Η προσφορα και οι θυσιες του Πατριαρχικου ορθοδοξου κληρου στην απελευθερωση και εθνικη παλιγγενεσια της Ελλαδος

Σε μια περίοδο πολυεπίπεδης κρίσεως για την Ελλάδα απαιτείται σθεναρή δράση και εγρήγορση της εκκλησίας… Νέων Βαρβάρων επέλαση προ των πυλών…

Γράφει ο θεολόγος, εκκλησιαστικός ιστορικός και νομικός Ιωάννης Ελ. Σιδηράς

Ενεργό ρόλο διεδραμάτισε η Ορθόδοξη Εκκλησία όχι μόνον κατά την μεγάλη επανάσταση του 1821, αλλά και στις διάφορες προεπαναστατικές εξεγέρσεις και απελευθερωτικά κινήματα. Οι θάνατοι και απαγχονισμοί, όπως και το άφθονο μαρτυρικό αίμα πατριαρχών, αρχιερέων και απλών κληρικών είχαν ως αποτέλεσμα να ανέλθει το γόητρο και η αίγλη της Ορθοδόξου Εκκλησίας ακόμη περισσότερο στα μάτια του αγωνιζόμενου ελληνικού λαού.

Μόνον κατά τον 17ο αιώνα εμαρτύρησαν με φρικτό τρόπο δώδεκα οικουμενικοί πατριάρχες (Κύριλλος Λούκαρις δια στραγγαλισμού, Κύριλλος Κουταρής δι’ απαγχονισμού, Παρθένιος Α΄ διά δηλητηριάσεως, Παρθένιος Β΄ δια στραγγαλισμού, Παρθένιος Γ΄ δι’ απαγχονισμού, Γαβριήλ Β΄ δι’ απαγχονισμού, Ραφαήλ Β΄ δι’ αγρίας θανατώσεως)….Τους οικουμενικούς πατριάρχες ακολούθησαν στο μαρτύριο πολλοί ανώτεροι και κατώτεροι κληρικοί ως προσφορά θυσίας στον υπέρτατο αγώνα του έθνους.

Θύματα δεν υπήρξαν μόνον οι κληρικοί της Κωνσταντινουπόλεως, αλλά και πολλοί άλλοι σε διάφορα μέρη της υπόδουλης Ελλάδος προσέφεραν το αίμα τους για την ελευθερία της πατρίδος.

Στην Πελοπόννησο οι αδελφοί Μελισσηνοί ύψωσαν την σημαία της επαναστάσεως στην Μάνη, που όμως εστοίχισε την ζωή των αρχιεπισκόπων Πατρών και Θεσσαλονίκης που εκάησαν ζωντανοί από τους Οθωμανούς. Όταν αργότερα οι επίσκοποι Μάνης Νεόφυτος και Λακεδαίμονος Χρύσανθος απέτυχαν να οργανώσουν μαζί με άλλους μητροπολίτες την επανάσταση, ο επίσκοπος Τρίκης Διονύσιος ο Β΄, που εκαλείτο φιλόσοφος ή «Σκυλόσοφος», εξηγέρθη και επιτέθηκε στους Οθωμανούς στα Ιωάννινα, αλλά ηττήθηκε λόγω κακής οργανώσεως του κινήματός του και αφού συνελήφθη, εξεδάρη ζωντανός από τους Οθωμανούς.

Τριάντα περίπου ιεράρχες και πάλι στην Πελοπόννησο φυλακίσθηκαν στην Τρίπολη και υπεβλήθησαν σε φρικτά και απάνθρωπα βασανιστήρια. Μάλιστα ορισμένοι εξ αυτών εθανατώθησαν και αναδείχθηκαν ιερομάρτυρες της Ορθοδόξου Εκκλησίας και εθνομάρτυρες της ελληνικής επαναστάσεως. Μεταξύ τούτων ήταν οι Ανδρούσης Ιωσήφ, Δημητσάνης Φιλόθεος, Κορίνθου Κύριλλος, Μονεμβασίας Χρύσανθος, Ναυπλίου Γρηγόριος, Τριπόλεως Δανιήλ (ανεψιός του πατριάρχου Γρηγορίου Ε’), Χριστιανουπόλεως Γερμανός, Ωλένης Φιλάρετος κ.α. Ποιος, εξάλλου, μπορεί να λησμονήσει και τον Άγιο Κοσμά τον Αιτωλό;

