Αδυνατη η αποβολη απο τη Σενγκεν, αλλα…
Στην κατηγορηματική διαπίστωση ότι το υπάρχον πλαίσιο της Συνθήκης του Σένγκεν δεν επιτρέπει την αποβολή τη χώρα μας από αυτήν, παρά μόνο τη δυνατότητα επαναφοράς των εσωτερικών ελέγχων για περιορισμένο χρονικό διάστημα, προέβησαν οι αναπληρωτές καθηγητές Διεθνούς Δικαίου της Νομικής Κομοτηνής, κ. Μιχάλης Χρυσομάλλης και Κωνσταντίνος Αντωνόπουλος, οι οποίοι μίλησαν για το θέμα ενώπιον ενός πολυπληθούς ακροατηρίου, αποτελούμενου κυρίως από φοιτητές της σχολής, στην εκδήλωση που διοργάνωσε η φοιτητική παράταξη ΔΑΠ-ΝΔΦΚ το απόγευμα της Τετάρτης. Ομιλητής στην ίδια εκδήλωση ήταν ο Επίκουρος Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής, κ. Σωτήρης Σέρμπος, ο οποίος ανέλυσε τις γεωπολιτικές ισορροπίες που διαμορφώνονται στον ευρωπαϊκό και στον ευρύτερο χώρο της Μέσης Ανατολής, εστιάζοντας στον αντίκτυπο του προσφυγικού και του μεταναστευτικού ζητήματος.
Μιχάλης Χρυσομάλλης
«Δεν τίθεται θέμα εξόδου από τη Σένγκεν, μόνο επαναφορά εσωτερικών ελέγχων για περιορισμένο χρονικό διάστημα»
Ο πρώτος ομιλητής, ο κ. Χρυσομάλλης, ξεκαθάρισε στην έναρξη της ομιλίας του ότι δεν τίθεται ζήτημα εξόδου της Ελλάδας από τη Σένγκεν, μην αποκλείοντας όμως την προσωρινή άρση της ελεύθερης διέλευσης από τα εσωτερικά σύνορα της περιοχής Σένγκεν για όσους προέρχονται από την Ελλάδα. «Ο αρχικός κανονισμός προέβλεπε απλώς ότι σε εξαιρετικές περιπτώσεις μπορούν να επανέλθουν οι εσωτερικοί έλεγχοι», εξήγησε, «ενώ κατόπιν το σύστημα βελτιώθηκε, ήρθε ένας κανονισμός ο οποίος προβλέπει αξιολόγηση των κρατών σε τακτά χρονικά διαστήματα. Είναι η σύσταση που πήραμε από το Συμβούλιο. Και αυτός ο κανονισμός συνδέθηκε με τη δυνατότητα που δίνεται σε κράτη-μέλη που έχουν εσωτερικά σύνορα, όπου δε γίνονται έλεγχοι, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, πατώντας στη σύσταση και στη μη συμμόρφωση του κράτους, να επαναφέρουν τους εσωτερικούς συνοριακούς ελέγχους. Αυτή είναι η ανώτατη κύρωση. Άρα λοιπόν αν μετά τον Μάιο η Ελλάδα δε συμμορφωθεί στη σύσταση, τότε η Επιτροπή της προτείνει συγκεκριμένα μέτρα και αν δε λάβει και τα συγκεκριμένα μέτρα, μπορούν τα κράτη- μέλη ή ορισμένα κράτη-μέλη να ζητήσουν να επαναφέρουν τους εσωτερικούς ελέγχους για περιορισμένο χρονικό διάστημα, το ανώτερο 6 μηνών».
