Συναξη, στο πανηγυρι της Μεσσουνης

Μια φωτογραφία, σπάνιο και μοναδικό κειμήλιο

Μια φωτογραφία, σπάνιο και μοναδικό κειμήλιο. Μάλλον είναι μεγάλη γιορτή.  

Ένα κλικ του φακού, πριν από εξήντα δυο χρόνια, αποθανάτισε μια όμορφη στιγμή της Μεσσούνης και σήμερα έχουμε μπροστά τόσα γνώριμα πρόσωπα.

Η μεγάλη σύναξη, το γιορτινό ντύσιμο, το τραπέζι με το ακορντεόν, δείχνουν γιορτή. Κατά πάσα πιθανότητα είναι Δευτέρα 2 Ιουνίου 1958 ή Δευτέρα 22 Ιουνίου 1959, του Αγίου Πνεύματος, στο πανηγύρι σ΄ Άντριάδας της Μεσσούνης.

Ιδιαίτερη εντύπωση προκαλεί η εμφάνιση των γυναικών.  Τα σκούρα ρούχα, τα μαύρα τσεμπέρια, οι παραδοσιακές τσούκνες των μεγάλων, αλλά και η αντίθεση, τα φωτεινά, μοντέρνα  ρούχα των νεότερων, το όμορφο χτένισμα, τα γυαλιά ηλίου, γενικά ο καλλωπισμός και η κομψότητα.

Διαπιστώνουμε ότι συνυπάρχουν ακόμη, στα σπίτια του χωριού, γυναίκες με την παραδοσιακή φορεσιά (τσούκνα) και με σύγχρονα μοντέρνα (ευρωπαϊκά) ρούχα.

Οι γυναίκες όμως, νέες και μεγάλες, μάλλον δεν απόκτησαν ακόμη το δικαίωμα να κάθονται, στα δημόσια γλέντια και στα καφενεία, με τους άνδρες.

Ανάμεσα στις γυναίκες διακρίνω την Τάνα (Σουλτάνα Γκουτσίδου), την Ελένη (Αλεξίδου), τη Γιαννούλα του Λεωνίδα (Ισπικούδη) και τη Στεργιανή τη Μάρκαινα (Παρασκευούδη), με το γιο της, το Γιάννη.

Μακάρι να αναγνωρίσουν δικά τους πρόσωπα, όσοι δουν την σπάνια αυτή φωτογραφική στιγμή.

Εντυπωσιακή η ψηλή κυρία που κοιτάζει κατάματα το φακό. Πιστεύω ότι είναι η λέλιου (θεία) η Πένου (Πηνελόπη Ισπικούδη), γεννημένη το 1899, στο Σιναπλή Ανατολικής Ρωμυλίας.

Μάλλον πρέπει να ήταν, πέρα από τη λεβεντιά της και δυναμική γυναίκα, για την εποχή της. Πώς αλλιώς να ερμηνεύσει κανείς ότι ο δρόμος με τα πολλά καραγάτσια και τα χιλιάδες σπουργίτια, που περνούσε δίπλα από το σπίτι της, ήταν και είναι μέχρι σήμερα γνωστός ως «Σ΄Πένους του σουκάκ(ι)», χωρίς να αναφέρεται πουθενά ο αξιόλογος και νοικοκύρης σύζυγός της νταής (θείος) Παναγιώτης;

Νιόπαντρη ήλθε με το καραβάνι της προσφυγιάς το 1924, κουβαλώντας στην αγκαλιά το μεγάλο της γιο, τον Δημήτρη (Ρουσνάκς), γεννημένο το 1923. Ο Δημήτρης, είναι ο τελευταίος από τους 215 πρόσφυγες Σιναπλιώτες της Μεσσούνης, που έφυγε το 2020 από τη ζωή, σε ηλικία 97 ετών.

Ο άλλος της ο γιος, ο Χούτας (Χρήστος), ήταν, μαζί με τον Λελέ (Ηλία Χ. Γιοβανούδη), οι πρώτοι Μεσσουνιώτες μετανάστες. Με τουριστικό διαβατήριο, βρέθηκαν την άνοιξε του 1957, για δουλειά, στην τότε Δυτική Γερμανία.

Ο φωτογράφος, τους άνδρες στόχευε, σε αυτούς εστίασε το φακό του. Οι  γυναίκες και τα παιδιά, απλά συμπλήρωσαν το μοναδικό ντεκόρ της φωτογραφίας, όπως κάνουν οι μεγάλοι ζωγράφοι στους ακριβούς τους πίνακες.

Χαλαροί οι λεβέντες, καμαρωτοί, απολάμβαναν τα κρασιά τους καθισμένοι στο τραπέζι. Ο οργανοπαίχτης, κρατά το ρυθμό, χτυπώντας το έδαφος με το άσπρο παπούτσι του αριστερού του ποδιού.