Ο Κεφαλληνίας Τιμόθεος Τυπάλδος ηγήθηκε 150 κληρικών και μοναχών, ο Κορίνθου Ζαχαρίας εφονεύθη υπό των Οθωμανών, ο Θηβών Ιερόθεος, ο Λαρίσης Μακάριος, ο Ευβοίας Αμβρόσιος, ο Αθηνών Ιάκωβος και πολλοί άλλοι αρχιεπίσκοποι, επίσκοποι και κληρικοί επετέλεσαν αξιόλογα πολεμικά έργα και υπέστησαν βαρύτατες θυσίες.

Άλλες σημαντικές προσωπικότητες της προεπαναστατικής περιόδου του 1821 ήταν ο μοναχός Σαμουήλ, ο ήρωας του Σουλίου, ο Παπαευθύμιος Βλαχάβας ο οποίος ως καπετάνιος των οπλιτών της Θεσσαλίας εξήγειρε τους αρματολούς των Τρικάλων και της Λαρίσης και αφού συνελήφθη με δόλο από τον Αλή Πασά, υπέστη φρικτό θάνατο επί του Πασσάλου. Αυτά συνέβαιναν προεπαναστατικώς.

Μετά την έναρξη της ελληνικής επαναστάσεως του 1821 ο ορθόδοξος κλήρος και πάλι βρέθηκε στο πλευρό του αγωνιζόμενου ελληνικού λαού και με τις θυσίες του συνέβαλε θετικά στην επιτυχή έκβαση του εθνοαπελευθερωτικού αγώνος.

Επικεφαλής των ηρωικών μαρτύρων κληρικών του 1821 ευρίσκεται ο οικουμενικός πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε’ (+1821), ο οποίος με τον μαρτυρικό θάνατό του καθαγίασε τον απελευθερωτικό μας αγώνα. Λίγους μήνες αργότερα απαγχονίστηκε και ο Θρακιώτης πρώην πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Κύριλλος ο ΣΤ΄ του οποίου ο αδριάντας ευρίσκεται στην Ορεστιάδα.

Τον μαρτυρικό θάνατο του πατριάρχου Γρηγορίου Ε’ ακολούθησαν κατόπιν θανατώσεις και άλλων αρχιερέων, όπως του Εφέσου Διονυσίου, του Αγχιάλου Ευγενίου, του Νικομηδείας Αθανασίου κ.ά.

Το Φανάριο είχε μεταβληθεί σε σφαγείο και τόπο απαγχονίσεων. Φόνοι κληρικών και λαϊκών εσυνεχίζοντο χωρίς διακοπή και με μεγαλύτερη αγριότητα. Οι Οθωμανοί έκλεβαν την περιουσία των κληρικών, λεηλατούσαν και πυρπολούσαν ναούς και μοναστήρια και αφάνιζαν κάθε χριστιανικό στοιχείο.

Μόλις εκηρύχθη η επανάσταση οι πρώτοι που έλαβαν ενεργό ρόλο και δράση ήταν οι κατά τόπους αρχιερείς. Ο Μαρωνείας Κωνστάντιος, ο Σαλώνων Ησαΐας, ο Ταλαντίου Νεόφυτος, ο Παλαιών Πατρών Γερμανός, ο Ρωγών Ιωσήφ, ο Καρύστου Νεόφυτος, ο Βρεσθένης Θεοδώρητος, ο Θεόφιλος Καΐρης, ο Άνθιμος Γαζής, ο Νεόφυτος Βάμβας διεκρίθησαν με τις διάφορες ενέργειές τους στην εξέγερση του λαού.

