Μεγαλη Βρετανια και Ευρωπαικη Ενωση

Του Σίμου Ανδρονίδη*

Λίγες ημέρες πριν εκπνεύσει η προθεσμία για την συνομολόγηση των όρων εξόδου της Μεγάλης Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, επήλθε συμφωνία μεταξύ των δύο πλευρών, που εν προκειμένω περιστρέφεται γύρω από έναν εμπορικό-οικονομικό άξονα.

Τα περιώνυμα «κλειδιά» της συμφωνίας παρουσιάζει με άρθρο της η εφημερίδα «Η Καθημερινή», κάνοντας λόγο για οκτώ ουσιώδεις παραμέτρους που διέπουν την όλη συμφωνία, περιλαμβάνοντας θεματικές όπως η αλιεία, οι μεταφορές, η διακίνηση των αγαθών, ο ανταγωνισμός, η επίλυση των διαφορών , τα προγράμματα και η δικαστική συνεργασία.

Σε αυτό το πλαίσιο, η διαπραγμάτευση του τελευταίου χρόνου, ως βασικό επίδικο είχε την διαμόρφωση μίας λειτουργικής ισορροπίας μεταξύ των θέσεων των δύο πλευρών, ή αλλιώς, διαφορετικά ειπωμένο, την επίτευξη ενός ισορροπημένου συμβιβασμού που θα επέτρεπε στη μεν Ευρωπαϊκή Ένωση να μην παρεκκλίνει από το τιθέμενο κανονιστικό πλαίσιο όπως ισχύει σε πεδία όπως ο ανταγωνισμός και η διακίνηση κεφαλαίων, ανθρώπων και αγαθών,2 και τη δε Μεγάλη Βρετανία, να ισχυρισθεί ότι πέτυχε το «μέγιστο δυνατό», διασφαλίζοντας το πρόσημο εκείνο που κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας για το δημοψήφισμα του 2016, με ερώτημα την παραμονή ή την έξοδο της χώρας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, κατέστη σημαίνον: Ήτοι, το πρόσημο της περιώνυμης Βρετανικής εθνικής κυριαρχίας που εφαρμόζεται σε όλη την επικράτεια της χώρας.

Πλέον, τα βλέμματα στρέφονται πρωταρχικά προς την πλευρά της Μεγάλης Βρετανίας, η οποία καλείται, αφενός μεν να σηκώσει το βάρος της συμφωνίας και των επιμέρους πτυχών της, και, από την άλλη, να εφαρμόσει πολιτικές που θα δύνανται να συμβάλλουν στον μετριασμό των κοινωνικών  επιπτώσεων από την ουσιαστική πλέον, έξοδο της χώρας από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Από την άλλη πλευρά, η Ευρωπαϊκή Ένωση, κατά τη διάρκεια αυτών των χρόνων, ανέπτυξε, σε εσωτερικό επίπεδο, μηχανισμούς απορρόφησης των κραδασμών από την έξοδο της Μεγάλης Βρετανίας από την Ένωση, λειτουργώντας περισσότερο συμπυκνωμένα, και παράλληλα, εξελίσσοντας περαιτέρω τη διαδικασία διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κύρια προς τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων. Ζήτημα όμως που προσλαμβάνει και άλλες πτυχές, ιδίως από την στιγμή που η στρατηγική της διεύρυνσης δεν ακολουθεί γραμμικά και απλοϊκά  την έξοδο της Μεγάλης Βρετανίας από την Ένωση με όρους «αναπλήρωσης».

Η διαδικασία εξόδου μίας χώρας που κατέστη μέλος της Ένωσης το 1973,προσέλαβε διττά χαρακτηριστικά κάτι που στην πράξη σημαίνει πως, αρχικά, επισφραγίσθηκε η ίδια η έξοδος της χώρας από την Ένωση, με τις διαπραγματεύσεις για την μορφή που θα λάβει η έξοδος, να συμπληρώνει δραστικά το όλο πλαίσιο, με έναν εκ των βασικών πρωταγωνιστών από την Βρετανική πλευρά, να είναι το κυβερνών Συντηρητικό Κόμμα.

