«Ακομα δεν το πιστευω οτι τα καταφερα»

Ο Κώστας Γαβράς μιλά στην Εφ.Συν για την πορεία του στην τέχνη και την ταύτισή του με τον πολιτικό κινηματογράφο

Η Γαλλία τον ανέθρεψε, όμως εμείς τον θέλουμε για πάντα δικό μας τον Κώστα Γαβρά, τον μεγάλο Ελληνα δημιουργό. Αλλά κι αυτός, παρ’ όλο που έφυγε κατατρεγμένος από τη χώρα του μετά τον Εμφύλιο για να μπορέσει να σπουδάσει, δεν έχασε ποτέ την αγάπη και το ενδιαφέρον του για την Ελλάδα.

Η ταινία του «Ζ» (1969) γύρω από τη δολοφονία του ειρηνιστή Γρηγόρη Λαμπράκη έπιασε τον παλμό της ανατρεπτικής δεκαετίας του ’60 σε όλη την Ευρώπη συγκλονίζοντας ιδιαίτερα το ελληνικό κοινό που τότε βίωνε τον δεύτερο χρόνο της δικτατορίας. Η ταινία κέρδισε το Οσκαρ και τη Χρυσή Σφαίρα καλύτερης ξένης ταινίας.

Από τότε το όνομα του σκηνοθέτη ταυτίστηκε με τον πολιτικό κινηματογράφο ενώ επηρέασε δημιουργούς σαν τον Ολιβερ Στόουν και τον Στίβεν Σόντερμπεργκ. Συνέχισε την παράδοση αυτή που ο ίδιος καθιέρωσε με ταινίες με πολιτικοκοινωνικά θέματα όπως οι «Missing» (1982, τιμήθηκε με τον Χρυσό Φοίνικα στις Κάνες), «Hanna K.» (1983), «Music Box» (1989), «The Axe» (2005), «Eden is west» (2009), «Adults in the room» (2019, για την κρίση στην Ελλάδα) και πολλές άλλες ενδιάμεσα.

Σχεδόν 90 χρόνων, ο Γαβράς συνεχίζει να είναι παραγωγικός και γενναιόδωρος απέναντι στους νεότερους συναδέλφους του. Αυτόν τον μήνα πρόκειται να τιμηθεί από το Φεστιβάλ του Λοκάρνο με το βραβείο Pardo alla carriera Ascona. Η παρακάτω συνέντευξη μέσω ηλεκτρονικής επικοινωνίας δόθηκε λίγο μετά το Φεστιβάλ Κανών στην Ενωση Ξένων Ανταποκριτών του Χόλιγουντ.

Ζήσατε τα πρώτα χρόνια της ζωής σας στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Πώς τον θυμάστε τον καιρό εκείνο;

Οι άνθρωποι πέθαιναν από την πείνα στην Αθήνα και ο πατέρας μου μάς έστειλε σε ένα χωριό. Ηταν μια ωραία περίοδος της ζωής μου γιατί ο πόλεμος ήταν μακριά και ζούσαμε σαν χωριάτες. Τότε έμαθα πολλά πράγματα για την επιβίωση – πόσα ξύλα χρειαζόμαστε για τον χειμώνα, πόσο λάδι, σιτάρι για το ψωμί. Ζούσαμε πολύ φτωχά αλλά και με μια κάποια ευτυχία γιατί νιώθαμε ελεύθεροι. Βέβαια όταν μεγάλωσα κάπως και κατάλαβα τι σήμαινε πόλεμος –θάνατοι, σκοτωμοί και Εμφύλιος– ήταν φρικτό.

Η καριέρα σας ως σκηνοθέτη έχει διαρκέσει 6 ολόκληρες δεκαετίες. Τι είναι αυτό που σας κινητοποιεί; Από πού πηγάζει η δημιουργικότητά σας;

Δεν ξέρω. Οταν έφτασα στη Γαλλία αποφάσισα να σπουδάσω κινηματογράφο. Μου φαινόταν τότε αρκετό να γίνω βοηθός σκηνοθέτη. Εκείνη την εποχή μόνο οι Γάλλοι μπορούσαν να κατέχουν το αξίωμα του σκηνοθέτη. Υπήρχαν κάποιοι παραγωγοί από την Ανατολική Ευρώπη κι αυτό ήταν όλο. Μου φαινόταν απίστευτο το να γίνω σκηνοθέτης στη Γαλλία. Ακόμα απίστευτο μου φαίνεται. Ακόμα δεν το πιστεύω ότι τα κατάφερα, για να πω την αλήθεια.

Οι ταινίες σας πολλές φορές σχολιάζουν πολιτικά γεγονότα. Πώς βλέπετε την τωρινή παγκόσμια κατάσταση των πραγμάτων;

Συμβαίνουν μεγάλες ανακατατάξεις στον κόσμο και μάλιστα πολύ επικίνδυνες γιατί κανείς δεν γνωρίζει προς τα πού κατευθυνόμαστε και τι πρόκειται να συμβεί. Φυσικά [αυτή η κατάσταση] δίνει εναύσματα σε έναν σκηνοθέτη. Πάντως εγώ πιστεύω ότι όλες οι ταινίες έχουν πολιτικό νόημα αφού αποτείνονται σε χιλιάδες, μερικές φορές εκατομμύρια κόσμο. Η πολιτική για μένα δεν αφορά μόνο τους ηγέτες αλλά και τον κάθε άνθρωπο που δρα – στη δουλειά, στις σχέσεις του. Η πολιτική εξελίσσεται κάθε μέρα από όλους και τις πράξεις όλων.

