Εμφυλη βια, γυναικοκτονιες και η αναγκη υιοθετησης μιας θυματοκεντρικης πολιτικης

Βασιλική Αρτινοπούλου, Καθηγήτρια Εγκληματολογίας του Τμήματος Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου

«Αυτό που έχει αλλάξει σήμερα ως προς την ενδοοικογενειακή βία είναι η κοινωνική αναγνώριση του φαινομένου»

«Το κέντρο βάρους θα πρέπει να πέσει στην προστασία του θύματος»

Την ανάγκη μετατόπισης του κέντρου βάρους στην προστασία του θύματος και την μη επανάληψη θυματοποίησής του για πολλοστή φορά, μετέφερε μιλώντας στο «Ράδιο Παρατηρητής 94fm» η καθηγήτρια εγκληματολογίας του Τμήματος Κοινωνικής Πολιτικής του Παντείου Πανεπιστημίου κ Βασιλική Αρτινοπούλου.

Φιλοξενούμενη στην εκπομπή «Με το Ν και με το Β» με στόχο μια πιο κοινωνιολογική προσέγγιση των ολοένα και αυξανόμενων περιστατικών έμφυλης βίας και δη των γυναικοκτονιών, την 11η εκ των οποίων μετράμε στην Ελλάδα μόλις για το 2021, η κ.  Αρτινοπούλου μίλησε για τις αλλαγές που έχουν συντελεστεί στην ελληνική κοινωνία, απέναντι στην αντιμετώπιση τέτοιων φαινομένων, την «ευθύνη» της ίδιας κοινωνίας στην προσπάθεια εξάλειψής τους, αλλά και την ανάγκη σύστασης θυματοκεντρικών πολιτικών από πλευράς τόσο της πολιτείας όσο και από πλευράς των πολιτών.

Ο λόγος στην ίδια…

«Σήμερα έχει αλλάξει η οπτική, η προσέγγιση και η θεσμική αναγνώριση του φαινομένου της ενδοοικογενειακής βίας»

ΠτΘ: κ. Αρτινοπούλου, εντός του 2021, μόλις σε 9 μήνες στη χώρα μας έχουν λάβει χώρα 11 γυναικοκτονίες, που αποδεικνύουν την θλιβερή έξαρση του φαινομένου. Τι έχει αλλάξει εν έτη 2021 και έχουμε ως αποτέλεσμα αυτή την αύξηση των φαινομένων βίας, πολλά εκ των οποίων καταλήγουν και σε φόνο;

Β.Α.: Από ερευνητικής απόψεως δεν μπορούμε να στοιχειοθετήσουμε οποιαδήποτε ερμηνεία της στατιστικής, αν πρόκειται πράγματι για έξαρση, στασιμότητα ή αν πρόκειται για μείωση, συγκριτικά με τον χρόνο. Παλαιότερα, κατά τη γνώμη μου, το φαινόμενο της ενδοοικογενειακής βίας ήταν πολύ πιο εκτεταμένο, αλλά ακόμα πιο κρυφό, γιατί σπανίως τα  θύματα  κατήγγειλαν αυτές τις συμπεριφορές, επομένως δεν γνωρίζουμε ακριβώς τον αριθμό των ανθρωποκτονιών με γυναίκες-θύματα και κυρίως με υπόβαθρο ενδοοικογενειακής βίας, προκειμένου να κάνουμε οποιαδήποτε σύγκριση. Αυτό που είναι βέβαιο είναι ότι σήμερα έχει αλλάξει η οπτική, η προσέγγιση και η θεσμική αναγνώριση του φαινομένου της ενδοοικογενειακής βίας. Σήμερα μιλάμε για ενδοοικογενειακή βία, ενθαρρύνουμε τα θύματα να καταγγέλλουν αυτές τις συμπεριφορές. Όταν όμως υπάρχει μακρόχρονη ενδοοικογενειακή βία, όταν υπάρχουν συμπεριφορές επικίνδυνες και δεν καταγράφονται πουθενά, εννοώ σε προηγούμενες καταγγελίες, τότε φτάνουμε δυστυχώς στην ανθρωποκτονία που την ονομάζουμε για κοινωνιολογικούς όρους γυναικοκτονία. Αυτό που έχει αλλάξει δεν είναι τόσο το φαινόμενο ως προς τα ποιοτικά διαχρονικά χαρακτηριστικά του, όσο η κοινωνική αναγνώριση του φαινομένου. Είμαστε πιο ευαισθητοποιημένοι ως κοινωνία, και γι’ αυτό το συζητάμε τώρα. Δεν θα μπω στην ερώτηση αν έχουμε καθυστερήσει, γιατί το συζητάμε τώρα, κλπ, αλλά αυτό που είναι βέβαιο είναι ότι πλέον υπάρχει ευαισθητοποίηση, υπάρχουν νέοι όροι. Ακόμα και ο όρος γυναικοκτονία σηματοδοτεί μια κοινωνική ευαισθητοποίηση για το ζήτημα της έμφυλης βίας, που συνήθως υπάρχει πριν από την αφαίρεση της ανθρώπινης ζωής. Επομένως, εμείς έχουμε αλλάξει, όπως και η οπτική μας απέναντι στο φαινόμενο. Το φαινόμενο δυστυχώς παραμένει διαχρονικά το ίδιο, και ίσως σε παλαιότερους χρόνους ήταν ακόμα πιο έντονο.