Άλλωστε, η επιτυχημένη έξοδος, ή αλλιώς, η δυνατότητα ανάκτησης και διασφάλισης της Βρετανικής κυριαρχίας και ταυτότητας υπήρξε ένας από τους άξονες πάνω στους κινήθηκε το Βρετανικό Συντηρητικό κόμμα4 εν όψει των βουλευτικών εκλογών του 2019, με την μετέπειτα πορεία έως του σημείου της επίτευξης συμφωνίας πριν από λίγες ημέρες, να συνιστά πορεία που ενέγραψε το σχήμα «ένα και δύο βήματα εμπρός, και άλλα τόσα προς τα πίσω». Μετά την επίτευξη συμφωνίας πάνω σε μία σειρά βασικών όρων, έχει ενδιαφέρον να δούμε την στάση που θα ακολουθήσει η Βρετανική κυβέρνηση, όπως αναφέραμε και πιο πάνω.

Το εξειδικεύουμε περισσότερο, συνυπολογίζοντας και την παράμετρο της ανάληψης προεδρικών καθηκόντων στις Ηνωμένες Πολιτείες από τον Τζο Μπάιντεν. Θα επιδιώξει η Μεγάλη Βρετανία την σύναψη διμερών συμφωνιών και την εμβάθυνση διμερών σχέσεων προτάσσοντας ό,τι θα αποκαλέσουμε (άτυπα) ως «κεκτημένο» του “City” ή θα δώσει έμφαση σε πολυμερή σχήματα συνεργασίας (NATO);  Θα επιχειρήσει έναν συγκερασμό των δύο στρατηγικών; Ακόμη και η συμφωνία επί των όρων της εξόδου, παραγάγει ερωτήματα για μία χώρα που ομφαλοσκοπεί προσπαθώντας να αποκτήσει βηματισμό και για μία Ένωση που επιζητεί προωθητική ώθηση σε τομείς όπως η εξωτερική πολιτική.

Η Βρετανική παρουσία εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που εκκίνησε το 1973 (χρονική-πολιτική «μήτρα») ολοκληρώθηκε τις παραμονές εισόδου του 2021, όντας διαπερατή από αναβλητικότητα, προσδοκίες, και αμφιθυμία, με την τελευταία να μπορεί να αντιπαραβληθεί με την προθυμία εισόδου στην Ένωση που δείχνουν άλλες χώρες, ακόμη και νεότερα μέλη.

*Ο Σίμος Ανδρονίδης είναι υποψήφιος διδάκτωρ στο τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ

