Υποχρεωτικη συνεπιμελεια: Ευεργετικες η προβληματικες οι προωθουμενες διαταξεις του υπο καταθεση νομοσχεδιου;

Ισμήνη Στεργιαννίδου, Δικηγόρος - Λέκτορας Αστικού Δικαίου της Νομικής Σχολής του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης

«Μια οριζόντια ρύθμιση, με μια αναγκαστική συνεπιμέλεια δεν βοηθάει ποτέ• κάθε περίπτωση είναι ξεχωριστή και οφείλουμε να δημιουργήσουμε τέτοιες δομές και συνθήκες που να το διασφαλίζουν»

«Υπάρχει σοβαρή “διείσδυση” στις νυν κυβερνητικές αρχές, εξουσίες και πρόσωπα, οργανωμένων συλλογικοτήτων, ώστε να περάσουν τις θέσεις τους»

 
 
Προ των πυλών του Ελληνικού Κοινοβουλίου βρίσκεται το νέο νομοσχέδιο του Υπουργείου Δικαιοσύνης που μετά από 40 χρόνια φέρνει αλλαγές στο Οικογενειακό Δίκαιο της χώρας. Στο πλαίσιο αυτό της αναμόρφωσης του Οικογενειακού Δικαίου αναμένεται εντός των επόμενων ημερών να συζητηθούν στη Βουλή οι προωθούμενες αλλαγές που έχουν ήδη ωστόσο ξεσηκώσει αντιδράσεις, τόσο από γυναικείες οργανώσεις όσο και από επιστήμονες και ακαδημαϊκούς που εκφράζουν τις επιφυλάξεις τους κυρίως σε σχέση με την προβλεπόμενη υποχρεωτική συνεπιμέλεια.
 
Υπάρχει όμως η ανάγκη αλλαγής του υφιστάμενου νομοθετικού πλαισίου που μπορεί να μετρά 40 χρόνια ζωής, αλλά κρίνεται ως επιτυχημένο από την πλειοψηφία τουλάχιστον του νομικού κόσμου ως προς το βασικό διακύβευμα που δεν είναι άλλο από την εξυπηρέτηση των συμφερόντων των παιδιών και κατά πόσο αυτό διακυβεύεται με τις προωθούμενες διατάξεις;
 
Εν αναμονή της κατάθεσης του σχετικού νομοσχεδίου η κ. Ισμήνη Στεργιαννίδου, δικηγόρος με πολυετή εμπειρία σε υποθέσεις οικογενειακού δικαίου, καθώς και με την ιδιότητά της ως Λέκτορας της Νομικής Σχολής του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης μίλησε στο «Ράδιο Παρατηρητής 94fm» για τις βασικές αλλαγές του υπό κατάθεση νομοσχεδίου, αλλά και τα επιχειρήματα των «αντιμαχόμενων» πλευρών.
 
Ισμήνη Στεργιαννίδου όμως…

«Το ισχύον κομμάτι της επιμέλειας στο Οικογενειακό Δίκαιο προβλέπει τη δυνατότητα απόδοσης και ανάθεσης επιμέλειας και στον πατέρα, που όμως στην πράξη δεν λειτούργησε»