«Η χώρα μας πήρε μια απόφαση για μια πολιτική ανοιχτών συνόρων, αλλά στην Ευρώπη η κεντρική πολιτική τάση είναι πολιτική της αποτροπής»
Ο κ. Χρυσομάλλης διέκρινε ότι τα ζητήματα, που έχουν ανακύψει γύρω από την εφαρμογή της Συνθήκης Σένγκεν, συνδέονται άμεσα με την προσφυγική κρίση και είναι απόρροια των μεγάλων μεταναστευτικών ροών, που δέχεται η Ευρώπη το τελευταίο διάστημα. «Η Ελλάδα δεν είχε τόσα χρόνια πρόβλημα με τη Σένγκεν», παρατήρησε, επισημαίνοντας ότι αυτό προέκυψε «γιατί υπάρχουν αυτές οι τεράστιες μεταναστευτικές ροές, και προσφύγων και πολύ περισσότερο παρανόμων μεταναστών, τις οποίες η Ελλάδα τις έστελνε όλες πάνω, χωρίς να ενεργεί ως χώρα Σένγκεν». «Κάποια στιγμή πάνω έκλεισαν», προσέθεσε χαρακτηριστικά, για να παραθέσει ορισμένα παραδείγματα χωρών, που επιβαρύνθηκαν υπέρμετρα από τις προσφυγικές ροές και να διακρίνει ότι σε αυτό συνέτεινε η πολιτική «ανοιχτών συνόρων» που υιοθέτησε η χώρα μας. «Η Σλοβενία είναι μία χώρα 2 εκατομμυρίων κατοίκων, δηλαδή ούτε το 1/5 της Ελλάδας», σημείωσε, « και αυτή τη στιγμή έχει 50.000 πρόσφυγες και μετανάστες». «Κι εμείς συζητάμε ότι τώρα που έκλεισαν τα σύνορα φτάνουμε στις 40.000», συμπλήρωσε με νόημα, επισημαίνοντας ότι και η Ουγγαρία είχε αύξηση των αιτήσεων ασύλου 1250% το 2015. «Η χώρα μας πήρε μια απόφαση για μια πολιτική ανοιχτών συνόρων», συνέχισε ο κ. Χρυσομάλλης, «κάτι που είναι ομολογημένο και δεδομένο. Ναι, αλλά στην Ευρώπη η κεντρική πολιτική τάση είναι πολιτική της αποτροπής. Που σημαίνει φράχτες, που σημαίνει hot spot, που σημαίνει ναυτικές επιχειρήσεις κ.ο.κ. Μονομερώς εμείς αποφασίσαμε να εφαρμόσουμε πολιτική ανοιχτών συνόρων».
«Ψηφίσαμε την εγκαθίδρυση μιας ναυτικής αποστολής στην κεντρική Μεσόγειο, η οποία έφερε όλες τις μεταναστευτικές ροές στο Αιγαίο»
Ο κ. Χρυσομάλλης εμφανίστηκε επίσης επικριτικός απέναντι και σε αποφάσεις της ελληνικής διπλωματίας, με αντικείμενο τη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών. «Υπάρχουν καταστάσεις για τις οποίες δεν ξέρει κανείς τι να πει, γιατί δεν γνωρίζει τι συνέβη στο επιτελείο όταν πήρε τις αντίστοιχες αποφάσεις», σημείωσε χαρακτηριστικά. «Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2014 η Ιταλία είχε το 75% των παράνομων μεταναστών, γύρω στις 120.000», επισήμανε, «και η Ελλάδα είχε το 25%, γύρω στις 50.000». «Τον Μάιο του 2015», συνέχισε, «αποφασίστηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση, στα πλαίσια της κοινής εξωτερικής πολιτικής- που είναι διακυβερνητικός μηχανισμός, όπου οι αποφάσεις λαμβάνονται με ομοφωνία και η κάθε χώρα έχει βέτο- να εφαρμοστεί μια ναυτική επιχείρηση στην κεντρική και δυτική Μεσόγειο, κυρίως για να σταματήσει τους παράνομους μετανάστες, που έρχονταν από τη Λιβύη. Αυτή η αποστολή είχε δύο φάσεις. Στην πρώτη φάση ήταν η επιτήρηση, αυτό που κάνει το ΝΑΤΟ τώρα εδώ, και σε δεύτερη φάση, με την κάλυψη και του ΟΗΕ, μπορούσε να μπαίνει και στα χωρικά ύδατα της Λιβύης και να καταστρέφει βάσεις παρανόμων διακινητών. Αποτέλεσμα αυτής της επιχείρησης είναι ότι στο πρώτο δίμηνο του 2016 σε εμάς μπήκαν 120.000 και εκεί μπήκαν 7.000. Δηλαδή, στην ουσία εμείς ψηφίσαμε την εγκαθίδρυση μιας ναυτικής αποστολής, στην οποία συμμετέχουμε, η οποία έφερε όλες τις μεταναστευτικές ροές στο Αιγαίο. Ζητήσαμε διασφαλίσεις; Πήραμε διασφαλίσεις; Δεν το ξέρω. Δηλαδή πέραν των υπολοίπων, που τα λένε οι πολιτικοί, εγώ διακρίνω μία απόφαση που πάρθηκε, η οποία είχε μοιραίες επιπτώσεις».
