Η Ηλεκτρονικη Ταυτοτητα του Κτιριου και η αλογιστη οικιστικη αναπτυξη ως παραγων οικονομικης κρισης

—Πρόκειται άραγε για μεταρρύθμιση ή για αντιμεταρρύθμιση;

Η ενεργοποίηση της Ηλεκτρονικής Ταυτότητας Κτιρίου από τις αρχές του έτους ανέδειξε για άλλη μια φορά το μεγαλύτερο, ίσως, πρόβλημα της χώρας. Ότι η πολιτική ηγεσία αγνοεί την πραγματικότητα που βιώνει ένα μεγάλο ποσοστό του ελληνικού λαού, πλειοψηφικό μάλιστα. Μετά από δέκα χρόνια οικονομικής κρίσης που συνεχίζεται αδιάλειπτα και εν μέσω πανδημίας που ισοπέδωσε ό,τι είχε απομείνει ετοιμόρροπο, συνεχίζει να επιβαρύνει με κάθε τρόπο τους ιδιοκτήτες της ακίνητης περιουσίας. Μέτρα που δεν νομοθετήθηκαν πριν την κρίση, όταν η σύνδεση ακίνητης περιουσίας και οικονομικής δυνατότητας ήταν αυτονόητη, έχουν επιβληθεί μετά το 2010 και επαυξάνονται σήμερα με την  «Ηλεκτρονική Ταυτότητα του Κτιρίου» που θα επιδεινώσει το πρόβλημα και στην αγορά των ακινήτων. Έτσι, στα 11 έγγραφα που απαιτούνταν για τη μεταβίβαση ακινήτου στη χώρα μας προστίθεται τώρα και η ηλεκτρονική ταυτότητα. Με αποτέλεσμα σύμφωνα με την τελευταία έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας για «το επιχειρείν», η Ελλάδα βρίσκεται στην 156η θέση μεταξύ 190 χωρών. Πρόκειται λοιπόν για μεταρρύθμιση ή για αντιμεταρρύθμιση; 

Πού αποσκοπούν όλα αυτά; Αν εξαιρέσουμε τον ΕΝΦΙΑ, ο οποίος έχει καθαρά φοροδοτικό χαρακτήρα, όλες οι άλλες επιβαρύνσεις με τα πιστοποιητικά εν μέσω κρίσης αποτελούν επινοήσεις των κυβερνήσεων που επιβαρύνουν τους ιδιοκτήτες και αποσκοπούν κυρίως να διασώσουν τον πολυπληθή κλάδο των Μηχανικών, ο οποίος έχει περιέλθει σε αδιέξοδο. Αδιέξοδο που  είναι προφανές αν λάβουμε υπόψη ότι π.χ. στο τέλος του 2016 οι επενδύσεις σε κατοικίες δεν ξεπέρασαν το 0,7% του ΑΕΠ (περίπου 1,3 δις ευρώ), έναντι 9,9% του ΑΕΠ το 2007 (25 δις ευρώ)! Το πολυπληθές δυναμικό των Μηχανικών διαμορφώθηκε αριθμητικά στις συνθήκες της υπέρμετρης ανοικοδόμησης της δεκαετίας του 2000, σε συνθήκες «φούσκας» δηλαδή. Γι’ αυτό, ήταν επόμενο να οδηγηθεί σε ένα μόνιμο αδιέξοδο.

Όμως τα θύματα της υπέρμετρης οικοδομικής δραστηριότητας που υπερέβαινε τις ανάγκες δεν περιορίζονται μόνο στους Μηχανικούς. Διότι η οικοδομική δραστηριότητα του τέλους της δεκαετίας του 1990 και του 2000 οδήγησε πλείστα όσα επαγγέλματα στην υπερμεγέθυνσή τους. Δεκάδες χιλιάδες διαμερίσματα κατασκευάζονταν σε ετήσια βάση, οπότε ήταν αναμενόμενο να συμπαρασύρουν και άλλα επαγγέλματα. Γέμισε η αγορά, πέραν των καταστημάτων των οικοδομικών υλικών, από καταστήματα οικιακού εξοπλισμού, και άλλα πολλά που προσπαθούσαν να ανταποκριθούν στη ζήτηση που απογειώθηκε. Σήμερα η συντριπτική πλειοψηφία των καταστημάτων αυτών έχει κλείσει. Δηλαδή η επιλογή της αλόγιστης οικιστικής ανάπτυξης ως ατμομηχανής της οικονομίας αντί της παραγωγικής ανάπτυξής της σε μια περίοδο που απαξιωνόταν παραγωγικά, συμπαρέσυρε ολόκληρη την κοινωνία στην καταστροφή. Πώς θα ανταποκριθούν όλοι αυτοί οι επαγγελματίες στις πρόσθετες υποχρεώσεις που συνεχώς επιβάλλονται στην ακίνητη περιουσία;