ΠτΘ: κ. Στεργιαννίδου οι προωθούμενες αλλαγές από πλευράς του Υπουργείου Δικαιοσύνης σε ό,τι αφορά το Οικογενειακό Δίκαιο και κυρίως στο ζήτημα της αναγκαστικής συνεπιμέλειας που προωθείται κυριαρχούν στον νομικό δημόσιο διάλογο. Ποιες ακριβώς είναι αυτές οι αλλαγές που εμπεριέχει το νομοσχέδιο που αναμένεται να βρεθεί στη βουλή την ερχόμενη εβδομάδα;
Ι.Σ.:
Το θέμα της επιμέλειας είναι ένα πάρα πολύ σημαντικό ζήτημα του Οικογενειακού Δικαίου, και όχι μόνο. Έχει μεταρρυθμιστεί τελευταία φορά  το 1983 και τα τελευταία 40 χρόνια δεν έχει τροποποιηθεί, τουλάχιστον αυτό το κομμάτι. Η τότε, αρχική του ρύθμιση, με το σχέδιο της γνωστής επιτροπής Γαζή, επέφερε μεγάλες αλλαγές, καθοριστικής σημασίας για το Οικογενειακό Δίκαιο, μετατρέποντάς το σε ένα σύγχρονο δίκαιο, με αλλαγές πολύ επιτυχημένες και σημαντικές. Βασικό στοιχείο αυτών ήταν ο παιδοκεντρισμός, η απόλυτη δηλαδή στόχευση στο συμφέρον των ανηλίκων. Παρόλα αυτά ο χρόνος και οι συνθήκες και γενικότερα οι  διεθνείς εξελίξεις, επιβάλουν πολλές φορές, ειδικά στο κομμάτι του Οικογενειακού Δικαίου να επέρχονται αλλαγές. Η επιμέλεια έχει μείνει όπως ήταν, γιατί λειτούργησε όλα αυτά τα χρόνια με το ισχύον θεσμικό πλαίσιο. Ωστόσο εδώ και πολλά χρόνια, μια δεκαετία, υπήρξε σοβαρό ενδιαφέρον, ιδίως από την πλευρά των ανδρών-πατεράδων, οι οποίοι και προωθούσαν τις απόψεις τους για μια αλλαγή στο κομμάτι της επιμέλειας. Και αυτό διότι παρότι σήμερα το ισχύον ακόμη κομμάτι της επιμέλειας στο Οικογενειακό Δίκαιο προβλέπει τη δυνατότητα απόδοσης και ανάθεσης επιμέλειας και στον πατέρα, στην πράξη αυτό δεν λειτούργησε ακριβώς.
 
Στη συντριπτική πλειοψηφία των αποφάσεων που εκδίδονταν από τα δικαστήρια της χώρας, σε ποσοστό περίπου του 90%, η επιμέλεια των ανηλίκων ανατίθενται στη μητέρα. Αυτό αποτέλεσε μια ανάγκη, ή μια μεγάλη πρόθεση αυτών των ανθρώπων, οι οποίοι αισθάνονταν ότι αδικούνταν, να προχωρήσουν σε αλλαγές, και μάλιστα με πολύ δυναμικό τρόπο. Υπάρχουν πλέον οργανωμένες ομάδες, και σε διεθνές και σε εσωτερικό επίπεδο, οι οποίες προωθούν αυτές τις αλλαγές και μπορώ να σας πω με μεγάλη βεβαιότητα και γνώση – γιατί έχω επαφή με μέλη της επιτροπής Τέντε, η οποία έκανε αυτό το τελευταίο νομοσχέδιο – ότι υπάρχει σοβαρή «διείσδυση» μέσα στις νυν κυβερνητικές αρχές, εξουσίες και πρόσωπα, ώστε να περάσουν τις θέσεις τους και σχεδόν έχουν κατά μέγα μέρος και στο νομοσχέδιο που είχε κατατεθεί, γίνουν αποδεκτές. Το νομοσχέδιο αυτό επειδή δεν απεικόνιζε απολύτως τις θέσεις που εκφράζονται από αυτές τις οργανώσεις παραμένει σε εκκρεμότητα. Έχουν κυκλοφορήσει βέβαια διάφορες φήμες για το τι θα ισχύει, ωστόσο μπορώ να σας πω ότι αυτό το νομοσχέδιο που επισήμως είχε κατατεθεί προέβλεπε σημαντικές αλλαγές, κατά βάση δεχόταν την συνεπιμέλεια, ως υποχρεωτική πλέον από τον δικαστή, ο οποίος θα έπρεπε να την αναθέσει και στους δυο γονείς. Γεγονός που αποτελούσε και το κύριο αίτημα των οργανώσεων των πατεράδων και είναι κάτι το οποίο σήμερα, στο ισχύον καθεστώς, δεν προβλέπεται, παρά μόνο εάν συμφωνούν οι γονείς, ή εάν κρίνει ο δικαστής πως είναι προς το συμφέρον του παιδιού. Στην πράξη αυτό δεν λειτούργησε, παρά σε ελάχιστες περιπτώσεις. Η ευχέρεια ωστόσο υπάρχει πάντα, εφόσον οι γονείς συμφωνούν και μάλιστα είναι ευχής έργον, που το έχουμε δει και σε περιπτώσεις κάποιων συναινετικών διαζυγίων να λειτουργεί.
 