Πολλοί άλλοι έχυσαν το αίμα τους είτε κατόπιν φρικτών βασανιστηρίων, είτε στο πεδίο της μάχης. Ορισμένοι εξ αυτών ήταν οι αρχιερείς Μαρωνείας Κωνστάντιος, Μυριουπόλεως, Δέρκων, Αδριανουπόλεως, Τυρνάβου, Θεσσαλονίκης, Λαρίσης, Σμύρνης, Ρόδου κ.ά.

Στην ηρωική Κύπρο λαμπρά ονόματα ιεραρχών, όπως του αρχιεπισκόπου Κυπριανού, του Πάφου Χρυσάνθου, του Κιτίου Μελετίου, του Κυρηνείας Λαυρεντίου και πολλών άλλων κατωτέρων κληρικών και πολυάριθμων λαϊκών κοσμούν τις χρυσές σελίδες της επαναστάσεως του 1821.

Στα Ιεροσόλυμα, στο Άγιον Όρος και σε άλλες ιερές μονές και πόλεις της Ελλάδος οι αγώνες του ορθόδοξου κλήρου και οι θυσίες του υπήρξαν συνεχείς. Ιδιαιτέρας μνείας αξίζουν τα γνωστά σε όλους ονόματα του Παπαφλέσσα ή Γρηγορίου του Δικαίου και του Αθανασίου διάκου, οι οποίοι με το μαρτύριό τους προκάλεσαν τεράστια επίδραση στο ηθικό των αγωνιστών και επέφεραν πραγματική ανάσταση στους Έλληνες.

Την προσφορά της Ορθοδόξου Εκκλησίας στο υπόδουλο γένος μας για 400 έτη σκληράς σκλαβιάς περιγράφει ο αείμνηστος αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρυσόστομος Παπαδόπουλος (1923-1938) ως εξής: «Ο υπόδουλος Έλλην έβλεπεν ενώπιόν του διαρκώς την Εκκλησίαν, τον αρχιερέα, τον ιερέα, τα δε ζητήματα της Εκκλησίας ήσαν ζητήματα του έθνους και τ’ ανάπαλιν. Εστηρίζετο το έθνος επί της Εκκλησίας, αλλ’ εστήριζε και αυτό την φιλόστοργον μητέρα Εκκλησίαν… Ο κλήρος συνεμερίζετο, την δυστυχίαν του λαού και παρίστατο άγγελος παρήγορος, εν πάση στιγμή χειραγωγός και προστάτης”.

Ο ιστορικός Απόστολος Βακαλόπουλος για τις σχέσεις Ορθοδόξου Εκκλησίας με τους Έλληνες

Την ιδιαίτερη σχέση της Ορθοδόξου Εκκλησίας με τους Έλληνες ο μεγάλος ιστορικός Απόστολος Βακαλόπουλος περιγράφει χαρακτηριστικά ως εξής: «Η τύχη του ελληνικού λαού εξαρτήθηκε πολύ από την στάση των κληρικών πριν από την επανάσταση και κατά την διάρκειάν της. Η ανάμειξη των λειτουργών της θρησκείας στην προπαρασκευή και κατόπιν στην διεξαγωγή του αγώνα έδωσε, στον λαό τον θρησκευτικό φανατισμό και την πίστη στο μέλλον, δύο σπουδαία όπλα για την εξάπλωση και την επιτυχία του κινήματος.

Έτσι, ο ορθόδοξος κλήρος στην κοινή μεγάλη προσπάθεια των Ελλήνων για την αποτίναξη του ζυγού κατέδειξε πια ολοφάνερα, τον εθνικό του χαρακτήρα, που είχε αρχίσει να παίρνει στα τελευταία χρόνια της Τουρκοκρατίας. Ώστε κοντά στον εθνικό χαρακτήρα του πολέμου προσετέθη και ο θρησκευτικός. Η θρησκευτικότητα των Ελλήνων βοήθησε πολύ το έργο της Φιλικής Εταιρείας. Η αθόρυβη και μυστική της εξάπλωση, κατά τα πρώτα τουλάχιστον χρόνια, οφείλεται στην ιερότητα του κινήματος, στην βαρύτητα το όρκου που έδιναν οι κατηχούμενοι στους κατηχητές, ο οποίος είχε μεγάλη και δυνατή επίδραση στις συνειδήσεις των Ελλήνων».

