Νικος Καλτσας: Ο νεος διευθυντης του Μουσειου Κυκλαδικης Τεχνης

Είναι γεννημένος στην Διαλαμπή Ροδόπης

Ο διακεκριμένος αρχαιολόγος Νίκος Καλτσάς, μια εξέχουσα προσωπικότητα της Αρχαιολογίας, ιστορικός διευθυντής του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, εκλεπτυσμένος και μεθοδικός μελετητής και συγγραφέας με διεθνή αναγνώριση θα είναι, σύμφωνα με πληροφορίες του LIFO.gr, ο νέος επιστημονικός διευθυντής του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης. Ο νέος Διευθυντής, με την πολύχρονη επιστημονική πορεία αναλαμβάνει καθήκοντα από 1 Οκτωβρίου 2021.

Πρόκειται για μια σημαντική απόφαση του μουσείου, που με την προσωπικότητα και το κύρος του κ. Καλτσά θα προχωρήσει τόσο την περαιτέρω έρευνα της συλλογής του όσο και σε εξαιρετικές περιοδικές εκθέσεις, κάτι στο οποίο το μουσείο διαπρέπει, αλλά και στην ανάπτυξη όλων των σύγχρονων «εργαλείων» που συνδέουν σήμερα τα μουσεία με το κοινό, με μια ποικιλία μεθόδων.

Ο κ. Καλτσάς αναμένεται να αναλάβει τη θέση του Νίκου Σταμπολίδη που, μετά από μια εξαιρετικά επιτυχημένη πορεία στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης από το 1996, εξελέγη παμψηφεί πρώτος γενικός διευθυντής του Μουσείου Ακρόπολης.

Ο επίτιμος πλέον διευθυντής του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου Νίκος Καλτσάς έχει διανύσει μια θεαματική πορεία και, όπως έχει πει: «Ήθελα να ασχοληθώ με την επιστήμη της αρχαιολογίας, γιατί όταν κάποιος διοικεί ένα πολύ μεγάλο μουσείο, δεν του μένει χρόνος να ασχοληθεί με την αρχαιολογική έρευνα, αφιερώνει τον περισσότερο χρόνο στη διοίκηση». Έτσι ασχολήθηκε με την ανασκαφική έρευνα στα βουνά της Ναυπάκτου, στην αρχαία Αιτωλία, μια περιοχή με μακρά ιστορία.

Ακόμα και όσοι δεν γνωρίζουν το όνομά του, θυμούνται τη σπουδαιότερη μέχρι σήμερα περιοδική έκθεση του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, αυτή του Ναυαγίου των Αντικυθήρων το 2012, μια έκθεση που εκτίναξε την επισκεψιμότητα του μουσείου, με την οποία μάλιστα ολοκλήρωσε τη σταδιοδρομία του ως διευθυντής του συγκεκριμένου μουσείου, η οποία διήρκεσε έντεκα χρόνια, για να ασχοληθεί στη συνέχεια με τη μελέτη και τη συγγραφή.

Ο Νίκος Καλτσάς γεννήθηκε στη Διαλαμπή Ροδόπης. Εκεί μεγάλωσε και πήρε το πτυχίο του και το διδακτορικό του δίπλωμα από το Τμήμα Αρχαιολογίας και Τέχνης της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Συγκεκριμένα, οι πρώτες του ανασκαφικές εμπειρίες (1976-1980) αποκτήθηκαν στην πόλη της Θεσσαλονίκης, σε δύο νεκροταφεία στη Χαλκιδική, το ένα της Εποχής του Σιδήρου στον Άγιο Ιωάννη Νικήτης και το άλλο στην Άκανθο, και σε έναν ελληνιστικό τύμβο στη θέση Φιλυριά του νομού Κιλκίς.

Το 1981, έχοντας πετύχει στον διαγωνισμό της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, διορίζεται Επιμελητής Αρχαιοτήτων στην Αρχαία Ολυμπία. Εκεί θα μείνει τρία χρόνια και θα ανασκάψει έναν ελληνιστικό τύμβο στην Πύλο και μια αρχαϊκή αγροικία στο Κοπανάκι Μεσσηνίας. Οι ανασκαφές του στη Μεσσηνία δημοσιεύτηκαν με άρθρα σε αρχαιολογικά περιοδικά.

Λίγο αργότερα δέχεται την οργανική θέση στην κεντρική υπηρεσία του υπουργείου Πολιτισμού. Το 1987 μετεκπαιδεύεται στην Κλασική Αρχαιολογία στο Παρίσι, στο γαλλικό Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών (CNRS). Στο υπουργείο υπηρετεί αρχικά στο Τμήμα Αρχαιολογικών Χώρων και στη συνέχεια στο Τμήμα Μουσείων (1984-1993). Εγκαινιάζει έτσι μια καριέρα που, συνδυάζοντας γόνιμα την αρχαιολογία με τη διοίκηση, κορυφώνεται στο μεγαλύτερο και σπουδαιότερο ελληνικό μουσείο. Ως διευθυντής του Εθνικού Αρχαιολογικού, ο Νίκος Καλτσάς θα επιβλέψει και θα εγγυηθεί την ανακαίνιση, θα σχεδιάσει και θα υλοποιήσει την επανέκθεση των συλλογών.