«Όσοι υποστηρίζουν την συνεπιμέλεια θεωρούν ότι με αυτόν τον τρόπο θα έρθει σε μία αναγκαστική αποδοχή η πλευρά που δεν την δέχεται»

 
ΠτΘ: Άρα η βασική αλλαγή έγκειται στο κομμάτι της συνεπιμέλειας για τα παιδιά των διαζευγμένων γονέων, όπου το δικαστήριο θα επιβάλει υποχρεωτικά τη συνεπιμέλεια, ανεξαρτήτως της άποψης των γονέων… 
Ι.Σ.:
Αυτό είναι και το ζητούμενο από όσους υποστηρίζουν αυτή τη θέση, διότι θεωρούν ότι με αυτόν τον τρόπο θα έρθει σε μια αναγκαστική αποδοχή η πλευρά που δεν δέχεται την συνεπιμέλεια, στην προκειμένη η πλευρά των μητέρων, η οποία και θα αναγκαστεί να την αποδεχτεί και να συνεργαστεί, σε ένα κομμάτι αυτής της νέας πλέον κατάστασης. Σε αυτό βέβαια υπάρχουν και κάποιες ενστάσεις, όχι μόνο από την πλευρά των μητέρων, οι οποίες λίγο καθυστερημένα έχουν αρχίσει σιγά σιγά να οργανώνονται και να αρθρώνουν την αντίθεσή τους, αλλά και γενικότερα, από την επιστήμη και από άλλους ανθρώπους, οι οποίοι βλέπουν ότι η οριζόντια αυτή ρύθμιση δεν αποτελεί και τη δυναμική λύση σε αυτή την κατάσταση.
 

«Όταν ένα ζευγάρι ήδη είναι σε μια μεγάλη ένταση και καταφεύγει στο διαζύγιο, δεν είναι δυνατόν μετά εύκολα στην πράξη να εφαρμόσει μια συνεπιμέλεια»

 
ΠτΘ: Παρόλα αυτά κ. Στεργιαννίδου η λογική λέει ότι αν δυο γονείς φτάσουν στα δικαστήρια, δεν μπορεί μια δικαστική απόφαση να εξομαλύνει τις σχέσεις μεταξύ τους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τα παιδιά…
Ι.Σ.: 
Αυτό είναι και το βασικό  επιχείρημα της άλλης άποψης. Μπορεί στα μέσα μαζικής ενημέρωσης αυτή η σκοπούμενη και προωθούμενη ρύθμιση να παρουσιάζεται ως θετική, αλλά η πανεπιστημιακή κοινότητα κινείται απολύτως, σε μεγάλο ποσοστό, προς αυτή την κατεύθυνση. Γεγονός που κατά την άποψή μου δεν μεταφέρεται πολύ σωστά, καθώς υπάρχουν σοβαρές ενστάσεις από πολύ καταξιωμένους επιστήμονες του χώρου, που εκφράζουν μεγάλες επιφυλάξεις, επικαλούμενοι και το βασικό επιχείρημα που αναφέρατε μόλις τώρα. Δηλαδή, όταν ένα ζευγάρι ήδη είναι σε μια μεγάλη ένταση και διαφωνία, γι’ αυτό άλλωστε καταφεύγει στη διάσταση και το διαζύγιο, δεν είναι δυνατόν μετά εύκολα στην πράξη να εφαρμόσει μια συνεπιμέλεια, η οποία συνεπάγεται μια καθημερινή συνεργασία σε επίπεδο που αφορά ζητήματα όπως το πόσο θα κοιμηθεί ή πόσες ώρες θα παίξει το παιδί, έως και πιο σοβαρά βεβαίως ζητήματα, τα οποία προφανώς μέχρι τώρα – επειδή ανήκαν στη σφαίρα της γονικής μέριμνας, που έτσι κι αλλιώς ανήκει και στους δύο γονείς, και στην περίπτωση διαζυγίου –  αντιμετωπίζονταν ούτως ή άλλως από κοινού. Μιλάω για απλά καθημερινά ζητήματα για τα οποία θα δημιουργούνται τριβές, σε ένα ζευγάρι που δεν έχει καθόλου διάθεση να συνεργαστεί. Με βέβαια κύριο αντικείμενο αυτής της διένεξης και θύμα, το ίδιο το παιδί.
 