Στο Λοκάρνο θα παιχτούν οι ταινίες σας «The Sleeping Car Murders» (1965) και «Shock Troops» (1967). Τι έρχεται στον νου σας όταν σκέφτεστε τις δύο πρώτες αυτές ταινίες σας;

Η πρώτη ήταν μια άσκηση στη σχολή. Δεν είχα τα δικαιώματα [του βιβλίου] ούτε ήξερα τον συγγραφέα. Την άρχισα στη σχολή αλλά κατέληξε να γίνει μια [ολοκληρωμένη] ταινία, τελικά μια καλή ταινία που επιζεί μέχρι σήμερα. Για τη δεύτερη είχα όλα τα λεφτά που χρειαζόμουν χάρη στην πρώτη… Λένε πως είναι καλή αλλά τότε οι κριτικοί και το κοινό την κατέκριναν. Η αποτυχία της ήταν μεγάλο σοκ για μένα. Οταν ξαναπαίχτηκε μετά από χρόνια έλαβε καλές κριτικές, όμως ακόμα με εκπλήσσει το γεγονός ότι το Φεστιβάλ του Λοκάρνο θέλει να την προβάλει.

Ένα από τα πιο γνωστά σας έργα είναι το «Missing», το οποίο διαδραματίζεται στη Χιλή την εποχή της δικτατορίας, στη δεκαετία του 70. Σας ενδιαφέρει ακόμα το κεφάλαιο Λατινική Αμερική;

Ναι, παρακολουθώ την επικαιρότητα της Λατινικής Αμερικής. Είχα μεγάλο θαυμασμό για τον Αλιέντε και πρότεινα την ταινία στο Universal (Studios), να την κάνω με δικούς μου όρους και σενάριο. Το δέχτηκαν. Ηταν σημαντικό για μένα να κάνω μια ταινία-φόρο τιμής στον χιλιανό λαό που υπέφερε από μια φρικτή δικτατορία η οποία στήριζε τότε την αμερικανική κυβέρνηση.

Η εμβληματική σας ταινία «Ζ» δεν αποτελεί ορόσημο μόνο στην ιστορία του κινηματογράφου αλλά και στην ίδια την πολιτική ως σύμβολο ενός θριάμβου απέναντι στις δυνάμεις της καταπίεσης και της διαφθοράς. Συχνά σκέφτομαι ότι θα ήταν καλό να έχουμε ηγέτες που στέκονται με το μέρος της αλήθειας και της δικαιοσύνης στην εποχή μας αλλά αυτό είναι πολύ σπάνιο πια. Πώς βλέπετε τις τωρινές συγκρούσεις ακραίων τάσεων;

Επαναλαμβάνω: Ζούμε σε μια πολύ επικίνδυνη εποχή. Οταν είδαμε τη διάλυση της Σοβιετικής Ενωσης, η γενιά μου νόμισε ότι από εκεί και πέρα όλα θα πήγαιναν καλύτερα. Αλλά πήγαν χειρότερα, κάθε χρόνο και χειρότερα. Εχουν περάσει 30 χρόνια από τότε και τίποτα δεν πάει καλύτερα… Ο κόσμος έχει αρχίσει να φοβάται να κινηθεί.

Δεν ξέρω πού πάμε. Ούτε πώς να κάνω ταινίες για τα τωρινά συμβάντα. Προσπαθώ να βρω ένα [σχετικό] θέμα αλλά σαν άμμος διαλύεται. Αφήνει τα χέρια σου και δεν μπορείς να το πιάσεις. Και κάθε μέρα από το κακό στο χειρότερο. Το χειρότερο αυτή τη στιγμή είναι ο πόλεμος στην Ουκρανία. Κανείς δεν θα πίστευε ότι θα γινόταν πόλεμος στο κέντρο της Ευρώπης με νεκρούς και καταστροφές καθημερινά.

Μου φαίνεται επίσης ότι η πίστη σε αρχές έχει υποχωρήσει μπροστά στη δύναμη του χρήματος. Τα προσωπικά συμφέροντα υπερτερούν των ηθικών αξιών.

Εχετε απόλυτο δίκιο. Πιστεύω ακράδαντα ότι το βασικό πρόβλημα είναι το χρήμα. Εχουμε εισχωρήσει σε μια νέα θρησκεία, τη θρησκεία του χρήματος. Ολοι σκέφτονται πώς θα πετύχουν και πώς θα βγάλουν πολλά λεφτά. Δεν σκεφτόμαστε αυτό που συμβαίνει δίπλα μας, τους άλλους, τους φτωχούς… Πρόκειται για ένα μεγάλο πρόβλημα που μας σπρώχνει να γίνουμε ατομιστές – η μάστιγα της κοινωνίας.

