Ποιοι κυβερνουν τη χωρα;

Όταν ένα κόμμα ψηφίζει το νόμο Στρατούλη, δηλαδή τον 4331/2015, ο οποίος δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης στις 2 Ιουλίου, δηλαδή δέκα μόλις μέρες πριν τη 12η Ιουλίου, και αφορούσε την επαναχορήγηση σύνταξης στους υπερήλικες ανασφάλιστους τρίτων χωρών, τη δυνατότητα καταβολής σύνταξης σε οφειλέτες ασφαλιστικών ταμείων συμψηφίζοντας τα χρέη με τη σύνταξη, τη δυνατότητα των νέων μηχανικών που πένονται, να επιλέξουν χαμηλότερη ασφαλιστική βαθμίδα και τόσα άλλα και έρχεται σήμερα το ίδιο κόμμα, «ανανεωμένο» βέβαια χωρίς την αριστερή του πτέρυγα που το χαρακτήριζε ως αριστερό, και τα αναιρεί όλα αυτά πάλι με δικό του νόμο, τότε αυτό σημαίνει ότι: Πρώτον, δέκα μέρες πριν το μνημόνιο που αποδέχτηκε ο πρωθυπουργός στις 12 Ιουλίου και ύστερα από 5,5 μήνες διαπραγματεύσεων ήταν ακόμη ανύποπτος, δηλαδή εκτός πραγματικότητας για το τί πήγαινε να διαπραγματευθεί, επομένως κακώς ζήτησε να κυβερνήσει τη χώρα και δεύτερον, ότι δεν κυβερνά αυτός αλλά το κουαρτέτο και ο δικός του ρόλος περιορίζεται να νομιμοποιεί νομοθετώντας τις επιλογές του Βερολίνου. Αυτό δεν έκανε και ο κύριος Σαμαράς; Απλά αυτός το έκανε ως Δεξιά ενώ ο κύριος Τσίπρας καπηλεύεται το όνομα της Αριστεράς με την οποία, όπως απέδειξε η νέα μνημονιακή συμφωνία και η ψήφιση του Νόμου για τα «μέτρα για την εφαρμογή της Συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων», δεν έχει καμιά σχέση. Βέβαια, δεν ήταν μόνον ο νόμος Στρατούλη αλλά μια σειρά προαπαιτούμενων, μέχρι και το ψηφισμένο και πολυδιαφημισμένο πλαίσιο των 100 δόσεων άλλαξε, για να ακολουθήσει στις επόμενες μέρες και το δεύτερο πακέτο των προαπαιτούμενων για τη χρηματοδότηση της χώρας. Ο εμπαιγμός έγκειται στο γεγονός ότι η κυβέρνηση προσπαθεί να εμφανίσει όλα αυτά τα ληστρικά μέτρα με κοινωνικό πρόσημο. Εδώ ακριβώς έγκειται και ο κίνδυνος: Δηλαδή κυβερνήσεις που αυτοχαρακτηρίζονται ως αριστερές, όπως και το ΠΑΣΟΚ παλαιότερα, επειδή δεν μπορούν να υλοποιήσουν τις προεκλογικές υποσχέσεις τους, για να φανούν συνεπείς, λαϊκίζουν επιτείνοντας τα αδιέξοδα της χώρας.
 