ΠτΘ: Το μεγάλο θετικό της ισχύουσας νομοθεσίας ήταν ότι είχε παιδοκεντρικό χαρακτήρα, κάτι το οποίο από ό,τι γίνεται κατανοητό τίθεται εν αμφιβόλω…
Ι.Σ.:
Εδώ υπάρχει και η άποψη η οποία διατυπώνεται από τους υποστηρικτές αυτής της θέσης – προωθείται και από νέους ψυχιάτρους, οι οποίοι οργανωμένα έχουν εκφράσει την άποψή τους- ότι αυτή η αναγκαστική συνύπαρξη των γονέων είναι προς όφελος του παιδιού, γιατί είναι καλό ένα παιδί να μεγαλώνει και με τους δύο γονείς. Σε αυτό κανείς δεν έχει καμία αντίρρηση, και φυσικά υπάρχουν και θετικά στοιχεία σε αυτή τη ρύθμιση η οποία πρόκειται να γίνει, γιατί πρέπει να γίνει κάποια μεταρρύθμιση. Για παράδειγμα στο κομμάτι της επικοινωνίας του άλλου γονέα με τον οποίο το παιδί δεν θα συμβιεί, ακόμη και αν υπάρχει συνεπιμέλεια – γιατί συνεπιμέλεια σημαίνει συναπόφαση, αλλά όχι συγκατοίκηση – προωθείται μια αναγκαστική διάρκεια επικοινωνίας προσδιορισμένη με ένα τεκμήριο του 1/3 του χρόνου του παιδιού, η οποία προτείνεται να ορίζεται, η οποία δεν υπήρχε στο παρελθόν. Μέχρι σήμερα έκρινε ο δικαστής κατά περίπτωση, κατά κάθε συνθήκη κάθε παιδιού και όριζε το χρόνο επικοινωνίας. Σήμερα λέει ο νόμος θα προτείνω να είναι τουλάχιστον το 1/3 του χρόνου, ακριβώς για να ικανοποιηθεί και το κομμάτι του να μην διακόπτεται η επαφή του παιδιού με τον γονέα με τον οποίο δεν διαμένει.
 

«Μια ασφαλιστική δικλείδα η οποία θα διασφαλίζει το δικαίωμα επικοινωνίας του άλλου γονιού κατά ένα μέτρο ελάχιστης συμμετοχής στη ζωή του παιδιού, είναι  θετική»

 
ΠτΘ: Κρίνετε ότι το ποσοστό αυτό του 1/3 του συνολικού χρόνου επικοινωνίας, διασφαλίζει την ισότιμη επικοινωνία αμφότερων των γονέων με το παιδί;
Ι.Σ.:
Κατά την άποψή μου αποτελεί μία αφετηρία. Βέβαια το 1/3 είναι το ελάχιστο, μπορεί να είναι και περισσότερο, δεν μπορεί όμως να είναι λιγότερα, γι’ αυτό και γίνεται λόγος για «τεκμήριο αφετηρίας». Θα πρέπει να σημειώσουμε επίσης ότι πολλές φορές και οι μητέρες, στις οποίες έχει ανατεθεί η επιμέλεια του ανήλικου παιδιού ή των ανήλικων παιδιών τους, δεν είναι και πολύ συνεργάσιμες ή πολύ πρόθυμες να δώσουν τη σωστή θέση στον πατέρα μέσα στην ανατροφή του παιδιού τους. Ενδεχομένως διότι διακινούνται από προσωπικά κίνητρα εκδίκησης και εκβιαστικά πολλές φορές, ώστε να τον φέρουν σε μια δύσκολη θέση και να επιτύχουν ίσως άλλους στόχους, οικονομικούς ή οτιδήποτε άλλο. Αυτό το κομμάτι της απομάκρυνσης του πατέρα από μια συμπεριφορά της μητέρας, η οποία «καλύπτεται» πίσω από το το γεγονός ότι έχει την επιμέλεια και άρα αυτή αποφασίζει για τη ζωή του παιδιού της, είναι ένα ζήτημα που πολλές φορές το βρίσκουμε μπροστά μας. Πολλές φορές αποξενώνονται γονείς-άντρες οι οποίοι έχουν πραγματικό ενδιαφέρον για τα παιδιά τους, λόγω της κακής συμπεριφοράς της μητέρας η οποία πολλές φορές επηρεάζει και τα παιδιά αρνητικά στο να θέλουν να είναι με τον πατέρα. Μια ασφαλιστική δικλείδα η οποία θα διασφαλίζει το δικαίωμα επικοινωνίας του άλλου γονιού κατά ένα μέτρο ελάχιστης συμμετοχής στη ζωή του παιδιού, είναι  θετική, κατά την άποψή μου.
 

