Συνεπιμελεια τεκνων μετα το διαζυγιο η τη διασταση συμφωνα με το ν.4800/2021

Ο ν. 4800/2021 επεδίωξε να ενισχύσει τη σύμπραξη των γονέων και την ενεργό συμμετοχή τους, στις αποφάσεις, που αφορούν το παιδί. Το ανωτέρω αντανακλάται στις διατάξεις των άρθρων 1513 και 1519 ΑΚ[1], για τα σημαντικά ζητήματα επιμέλειας. Ωστόσο, απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή, προκειμένου η συμμετοχή των γονέων να μην μετατραπεί σε νάρκη σε βάρος του συμφέροντος του παιδιού τους. Εύστοχα, επισημάνθηκε ότι απαιτείται σοβαρότητα και ωριμότητα από το δικηγορικό σώμα, κατά την ενημέρωση των πολιτών, σχετικά με το νέο νομοθετικό πλαίσιο, προς αποφυγή του φαινομένου μαζικής «δικαστηριοποίησης» των οικογενειακών υποθέσεων. Ωστόσο, στο σημείο αυτό, θα ήταν παράλειψη να μην επισημανθεί, ρητά, ότι η ως άνω δεοντολογική υποχρέωση ημών των δικηγόρων, ως συλλειτουργών της δικαιοσύνης, καθίσταται, αντικειμενικά, δευτερεύουσα, αν αναλογισθούμε ότι πρωτεύουσα και κύρια καθίσταται η ατομική ευθύνη των γονέων να επιδεικνύουν σοβαρότητα και ωριμότητα, ώστε να συνεργάζονται και να συμπορεύονται, ουσιαστικά, υπηρετώντας, αλληλέγγυα, το συμφέρον του παιδιού τους, κατά το χρόνο, μετά τη διάσταση/διαζύγιο. Άλλωστε, το ανωτέρω αποτέλεσε και την ευχή της Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής στην ακροτελεύτια πρόταση της Αιτιολογικής Έκθεσης του συγκεκριμένου νομοσχεδίου. Συνεπακόλουθα, εμπίπτει στην κυριαρχική βούληση των εκάστοτε γονέων, ο τρόπος που θα χρησιμοποιήσουν τις δυνατότητες, που τους παρέχει ο νόμος: ως πεδίο σύμπραξης και συνεργασίας ή ως πεδίο αντιπαράθεσης και μάχης; Ο νομοθέτης, στο πλαίσιο της διάταξης του άρθρου 1512 ΑΚ[2], εκπέμπει το μήνυμα ότι, στις οικογενειακές υποθέσεις, το Δικαστήριο συνιστά το έσχατο καταφύγιο και σωρευτικά, κατοχυρώνει τη δυνατότητα εξωδικαστικής επίλυσής τους, στο πλαίσιο της διαδικασίας διαμεσολάβησης. Επομένως, οι ΓΟΝΕΙΣ δεν οφείλουν, απλώς, να λάβουν την απόφαση, που εξυπηρετεί, καλύτερα, το συμφέρον του παιδιού αλλά να τη λάβουν με τον πλέον συμφέροντα τρόπο, για το παιδί τους.