«Η κοινωνική ευαισθητοποίηση απέναντι στην έμφυλη βία προϋπόθεση για το χτίσιμο των πολιτικών πρόληψής του»

ΠτΘ: Θεωρείτε ότι αυτή η δημοσιοποίηση, η ευαισθητοποίηση από πλευράς κοινωνίας είναι ένα βασικό βήμα προς την εξάλειψη ή τη μείωση του φαινομένου; Μπορεί η κοινωνία να βοηθήσει σε αυτή την κατεύθυνση, δεδομένου ότι εκκινά από την έμφυλη βία η οποία είναι «προϊόν» της ίδιας της κοινωνίας, νοοτροπιών που ίσχυαν και δυστυχώς ακόμα ισχύουν;

Β.Α.: Αναντίρρητα. Ουδεμία επιφύλαξη έχω στο ότι η κοινωνική ευαισθητοποίηση και η θεσμική αναγνώριση του φαινομένου, αποτελούν μια προϋπόθεση για να χτίσουμε πάνω στις πολιτικές πρόληψης του φαινομένου. Οι πολιτικές πρόληψης είναι σε διάφορα επίπεδα, πρωτογενές, δευτερογενές, τριτογενές, αλλά οπωσδήποτε η κοινωνική ευαισθητοποίηση και η κοινωνική αναγνώριση του φαινομένου βοηθούν πάρα πολύ ως εναρκτήριο βήμα.

Η προστασία του θύματος αφορά όχι μόνο στην ύπαρξη αποτελεσματικών μηχανισμών, αλλά και στην ανάγκη οι επαγγελματίες, οι ειδικοί, οι δημόσιοι λειτουργοί, όλοι, να υιοθετήσουν αυτή την θυματοκεντρική προσέγγιση. Και πράγματι θα πρέπει να αποφευχθεί αυτό που ονομάζουμε δευτερογενής θυματοποίηση. Αυτό σημαίνει ότι έχουμε θύμα πρώτη φορά από το ίδιο το έγκλημα, τη λεγόμενη πρωτογενή θυματοποίηση, και όταν καταγγέλλει το έγκλημα και μετά, είτε με το σύστημα απονομής δικαιοσύνης, είτε με άλλα συστήματα, τελικά καταλαβαίνουμε ότι υπάρχουν διαδικασίες που το θύμα θυματοποιείται για δεύτερη, τρίτη και για πολλοστή φορά

Δυστυχώς μετράμε 11 θύματα γυναικοκτονιών στη χώρα. Εάν οι γυναίκες αυτές είχαν ευαισθητοποιηθεί – βεβαίως δεν είναι μόνο η ευαισθητοποίηση, αλλά και οι πολιτικές προστασίας των θυμάτων- και είχαν εγκαίρως καταγγείλει το έγκλημα της ενδοοικογενειακής βίας, και αν είχαν προστατευτεί αποτελεσματικά, τότε θα μπορούσαμε να μιλάμε για πρόληψη της γυναικοκτονίας. Ακόμα και η δευτερογενής πρόληψη θα μπορούσε να είναι αποτρεπτική της γυναικτονίας, όταν όλες οι γυναίκες- θύματα είχαν  ενθαρρυνθεί να καταγγείλλουν, αλλά και όταν η πολιτεία από την πλευρά της είχε όλους αυτούς τους ικανούς και αποτελεσματικούς μηχανισμούς για την προστασία του θύματος. Δεν αρκεί μόνο η καταγγελία, θα πρέπει να υπάρχουν και οι αποτελεσματικοί μηχανισμοί για την προστασία του θύματος, για να νοιώθει πραγματικά προστατευμένο.