«Θετική και σημαντική η εισαγωγή της “γονικής αποξένωσης” ως έννοια στην πρόταση νόμου»

 
ΠτΘ: Από ό,τι διαβάζουμε στα σχετικά ρεπορτάζ στις νέες ρυθμίσεις εισάγεται για πρώτη φορά η έννοια της «γονικής αποξένωσης». Σε τι συνίσταται και πώς μπορεί να λειτουργήσει για την μείωση των τριβών μεταξύ των δύο γονέων;
Ι.Σ.:
Η εισαγωγή της «γονικής αποξένωσης» για πρώτη φορά ως έννοια στην πρόταση νόμου, είναι σημαντική και θετική, διότι είναι κάτι που το βλέπαμε στην πράξη, αλλά η υφιστάμενη ρύθμιση ήταν πολύ γενική και δεν συνδέονταν με συγκεκριμένες συνέπειες που μπορεί να έχει αυτή η κακή συμπεριφορά του ενός γονιού, έναντι των σχέσεων του παιδιού με τον άλλον γονέα. Δημιουργούσε δηλαδή δυσκολία στο να δούμε στην πράξη να αποτυπώνεται ένα αποτέλεσμα, σε βάρος του γονιού που εξεδήλωσε αυτή την αρνητική συμπεριφορά. Η έννοια της «γονικής αποξένωσης»  δεν είναι τίποτα άλλο από την κακή συμπεριφορά του ενός γονιού, έναντι του άλλου και έναντι των σχέσεων του παιδιού με τον άλλο γονιό, η οποία δημιουργεί μια κατάσταση αρνητικών σχέσεων, σε βάρος πρωτίστως του ψυχισμού του παιδιού. Αυτό σήμερα συνδέεται άμεσα και προς το γεγονός ότι συνιστά ρητά περίπτωση άσκησης κακής γονικής μέριμνας από την πλευρά του γονέα που εκδηλώνει μια τέτοια κακή συμπεριφορά έναντι του άλλου, και έχει ως συνέπεια να φτάσουμε μέχρι και στην αφαίρεση της επιμέλειας ή ακόμη και της γονικής μέριμνας, κάτι το οποίο δεν ίσχυε μέχρι τώρα. Μέχρι τώρα οι λόγοι για τους οποίους αφαιρούνταν η γονική μέριμνα ήταν αυτοί που εξακολουθούν να υπάρχουν, δηλαδή η κακή συμπεριφορά, βία, αμέλεια στην ανατροφή του παιδιού κ.ο.κ. Σήμερα τίθεται και αυτό ως λόγος και ως πρακτική συνέπεια ο γονέας αυτός θα το σκεφτεί σοβαρά να το ασκήσει. Η εξέλιξη αυτή είναι σημαντική ως προς την έννοια που εισάγεται. Επίσης επεκτείνεται και στα παιδιά που έχουν γεννηθεί εκτός γάμου και έχουν αναγνωριστεί εκουσίως από τον πατέρα, κάτι που δεν υπήρχε μέχρι τώρα. Σε αυτές τις περιπτώσεις παιδιών που παρότι τα αναγνώριζε ο πατέρας από τον οποίον γεννήθηκαν, χωρίς γάμο, ο πατέρας δεν είχε ποτέ δικαίωμα στην άσκηση της γονικής μέριμνας. Την επιμέλεια και την μέριμνα την ασκούσε η μητέρα. Εδώ λοιπόν προεκτείνεται η ανάγκη συμμετοχής και αυτού το γονέα στην ανατροφή του παιδιού, κάτι το οποίο θεωρώ ότι είναι θετικό.

«Δεν ξέρω κατά πόσο ένα διαμεσολαβητής έχει τη δυνατότητα να μεταβάλει την άποψη των ενδιαφερομένων πλευρών»