Όμως με τη μετατροπή της νομοθετικής και της εκτελεστικής εξουσίας σε μηχανισμό επιβολής των αποφάσεων της τρόικας η δημοκρατία υποβαθμίζεται κατάφωρα. Διότι, η κατάσταση αυτή υπερβαίνει κατά πολύ το καθεστώς «εξάρτησης και κηδεμονίας» κάτω από το οποίο υφίστατο ανέκαθεν η χώρα μας, όπως π.χ. κατά τη διάρκεια ή μετά τον Ψυχρό πόλεμο λόγω των γεωπολιτικών συσχετισμών. Σήμερα ακόμη και επουσιώδη θέματα ρυθμίζονται  και επιβάλλονται κατ’ εντολή της τρόικας με νομιμοποίηση των μνημονιακών κυβερνήσεων, οι οποίες μάλιστα τα εξωραΐζουν πριν τα επιβάλλουν. Όταν δεν μπορείς ούτε τον ΦΠΑ για την ιδιωτική εκπαίδευση να κλιμακώσεις, μπορείς να ισχυρίζεσαι ότι κυβερνάς τη χώρα; Αυτός είναι ο ρόλος μιας κυβέρνησης; Δεν ακυρώνεται έτσι επί της ουσίας και το θεμελιώδες δικαίωμα της ψήφου; Μήπως παρερμηνεύτηκε η ψήφος του εκλογικού σώματος στις τελευταίες εκλογές και θεωρήθηκε ως μνημονιακή; Ο Ιτσβάν Μέσαρος, ούγγρος μαρξιστής, έγραφε στο έργο του «Ταξική Συνείδηση και Πολιτική Στρατηγική»: «Από τη στιγμή που οι απαιτούμενες αλλαγές είναι τόσο δραματικές, το πιθανότερο είναι οι άνθρωποι ν’ ακολουθήσουν μάλλον τη γραμμή της ελάχιστης αντίστασης για ένα σημαντικό διάστημα – ακόμη κι αν αυτό σημαίνει ότι θα υποστούν σημαντικές ήττες και θα υποβληθούν σε μεγαλύτερες θυσίες – παρά να δεχθούν πρόθυμα το άλμα προς το άγνωστο». Το εκλογικό σώμα προσήλθε στις κάλπες για άλλη μια φορά υπό καθεστώς ψυχολογικής τρομοκρατίας, με την απειλή των συνεπειών της εξόδου από το ευρώ. Και δεδομένου ότι η υπερψήφιση της συμφωνίας από τη Βουλή τον Αύγουστο ανέδειξε όλα τα αστικά κόμματα ως μνημονιακά και στα αυτιά του ηχούσαν ακόμη οι «κόκκινες γραμμές» στους μισθούς και στις συντάξεις, το εκλογικό σώμα μεταξύ των μνημονιακών αστικών κομμάτων επέλεξε τον ΣΥΡΙΖΑ. Δεν είχε άλλη επιλογή εντός του πλαισίου των εκβιασμών.
 
Γι’ αυτό πιστεύω ότι αν η τρόικα κυβερνούσε απευθείας τη χώρα και όχι δι’ αντιπροσώπων, δηλαδή μέσω των ελληνικών κυβερνήσεων, η κατάσταση για τα λαϊκά συμφέροντα θα ήταν καλύτερη. Διότι θα ένωνε το λαό απέναντι στην κατοχή των δανειστών και η τρόικα θα ήταν ο άμεσος αποδέκτης παλλαϊκών αντιδράσεων. Αυτή η ενότητα του λαού και η οργή του θα επέβαλε την ανάκαμψη και την ανάπτυξη ενώ θα αναδείκνυε την κοινωνική αλληλεγγύη καταστρέφοντας τον ατομικισμό και τον κατακερματισμό της κοινωνίας που ανέδειξαν και συντηρούν ο κομματισμός και οι πελατειακές σχέσεις. Ταυτόχρονα η συσπείρωση του λαού απέναντι στην τρόικα θα εξέθετε τις οικονομικές ελίτ, που συνέδεσαν τα συμφέροντά τους με τα συμφέροντα των δανειστών τα οποία σήμερα κρύβονται κάτω από τις κομματικές αντιπαραθέσεις. Ο εθνικισμός που θα αναπτύσσονταν στη χώρα θα είχε προοδευτικό χαρακτήρα διότι θα αποσκοπούσε στην απελευθέρωση από τη μέγγενη της πολιτικής των ξένων δανειστών. Ας μην παρερμηνεύεται η ιστορική διαπίστωση ότι η δημοκρατία και η εθνική κυριαρχία ως ιδέες εξιδανικεύτηκαν και οδήγησαν τον λαό σε θυσίες και αντίσταση στη διάρκεια της δικτατορίας το ‘67 και στην Κατοχή ενώ εκφυλίζονταν στην πράξη στις ειρηνικές περιόδους. Σήμερα, αντίθετα, ο ρόλος της κυβέρνησης, ως ενδιάμεσου μεταξύ τρόικας και λαού, προσδίδει νομιμοφάνεια σε αποφάσεις που λαμβάνονται εκτός της χώρας και δημιουργεί ψευδαισθήσεις κοινοβουλευτικής δημοκρατίας που αποσβένει τις αντιδράσεις του λαού.

Αλεξανδρούπολη, 19-10-2015

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.