Κωνσταντίνος Αντωνόπουλος
«Τα περί αποβολής της Ελλάδας δεν έχουν κάποια βάση στα κείμενα της συμφωνίας Σένγκεν»
Από την πλευρά του ο κ. Κωνσταντίνος Αντωνόπουλος, συνηγόρησε καταρχήν στη διαπίστωση του συνάδελφού του ότι η συμφωνία Σένγκεν δεν προβλέπει διαδικασία αποβολής κάποια χώρας , παρατηρώντας ότι όλα αυτά τα οποία λέγονται για την πιθανή έξοδο της Ελλάδας δεν έχουν κάποια βάση πάνω στα σχετικά κείμενα. «Εκείνο που επιτρέπεται», υπογράμμισε, «είναι ότι κάθε μέλος της περιοχής Σένγκεν, όταν κρίνει ότι απειλείται η δημόσια τάξη και ασφάλεια εξαιτίας πλημμελούς διαχείρισης των εξωτερικών συνόρων, μπορεί να υιοθετεί ελέγχους στα δικά του σύνορα». «Από εκεί και πέρα όλα τα άλλα νομίζω ότι δεν έχουν κάποια βάση», προσέθεσε. Για να συμβεί η έξοδος της Ελλάδας από τη Σένγκεν, θα πρέπει κατά τον κ. Αντωνόπουλο είτε να αναθεωρηθεί η συμφωνία είτε να ληφθεί μια καθαρά πολιτική απόφαση, η οποία θα υιοθετηθεί σε θεσμικό επίπεδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Διευκρίνισε ωστόσο ότι το νομικό πλαίσιο, ως έχει αυτή τη στιγμή, δεν προβλέπει κάτι τέτοιο.