 
ΠτΘ: Βλέπουμε επίσης ότι εισάγεται και η εφαρμογή της διαμεσολάβησης και σε αυτό το κομμάτι, ρόλος που βέβαια κατά τρόπον τινά επιτελείται από τους νομικούς εκπροσώπους κάθε πλευράς σήμερα. Επομένως δεν θα επιφέρει κάποια αλλαγή στο ήδη υφιστάμενο πλαίσιο…
Ι.Σ.:
Θα φέρει με την έννοια της διαφορετικότητας της διαμεσολάβησης. Με τις νέες τροποποιήσεις, σε κάποιες διαφορές, μεταξύ αυτών και οικογενειακού χαρακτήρα η διαμεσολάβηση είναι υποχρεωτική, αλλά πλέον είναι μια τυπική φάση, η οποία δεν αποφέρει και ουσιαστικά αποτελέσματα. Αν και  θα πρέπει να επισημάνω ότι με την πανδημία που μας έχει επιβάλει αποχή από τα δικαστήρια, δεν έχουμε εικόνα κατά πόσο πραγματικά έχει αποδώσει ή όχι ο θεσμός, τον τελευταίο τουλάχιστον χρόνο. Αυτό που εισάγεται τώρα είναι υποχρεωτική διαμεσολάβηση στην περίπτωση της διαφωνίας των γονέων για την συνεπιμέλεια. Δεν ξέρω τι μπορεί να αποδώσει στην πράξη, είμαι ωστόσο πάρα πολύ επιφυλακτική σε αυτό. Η ένσταση που προβάλλεται από την πλευρά των γυναικείων οργανώσεων αφορά στο ότι ο διαμεσολαβητής δεν είναι ένας κρατικός λειτουργός, ένας φορέας που είναι εκεί, τον πληρώνει η πολιτεία και απευθύνονται σε αυτόν τα ζευγάρια για να βοηθηθούν και να λύσουν τις διαφορές. Είναι ένα πρόσωπο που πληρώνουν οι διάδικοι, γεγονός που αποτελεί αρνητικό στοιχείο και το οποίο δεν ξέρω κατά πόσο έχει τη δυνατότητα να μεταβάλει την άποψη των ενδιαφερομένων πλευρών. Άλλωστε μέχρι στιγμής, όλοι οι συνάδελφοι κάνουμε αυτόν τον ρόλο της διαμεσολάβησης πριν προχωρήσουμε σε μια αντιδικία, σε μια οικογενειακής φύσεως διαφορά. Το επιχείρημα της πλευράς των πατεράδων λέει πως όταν είναι αντιμέτωπη με την απειλή της αναγκαστικής συνεπιμέλειας, υπό τον φόβο αυτό του 50-50, η μητέρα θα συμφωνήσει ευκολότερα. Αυτό είναι ένα επιχείρημα.
 

«Χρειάζονται δομές υποστήριξης του περιβάλλοντος και βοήθειας στον δικαστή που θα αναλάβει μία τέτοια υπόθεση ώστε να καταλήξει σε ένα σωστό αποτέλεσμα και αυτό θα έπρεπε να είναι αντικείμενο των ρυθμίσεων»

 
Δεν είναι όμως ο διαμεσολαβητής, η αναγκαστική συνεπιμέλεια ή οτιδήποτε άλλο που θα λύσει το ζήτημα. Αυτό που κατά την άποψή μου θα έπρεπε να είναι και αντικείμενο των ρυθμίσεων, είναι ότι χρειάζονται δομές υποστήριξης του περιβάλλοντος και βοήθεια στον δικαστή στον οποίο θα έρθει μια τέτοια υπόθεση, ώστε να μπορέσει να αντιληφθεί κάθε φορά τι είναι καλό για το συγκεκριμένο παιδί. Αναφέρομαι σε κοινωνικές υπηρεσίες, κοινωνικούς λειτουργούς, ψυχολόγους, οι οποίοι θα πρέπει πρώτα να κάνουν μια έρευνα ως προς το περιβάλλον του ενός και του άλλου γονιού, σε σχέση πάντα με το συγκεκριμένο αντικείμενο της δίκης, για να μπορούν να τα μεταφέρουν με μια έκθεσή τους σωστά το περιβάλλον στο οποίο εξελίσσεται αυτή η υπόθεση. Για να καταλήξει εν τέλει με γνώση και στοιχεία σωστά η εκτίμηση στο δικαστήριο για το τι είναι καλύτερα για το παιδί. Επίσης θα πρέπει να υπάρξουν και τα λεγόμενα ειδικά τμήματα των οικογενειακών δικαστηρίων, που είχαν αρχικά ρυθμιστεί, από το ’96 με τον νόμο για το δίκαιο της υιοθεσίας, και το οποίο ουδέποτε λειτούργησε στην πράξη. Ο λεγόμενος «οικογενειακός δικαστής» είναι μια ειδική κατηγορία δικαστών οι οποίοι έχουν την πείρα, την γνώση και θα πρέπει να στελεχώνονται από τους σωστούς ανθρώπους που θα τους βοηθούν στο έργο τους, ώστε να καταλήγουν σε ένα σωστό αποτέλεσμα. Σήμερα ο ίδιος δικαστής ο οποίος δικάζει την προηγούμενη στιγμή ένα τροχαίο ή μια αποζημίωση, έρχεται και δικάζει την επιμέλεια ενός παιδιού. Δεν είναι σωστό.
 
