H επισκεψη της Κλειως

Άγνωστες λεπτομέρειες της Ελληνικής Επανάστασης σχετικά με τη φύση του Αγώνα

Αλήθεια, πόσοι από εμάς έχουμε αναρωτηθεί ποτέ σχετικά με το πόσοι ακριβώς ήταν οι Έλληνες στην Οθωμανική Αυτοκρατορία; Σίγουρα αποτελούσαν τη μειονότητα, δηλαδή 3 εκατομμύρια περίπου έναντι 23 εκατομμυρίων Τούρκων. Υπερτερούσαν δε αριθμητικά μονάχα στον Μοριά και στα νησιά του Αιγαίου. Καταλαβαίνουμε λοιπόν πόσο δύσκολος ήταν, με βάση τους αριθμούς αυτούς, ο ξεσηκωμός για τους Έλληνες το 1821.

Στον Μοριά, όταν ξέσπασε η Επανάσταση, κατοικούσαν περίπου 400.000 Έλληνες και 40.000 περίπου μουσουλμάνοι. Μετά από τη σφαγή της Τριπολιτσάς ο αριθμός των μουσουλμάνων που σκοτώθηκαν θα πρέπει να ήταν πάνω από τους μισούς. Πολλοί δε Έλληνες, μετά από την άλωση της Τριπολιτσάς, αιχμαλώτισαν Τουρκάλες, που τράβηξαν τα πάνδεινα από τις οικογένειές τους με τις οποίες οι οπλαρχηγοί τις υποχρέωσαν να συγκατοικήσουν. Στην πραγματικότητα οι βιαιοπραγίες των Ελλήνων κατά των πρώην δυναστών τους κατά τους πρώτους μήνες του πολέμου δεν ήταν διόλου αμελητέες.

Στον χάρτη αποτυπώνεται το Εγιαλέτι (διοικητική διαίρεση) του Μοριά κατά την περίοδο 1715-1821 σε μεγέθυνση, με εμφανή τα όρια των 24 καζάδων που τον συναποτελούσαν, καθώς και μία πληθυσμιακή εκτίμηση ανά καζά

Εξίσου άγνωστο είναι πως κάποιοι μουσουλμάνοι πολέμαρχοι επέλεξαν να συνταχθούν με τους Έλληνες στον αγώνα τους, όπως π.χ. ο Μουσταφά Γκέκας. Όσοι πάντως αιχμαλωτίστηκαν ήταν σχεδόν αδύνατο να αποδράσουν. Κάποιοι από αυτούς βαφτίστηκαν χριστιανοί και ήταν αυτοί ακριβώς οι οποίοι απαίτησαν αργότερα από το ελληνικό κράτος, ως χριστιανοί, την επιστροφή της περιουσίας τους.

Το εμπόριο μεταξύ Ελλήνων και Οθωμανών ήταν μια επικερδής δραστηριότητα που δεν σταμάτησε ποτέ κατά τη διάρκεια του πολέμου. Το ατομικό συμφέρον συχνά υπερτερούσε του εθνικού και αυτό είναι κάτι που ισχύει όχι μονάχα για τους εμπόρους αλλά και για πολλούς οπλαρχηγούς που προέβαιναν στη σύναψη συμφωνιών με τους Τούρκους –τα αποκαλούμενα «καπάκια».

Οι ειδήσεις ταξίδευαν με πολύ αργούς ρυθμούς στο εσωτερικό της αυτοκρατορίας και τα άλογα σπάνιζαν. Παρ’ όλα αυτά, φαίνεται πως οι Οθωμανοί διέθεταν ένα σύστημα  αντίστοιχο του «πόνυ-εξπρές» στη μακρινή αμερικανική δύση του 19ου αιώνα, το οποίο βασιζόταν στην αλλαγή ταχυδρομικών ίππων που ήταν σταθμευμένοι στις πόλεις. Όπως και να ’χει όμως, το σύστημα αυτό κατέρρευσε με τον πόλεμο.

