Απεργια εκπαιδευτικων εναντια στην ατομικη αξιολογηση

Για αντιγραφή «Θατσερικών» νόμων του ’85 που απέτυχαν πλήρως κάνει λόγο ο γενικός γραμματέας της ΕΛΜΕ Ροδόπης Ευάγγελος Λίτσος

«Το Υπουργείο Παιδείας βρήκε έναν αποδιοπομπαίο τράγο, τους εκπαιδευτικούς που φταίνε για όλες τις κακοδαιμονίες της εκπαίδευσης»

Tο αποκορύφωμα μιας σειράς κινητοποιήσεων που λαμβάνουν χώρα το τελευταίο διάστημα αποτέλεσε η 24ωρη Πανεκπαιδευτική απεργία της Τετάρτης 15 Φεβρουαρίου, που αποφασίστηκε μετά από τις Γενικές Συνελεύσεις των ΟΛΜΕ και ΔΟΕ, απέναντι στην αξιολόγηση των εκπαιδευτικών που όπως υπογραμμίζουν αποτελεί μία προσπάθεια επιβολής νέου επιθεωρητισμού στα σχολεία από πλευράς του Υπουργείου Παιδείας.

Η ΕΛΜΕ Ροδόπης και ο Σύλλογος Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Ροδόπης συμμετείχαν στην απεργία διοργανώνοντας απεργιακή συγκέντρωση έξω από τη Διεύθυνση Εκπαίδευσης Ροδόπης της οποίας ακολούθησε πορεία διαμαρτυρίας σε κεντρικούς δρόμους της πόλης, με κατάληξη την κεντρική πλατεία της Κομοτηνής όπου «συναντήθηκαν» με τους διαμαρτυρόμενους για το Προεδρικό Διάταγμα καλλιτέχνες.

Τους λόγους της απεργίας αλλά και τα αιτήματα της εκπαιδευτικής κοινότητας εξήγησε λίγο νωρίτερα, μιλώντας στο «Ράδιο Παρατηρητής 94fm» ο γενικός γραμματέας της ΕΛΜΕ Ροδόπης κ.Ευάγγελος Λίτσος εκκινώντας από το 2010 ημερομηνία σταθμό για το «πισωγύρισμα» που όπως τόνισε έχει συντελεστεί στην εκπαιδευτική πραγματικότητα της χώρας. Τόσο η οικονομική όσο και η υγειονομική κρίση που ακολούθησε οδήγησαν το Υπουργείο Παιδείας, ανεξαρτήτως κυβερνήσεως, σε μια σειρά νόμων που όπως τόνισε «σφίγγουν το δημόσιο σχολείο και οδηγούν ουσιαστικά στην απαξίωσή του». Νόμοι «ντυμένοι» με πολύ ωραίες λέξεις αποδεικνύουν, όπως εξήγησε ο ίδιος, πως «η ελληνική γλώσσα μπορεί να ντύσει και το πιο άσχημο αντικείμενο με πολύ ωραίο περιτύλιγμα, όπως  για παράδειγμα ο νόμος για την ανάπτυξη – αναβάθμιση της παιδείας».

Μειωμένες αποδοχές, ελλιπείς και ακατάλληλες υποδομές και ξεπερασμένα εγχειρίδια

Σε αντίθεση με τα ωραία λόγια ο κ.Λίτσος περιέγραψε μια εντελώς διαφορετική πραγματικότητα για την εκπαιδευτική κοινότητα εκκινώντας από τη μείωση κατά 45% στις πραγματικές απολαβές των εκπαιδευτικών από το 2010 έως και σήμερα, συνεχίζοντας με την εκρηκτική αύξηση των αναπληρωτών που συνεπάγεται και σε μη κάλυψη των οργανικών κενών – με ό,τι αυτό συνεπάγεται και για το εκπαιδευτικό έργο και τις καθυστερήσεις εντός των τάξεων αλλά και για την προσωπική ζωή των εκπαιδευτικών  που αδυνατούν να προγραμματίσουν ο,τιδήποτε λόγω άγνοιας του πού θα βρίσκονται το επόμενο έτος –  με τις σχολικές υποδομές η συντήρηση των οποίων έχει αφεθεί στους ολοένα και υποχρηματοδοτούμενους δήμους, ενώ η ανέγερση νέων σχολικών μονάδων είναι ανύπαρκτη, με τον εξοπλισμό των σχολικών μονάδων που ανήκει στην προηγούμενη εικοσαετία και τέλος σε σχολικά εγχειρίδια το πιο σύγχρονο εκ των οποίων είναι του 2006.