ΠτΘ: Υπάρχει πρόβλεψη από πλευράς του νόμου για εκείνες τις περιπτώσεις που είτε ο ένας γονέας είτε αμφότεροι συνεχίζουν να αποκλείουν την επικοινωνία με το παιδί, παραβιάζοντας τα όσα αναμένεται να τεθούν σε ισχύ με το νέο νομοσχέδιο;
Ι.Σ.
: Υπάρχει πιο μεγάλη πλέον αναφορά στη γονική αποξένωση, που δημιουργεί συνέπειες ως προς το ίδιο το δικαίωμα της επιμέλειας και το οποίο μπορεί έως και να αφαιρεθεί. Είναι πιο συγκεκριμένη πλέον η αναφορά στη συμπεριφορά απ’ ό,τι στο παρελθόν, κι αυτό είναι θετικό. Γίνεται αναφορά στον νομοσχέδιο, και σωστά, ότι δεν μπορεί να ισχύει περίπτωση συνεπιμέλειας εκεί όπου υπάρχει ενδοοικογενειακή βία, ή υπάρχει συμπεριφορά τέτοια που δεν επιτρέπει αυτή την άσκηση δικαιωμάτων πάνω στο παιδί από κάποιον που εκδηλώνει μια τέτοια συμπεριφορά, είτε προς το παιδί είτε προς τη μητέρα.
 

«Η πολιτεία, αντί να ρυθμίζει τα πράγματα με έναν τρόπο απόλυτο και καταλυτικό, θα πρέπει να φροντίζει ώστε οι καταστάσεις αυτές να ρυθμίζονται σωστά και μετά τη δίκη»

 
ΠτΘ: Άρα κ. Στεργιαννίδου μιλάμε για ένα νομοσχέδιο το οποίο διαθέτει θετικές και αρνητικές ρυθμίσεις, αλλά κυρίως δεν καλύπτει την αναγκαιότητα εκείνη κοινωνικών δομών που θα μπορούσαν να λειτουργήσουν υποβοηθητικά στο έργο του δικαστηρίου για την εξαγωγή του καλύτερου δυνατού για τα παιδιά αποτέλεσμα…
Ι.Σ.:
Μια οριζόντια ρύθμιση, με μια αναγκαστική συνεπιμέλεια δεν βοηθάει ποτέ. Κάθε περίπτωση είναι ξεχωριστή και οφείλουμε να δημιουργήσουμε τέτοιες δομές και συνθήκες που να διασφαλίζουν το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα. Δεν ξέρω κατά πόσο αυτό είναι εφικτό, αλλά θα έπρεπε η πολιτεία, αντί να ρυθμίζει τα πράγματα με έναν τρόπο απόλυτο και καταλυτικό, τραβώντας μια γραμμή, να φροντίζει να υπάρχει δυνατότητα οι καταστάσεις αυτές να ρυθμίζονται σωστά και μετά τη δίκη. Κι αυτό γιατί πολλές φορές οι δικηγόροι ερχόμαστε αντιμέτωποι με τα προβλήματα στην πράξη, αφού έχει προχωρήσει μια ρύθμιση. Ακόμη και στην περίπτωση των συναινετικών διαζυγίων, στην πορεία φαίνονται πάρα πολλά ζητήματα. Είτε γιατί δεν υπακούουν οι γονείς σε αυτά που έχουν ρυθμιστεί, είτε γιατί στην πράξη φαίνονται ότι αυτά δεν λειτουργούν. Θα πρέπει να υπάρχει λοιπόν μια στενή παρακολούθηση της κατάστασης ενός παιδιού που βρίσκεται σε ένα περιβάλλον χωρισμένης οικογένειας, ως προς το πόσο καλά λειτουργούν τα συμφωνηθέντα. Κι αυτό είναι κάτι που επίσης θα πρέπει να δει η πολιτεία, αντί να ρυθμίζει οριζόντια κάποια μέτρα.
 
 

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.