Σε άλλο σημείο ο καθηγητής Απ. Βακαλόπουλος γράφει ότι: «Η Εκκλησία τόσον κατά την προεπαναστατικήν περίοδον όσον και κατά την επανάστασιν ανέλαβε και τον ρόλον του πολιτικού οδηγού παραλλήλως προς τον του θρησκευτικού τοιούτου. Οι δύο πόλοι, ορθοδοξία και Ελληνισμός, πέριξ των οποίων περιστρέφεται η ιστορία των δύο τελευταίων αιώνων του βυζαντίου, έμειναν σταθεροί, ιδίως ο πρώτος και κατά την περίοδον της Τουρκοκρατίας πολύ περισσότερον δε κατά την Επανάστασιν. Διότι τότε κατεφάνη σαφέστερον ο πολιτικός χαρακτήρ του κλήρου και ο στενός δεσμός αυτού μετά του έθνους. Οι κληρικοί ήσαν δυνάμει μεν πολιτικοί όχι όμως και ενεργεία…».

Τελειώνουμε το παρόν επετειακό μας αφιέρωμα με ένα μικρό απόσπασμα από τα λεγόμενα του Αγίου Γρηγορίου Ε΄, πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως λίγο πριν από τον απαγχονισμό του. Έλεγε ο Άγιος Γρηγόριος με θάρρος:
«Με προτρέπετε εις φυγήν. Τότε μαχαίρι θα διέλθει τις οδούς της Κωνσταντινουπόλεως και των λοιπών πόλεων στις χριστιανικές επαρχίες.

Εσείς επιθυμείτε εγώ μεταμφιεσμένος να καταφύγω σε κάποιο πλοίο ή σε κάποια οικία οιουδήποτε ευεργετικού ξένου πρεσβευτού και ν’ ακούω από εκεί τις σφαγές του ποιμνίου μου; Ποτέ. Όχι. Εγώ διά τούτο είμαι πατριάρχης: Για να σώσω το έθνος μου και όχι για να χαθεί αυτό από τα δολοφονικά χέρια των γενιτσάρων. Ο θάνατός μου ίσως επιφέρει μεγαλυτέραν ωφέλειαν παρά η ζωή μου. Οι ξένοι χριστιανοί ηγεμόνες, αφού εκπλαγούν από τον άδικο θάνατό μου, θα ενδιαφερθούν περισσότερο για το γένος των Ρωμιών.

Να φύγω; Ποτέ. Δεν θα γίνω το χλεύασμα των ζώντων. Δεν θα ανεχθώ, ώστε στους δρόμους της Οδησσού ή της Κερκύρας διερχόμενος να με δαχτυλοδείχνουν λέγοντας ότι είμαι ο δειλός και φονιάς πατριάρχης του γένους μας.

Εάν το έθνος μου σωθεί και θριαμβεύσει, τότε είμαι πεπεισμένος ότι θα μου αποδώσει θυμίαμα επαίνου και τιμής διότι εξεπλήρωσα το χρέος μου. Γνωρίζω την τύχην μου, η οποία με αναμένει, αλλά εάν φύγω, σώζω μεν εγώ την ζωή μου, θα ίδω όμως να εξαγοράζεται αυτή με το αίμα απείρων αθώων. Η φυγή μου θα βεβαιώσει ακόμη περισσότερο τις περί ενοχής του Γένους μας υποψίες του σουλτάνου, ο οποίος θα καταπνίξει το γένος μας στο ίδιο του το αίμα με γενικές σφαγές”.

Η μαρτυρική ομολογία του πατριάρχου Γρηγορίου ενώπιον των Οθωμανών αντηχεί ως κήρυγμα αιώνιο για όλους εμάς: «Μάταια μοχθείτε, μάταιοι οι λόγοι σας. Ο πατριάρχης των χριστιανών αποθνήσκει χριστιανός και είναι έτοιμος να υποστεί τας βασάνους σας και το μαρτύριον δια το όνομα του Χριστού».

