Ποιο μονοπατι για τη Σοσιαλδημοκρατια στην Ελλαδα;

Δέκα χρόνια μετά τις εκλογές του 2012 όσοι ενδιαφέρονται για το μέλλον της Σοσιαλδημοκρατίας στην Ελλάδα αξίζει να αναρωτηθούν σε ποιους απευθύνεται πλέον το ΠΑΣΟΚ

Η ιστορία μάς διδάσκει πως τα κόμματα που δείχνουν συμπτώματα στασιμότητας και δεν ανταποκρίνονται στις νέες ανάγκες οδηγούνται σε παρακμή. Από τις εκλογές του 2012 κι έπειτα, έχει τεθεί επανειλημμένα στην πολιτική ζωή της χώρας το ερώτημα αν το ΠΑΣΟΚ εξάντλησε τα περιθώρια ύπαρξής του ή οφείλει να παραμείνει ενεργό στην πολιτική σκηνή, ως ΠΑΣΟΚ, ως Ελιά, ως Δημοκρατική Συμπαράταξη ή, εσχάτως, ως Κίνημα Αλλαγής.

Η εκλογική βάση του ΠΑΣΟΚ συρρικνώθηκε καθοριστικά την τελευταία δεκαετία επειδή στην αυγή της αυτό κλήθηκε να αντιμετωπίσει μία πολυσχιδή κρίση που ξεπερνούσε τα όρια ευθύνης και διαχείρισης ενός μόνο κόμματος. Έκτοτε, έχει χυθεί πολλή μελάνη, ενδεχομένως περισσότερη από όση μπορεί να αντέξει ο μέσος πολίτης, σε σχέση με το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον του ΠΑΣΟΚ. Δέκα χρόνια μετά, όσοι ενδιαφέρονται για το μέλλον της Σοσιαλδημοκρατίας στην Ελλάδα αξίζει να αναρωτηθούν σε ποιους απευθύνεται πλέον το ΠΑΣΟΚ, ως κύριος εκφραστής της, διότι απαντώντας σε αυτό το ερώτημα μπορούν να προσδιορίσουν τον νέο ρόλο που μπορεί να έχει ως Κίνημα Αλλαγής (ΚΙΝΑΛ).

Η δεξαμενή ψηφοφόρων του ΚΙΝΑΛ στερεύει. Οι ηλικιωμένοι μεγαλώνουν, οι «ρομαντικοί» δεν αρκούν για να διασφαλίσουν τη θέση του στις Βουλές των Ελλήνων της δεκαετίας του 2020 και αμφότεροι σίγουρα δεν πρέπει να θεωρούνται δεδομένοι. Μπορεί η εξ αριστερών εναλλακτική να ξενίζει πολλούς όσο αδυνατεί να βρει αφήγημα θετικής δράσης και όχι στείρας αντίδρασης στη μεταμνημονιακή εποχή. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο και με την εκ των δεξιών εναλλακτική, τουλάχιστον όχι όσο η ΝΔ αντλεί, και δη υπουργοποιεί, προσωπικότητες από τον χώρο των εκσυγχρονιστών. Κανένας δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένος λοιπόν και το ΚΙΝΑΛ θα πρέπει να βρει το σωστό μείγμα στρατηγικής για να διατηρήσει συσπειρωμένη την εκλογική του βάση και να τη διευρύνει.

Ποιον ενδιαφέρει τι έχει να πει το ΚΙΝΑΛ ως έχει σήμερα; Κανέναν. Δεν φταίει το όνομα, το χρώμα ή το σύμβολό του. Δεν φταίνε ούτε τα ιστορικά αμαρτήματα του ΠΑΣΟΚ. Πολλά εξ αυτών άλλωστε τα μοιράζεται με τη ΝΔ, η οποία πάντως σχημάτισε αυτοδύναμη Κυβέρνηση μετά τις τελευταίες εκλογές, χωρίς να αλλάξει όνομα ή σύμβολο και, πολύ περισσότερο, χωρίς ίχνος αυτοκριτικής για τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό της περιόδου 2004-2009. Ο σοφός λαός έχει κοντή μνήμη και μάλιστα συγχωρεί, ιδίως όταν αναγνωρίζει –έστω και σιωπηλά– το «συντρέχον πταίσμα» του, εν προκειμένω στη σχέση κράτους-πολίτη.

Φταίει πρωτίστως ότι το ΚΙΝΑΛ δεν εκφράζει καμία σαφώς προσδιορισμένη ομάδα πολιτών και δευτερευόντως η απουσία ενός χαρισματικού ηγέτη. Σε μια εποχή που ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ εφηύραν έξυπνα διλήμματα για να χωρίσουν τον λαό σε δίπολα, το ΚΙΝΑΛ αμύνεται προτάσσοντας τις αρετές της αριστοτελικής μεσότητας. Όμως κανένας δεν δίνει την ψήφο του σε ένα κόμμα μόνο και μόνο επειδή τοποθετείται ανάμεσα στον Άδωνι Γεωργιάδη και τον Παύλο Πολάκη.