  1. Βλέπε σχετικά, ‘Tα οκτώ «κλειδιά» της συμφωνίας Λονδίνου – Ε.Ε.’ Διαδικτυακή έκδοση εφημερίδας ‘Η Καθημερινή,’ 24/12/2020, https://www.kathimerini.gr/world/561207733/brexit-ti-perilamvanei-i-symfonia-vretanias-e-e/ Είναι χαρακτηριστικό το ό,τι στην συμφωνία δεν περιλαμβάνονται θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής άμυνας και ασφάλειας μετά από απαίτηση της Βρετανικής κυβέρνησης, διότι κατά την ίδια επρόκειτο για θέματα που σχετίζονται με τον καταστατικό έως ‘σκληρό’ πυρήνα της εθνικής της κυριαρχίας και των συμμαχικών της προτιμήσεων. Το Λονδίνο έτσι, έθεσε μία βασική ‘γραμμή άμυνας’ γύρω από τη ζητήματα εξωτερικής πολιτικής και άμυνας, κάνοντας ουσιαστικά για λόγο για την δική του ‘αρμοδιότητα’ και όχι ‘συν-αρμοδιότητα’ επί αυτών των θεμάτων, σε μία εποχή όπου εντός της Ένωσης μαίνεται η συζήτηση σχετικά με την προτιμητέα στρατηγική σε θέματα κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας. Η συμφωνία διασφαλίζει τις εμπορικές συναλλαγές χωρίς τελωνειακούς δασμούς, ούτε ποσοστώσεις, «για όλα τα αγαθά που συμμορφώνονται με τους κανόνες καταγωγής», κάτι που συμβαίνει για πρώτη φορά σε εμπορική συμφωνία.
  2. Οι επιχειρήσεις του Ηνωμένου Βασιλείου διατηρούν έτσι την πρόσβασή τους σε μια τεράστια ενιαία αγορά 450 εκατομμυρίων καταναλωτών και οι αντίστοιχες ευρωπαϊκές σε μια αγορά 66 εκατομμυρίων Βρετανών καταναλωτών». Βλέπε σχετικά, ‘Tα οκτώ «κλειδιά» της συμφωνίας Λονδίνου – Ε.Ε…ό.π.
  3. Για τους λόγους (βλέπε και απώλεια ισχύος) που κατέστησαν εφικτή την είσοδο της Μεγάλης Βρετανίας στην τότε Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ), βλέπε σχετικά, Nugent Neil, ‘Πολιτική και διακυβέρνηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση,’ Πρόλογος-Επιμέλεια: Μενδρινού Μαρία, Μετάφραση: Τσολακίδου Ιουλία, Τριανταφύλλου Αλεξάνδρα, Εκδόσεις Σαββάλας, Αθήνα, σελ. 63-68. Όπως τονίζει ο Neil Nugent, «έτσι, όταν ο Πομπιντού άνοιξε την πόρτα της ΕΚ στη Μεγάλη Βρετανία, η κυβέρνηση του Έντουαρντ Χιθ (Edward Heath), μπήκε στην ΕΚ με προθυμία. Ωστόσο, από τότε που εντάχθηκε στην κοινότητα, η Μεγάλη Βρετανία υπήρξε κατά κάποιον τρόπο ένας δύστροπος εταίρος. Αυτό συνέβη κυρίως από το 1979 έως το 1997, την εποχή της διακυβέρνησης της χώρας από το Συντηρητικό Κόμμα, το οποίο υιοθέτησε μια μινιμαλιστική στάση απέναντι στις αρμοδιότητες της ΕΚ/ΕΕ και στην οργανωτική μορφή που θα έπρεπε να λάβει αυτή».
  4. Ενώ το Συντηρητικό κόμμα πρωταγωνίστησε στην όλη διαδικασία, από τις απαρχές ακόμη του δημοψηφίσματος, θα τονίσουμε πως η στάση του ως προς το επίδικο της παραμονής ή της εξόδου αντίστοιχα, δεν υπήρξε ενιαία και μονολιθική, καθότι την φιλευρωπαϊκή στάση του τότε πρωθυπουργού Ντέιβιντ Κάμερον, ισοστάθμιζε η έντονη, Βρετανική χροιάς, ρητορική στελεχών όπως ο νυν πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον, που τότε ήταν δήμαρχος του Λονδίνου. Ο δεύτερος μάλιστα, προέβη και σε συνθηματολογικές έως ανιστορικές εγκλήσεις-αναφορές, συγκρίνοντας την Ευρωπαϊκή Ένωση και αυτό που θεωρούσε ως εγχείρημα συγκρότησης «ευρωπαϊκού υπερκράτους», με το εθνικοσοσιαλιστικό-ναζιστικό εγχείρημα συγκέντρωσης εξουσιών. Ευρύτερα ομιλώντας, και κοιτώντας προς τα πίσω, θα πούμε πως το Συντηρητικό κόμμα έφερε στο εσωτερικό του τα διακυβεύματα και τις αντιφάσεις της δημοψηφισματικής διαδικασίας και μετέπειτα, της διαδικασίας εξόδου.  Για τη ρητορική Τζόνσον, βλέπε σχετικά, ‘Ο Μπόρις Τζόνσον συγκρίνει την Ευρωπαϊκή Ένωση με την Γερμανία του Αδόλφου Χίτλερ,’ Ιστοσελίδα ‘Enikos.gr,’ 15/05/2016, https://www.enikos.gr/international/388631/o-boris-tzonson-sygkrinei-tin-evropaiki-enosi-me-tin-germania-tou-adolfou-xitler

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.