 

Λόγοι προ της αγχόνης

Το Χριστομίμητο μαρτύριο του εθνοϊερομάρτυρος Πατριάρχου Αγίου Γρηγορίου του Ε΄(+1821) κατά τον αγώνα της εθνικής παλιγγενεσίας

Η μεγάλη εθνική και πνευματική παρακαταθήκη του εθνοϊερομάρτυρος πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Αγίου Γρηγορίου του Ε΄ (+1821), εκτός από το φρικτό και χριστομίμητο μαρτύριό του, είναι και οι διασωθέντες καταγεγραμμένοι λόγοι του προ της φρικτής αγχόνης του, την Κυριακή του Πάσχα του 1821.
Περί τα τέλη του 1820 είχαν ήδη αρχίσει οι φήμες ότι εκινδύνευε ο πατριάρχης Γρηγόριος, επειδή οι οθωμανοί θεωρούσαν αυτόν ως δρώντα εναντίον της Υψηλής Πύλης. Εκείνος δε στις προτροπές των φίλων του, που τον συμβούλευαν να φύγει, απαντούσε: «Μόνο ο μισθωτός, επειδή δεν είναι ποιμένας, φεύγει. Ας γίνει το θέλημα του Κυρίου». Στον δε Παπαρρηγόπουλο, ο οποίος τον προέτρεψε ευθέως να φύγει από την Πόλη, απάντησε διακρυσμένος: «Πηγαίνετε στην ευχή μου και μην σκέπτεσθε εμένα. Το τέλος μου απεφασίσθη από τον Θεό και θα γίνει το θέλημά του».
Από τον Φεβρουάριο του 1821 επιφανείς Έλληνες και ξένοι πίεζαν των πατριάρχη να φύγει για να σωθεί, αλλ’ εκείνος με σθεναρή φωνή ανταπαντούσε: «Χρεωστούμε να ποιμάνουμε καλώς τα ποίμνιά μας και εάν τύχει να συμβεί ανάγκη, να κάνουμε όπως έπραξε ο Ιησούς δι’ εμάς για να μας σώσει, να θυσιαστούμε. Σωθείτε εσείς διότι έχετε και ηλικία και ικανότητα και κοινωνική θέση για να υπηρετήσετε την πατρίδα. Μη προτρέπετε όμως εμέ σε φυγή. Τότε μάχαιρα θα διέλθει τις ρύμες της Κωνσταντινουπόλεως και των λοιπών πόλεων των χριστιανικών επαρχιών. Μου ζητείτε, μεταμφιεζόμενος να καταφύγω σε πλοίο ή να σωθώ μέσα στην οικία οιουδήποτε φίλου πρέσβεως δια ν’ ακούσω πως στις οδούς οι δήμιοι κατακρεουργούν τον χηρεύσαντα λαό; Όχι, είμαι πατριάρχης για να σώσω το έθνος και όχι για να ωθήσω αυτό σε άγρια καταστροφή. Ο θάνατός μου ίσως επιφέρει μεγαλυτέρα ωφέλεια, παρ’ όση η ζωή μου. Οι ξένοι χριστιανοί ηγεμόνες δεν δύνανται παρά να εκπλαγούν με τον άδικο θάνατό μου και δεν θα παρέλθουν ίσως αδιάφοροι προ της ύβρεως ταύτης, την οποία στο πρόσωπό μου θα υποστεί η πίστη του Χριστού. Και οι Έλληνες, οι άνδρες των όπλων θα μάχονται με μεγαλύτερη μανία, η οποία συχνά δωρίζει τη νίκη της ελευθερίας. Αναμένετε με υπομονή ό,τι και αν μου συμβεί. Δεν θα θελήσω όμως ποτέ να γίνω χλεύασμα των ζώντων. Δεν θ’ ανεχθώ ώστε διερχόμενος στις οδούς της Οδησσού, της Κέρκυρας ή της Αγκώνος να με δακτυλοδείχνουν λέγοντας: «Ιδού ο φονεύς Πατριάρχης». Αν δε το έθνος μας σωθεί και θριαμβεύσει, είμαι πεπεισμένος ότι θα μου αποδώσει θυμίαμα επαίνου και τιμής, διότι εξεπλήρωσα μέχρι τέλους το καθήκον μου. Τετάρτη φορά δεν θα υπάγω στον Άθωνα. Δεν θέλω».