Τα νεαρά ομορφόπαιδα είναι όλα ελεύθερα, άξιοι, υποψήφιοι γαμπροί.

Τάκης Ζυμταρούδης, Θοδώρς Ντιλικούτς (ράφτης, Θεόδωρος Μανδραφούδης), ακορντεονίστας ο Γιώργος του Σουλεμανούδ΄ (Γ.Π. Ισπικούδης), Κουτσούτς σ΄Πασχάλινας (Κώτσιος Π. Κυρουβγίδης) και ο νεότερος Στιριούτς του Πιτσιούδ, (Στέργιος Β. Γιοβανούδης), που φορά το καβουράκι (καπέλο) της μαγκιάς, κρατά αναμμένο τσιγάρο στο χέρι, έτοιμος ανά πάσα στιγμή να παλέψει, μεγάλος πεχλιβάνης και χορευτής συστηνόταν πάντα.

Ο νεαρός αριστερά βρέθηκε από το πουθενά πρώτος, φάτσα-κάρτα  στο φακό. Έντεκα, δώδεκα χρονών περίπου, κουρεμένος με την ψιλή μηχανή, σφιγμένο τον τασμά (ζώνη), μη χάσει το φαρδύ του παντελόνι. Τα χέρια ουπίς, αψη(λ)ός, σαν το ύψωμα το Μπαϊρακούδ(ι) ουμιάζ΄ (ομοιάζει).

Το μικρό ναζιάρικο κοριτσάκι, δίπλα στο Στέργιο, σήμερα πλησιάζει τα εβδομήντα.

Είναι μέρα ακόμη, σε λίγο που θα βραδιάσει θα στηθούν τα τραπέζια στα καφενεία του Γκουβιντίκ(η) και του Καρά Ιβάν, τα όργανα θα πάρουν τη θέση τους, οι άνδρες θα καθίσουν, θα ανάψουν τα λουξ, ώστε να μην ξεφεύγουν οι πονηρές κινήσεις από τις κουτσομπόλες, που θα στηθούν όρθιες, να παρακολουθήσουν, ειδικά τους αγκαλιαστούς χορούς.

Ο Μουστάκας θα χάσει τον ξάδελφό του τον Κουτσιούδ στην καζάσκα, ο Στεργιούτς θα τριγυρνά σα σβούρα, μέχρι να κοπεί το μαντήλι, γιατί έτσι πιστεύει ότι χορεύουν οι λεβέντες το τσάμικο και ο Γιαννουσόπουλος, με βαριά, αρχοντικά και μάγκικα βήματα, θα δείξει σε όλους, για άλλη μια φορά, πώς χορεύεται ο ζεϊμπέκικος χορός.

Οι πιτσιρικάδες θα παρακαλούν τις μανάδες τους να τους αγοράσουν μαστίχες, καραμέλες και φούσκες (μπαλόνια) από το περίπτερο, μπουζά (δροσιστικό αναψυκτικό) από τον μπουζατζή ή παγωτό, από τον παγωτατζή με το τρίκυκλο ποδήλατο.

Οι γυναίκες, αργά το βράδυ θα μαζέψουν τα παιδιά για το σπίτι και οι κουτσομπόλες, λίγα θα δουν, πολλά θα φανταστούν και πολλά-πολλά κουτσομπολιά θα πετάξουν στον αέρα, (ψεματήσουν), δήθεν αδιάφορα, για να έχουν θέματα συζήτησης τις επόμενες ημέρες.

Χρόνια Πολλά στην εκκλησία και στο χωριό μας που γιορτάζουν.

Χρόνια Πολλά στους χωριανούς.

Χρόνια Πολλά στις Τριάδες. Δεν γνωρίζω αν υπάρχει τώρα αυτό το όνομα στο χωριό. Θυμούμαι ότι υπήρχε μία Τριάδα (Ζυμταρούδη-Τσαρακτσίδου), με αφιερωμένο το όνομά της στο μοναστήρι της Αγίας Τριάδος της πατρίδας της, στις Καρυές του Καβακλή της Ανατολικής Ρωμυλίας.

Εύχομαι και πιστεύω ότι το 2022, απαλλαγμένοι από την πανδημία που ταλαιπωρεί την κοινωνία, θα ανταμώσουμε όλοι, πρώτα στην πανηγυρίζουσα εκκλησία μας και στη συνέχεια στην πλατεία του χωριού, όπου είναι σίγουρο ότι ο σύλλογος θα στήσει το γλέντι του πανηγυριού, όπως τόσο επιτυχημένα κάνει τα τελευταία χρόνια.  

Φωτοαρχείο: Μαρία Ζυμταρούδη

Ιούνιος 2021

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.