«Υπάρχουν μια σειρά από λόγους οι οποίοι υποβαθμίζουν την παιδεία» υπογράμμισε ο ίδιος, τονίζοντας πως την ίδια ώρα το υπουργείο έρχεται και ρίχνει την ευθύνη της υποβάθμισης αυτής στην μη αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, παρουσιάζοντάς την ως «πανάκια» σε όλα τα προβλήματα της εκπαίδευσης.

 «Δεν παίζει ρόλο το οικονομικοκοινωνικό περιβάλλον μέσα στο οποίο ζουν οι μαθητές, δεν παίζει ρόλο το οικονομικοκοινωνικό περιβάλλον των εκπαιδευτικών, δεν παίζει ρόλο το οικονομικοκοινωνικό περιβάλλον των σχολικών υποδομών, αλλά φταίνε οι εκπαιδευτικοί» ανέφερε χαρακτηριστικά, τονίζοντας πως το υπουργείο «βρήκε έναν αποδιοπομπαίο τράγο, τους εκπαιδευτικούς που φταίνε για όλες τις κακοδαιμονίες της εκπαίδευσης», συστήνοντας μάλιστα ένα σύστημα που κρίνει ως καινούργιο, καινοτόμο και πρωτοποριακό την ώρα που όπως εξήγησε αποτελεί αντιγραφή των «Θατσερικών» νόμων του 1985.

Πρόκειται όπως εξήγησε για μια σειρά νόμων που εφαρμόστηκαν στις αγγλοσαξονικές χώρες και αφορούν σε μια παρωχημένη αξιολόγηση που και οι ίδιοι οι αγγλοσάξονες έχουν εμπλουτίσει μια τεράστια βιβλιογραφία με  κριτική απέναντι της,  γιατί δεν λειτούργησε και γιατί από τότε που εφαρμόστηκε τα αγγλοσαξονικά σχολεία πέφτουν διαρκώς στις αξιολογήσεις της εκπαίδευσης, για να καταστήσει σαφές πως «κανένας εκπαιδευτικός που είναι στην τάξη και δίνει καθημερινά τον αγώνα του δεν φοβάται την αξιολόγηση, η οποία δεν θα οδηγήσει σε κανένα όφελος προς τους μαθητές, απλά θα προσπαθήσει να φορτώσει ευθύνες και να στρέψει τα μάτια της κοινωνίας, με ένα είδος κοινωνικού αυτοματισμού στο να τι φταίει, αλλά να κρύψει κάτω από το χαλί τις πραγματικές ευθύνες αυτών που διαχειρίζονται για πάρα πολλές δεκαετίες την εκπαιδευτική πολιτική στη χώρα μας».

Κινητοποιήσεις με στόχο την ενημέρωση της κοινωνίας

Ερωτηθείς σχετικά με το επιδιωκόμενο των κινητοποιήσεων αποτέλεσμα ο γενικός γραμματέας της ΕΛΜΕ Ροδόπης εξήγησε πως «δεν περιμένουμε θαύματα» ωστόσο αποτελεί μια προσπάθεια κινητοποίησης της κοινωνίας, και κυρίως της εκπαιδευτικής κοινότητας, ώστε να κατανοήσουν ότι τα μέτρα που λαμβάνονται «θα έχουν τεράστιο αρνητικό αντίκτυπο στην εκπαίδευση της νεολαίας μας και απώτερα στο μέλλον της χώρας μας». 

«Αυτό που προσπαθούμε να εξηγήσουμε με τις κινητοποιήσεις μας  είναι ότι η αξιολόγηση αυτή δεν είναι προς μια κατεύθυνση βελτίωσης των πραγμάτων»  τόνισε για να επαναλάβει πως η διεθνής βιβλιογραφία βρίθει από τα αποτελέσματα που είχαν οι κοινωνίες όπου εφαρμόστηκαν παρόμοια συστήματα αξιολόγησης.

«Το εκπαιδευτικό έργο είναι ένα έργο που κατ’  εξοχήν στηρίζεται πάνω στη δημιουργικότητα και τα κίνητρα της δημιουργικότητας μπορεί να είναι μόνο εσωτερικά» ανέφερε και συνέχισε εξηγώντας πως «η δημιουργικότητα αναπτύσσεται όταν δίνεις εσωτερικά κίνητρα σε αυτόν που καλείται να την υπηρετήσει. Άρα όσο μεγαλύτερη πίεση ασκείς στους εκπαιδευτικούς, τόσο θα υποβαθμίζεται η ποιότητα τη διδασκαλίας».