«Δυστυχώς πολλά ευρωπαϊκά κράτη θεωρούν ότι είναι ένα ζήτημα εισόδου αλλοδαπών, όχι προσφύγων»
Σε ερώτηση για το κατά πόσον η χώρα μας έχει κάνει λανθασμένες επιλογές, τέτοιες που να δικαιολογούν τη σκληρή στάση και τις απειλές για την έξοδό της από τη Σένγκεν, ο κ. Αντωνόπουλος εξήγησε ότι η αξιολόγηση αυτής της πτυχής εξαρτάται από το κατά πόσον τους ανθρώπους, που εισέρχονται στην Ευρώπη, τους αντιμετωπίζουμε καθαρά ως αλλοδαπούς ή ως πρόσφυγες. «Η ίδια η Συμφωνία Σένγκεν προβλέπει ότι υπόκειται στις υποχρεώσεις που έχουν τα δικά της κράτη-μέλη από τη Σύμβαση του 1951 για τους πρόσφυγες», υπογράμμισε. «Όλοι αυτοί οι οποίοι εισήλθαν στην Ελλάδα εξαιτίας του πολέμου στη Συρία», σχολίασε, «στη συντριπτική τους πλειοψηφία καταρχήν δικαιούνται να έχουν το καθεστώς του πρόσφυγα, βάσει της σύμβασης του 1951». Από εκεί και πέρα, όπως έσπευσε να επισημάνει, παίζει σημαντικό ρόλο το πώς το βλέπει κανείς και αν αντιμετωπίζει τις μεταναστευτικές ροές προς την Ευρώπη ως ζήτημα καθαρά εισόδου αλλοδαπών ή ως ζήτημα εισόδου προσφύγων. «Δυστυχώς βλέπουμε ότι πολλά ευρωπαϊκά κράτη θεωρούν ότι είναι ένα ζήτημα εισόδου αλλοδαπών», παρατήρησε, για να εκφράσει εδώ την προσωπική του διαφωνία με αυτήν την θέση και να διαπιστώσει ότι εν προκειμένω ανακύπτει ζήτημα εφαρμογής της Σύμβασης του 1951. «Σύμφωνα με αυτήν την Σύμβαση- και εδώ έτσι πρέπει να ερμηνεύεται και η συμφωνία του Σένγκεν», υπογράμμισε, «δεν πρέπει να τους απαγορεύεται η είσοδος υπό τέτοιες συνθήκες, δεν πρέπει να επαναπροωθούνται, αλλά έχουν το δικαίωμα να ζητήσουν άσυλο με βάση το καθεστώς πρόσφυγα στη χώρα που επιθυμούν. Εισήλθαν στη χώρα μας οι περισσότεροι, σχεδόν όλοι, εκφράζοντας την επιθυμία να μεταβούν σε μία χώρα της κεντρικής ή της ανατολικής Ευρώπης, όπου θα ζητούσαν άσυλο. Αυτό συνέβη στην περίπτωση της Γερμανίας. Η Γερμανία δέχτηκε εκατοντάδες χιλιάδες και άρχισε τη διαδικασία απονομής ασύλου. Για κάποιους που έκρινε ότι δεν δικαιούνταν, τους έστειλε πίσω στην Αυστρία από όπου εισήλθαν». «Αυτό είναι το πλαίσιο που πρέπει να έχουμε στο νου μας», σημείωσε κλείνοντας ο κ. Αντωνόπουλος, επαναλαμβάνοντας ότι «δεν είναι οποιοιδήποτε αλλοδαποί, που βρίσκονται στα σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και θέλουν να εισέλθουν».
Σωτήρης Σέρμπος
«Η προσφυγική κρίση και ο αυταρχισμός σε πολλά κράτη μέλη της Ε.Ε. εμβαθύνει ακόμα περισσότερο τα ρήγματα στην Ευρώπη»
Ο τρίτος ομιλητής, ο Επίκουρος Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής, κ. Σωτήρης Σέρμπος, διέκρινε αρχικά ότι τα «ρήγματα» μεταξύ των κρατών της Ευρώπης, που είχαν δημιουργηθεί ήδη από το 2010, με αφετηρία την κρίση χρέους στην Ευρωζώνη, άρχισαν πλέον να διαχέονται σε άλλους τομείς πολιτικής, με χαρακτηριστικότερο και επίκαιρο στο παρόν τον τομέα της διαχείρισης των μεταναστευτικών και των προσφυγικών ροών. Μάλιστα ο κ. Σέρμπος παρατήρησε ότι η προσφυγική κρίση εμβαθύνει ακόμα περισσότερο τα συγκεκριμένα ρήγματα, σε συνάρτηση, όπως διέκρινε, με έναν «οπισθοδρομικό, μέχρι και λαϊκιστικό αυταρχισμό, που παρατηρούμε σε πολλά από τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κάτι που σαφέστατα δε συνεισφέρει στη διαχείριση της κρίσης και στην επαρκή απάντηση στο πλαίσιο μιας πανευρωπαϊκής πολιτικής σε αυτά τα θέματα».