Πιστεύετε ότι οι έννοιες της Αριστεράς και της Δεξιάς έχουν ακόμα νόημα;

Νομίζω ότι οι δύο [μεριές] θα πρέπει να αρχίσουν διάλογο πάλι, να συζητήσουν τα πιστεύω και τις ιδεολογίες τους, να δουν τι πρέπει να αλλάξει. Πρέπει να προσαρμοστούν στις βαθιές αλλαγές που συμβαίνουν στον κόσμο. Οι ηγέτες πρέπει να βρουν έναν άλλο τρόπο ηγεσίας. Αλλά δεν το κάνουν… Δεν έχουν ένα γενικό όραμα για την κοινωνία.

Θεωρείτε ότι οι δεκαετίες του ’60 και του ’70 ήταν σημαντικές για τη Δύση;

Οι δεκαετίες του ’60 και του ’70 ήταν σπουδαίες γιατί ο κόσμος άρχισε να σκέφτεται τους άλλους, την ανθρώπινη κοινωνία, το πώς μπορούν να την καλυτερέψουν κ.λπ. Δυστυχώς μερικές από αυτές τις ιδέες γύρω από την κοινωνία, τη θρησκεία, τον νόμο, το σεξ επανεξετάζονται [τώρα] από τους συντηρητικούς. Και δυστυχώς ακόμα και οι νέοι του [κινήματος] του ’60 προσαρμόστηκαν στα καριερίστικα πρότυπα.

Ο ΖανΛουί Τρεντινιάν πρωταγωνίστησε στην ταινία σας «Ζ» με μια πολύ εσωτερική ερμηνεία, συμφωνείτε;

Ναι, ναι. Ο Ζαν-Λουί συνήθιζε να εσωτερικεύει τα πάντα. Δεν ήξερες ποτέ τι θα έκανε. Το χαμόγελό του σε εξέπληττε. Ηταν ενδιαφέρων άνθρωπος και μυστηριώδης. Του άρεσε να κρύβεται, δεν εκφραζόταν ούτε μιλούσε για την προσωπική του ζωή. Αλλά ήταν απίθανο να τον έχεις μπροστά στην κάμερα, να του λες «Ζαν-Λουί, λίγο πιο λίγο… λίγο πιο πολύ», να αποδέχεται [τις παρατηρήσεις του σκηνοθέτη] και να αντιδρά αμέσως. Ηταν υπέροχος.

Είναι αξιοσημείωτο ότι έχετε συμβάλει στη συγγραφή σχεδόν όλων των σεναρίων των έργων σας. Ηταν αυτός ένας τρόπος για σας να διατηρείτε τον έλεγχο στη δουλειά σας;

Μετά την πρώτη μου ταινία με κάλεσαν να υπογράψω [συμβάσεις] με [αμερικανικά] στούντιο αλλά αρνήθηκα. Αισθανόμουν καλά στη Γαλλία. Αλλά πάλι, μετά το «Ζ», με πίεσαν να πάω να δουλέψω στις ΗΠΑ. Το έκανα. Αλλά συμφώνησα να διαλέξω εγώ το σενάριο. Η πρώτη ιδέα που μου άρεσε ήταν του «Missing».

Συμφωνήσαμε να γράψω το πρώτο σχέδιο σεναρίου κι αν άρεσε στο στούντιο θα προχωρούσαμε. Επειτα τους έπεισα να κάνουμε το μοντάζ στη Γαλλία. Η σχέση μου με τα στούντιο ήταν εξαιρετική. Τους έλεγα: «Γιατί με καλέσατε να σκηνοθετήσω εδώ ενώ έχετε τόσο καλούς σκηνοθέτες; Αφήστε με λοιπόν να δουλέψω όπως μου αρέσει εμένα».

Έχουν συντελεστεί μεγάλες τεχνολογικές αλλαγές στη βιομηχανία του κινηματογράφου. Πρόκειται για κάτι που βλέπετε θετικά;

Με τον πολλαπλασιασμό των σόου και των ταινιών, το σινεμά έχει χάσει τη μυθική του διάσταση. Δεν υπάρχουν πια οι μυθικές προσωπικότητες, όπως στη γενιά μου. Το βρίσκω προβληματικό αυτό. Από την άλλη, πρόκειται και για μια φυσιολογική εξέλιξη της κοινωνίας μας. Θυμάμαι πώς πηγαίναμε με την οικογένεια στο σινεμά Παρασκευή ή Σάββατο βράδυ και ήταν κάτι σαν γιορτή. Τώρα μπορείς να δεις μια ταινία στο τηλέφωνο…

Δεν έχεις λοιπόν πια μια μυθική σχέση με τις ταινίες. Τις καταναλώνεις, μπορείς να πηδάς από τη μια στην άλλη, δυστυχώς. Πρέπει να συνεχίσουμε να στηρίζουμε τη θέαση στη μεγάλη οθόνη. Πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να σώσουμε αυτό που μένει όταν βλέπεις μια ταινία στη μεγάλη οθόνη.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.