Γιατί συνέβησαν όλα αυτά; Διότι οι κυβερνώντες αγνοούσαν ότι η αλόγιστη οικιστική ανάπτυξη μπορεί να δημιουργεί συγκυριακά κλίμα ευημερίας, νομοτελειακά όμως αποτελεί προάγγελο οικονομικής κρίσης. Όπως γράφει ο Ντέιβιντ Χάρβεϊ στο βιβλίο «Δρόμοι και τρόποι του κόσμου», στο κεφάλαιο «Πόλεις: οι ρίζες των οικονομικών κρίσεων», «οι εκρήξεις στις αγορές ακινήτων που προηγήθηκαν των κραχ του 1929, του 1973, του 1987 και του 2000 ξεχωρίζουν σαν μύγες μες το γάλα». Σημείωνε μάλιστα στις «Εξεγερμένες πόλεις» το 2012: «Η σημερινή κρίση ξεκινά από την αστικοποίηση, από τη φούσκα των ακινήτων στις ΗΠΑ το 2007, η οποία μεταφέρθηκε στην Ευρώπη το 2009, κτυπώντας τους αδύναμους κρίκους που βρίσκονταν στο Νότο». Ποιος ήταν ο μηχανισμός δημιουργίας αυτών των κρίσεων; O χρηματοπιστωτικός τομέας προκειμένου το πλεονάζον κεφάλαιο να απορροφηθεί μέσα από την οικοδομική δραστηριότητα. Γιατί όμως η φρενήρης ανοικοδόμηση οδηγεί σε κρίση; «Διότι η αισιοδοξία στις χρηματοπιστωτικές αγορές έχει τη δύναμη να σηκώνει ορόφους, αλλά δεν μπορεί να κάνει ένα κτίριο να αποδώσει χρήματα».

Όπως σημειώνει ο Χάρβεϊ στο ίδιο βιβλίο, «η πίεση να απορροφηθεί το υπερσυσσωρευμένο κεφάλαιο στις ΗΠΑ από τη στεγαστική αγορά […] άρχισε να κερδίζει έδαφος στα μέσα της δεκαετίας του 1990 και επιταχύνθηκε έντονα μετά το τέλος της φούσκας των μετοχών στις νέες τεχνολογίες και το κραχ του χρηματιστηρίου το 2001». Δεν σας θυμίζουν αυτά την πορεία της στεγαστικής αγοράς στην Ελλάδα το ίδιο χρονικό διάστημα; Όμως ποιος χρηματοδότησε τη ζήτηση ώστε το ελληνικό κεφάλαιο να μπορέσει να απορροφήσει τα χρήματα που συσσώρευσε από το χρηματιστήριο; Ο χρηματοπιστωτικός τομέας, οι τράπεζες ανέλαβαν τον ρόλο να ρυθμίσουν τη ζήτηση χορηγώντας αφειδώς δάνεια με χαμηλά επιτόκια. Μάλιστα ήταν τόσο έντονος ο οικοδομικός οργασμός, που επικάλυψε την προϊούσα απαξίωση της χώρας στον πρωτογενή και δευτερογενή τομέα. Και όταν η «φούσκα» της αστικοποίησης έσκασε, διότι τα τούβλα από τη στιγμή που ενσωματωθούν στην κατασκευή δεν αποδίδουν χρήματα, βρεθήκαμε χωρίς τίποτα, με ανύπαρκτο πρωτογενή και δευτερογενή τομέα και χρεωμένα νοικοκυριά, με την αγωνιώδη προσπάθεια των κυβερνήσεων να μεταφέρουν οικονομικούς πόρους από τη μια κοινωνική ομάδα στην άλλη, μπροστά στην αδυναμία τους να σηματοδοτήσουν την παραγωγική ανάπτυξη της χώρας.

Αλεξανδρούπολη, 2-2-2021

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.