Θα μου επιτρέψετε και ένα ακόμη σύντομο σχόλιο, σχετικά με το γράμμα της 1520 §2 ΑΚ[3]. Κατά τη γνώμη σημαντικού μέρους της θεωρίας και κατά την ταπεινή επιστημονική μου κρίση, το γράμμα της 1520 §2 ΑΚ κρίνεται στενότερο από ό,τι θα ήταν σκόπιμο, κατά το ότι για την εφαρμογή της εν λόγω διάταξης, προϋποτίθεται ήδη υφιστάμενη κοινωνικοσυναισθηματική σχέση με το παιδί. Η εξάρτηση του δικαιώματος επικοινωνίας από ήδη υφιστάμενη κοινωνικοσυναισθηματική σχέση δημιουργεί έντονο προβληματισμό, αναφορικά με τη συμβατότητα του ελληνικού δικαίου με το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ. Το συγκεκριμένο ζήτημα απασχόλησε το ΕΔΔΑ, στην υπόθεση Anayo κατά Γερμανίας[4]. Το ιστορικό της εν λόγω υπόθεσης συνοψίζεται ως εξής: Ο Αnayo, νιγηριανής καταγωγής διατηρούσε σχέσεις με έγγαμη γυναίκα με την οποία απέκτησε δίδυμα. Νομικά, θεμελιώθηκε πατρότητα στο σύζυγο της μητέρας των διδύμων τέκνων, ο οποίος ανέλαβε γονεϊκό ρόλο με αποτέλεσμα, κατά το γερμανικό δίκαιο, να μη χωρεί προσβολή της πατρότητας από το βιολογικό πατέρα. Έτσι, οι «νομικοί γονείς» στέρησαν στον νιγηριανής καταγωγής Anayo κάθε δυνατότητα επικοινωνίας του με τα παιδιά, με αποτέλεσμα να μη δημιουργηθεί κοινωνικοσυναισθηματική σχέση μαζί τους. Κατά τον πρώτο βαθμό, το γερμανικό δικαστήριο δέχθηκε την αγωγή του Anayo, περί επικοινωνίας του με τα βιολογικά του τέκνα, βασιζόμενο σε ψυχιατρική πραγματογνωμοσύνη, κατά την οποία ήταν σημαντικό για τα παιδιά να γνωρίζουν την καταγωγή τους. Ωστόσο, στο δεύτερο βαθμό, η πρωτοβάθμια απόφαση εξαφανίσθηκε με την αιτιολογία ότι δεν υπήρχε, νομικά, συγγένεια μεταξύ του αιτούντος και των παιδιών, ούτε είχε αναπτυχθεί κοινωνικοσυναισθηματική σχέση μεταξύ τους (του αιτούντος και των παιδιών) ενώ επισημάνθηκε ότι στο υφιστάμενο νομικό πλαίσιο δεν υφίστατο περιθώριο να ληφθεί υπόψη το συμφέρον των παιδιών. Εν τέλει, το γερμανικό ακυρωτικό απέρριψε το αίτημα του Anayo να εξετάσει την υπόθεση με αποτέλεσμα, κατόπιν εξάντλησης των εθνικών ενδίκων μέσων, ο τελευταίος να προσφύγει ενώπιον του ΕΔΔΑ, που τον δικαίωσε διαπιστώνοντας παραβίαση του άρθρου 8 της ΕΣΔΑ. Ειδικότερα, το ΕΔΔΑ έκρινε ότι στο πλαίσιο της οικογενειακής ζωής προστατεύεται όχι μόνο η υπάρχουσα οικογενειακή ζωή αλλά και η επιθυμία δημιουργίας της, εφόσον η ανυπαρξία της δύναται, αντικειμενικά, να αποδοθεί στη συμπεριφορά του προσφεύγοντος. Περαιτέρω, το ΕΔΔΑ αναγνώρισε ότι ο δικαιολογητικός λόγος της γερμανικής ρύθμισης, η οποία προβλέπει περιορισμούς στο δικαίωμα επικοινωνίας τρίτων, ακόμα και αν συνδέονται, βιολογικά, με το παιδί θεμελιώνεται στην αναγκαιότητα προστασίας των υπαρχόντων οικογενειακών δεσμών, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι η στάθμιση αυτή δεν ήταν ικανοποιητική, διότι δεν είχε ληφθεί υπόψη το συμφέρον των παιδιών. Στο σημείο αυτό, θα ήταν παράλειψη να μην επισημανθεί ότι η συγκεκριμένη απόφαση του ΕΔΔΑ οδήγησε, το έτος 2013, σε τροποποίηση του γερμανικού δικαίου με τη θέσπιση διάταξης, στην οποία προβλέπεται το δικαίωμα επικοινωνίας του βιολογικού πατέρα, εφόσον επιδείξει γνήσιο ενδιαφέρον για το παιδί και εφόσον η επικοινωνία εξυπηρετεί το συμφέρον του τελευταίου.