Ο κ. Καλτσάς σε αρχαιολογική ανασκαφή

Στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο έφτασε το 1993, για να κατευθυνθεί στη Συλλογή Γλυπτών. Τρία χρόνια αργότερα θα γίνει ο επιμελητής της. Στο τιμόνι του μουσείου θα βρεθεί από το 2001 έως τη συνταξιοδότησή του, το 2012.

Ο κατάλογος των δραστηριοτήτων που ανέπτυξε, υπηρετώντας τον πολιτισμό, είναι μακρύς. Ασχολήθηκε με θέματα όπως η παράνομη διακίνηση πολιτιστικών αγαθών, η αξιολόγηση και διεκδίκηση αρχαιοτήτων, η εκτίμηση αρχαίων αντικειμένων, η δημόσια διοίκηση, η υποδοχή των ΑμεΑ σε μουσεία και αρχαιολογικούς χώρους, η επισκεψιμότητα των μουσείων, τα εκπαιδευτικά προγράμματα και πολλά άλλα.

Διετέλεσε μέλος του Συμβουλίου της Επιτροπής για τη σύνταξη του «Εικονογραφικού Λεξικού Κλασικής Μυθολογίας» (LIMC) (2004-2010) και της Επιστημονικής Επιτροπής Εκδόσεων του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων (2004-2012). Υπήρξε μέλος της Επιτροπής Συντήρησης του ναού του Επικούριου Απόλλωνος και από το 2004 είναι μέλος της Επιτροπής για την Ανάδειξη του Αρχαιολογικού Έργου Πέλλας.

Διετέλεσε επίσης μέλος του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου, του Κεντρικού Συμβουλίου Νεωτέρων Μνημείων του ΥΠ.ΠΟ. και τακτικό μέλος του Συμβουλίου Μουσείων.

Εξελέγη αριστίνδην μέλος του Δ.Σ. της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας, είναι μέλος του Δ.Σ. του Μουσείου Αλεξάνδρας και Παύλου Κανελλοπούλου και από το 2006 της Ελληνικής Εθνικής Επιτροπής της UNESCO. Είναι αντεπιστέλλον μέλος του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου από το 2002. Βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών για το βιβλίο του «Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο – Τα γλυπτά» (εκδόσεις Καπόν, Αθήνα, 2001).

Έχει εκδώσει τα βιβλία: «Πήλινες διακοσμητικές κεραμώσεις από τη Μακεδονία» [ΥΠ.ΠΟ., Δημοσιεύματα του Αρχαιολογικού Δελτίου αρ. 37, ΤΑΠΑ, Αθήνα 1988 (διδακτορική διατριβή)], «Άκανθος I – Η ανασκαφή στο νεκροταφείο κατά το 1979» (ΥΠ.ΠΟ., Δημοσιεύματα του Αρχαιολογικού Δελτίου αρ. 65, Αθήνα, 1998), «Αρχαία Μεσσήνη (1989) και Ολυμπία (1997) – Οδηγοί των αρχαιολογικών χώρων και κατάλογοι των μουσείων τους» (Το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, Κοινωφελές Ίδρυμα Ιωάννη Σ. Λάτση, Ολκός, Αθήνα, 2007), Γ. Δεσπίνης – Ν. Καλτσάς (επιμ.), «Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο – Κατάλογος Γλυπτών Ι, 1. Γλυπτά των Αρχαϊκών χρόνων από τον 7ο αιώνα έως το 480 π.Χ.», (εκδόσεις ΤΑΠΑ, Αθήνα, 2014).

Μιλώντας για τις περιοδικές εκθέσεις, έχει πει στη LiFO:

«Επένδυσα στη λογική των περιοδικών εκθέσεων ως διευθυντής του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου. Διευκρινίζω, όμως, ότι είμαι υπέρμαχος των θεματικών εκθέσεων και όχι των εκθέσεων με μια απλή παράθεση αριστουργημάτων. Μια περιοδική έκθεση είναι απαραίτητο να έχει ένα θέμα που θα αναπτυχθεί λεπτομερώς και σε βάθος –κάτι που δεν μπορεί να γίνει στις μόνιμες εκθέσεις‒ προκειμένου να παρουσιαστούν με εικόνες άγνωστες ή λίγο γνωστές πτυχές της Ιστορίας, της αρχαίας κοινωνίας, της πολιτικής ή της θρησκείας. Θα πρέπει αυτή η ανάλυση όμως να είναι κατανοητή, να προβληματίζει, αλλά να μη βασανίζει τον επισκέπτη».

