Νυχτερινο επισκεπτηριο

Short stories

Κρατούσε στην αγκαλιά  το μωρό της και του μιλούσε. Παίζανε μαζί και το παιδί έδειχνε να το ευχαριστιέται.
  
Το πρόσωπό της  ήταν χλωμό, τα μάτια της μαύρα και μεγάλα.  Δίπλα της έστεκε αμίλητη και παρατηρούσε προσεκτικά μια κοινωνική λειτουργός, που περίμενε σιωπηρή, ως το τέλος αυτής της συνάντησης, όσο έμενε εκεί το παιδί. Όταν πια μεταφέρθηκε το παιδί στο θάλαμο, αυτή  έκανε στη μητέρα του πολλές ερωτήσεις για τη ζωή της, για τις σχέσεις, για  το πρόσφατο αλλά και το απώτερο παρελθόν της.
 
Εκείνη έδινε απαντήσεις σχεδόν ακατάληπτες. Την ίδια ώρα, κοίταξε μακριά έξω από το παράθυρο. Δεν ήταν σίγουρο όμως ότι κοίταζε τα δένδρα που ο άνεμος κουνούσε τα κλαδιά τους και πιο πέρα τα μαύρα σύννεφα του ουρανού που έτρεχαν.
  
Ο λόγος της είχε παύσεις. Έμοιαζε  σαν να βρίσκεται σε έναν άλλο απόμακρο χώρο. Δεν είχε κάποια σχέση με τα εξωτερικά γεγονότα, αλλά ούτε με τα εσωτερικά συνδεόμενα αίτια. Τα ρούχα που φορούσε ήταν τσαλακωμένα και  λερά και τα μαλλιά της ήταν αχτένιστα.
 
 Εν τω μεταξύ όλο σουρούπωνε, κάτω στο δρόμο πλήθαιναν τα φώτα των αυτοκινήτων και οι σκιές απλώνονταν γύρω. Μια σκοτεινή απορία ζωγραφίστηκε στο μέτωπο της γυναίκας.
 
«Αυτοί κάτω ήλθαν για μένα!, γι αυτό κορνάρουν…» είπε σιγά που μόλις ακούστηκε.
 
 Αλλά, δεν υπήρχε πλέον λόγος κάποιας συνέχειας, ήταν η ώρα  προχωρημένη και το επισκεπτήριο είχε οριστικά τελειώσει.
  
Η κοινωνική λειτουργός έκλεισε σιωπηλή την πόρτα του θαλάμου και έφυγε σαν υπνωτισμένη. Με αργά μηχανικά βήματα κατευθύνθηκε στη στάση του λεωφορείου. Ο ουρανός όλο και μαύριζε και κάποιες αστραπές φαίνονταν στο μακρινό  ορίζοντα.
  
Ύστερα, βρέθηκε και πάλι μόνη, σέρνοντας τα βήματά της στον άδειο της σπίτι. Ήθελε να αδειάσει το κεφάλι της, μέσα της όλα ήταν μπερδεμένα και ακαθόριστα. Ανακατωμένα με παλιές αναμνήσεις και πρόσωπα της εφηβείας και παλιότερα.
  
Ήταν αδύνατο να ησυχάσει. Πήρε ένα βιβλίο και άρχισε να διαβάζει, δεν μπορούσε να συγκεντρωθεί. Η μορφή της μάνας της εμφανιζόταν συνεχώς στη συνείδησή της και όσα δύσκολα και θλιβερά έζησε στην κλινική που νοσηλευόταν.
   
 Θυμήθηκε κάποτε που ζητούσε τη μάνα της. Έκλαιγε γοερά και την καλούσε χωρίς ανταπόκριση. Τότε, μια θεία της είπε ότι η μάνα της δεν θα ξαναγυρίσει. Μετά, κάποιες νύχτες ξενύχταγε όρθια στο κρύο, προσμένοντας το μητρικό χάδι.
      
Έξω στο δρόμο είχε ήδη ξημερώσει, η καταχνιά που απλωνόταν γύρω ολοένα διαλυόταν. Μια απορία είχε ζωγραφιστεί στο μέτωπο αυτής της γυναίκας. Τι σχέση μπορεί να έχει κείνη η μάνα με τη δική της αναρωτήθηκε. Τι σχέση μπορεί να είχε κείνο το μωρό που είχε στην αγκαλιά της με την ίδια, πότε είχε ξαναζήσει αυτό το γεγονός….   

                                                                                                 20/12/2017
* Ο Ηλείος Νίκος Μπακιός αρθρογραφεί και γράφει συνήθως  «μικρές ιστορίες», που φιλοξενούνται σε αθηναϊκές εφημερίδες, blogs και  ηλεκτρονικά περιοδικά.      

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.