Όταν άκουσαν τους λόγους αυτούς οι αρχιερείς της Αγίας και Ιεράς πατριαρχικής συνόδου έμειναν άφωνοι. Μόνον ο μητροπολίτης Δέρκων Γρηγόριος επέμεινε ότι ο πατριάρχης και εθνάχης του γένους έπρεπε να σωθεί πάση θυσία. Ο πατριάρχης τότε είπε στον Δέρκων, κατ’ ιδίαν: «Και εγώ ως κεφαλή του έθνους και εσείς οι συνοδικοί αρχιερείς, άπαντες οφείλουμε ν’ αποθάνουμε για την κοινή σωτηρία. Ο θάνατός μας θα δώσει δικαίωμα στην χριστιανοσύνη να υπερασπίσει το έθνος μας εναντίον του Τυράννου. Αλλ’ αν υπάγουμε εμείς να ενθαρρύνουμε την επανάσταση, τότε θα δικαιώσουμε τον σουλτάνο, ο οποίος ήδη έχει αποφασίσει να εξολοθρεύσει το έθνος».
Η επανάσταση είχε αρχίσει (25 Μαρτίου) και έφθασε και το Πάσχα. Κατά την εσπέρα του Μεγάλου Σαββάτου, 9 Απριλίου 1821, 5.000 περίπου άγριοι στρατιώτες από την Ασία είχαν περικυκλώσει τα Πατριαρχεία, αλλά δεν ενοχλούσαν κανένα. Κατά το μεσονύκτιο ο πατριάρχης κατήλθε στον πατριαρχικό ναό. Απαθής, ατάραχος και γαλήνιος, ωσάν να μη συνέβαινε τίποτε. Ετέλεσε την πανηγυρική πατριαρχική και συνοδική θεία λειτουργία της Αναστάσεως, εκοινώνησε των αχράντων μυστηρίων, ευλόγησε τους παρόντες, ευχήθηκε υπέρ της απολυτρώσεως των εν θλίψει και κινδύνοις πιστών δούλων του Υψίστου και εδάκρυσε μόνον κατά την στιγμή που ασπαζόταν τους αδελφούς συλλειτουργούς αυτού αρχιερείς.
Την 10η Απριλίου, Κυριακή του Πάσχα, ο γενάρχης και εθνάρχης του γένους μας, αφού ευλόγησε τους βασανιστές του, απαγχονίστηκε ως ο έσχατος των κακούργων στην κεντρική πύλη των Πατριαρχείων, η οποία από τότε και μέχρι σήμερα παραμένει εσφραγισμένη.
Τα τελευταία λόγια του μάρτυρος πατριάρχου υπήρξαν προφητικά, διότι ο βάρβαρος απαγχονισμός του Γρηγορίου Ε’ ενίσχυσε την αγωνιστική θέληση των οπλαρχηγών του αγώνος και των παλικαριών τους, που αγωνίστηκαν σθεναρά για να πάρουν εκδίκηση και να ελευθερώσουν την πατρίδα.
Είναι χαρακτηριστικοί οι στίχοι: «Κτυπάτε πολέμαρχοι, μη λησμονείτε, παιδιά, το σχοινί του πατριάρχου». Αυτό είναι το Φανάρι μας, το πατριαρχείο μας, η μάνα μας Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως στην οποία εμείς οι βορειοελλαδίτες από αιώνων υπαγόμεθα και θα υπαγόμεθα μέχρι τέλους. Το Φανάρι πρέπει να ζήσει.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.