Ο κ. Καλτσάς σε ανασκαφή στην Άκανθο το 1976

Μιλώντας για τους δασκάλους του, έχει πει σε παλιότερες συνεντεύξεις του:

«Είχα την τύχη να έχω πολύ καλούς δασκάλους στο πανεπιστήμιο. Και πρέπει να σας πω ότι εμένα αρχικά μου άρεσαν πάρα πολύ οι κλασικές σπουδές, τα κλασικά γράμματα. Παθιαζόμουν με τα αρχαία ελληνικά κείμενα, με τα λατινικά κείμενα και ουσιαστικά ξεκίνησα για κάτι τέτοιο. Στην Κομοτηνή, όπου τελείωσα το λύκειο, δεν ξέραμε και πολλά πράγματα για την αρχαιολογία. Επέλεξα την αρχαιολογία όταν ήμουν στο πανεπιστήμιο, γιατί τότε χωριζόμασταν σε τμήματα στο τρίτο έτος, ανάλογα με το τι ήθελε ο καθένας να σπουδάσει. Δηλαδή, τα δύο πρώτα έτη ήταν κοινά για όλους. Αυτό μου έκανε πάρα πολύ καλό, είναι αλήθεια, γιατί διδάχτηκα πάρα πολλά αρχαία και λατινικά. Στα πρώτα έτη είχα πάρει ως μάθημα επιλογής την Κλασική Αρχαιολογία, την οποία μας δίδασκε ο Ανδρόνικος. Γοητεύτηκα γιατί ο Ανδρόνικος είχε έναν ιδιαίτερο τρόπο να διδάσκει που σε κέρδιζε και δεν καταλάβαινες πότε έφτανε, από το χαμόγελο του Κούρου, να μιλάει για τον “Άμλετ”. Σε παρέσυρε δηλαδή με τέτοιον τρόπο, που ξαφνικά έλεγες: “Τώρα μιλάμε για τον “Άμλετ”; Μα μιλούσαμε για τους Κούρους!”. Και, φυσικά, γοητεύτηκα πολύ, τότε κατάλαβα ακριβώς πόσο πολλά πράγματα είναι η αρχαιολογία και αποφάσισα ότι θα σπουδάσω ακριβώς αυτό. Άφησα πίσω πλέον τα αρχαία και τα λατινικά. Όταν, λοιπόν, στο τρίτο έτος μπήκα στο Αρχαιολογικό Τμήμα, είχα πάρα πολλούς καλούς δασκάλους. Εκτός απ’ τον Ανδρόνικο και τον Παντερμαλή, που τότε ήταν πολύ νέος καθηγητής, είχα τον Γιώργο Δεσπίνη, από τον οποίο, νομίζω, έμαθα τη συστηματική αρχαιολογία: πώς κανείς προσεγγίζει ένα γλυπτό, πώς μπορεί να το ερμηνεύσει, δηλαδή όλη τη μεθοδολογία που χρειάζεται ένας αρχαιολόγος για να φτάσει στην ουσία του θέματος. Βέβαια, είχα και πολύ καλούς καθηγητές στα κλασικά γράμματα, τον Σαββίδη, τον Μαρωνίτη, τον Χουρμουζιάδη! Δασκάλους με όλη τη σημασία της λέξης. Ήμουν πολύ τυχερός που διδάχτηκα από αυτούς τους ανθρώπους».

Όπως αναφέρει η Πρόεδρος και Διευθύνουσα Σύμβουλος του Μουσείου, Σάντρα Μαρινοπούλου: «Είμαι σίγουρη ότι ο Νικόλαος Καλτσάς, με την πολυετή εμπειρία, την επιστημονική επάρκεια, την προσωπικότητα, το κύρος και τη διεθνή αναγνώρισή του θα ανοίξει νέους δρόμους στην ήδη επιτυχημένη πορεία του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης. Του εύχομαι ολόψυχα καλή επιτυχία στα νέα του καθήκοντα.»

Ο επί 25 χρόνια Διευθυντής του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης Καθηγητής Νικόλαος Χρ. Σταμπολίδης συνεχίζει να ασκεί τα καθήκοντά του ως Διευθυντής μέχρι τις 15 Σεπτεμβρίου, ενώ θα διατηρήσει τη συνεργασία του με το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης μέχρι την έναρξη της έκθεσης «ΚΑΛΛΟΣ. Η Υπέρτατη Ομορφιά» στις 29 Σεπτεμβρίου, την οποία συνεπιμελείται με τον Επιμελητή Αρχαιοτήτων, Δρα Ιωάννη Δ. Φάππα.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.