Γιατι παλι, και ξανα παλι, τον Ερντογαν;

Η επικράτηση του Ερντογάν στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών, μία ανάσα μόλις από την τελική επικράτησή του, δημιουργεί σκέψεις για τις βαθύτερες αιτίες της συνεχούς επικράτησης του ΑΚΡ, που προσωποποιείται στον αρχηγό του από το 2002 έως σήμερα. Γιατί παρά τις σοβαρές οικονομικές δυσχέρειες που αντιμετωπίζει, ιδιαίτερα σήμερα, η τουρκική κοινωνία επιμένει να επικροτεί την πολυκύμαντη πολιτική του Τούρκου προέδρου; 

Ο Michel Bozdemir μας εξηγεί:

«Μετά τις μεταρρυθμίσεις του Τανζιμάτ (1839) σχηματίσθηκαν δύο ελίτ στην οθωμανική και, στη συνέχεια, στην τουρκική κοινωνία. Την πρώτη αποτελούσαν οι απόφοιτοι Idadi (κολεγίων) και των Sultani (λυκείων) που είχαν εκπαιδευτεί στη βάση δυτικών προτύπων και τη δεύτερη, οι απόφοιτοι των medrese που είχαν εκπαιδευτεί στην παράδοση. Αυτή η νέα αντίληψη εφαρμόστηκε χωρίς ανταγωνισμό στις νέες γενιές, μέχρι το πέρασμα στη δημοκρατία».

Όμως, με το πέρασμα στη δημοκρατία (1923), όπως γράφει ο Hamit Bozarslan για τον κεμαλισμό, «η δημοκρατική Τουρκία θεμελιώθηκε πάνω σε μια ακραία άρνηση του άμεσου –οθωμανικού– παρελθόντος της και, κατά συνέπεια, των ίδιων των αληθειών του», προσπαθώντας να διαμορφώσει ένα έθνος αποκομμένο από την κουλτούρα, τις παραδόσεις και τα ήθη των κατοίκων της. Το αποτέλεσμα ήταν, σύμφωνα με την  Ellen Kay Trimberg, να δημιουργηθούν «δύο έθνη» στην ίδια χώρα: «Ένα από τα αποτελέσματα του κεμαλικού προγράμματος ήταν η δημιουργία των δύο εθνών: το ένα αγροτικό, παραδοσιακό και υπανάπτυκτο και το άλλο αστικό, μοντέρνο και αναπτυγμένο». Η πολιτική ζωή της Τουρκίας διαμορφώθηκε στα όρια αυτών των δύο διαχωριστικών γραμμών μέχρι και σήμερα. Έτσι εμφανίζονται δύο κόσμοι εντελώς χωριστοί. Έρχονται στην επιφάνεια διαφοροποιημένες ταυτότητες: παρουσιάζονται χωριστές και σε σύγκρουση.

Ο Ερντογάν, εκφραστής των παραδόσεων και των αληθειών τού ενός «έθνους», που πλειοψηφεί όπως αποδεικνύει η συνεχής επικράτησή του σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις, κατόρθωσε με την πολιτική του να απενεργοποιήσει τα ταξικά αντανακλαστικά της τουρκικής κοινωνίας. Η ισλαμοποίηση ενός καθεστώτος, έστω και με πολύ μετριοπαθή χαρακτηριστικά, όπως στην Τουρκία, έρχεται ουσιαστικά να αναιρέσει ή να επικαλύψει, εκούσια είτε ακούσια, τον ταξικό χαρακτήρα της κοινωνίας. Η ανάδειξη της θρησκείας ως ενός από τα κυριότερα χαρακτηριστικά της πολιτικής κυβερνώντος κόμματος, όπως το ΑΚΡ, ομογενοποιεί ταξικά την κοινωνία, προτάσσοντας τα θρησκευτικά χαρακτηριστικά έναντι των ταξικών διαφοροποιήσεων. Βέβαια, επειδή η θρησκεία εγκλωβίζει την κοινωνική εξέλιξη και απορροφά τους κοινωνικούς κραδασμούς, το ζήτημα που θα αντιμετωπίσει ο Ερντογάν είναι οι αντοχές της κοινωνικής ανοχής, εκτός κι αν, αξιοποιώντας για μια ακόμη φορά το γεωπολιτικό περιβάλλον της Τουρκίας, όπως διαμορφώθηκε μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ, οδηγήσει τη χώρα στην οικονομική ανάκαμψη.