ΠτΘ: Επισημαίνετε την ανάγκη για τη θέσπιση μιας θυματοκεντρικής αντεγκληματικής πολιτικής. Ούτως ώστε να είμαστε σύμφωνοι με την ευρωπαϊκή νομοθεσία  αλλά πρωτίστως ως μέτρο στήριξης του θύματος από πλευράς και της κοινωνίας. Σε τι ακριβώς αφορά αυτή σας η πρόταση;

Β.Α.: Θεωρώ εξαιρετικά σημαντική την προσέγγιση, την προοπτική με βάση την οποία βλέπουμε τα πράγματα. Όταν συζητούμε για εγκλήματα έμφυλης βίας, ενδοοικογενειακής βίας, και γενικότερα για τα σεξουαλικά  εγκλήματα, θα έλεγα ότι το κέντρο βάρους θα πρέπει να πέσει στην προστασία του θύματος. Η προστασία του θύματος αφορά όχι μόνο στην ύπαρξη αποτελεσματικών μηχανισμών, αλλά και στην ανάγκη οι επαγγελματίες, οι ειδικοί, οι δημόσιοι λειτουργοί, όλοι, να υιοθετήσουν αυτή την θυματοκεντρική προσέγγιση. Και πράγματι θα πρέπει να αποφευχθεί αυτό που ονομάζουμε δευτερογενής θυματοποίηση. Αυτό σημαίνει ότι έχουμε θύμα πρώτη φορά από το ίδιο το έγκλημα, τη λεγόμενη πρωτογενή θυματοποίηση, και όταν καταγγέλλει το έγκλημα και μετά, είτε με το σύστημα απονομής δικαιοσύνης, είτε με άλλα συστήματα, τελικά καταλαβαίνουμε ότι υπάρχουν διαδικασίες που το θύμα θυματοποιείται για δεύτερη, τρίτη και για πολλοστή φορά. Αντιμετωπίζουμε συχνά το θύμα σαν να είναι ο ένοχος της πράξης και αυτό το βλέπουμε και σε σεξουαλικά εγκλήματα, όπως τον βιασμό, όπου υπάρχει μια τάση ενοχοποίησης, ότι «τα ήθελε και τα έπαθε το θύμα». Η θυματοκεντρική προοπτική και προσέγγιση δείχνει και ουσιαστικά εστιάζει, στο ότι το θύμα έχει υποστεί το τραύμα της θυματοποίησης πρωτογενώς από το ίδιο το έγκλημα. Είναι θύμα. Από κει και πέρα θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με σεβασμό και με ευαισθησία από όλους τους επαγγελματίες σε όλα τα πεδία για να αποφευχθεί η λεγόμενη δευτερογενή θυματοποίηση. Η θυματοκεντρική προσέγγιση περιλαμβάνει ακριβώς αυτή την αντιμετώπιση του θύματος από τους υπεύθυνους, τους φορείς, τα όργανα τους επαγγελματίες, με ευαισθησία και με σεβασμό.

ΠτΘ: Αυτό αφορά και το ευρύ κοινό που παρακολουθεί ως θεατής;

Β.Α.: Ακριβώς και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, γιατί ο ρόλος τους, είναι πάρα πολύ σημαντικός. Έτσι η θυματοκεντρική προσέγγιση είναι μια άλλη λογική. Στρέφουμε το βλέμμα μας, στρέφουμε την προσοχή μας και σεβόμαστε το θύμα. Είδαμε πολύ έντονα την αλλαγή προοπτικής, και είναι πολύ θετικό, στην περίπτωση του θύματος της Καρολάιν. Είδαμε ότι υπήρξε μια άλλη οπτική, πιο θυματοκεντρική.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.