Θα ήθελα να ολοκληρώσω τη σύντομη τοποθέτησή μου με μια τελευταία υπόμνηση. Έχοντας ως εμπειρικό γνώμονα το σύνολο των οικογενειακών υποθέσεων, που έχω χειρισθεί, δικηγορικά, μέχρι και σήμερα, θα ήθελα να τονίσω ότι οι «προβολείς» θα πρέπει να φωτίζουν, σταθερά και αδιαπραγμάτευτα, το αντικειμενικό συμφέρον των παιδιών και όχι τον εγωισμό των εν διαστάσει ή πρώην συζύγων, διότι ο ρόλος του γονέα συνιστά αυτοϋπερβατικό «μαραθώνιο ζωής» και απαιτεί σοβαρότητα, υπευθυνότητα και ωριμότητα[5].

*Η    Βασιλική Απ. ΚΑΡΔΙΜΗ είναι Δικηγόρος Δ.Σ. Ροδόπης


[1] Στο άρθρο 1513 ΑΚ αναφέρεται ότι: « Στις περιπτώσεις διαζυγίου ή ακύρωσης του γάμου ή λύσης ή ακύρωσης του συμφώνου συμβίωσης ή διακοπής της συμβίωσης των συζύγων ή των μερών του συμφώνου συμβίωσης και εφόσον ζουν και οι δύο γονείς, εξακολουθούν να ασκούν από κοινού και εξίσου τη γονική μέριμνα. Ο γονέας με τον οποίο διαμένει το τέκνο, επιχειρεί τις πράξεις που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 1516, κατόπιν προηγούμενης ενημέρωσης του άλλου γονέα ». Στο άρθρο 1519 ΑΚ αναφέρεται ότι: « Όταν η επιμέλεια ασκείται από τον έναν γονέα ή έχει γίνει κατανομή της μεταξύ των γονέων, οι αποφάσεις για την ονοματοδοσία του τέκνου, για το θρήσκευμα, για ζητήματα της υγείας του, εκτός από τα επείγοντα και τα εντελώς τρέχοντα, καθώς και για ζητήματα εκπαίδευσης, που επιδρούν αποφασιστικά στο μέλλον του, λαμβάνονται από τους δύο γονείς από κοινού. Τα δύο τελευταία εδάφια του άρθρου 1510 και το άρθρο 1512 εφαρμόζονται αναλόγως. Για τη μεταβολή του τόπου διαμονής του τέκνου που επιδρά ουσιωδώς στο δικαίωμα επικοινωνίας του γονέα με τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο, απαιτείται προηγούμενη έγγραφη συμφωνία των γονέων ή προηγούμενη δικαστική απόφαση που εκδίδεται μετά από αίτηση ενός από τους γονείς. Το δικαστήριο μπορεί να διατάξει κάθε πρόσφορο μέτρο. Ο γονέας στον οποίο δεν έχει ανατεθεί η άσκηση της επιμέλειας έχει το δικαίωμα να ζητά από τον άλλο πληροφορίες για το πρόσωπο και την περιουσία του τέκνου ».

[2] Στο άρθρο 1512 ΑΚ ορίζεται ότι: « Κατά την άσκηση της γονικής μέριμνας οι γονείς καταβάλλουν προσπάθεια για την εξεύρεση κοινά αποδεκτών λύσεων. Αν διαφωνούν, αποφασίζει το δικαστήριο ».

[3]  Στο άρθρο 1520 § 2 ΑΚ ορίζεται: « Οι γονείς δεν έχουν το δικαίωμα να εμποδίζουν την επικοινωνία του τέκνου με τους ανώτερους ανιόντες και τους αδελφούς του, εκτός αν συντρέχει σπουδαίος λόγος. Οι γονείς δεν έχουν το δικαίωμα να εμποδίζουν την επικοινωνία του τέκνου με τρίτους, που έχουν αναπτύξει μαζί του κοινωνικοσυναισθηματική σχέση οικογενειακής φύσης, εφόσον με την επικοινωνία εξυπηρετείται το συμφέρον του τέκνου ».

[4] Απόφαση της 21ης.12.2010, αριθμός προσφυγής 20578/2007.

[5] Το παρόν άρθρο αποτέλεσε την παρέμβαση της Βασιλικής Απ. ΚΑΡΔΙΜΗ, στην, από 11.05.2023. ημερίδα του Δικηγορικού Συλλόγου Ροδόπης με θέμα: «Συνεπιμέλεια τέκνων μετά το διαζύγιο ή τη διάσταση σύμφωνα με το ν. 4800/2021».

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.