Όμως, υπάρχουν και στοιχεία που ένας λαός προτάσσει έναντι των οικονομικών δυσχερειών. Είναι ο περιφερειακός ρόλος που διαδραματίζει ή τουλάχιστον προσπαθεί να διαδραματίσει η Τουρκία αυτόνομα την τελευταία 20ετία, με επιτυχία πολλές φορές, με την αξιοποίηση του οθωμανικού παρελθόντος, της κοινής θρησκείας και της κοινής καταγωγής (Μέση και Εγγύς Ανατολή, Κεντρική Ασία, Καύκασος, Β. Αφρική), αλλά και πέραν αυτών (υποσαχάρια Αφρική), διεκδικώντας τα συμφέροντά της έναντι ισχυρών ευρωπαϊκών κρατών. Ασκεί ρητορικά, αλλά σε πολλές περιπτώσεις και στην πράξη, αδέσμευτη εξωτερική πολιτική,  που δημιουργεί στον τουρκικό λαό αισθήματα εθνικής υπερηφάνειας. Συγκριτικά με τη χώρα μας (Β. Ήπειρος, Μαριούπολη, κ.α.), δημιουργεί στις μειονότητές της και στους Τούρκους τής διασποράς την αίσθηση ότι ανήκουν σε ένα ισχυρό έθνος που διαθέτει την ισχύ και τη βούληση να τις προστατεύσει. Μάλιστα, στην περίπτωση του πολέμου στην Ουκρανία, διαδραματίζει ανάμεσα στους εμπόλεμους τον ρόλο που θα έπρεπε να διαδραματίσει η ΕΕ ή ισχυρές συνιστώσες της, εμπλεκόμενη αρχικά στις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις, στην προώθηση των σιτηρών, προτάσσοντας μάλιστα στις περισσότερες των περιπτώσεων τα εθνικά της συμφέροντα έναντι των κυρώσεων, κάτι που καμιά ευρωπαϊκή χώρα δεν είχε το σθένος να κάνει έναντι των επιταγών της Ουάσινγκτον. Ο διακριτός ρόλος της γείτονος στον πόλεμο της Ουκρανίας έχει αναβαθμίσει στο έπακρο την πολιτική της αξία στο διεθνές προσκήνιο και ο αντίκτυπός του στο εσωτερικό της χώρας έχει συμβάλλει τα μέγιστα στην επικράτηση του Ερντογάν. Απέναντι στην ομήγυρη των έξι χωρίς συγκεκριμένο πολιτικό στίγμα προβάλλει η φυσιογνωμία ενός ηγέτη που μπορεί και παρεμβαίνει στις διεθνείς εξελίξεις σε συνθήκες παγκόσμιας όξυνσης.

Και στο θέμα της δημοκρατίας;

Στο θέμα της δημοκρατίας που είναι προβληματική στη γείτονα, ο Τούρκος πολίτης είναι αυτός που βιώνει διαχρονικά την κατάσταση στη χώρα του και μπορεί να συγκρίνει και να κρίνει. Οι κεμαλιστές που διεκδικούν την επάνοδό τους στην εξουσία πίστευαν στον εκσυγχρονισμό από τα πάνω: σκέπτονταν να πραγματοποιήσουν τον κοινωνικό μετασχηματισμό με νομοθετικά μέτρα και, γενικότερα, με μεθόδους «κοινωνικής μηχανικής». Όσες φορές η επαναστατική δυναμική ξεπρόβαλε τα ταξικά της χαρακτηριστικά, τα απανωτά στρατιωτικά πραξικοπήματα αποκατέστησαν την επιθυμητή τάξη. Τρία στρατιωτικά πραξικοπήματα για την αντιμετώπιση ταξικών αντιδράσεων (1960, 1971, 1980) και ένα «μεταμοντέρνο» το 1997 για την αποκαθήλωση του ισλαμιστή Ερμπακάν έχει να θυμηθεί ο Τούρκος πολίτης από τους κεμαλιστές. Βέβαια, ο χαρακτήρας του πολιτικού καθεστώτος μιας χώρας και οι δυνατότητες περαιτέρω εκδημοκρατισμού της αξιολογούνται με κριτήρια που αναφέρονται στην ιστορική της διαδρομή και στο πολιτικό περιβάλλον της περιοχής όπου ανήκει γεωγραφικά, στο οποίο η Τουρκία υπερέχει εμφανώς πολιτικά παρά τις αδυναμίες της. Όμως, είναι δυνατόν να επικρατήσει αποσπασματικά εκεί ένα δημοκρατικό καθεστώς με ευρωπαϊκά χαρακτηριστικά;

Αλεξανδρούπολη, 15/5/2023

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.