Η μετατροπή του ΚΙΝΑΛ στο πάλαι ποτέ κραταιό ΠΑΣΟΚ δεν γίνεται να αποτελεί αυτοσκοπό του. Το ΚΙΝΑΛ μπορεί να αρνείται το ευφυές πολιτικό κατηγόρημα «ΚΚΕ του κέντρου» αφού, σε αντίθεση με το ΚΚΕ, το οποίο δεν ονειρεύεται να γίνει κυβερνώσα δύναμη της αστικής δημοκρατίας, το ίδιο επιθυμεί διακαώς να επανέλθει στις αλλοτινές του εποχές. Ωστόσο, η ρητορική της αυτοδύναμης πορείας το καθιστά de facto ΚΚΕ του κέντρου. Το ΚΚΕ βέβαια προσδοκά την επανάσταση του προλεταριάτου. Το σημερινό ΚΙΝΑΛ τι ακριβώς προσδοκά; Εάν προσδοκία του είναι να εκφράσει τη Σοσιαλδημοκρατία, πρέπει πρώτα να αποκτήσει έναν απτό στρατηγικό στόχο. Με βάση την επιτυχία ή την αποτυχία εκπλήρωσής του, οι πολίτες που ταυτίζονται με τον στόχο αυτό θα καθορίσουν το μέλλον του στην πολιτική ζωή της χώρας.

Η κρίση της περιόδου 2010-2015 έδιωξε νέους ανθρώπους από τη χώρα, πολλοί εκ των οποίων αναζήτησαν στο εξωτερικό εργασία που να ανταποκρίνεται στις γνώσεις και τις δεξιότητές τους, σε χώρες που διακρίνονται για αξιοκρατικές διαδικασίες επιλογής, σεβασμό στη διαφορετικότητα, υψηλές απολαβές και αίσθημα ασφάλειας. Πολλοί από αυτούς επιθυμούν να επαναπατριστούν. Μπορεί το εξωτερικό να τους ασκεί τη δική του γοητεία, η Ελλάδα όμως τους λέει πιο πολλά. Είναι η πατρίδα τους, η κουλτούρα τους και ο τρόπος ζωής τους, με τα καλά και τα κακά της, όπως κάθε τόπος.

Το ΚΙΝΑΛ έχει μία ευκαιρία που μπορεί να μετατρέψει σε καθήκον: να διαμορφώσει ένα στρατηγικό σχέδιο για τον επαναπατρισμό αυτών των ανθρώπων. Ο στόχος είναι στην πράξη ευρύτερος. Με αυτόν, το ΚΙΝΑΛ θα έχει περισσότερες πιθανότητες να ακουστούν στους νέους οι θέσεις του για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας, οι οποίες τώρα περνούν στα χαμηλά, όπως είναι αναμενόμενο για την ελάσσονα αντιπολίτευση. Έτσι μπορεί να ελπίζει και στη διεύρυνση του ακροατηρίου του με τη νέα γενιά που βρίσκεται ήδη στην Ελλάδα και δίνει τη δική της μάχη για ένα καλύτερο αύριο.

Νέοι άνθρωποι, ιδίως εκείνοι των οποίων οι οικογένειες έχουν μια πολιτική ταυτότητα την οποία ιστορικά εξέφραζε σε κομματικό επίπεδο το ΠΑΣΟΚ, δεν θα είχαν λόγο να το απορρίψουν prima facie. Το θέμα είναι το ΠΑΣΟΚ της εποχής τους να τους λέει «κάτι» και αυτό προϋποθέτει να αισθανθούν ότι τα κοινωνικά και οικονομικά τους συμφέροντα προωθούνται και υποστηρίζονται από αυτό.

Τροχοπέδη σε αυτό το μείγμα στρατηγικής είναι μάλλον η τρέχουσα οργανωτική δομή του ΚΙΝΑΛ και η ηγεσία του. Ο μεν συνασπισμός ΠΑΣΟΚ, ΚΙΔΗΣΟ και λοιπών συγγενών δεν ενδιαφέρει κανέναν, παρά μόνο δυνάμει πληγωμένους εγωισμούς. Η δε Φώφη Γεννηματά είναι μία σοβαρή πολιτικός, όμως την προσπάθειά της διακρίνει η εκκωφαντική απουσία ενός απτού στρατηγικού στόχου. Μέχρι την ανάδειξη ενός χαρισματικού ηγέτη από τη νέα γενιά, υπάρχει ανάγκη για μια προσωπικότητα που μπορεί να συσπειρώσει την εκλογική βάση, αδιαφορώντας για το προσωπικό κόστος. Για ορισμένους πιθανούς υποψηφίους με αμφιλεγόμενο παρελθόν, αρκεί μία ειλικρινής συγγνώμη, εκεί όπου αρμόζει, και μια διαβεβαίωση στην εκλογική βάση ότι ο επόμενος Πρόεδρος είναι μεταβατικός, με τη διττή αποστολή να επιβλέψει την κατάρτιση του προαναφερθέντος στρατηγικού σχεδίου και να παραδώσει τα ηνία στη νέα γενιά.

Στην ιστορία του τόπου μας υπήρξε περίπτωση όπου ο σοφός λαός ξέχασε βαριές κουβέντες όπως «προδότης» κι έδωσε δεύτερη ευκαιρία στα 76 στο αξίωμα του Πρωθυπουργού. Σίγουρα μπορεί η εκλογική βάση του μικρού ΚΙΝΑΛ να κάνει κάτι αντίστοιχο με το ταπεινό αξίωμα του Προέδρου, και δεν είναι απαραίτητο ο υποψήφιος να έχει ξεπεράσει τα 70· μπορεί απλώς να τα πλησιάζει.

                                                                                    *Ο Δημήτρης Σαχινίδης είναι Δικηγόρος

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.