλητών υπαλλήλων και των τοποθετήσεων σε θέσεις ευθύνης προσώπων με βάση την κομματική ιδιότητα.

Είναι μια κυβέρνηση που χαρακτηρίζεται από την αδιαφάνεια. Πέρα από τα στεγανά που δημιουργήθηκαν στην ΕΥΠ και δυσκολεύουν τον θεσμικό έλεγχό της (όπως στην περίπτωση της αδικαιολόγητης μετάταξης 200 υπαλλήλων της), έχει δημιουργηθεί και ένα άλλο κέντρο μυστικών υπηρεσιών (το ΚΕΤΥΑΚ), το οποίο έχει ξεχωριστή γενναία χρηματοδότηση και απόρρητα κονδύλια πάλι χωρίς οποιοδήποτε έλεγχο και λογοδοσία. Η αδιαφάνεια, ως λογική, δεν αφορά την ιδιαιτερότητα των μυστικών υπηρεσιών –ας θυμηθούμε ότι πλέον των επτά δισεκατομμυρίων ευρώ δημοσίου χρήματος έχουν μοιραστεί σε εταιρείες με απευθείας αναθέσεις ή με κλειστές διαδικασίες από το 2020 μέχρι σήμερα.

Είναι μια κυβέρνηση, η οποία ψεύδεται. Η κυβέρνηση έλεγε ψέματα όταν δήλωνε ότι δεν παρακολουθείται κανένας πολιτικός ή δημοσιογράφος στην Ελλάδα. Οπως λέει ψέματα όταν ισχυρίζεται ότι δεν γίνονται επαναπροωθήσεις προσφύγων παρά τις τεκμηριωμένες καταγγελίες των ξένων μέσων ενημέρωσης και των διεθνών οργανισμών. Είναι μια κυβέρνηση, η οποία χειραγωγεί την ενημέρωση. Εχει εγκαθιδρυθεί ένα «καθεστώς αλήθειας», στο οποίο τα συστημικά μέσα ενημέρωσης αποκρύπτουν, αποσιωπούν, εξωραΐζουν όποια είδηση θα μπορούσε να βλάψει την εικόνα της κυβέρνησης.

Η απουσία ελέγχου της εξουσίας επέτρεψε στην κυβέρνηση να περιφρονεί τον δημοκρατικό διάλογο, να καταφεύγει στον αυταρχισμό και να επιδεικνύει περισσή αλαζονεία. Είναι μια κυβέρνηση, η οποία, λόγω των στενών σχέσεων με επιχειρηματικά συμφέροντα, παρουσιάζει σοβαρό ηθικό έλλειμμα. Ο μέχρι πρότινος γενικός γραμματέας και ανιψιός του πρωθυπουργού ασκούσε παράλληλα με τα καθήκοντά του και επενδυτικές δραστηριότητες. Ακόμη κι αν αποδειχθεί ότι αυτές δεν σχετίζονταν με το παράνομο λογισμικό παρακολούθησης, είναι ηθικό ένα πρόσωπο που βρίσκεται στην καρδιά του «επιτελικού κράτους» να αναπτύσσει επιχειρηματικές δραστηριότητες; Γνωρίζουμε ότι όταν η εξουσία είναι ηθικά ανερμάτιστη τότε γίνεται και πολιτικά επικίνδυνη.

Το σκάνδαλο των υποκλοπών αποκαλύπτει ένα βαθύτερο και πολύ σοβαρό πρόβλημα: η κυβέρνηση, και ο πρωθυπουργός προσωπικά, εγκαθιδρύουν σταδιακά ένα ιδιότυπο καθεστώς αυταρχικής δημοκρατίας. Το μόνο ελπιδοφόρο είναι ότι πλέον όλο και περισσότεροι, εντός και εκτός Ελλάδας, αντιλαμβάνονται πόσο σκοτεινοί είναι οι καιροί για τη δημοκρατία στη χώρα μας.

*Ο κ.Πολυμέρης Βόγλης είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.