«Τόσο σε επίπεδο σχεδιασμού, όσο και διαχείρισης, έγιναν πολύ σοβαρά λάθη, αμέλειες και ανεπάρκειες, από την ελληνική κυβέρνηση»
Μπορεί η Ευρώπη να αποδεικνύεται κατώτερη των περιστάσεων και να αδυνατεί να απαντήσει ουσιαστικά στα προβλήματα, που ανακύπτουν γύρω από το μεταναστευτικό και το προσφυγικό, ωστόσο μερίδιο της ευθύνης για τις συνθήκες, που έχουν διαμορφωθεί σήμερα, σύμφωνα με τον Επίκουρο Καθηγητή Διεθνούς Πολιτικής, φέρει και η ελληνική κυβέρνηση, που την πολιτική που ακολούθησε στο συγκεκριμένο πεδίο από το 2015 κι έπειτα. «Τόσο σε επίπεδο σχεδιασμού, όσο και διαχείρισης, έγιναν πολύ σοβαρά λάθη, αμέλειες και ανεπάρκειες», παρατήρησε ο κ. Σέρμπος, πράγμα που επέτρεψε, κατά τον ίδιο, την ανάπτυξη μιας συζήτησης αναφορικά με την πιθανή έξοδο της χώρας μας από τη Σένγκεν. «Δε λέω ότι το πρόβλημα εξαντλούταν στην όποια επάρκεια είχε η ελληνική κυβέρνηση», διευκρίνισε, «αλλά σαφέστατα έπρεπε να μετρήσει πολύ καλύτερα τόσο τις δυναμικές που αναπτύσσονταν στο περιφερειακό επίπεδο της Μέσης Ανατολής και της Τουρκίας, αλλά κυρίως την ήδη διαμορφωμένη κατάσταση που είχαμε στην Ευρώπη». «Ως εκ τούτου θεωρώ ότι ως έναν βαθμό δεν οχυρωθήκαμε κατάλληλα και βρεθήκαμε απροετοίμαστοι», προσέθεσε, διακρίνοντας ότι η χώρα μας υστέρησε και σε μια σειρά από υποχρεώσεις της «όπως τα hot spots, που έπρεπε να είχαν δημιουργηθεί πολύ νωρίτερα, το θέμα της αξιόπιστης καταγραφής και δακτυλοσκόπησης των προσφύγων, τον πλήρη διαχωρισμό μεταξύ προσφύγων και παράτυπων μεταναστών κλπ».
«Δεν είναι λύση συνεχώς να πετάμε την μπάλα στην εξέδρα, για να αναλάβουν κάποιοι άλλοι τις ευθύνες τους»
Συμπερασματικά ο κ. Σέρμπος παρατήρησε ότι «δεν είναι λύση συνεχώς να πετάμε την μπάλα στην εξέδρα, για να αναλάβουν κάποιοι άλλοι τις ευθύνες τους», ενώ δεν έκρυψε και την ανησυχία του μήπως η όλη διαχείριση των θεμάτων, που αφορούν στο προσφυγικό και το μεταναστευτικό, συνδεθεί τελικά με άλλα εθνικά ζητήματα μείζονος σημασίας και με το πλέγμα των σχέσεών μας με την Τουρκία. «Και εκεί δε θεωρώ ότι είμαστε επαρκώς προετοιμασμένοι», σημείωσε, προσθέτοντας ότι ακόμα κι έτσι θα πρέπει στο εξής «με πραγματικό ρεαλισμό και με ψυχραιμία να αναγνώσουμε τη σημερινή πραγματικότητα και να δούμε πώς μπορούμε να την αντιμετωπίσουμε καλύτερα, με όλα τα εργαλεία πολιτικής που διαθέτουμε».
Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.