Εκτός τάξης οι «εξαιρετικοί»

Ο ίδιος στάθηκε και σε ένα συγκεκριμένο σημείο του νόμου σύμφωνα με το οποίο όσοι εκπαιδευτικοί κριθούν ως «εξαιρετικοί» στη διδασκαλία μέσα στην τάξη, λαμβάνουν μόρια ώστε να αναλάβουν διοικητικές θέσεις. Υπογραμμίζοντας την αντίθεση των όσων προβλέπονται εξήγησε πως «ουσιαστικά “επιβραβεύεις” όσους κριθούν εξαιρετικοί με την απομάκρυνσή τους από την τάξη, την ώρα που για όσους κριθούν ανεπαρκείς προβλέπονται σεμινάρια βελτίωσης, δίχως να προσδιορίζεται επίσης σαφώς το τι θα γίνει αν και πάλι κριθούν ανεπαρκείς».

Στην περίπτωση που η κ. Κεραμέως επιθυμούσε να δει πιο επιτυχημένα των αγγλοσαξονικών μοντέλα εκπαίδευσης, ο ίδιος πρότεινε να στραφεί σε αυτά των σκανδιναβικών χωρών, όπου όπως έκανε γνωστό «ο κάθε μαθητής από την ώρα που θα εμφανιστεί μέσα στο σχολείο το πρώτο πράγμα που θα κάνει ο δάσκαλος είναι να δει το οικονομικοκοινωνικό του προφίλ, το δικό του και της οικογένειάς του, που είναι το πιο βασικό για να ξεκινήσει να χτίζει πάνω στην προσωπικότητα αυτού του μαθητή και ακολούθως φυσικά του παρέχονται και μια σειρά από εργαλεία, όπως είναι οι κτιριακές υποδομές, ο εξοπλισμός αλλά και επιμορφώσεις οι οποίες γίνονται σε ένα επίπεδο υποχρεωτικών μεταπτυχιακών, που πληρώνονται από το κράτος και όχι από την τσέπη των εκπαιδευτικών».

«Υπάρχουν μοντέλα που μπορούν φυσικά να προσαρμοστούν στη δική μας πραγματικότητα και να έχουν πολύ καλά αποτελέσματα» πρόσθεσε για να τονίσει ωστόσο πως η βασική διαφορά είναι πως «εκεί όμως οι εκπαιδευτικοί δεν αντιμετωπίζονται ως οι εχθροί του συστήματος, αλλά ως σύμμαχοι σε μια κοινή προσπάθεια την ώρα που εδώ το υπουργείο μας εμάς μας αντιμετωπίζει ως τους αποδιοπομπαίους τράγους και προσπαθεί να φορτώσει τις κακοδαιμονίες του εκπαιδευτικού συστήματος και να τις προσωποποιήσει πάνω στους εκπαιδευτικούς».

Εθνική υπόθεση το μέλλον της παιδείας

Ερωτηθείς για την συνέχεια των αντιδράσεων ο ίδιος υπογράμμισε την ανάγκη μιας σοβαρής, συλλογικής προσπάθειας δια μέσου της οποίας «να καταλήξουμε επιτέλους πώς θέλουμε να είναι τα ελληνόπουλα μετά από είκοσι χρόνια». «Αυτό επιδιώκουμε εμείς και έχουμε συγκεκριμένες προτάσεις, και αυτό θα επιδιώξουμε» ανέφερε εξηγώντας ωστόσο πως «εάν συνεχιστεί αυτή η πολιτική, υπάρχουν εργαλεία που κι εμείς θα χρησιμοποιήσουμε, όπως είναι οι κυλιόμενες στάσεις εργασίας και η απεργία-αποχή από την αξιολόγηση έτσι όπως αυτή ήρθε». «Εάν κάποιος αντιμετωπίζει μια κλειστή πόρτα τότε υποχρεωτικά πρέπει να την χτυπήσει δυνατά για να καταλάβουν ότι πρέπει να ανοίξει αυτή τη πόρτα. Είναι εθνική υπόθεση. Δεν είναι ιδεολογική, κομματική γραμμή η παιδεία στη χώρα μας. Και πρέπει να έχει όπως όλες οι εθνικές υποθέσεις τη μέγιστη συναίνεση, για να προχωρήσει μια μεταρρύθμιση τέτοιου είδους» κατέληξε.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.