Σε έναν τέτοιον κόσμο οι δρομείς-αγγελιοφόροι δεν μπορεί παρά να ήταν πρόσωπα χρήσιμα και σεβαστά, όπως για παράδειγμα ο Κρητικός δρομέας Γεώργιος Ψυχουντάκης. Διέθεταν άριστη μνήμη και τρομερή επινοητικότητα για το κρύψιμο των μηνυμάτων που μετέφεραν. Η δράση τους όμως και η συμβολή τους στην επιτυχία του ελληνικού αγώνα έχει υποτιμηθεί, όπως και η αντίστοιχη των γραμματικών, εκείνων δηλαδή που γνώριζαν γραφή και ανάγνωση σε μία κοινωνία με υψηλότατο ποσοστό αναλφαβητισμού. Κάθε οπλαρχηγός μάλιστα είχε μαζί του πάντα τον δικό του γραμματιζούμενο προκειμένου να του υπαγορεύει τις επιστολές του.

Στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, για τη μεταφορά μηνυμάτων χρησιμοποιούνταν έφιπποι ταχυδρόμοι, σε ένα σύστημα αντίστοιχο του αμερικανικού «πόνυ-εξπρές». Αυτό βασιζόταν στην αλλαγή ταχυδρομικών ίππων που ήταν σταθμευμένοι στις πόλεις. «Το τάγμα αυτό των ταχυδρόμων ονομαζόταν “μενζίλι” (έφιππος) και διοικούνταν από τους “τατάρ-αγάδες”, που είχαν ιδιαίτερη ενδυμασία και προνόμια» (Βλ. περισσότερα Ξανθή Τζένη Θ. Κατσαρή-Βαφειάδη, «“Διαβάζοντας” την πόλη: Κουμουτζηνά, Γκιουμουλτζίνα, Κομοτηνή – Πρόσωπα και Κείμενα», Δήμος Κομοτηνής – TWO K Project ΕΠΕ, Κομοτηνή 2021, 156 κ.ε.)

Μέσα σε ένα περιβάλλον φτώχειας και στερήσεων, οι Έλληνες πολεμιστές ήταν φυσικό να είναι λιτοδίαιτοι και εξαιρετικά σκληραγωγημένοι. Η ευσαρκία στα βουνά μπορούσε να φέρει τους αγωνιστές σε δύσκολη θέση. Επόμενο ήταν λοιπόν ότι οι Έλληνες οπλαρχηγοί θα ήταν φιλοχρήματοι, αφού η λαφυραγωγία δεν ήταν γι’ αυτούς παρά ένα μέσο επιβίωσης. Τα όπλα ήταν επίσης πάντοτε σπουδαία λάφυρα.

Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι οι πολιορκίες που έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια της Επανάστασης δεν ήταν όπως τις έχουμε κατά νου, χωρίς δηλαδή καθόλου επαφές και επικοινωνία μεταξύ πολιορκημένων και πολιορκητών. Απεναντίας μάλιστα, πέρα από τις κραυγές και τις βρισιές οι οποίες βρίσκονταν στον ημερήσιο διάλογο μεταξύ των δύο πλευρών, δεν σπάνιζε και η είσοδος κάποιων εκπροσώπων των πολιορκητών μέσα στις πολιορκούμενες πόλεις. Επομένως, ο αποκλεισμός των πολιορκούμενων πόλεων δεν ήταν σε καμία περίπτωση  ολοκληρωτικός.

*Η Λεύκη Σαραντινού είναι φιλόλογος, ιστορικός και συγγραφέας. Τελευταία της βιβλία στη σειρά δημιουργικής γραφής τα: «Γραφο… παιχνιδίσματα: Ασκήσεις Δημιουργικής Γραφής για παιδιά 8-12 ετών», «Γραφο…σκιάσεις: Ασκήσεις Δημιουργικής γραφής για ενήλικες και εφήβους» και «Γραφο… ιριδισμοί: Ασκήσεις Δημιουργικής Γραφής για εκπαιδευτικούς όλων των σχολικών βαθμίδων» (εκδ. 24 Γράμματα, 2022).

ΠΗΓΗ

Mark Mazower, «Η ελληνική  επανάσταση», εκδ. Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2021.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.