Γιατι η αντιμνημονιακη ψηφος μετατρεπεται σε μνημονιακη πολιτικη;

Ο Ντέιβιντ Χάρβεϊ γράφει στο «Αίνιγμα του κεφαλαίου» για τις κρίσεις: «Οι κρίσεις είναι, τρόπον τινά, οι παράλογοι εκλογικευτές ενός πάντοτε ασταθούς καπιταλισμού. Πρέπει πάντα να διερωτώμεθα τι είναι αυτό που εκλογικεύεται στην προκειμένη περίπτωση και ποια κατεύθυνση ακολουθούν οι εκλογικεύσεις, διότι αυτές είναι που θα καθορίσουν όχι μόνο τον τρόπο εξόδου μας από την κρίση, αλλά και τον μελλοντικό χαρακτήρα του καπιταλισμού. Σε περιόδους κρίσεις υπάρχουν πάντα επιλογές. Το ποια θα προτιμηθεί εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την ισορροπία των ταξικών δυνάμεων….». Όμως, πέντε χρόνια μετά την έναρξη της κρίσης είναι ολοφάνερο ότι αυτή αποβαίνει υπέρ των συμφερόντων του κεφαλαίου με μοχλό το Κοινοβούλιο παρά την εκπεφρασμένη αντιμνημονιακή βούληση του εκλογικού σώματος. Πού οφείλεται αυτό το χάσμα μεταξύ του εκλογικού σώματος και της κοινοβουλευτικής συμπεριφοράς των κομμάτων που ψηφίζει;
 
Έχει επιβεβαιωθεί σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις στη διάρκεια της κρίσης, ότι για την κατανομή των βαρών στην κοινωνία καταλυτική υπήρξε η κοινοβουλευτική συμπεριφορά των κομμάτων, η οποία αλλοίωνε τη λαϊκή εντολή. Ενώ στις εκλογές του 2012 ο ελληνικός λαός ψήφισε στη συντριπτική του πλειοψηφία κατά της μνημονιακής πολιτικής, προέκυψε μνημονιακή κυβερνητική πλειοψηφία 179 βουλευτών. Αλλά και στις εκλογές του 2015 ενώ το εκλογικό σώμα επανέλαβε την αντιμνημονιακή του ψήφο και προέκυψε αντιμνημονιακή κυβερνητική πλειοψηφία 162 εδρών, αυτή μεταλλάχθηκε σε μνημονιακή. Πώς γίνεται όμως ενώ ο λαός υπερψηφίζει τα αντιμνημονιακά κόμματα, στο τέλος πλειοψηφία άνω των 220 βουλευτών να υπερψηφίζει το 3ο μνημόνιο;
 
Αυτός ο τρόπος λειτουργίας του Κοινοβουλίου αναδεικνύει την επίφαση της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, η οποία δεν αποτυπώνει αξιόπιστα τη βούληση της κοινωνίας αλλά τη διαστρέφει γι’ αυτό και διευρύνει συνεχώς το έλλειμμά της, με χαρακτηριστικό την πλήρη απομόνωση του λαού από τις αποφάσεις και τις εξελίξεις που καθορίζουν το μέλλον του παρά την εκπεφρασμένη αντίθεσή του. Έγραφε χαρακτηριστικά ο Κορνήλιος Καστοριάδης: «Πριν από δύο αιώνες ο Ζαν Ζακ Ρουσσώ, ασκώντας ακριβώς κριτική στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία, έγραφε στο “Κοινωνικό Συμβόλαιο”, ότι “οι Άγγλοι πιστεύουν ότι είναι ελεύθεροι, αλλά στην πραγματικότητα είναι ελεύθεροι μια μόνο μέρα κάθε πέντε χρόνια”. Όμως ο Ρουσσώ έκανε λάθος, συνεχίζει ο Καστοριάδης, διότι οι Άγγλοι δεν ήταν ελεύθεροι ούτε καν αυτή τη μια μέρα κάθε πέντε χρόνια, αφού οι υποψήφιοι επιλέγονται από την κορυφή του κομματισμού μηχανισμού…. Με άλλα λόγια το παιχνίδι είναι στημένο και το ζήτημα περιορίζεται, λίγο έως πολύ, στο να μπορούμε να επιλέξουμε μεταξύ ενός μελαχρινού και ενός ξανθού βουλευτού».
 
To αίτιο δεν είναι προφανώς αριθμητικό, π.χ. η μείωση των 300 βουλευτών σε 200, όπου προσπαθούν να μετατοπίσουν το ενδιαφέρον αποπροσανατολίζοντάς τον λαό από την ουσία της λειτουργίας του πολιτεύματος αλλά ότι ο ψηφοφόρος καλείται να αποφασίσει εντός προδιαγεγραμμένων ορίων του συστήματος που έχουν διαμορφωθεί ερήμην του. Ακόμη και οι υποψήφιοι βουλευτές μεταξύ των οποίων καλούμεθα να επιλέξουμε «ελεύθερα» έχουν προεπιλεγεί. Απουσιάζει παντελώς από τη λειτουργία του πολιτεύματος ένα σώμα άμεσης δημοκρατίας που θα μειώνει τις εκκωφαντικές δυσαρμονίες του, θα εξισορροπεί τις κοινοβουλευτικές μεταλλάξεις των κομμάτων μετεκλογικά αμβλύνοντας την ταξική ανισότητα. Η απουσία αυτού του σώματος άμεσης έκφρασης του λαού καταδείχθηκε εμφατικά στο δημοψήφισμα, όπου ενώ το 62% του εκλογικού σώματος υπερψήφισε το «Όχι», λίγες μόλις μέρες μετά η κυβέρνηση αποδέχονταν το 3ο μνημόνιο και το κοινοβούλιο το υπερψήφιζε. Απαιτείται, δηλαδή, ένα παράλληλο σώμα, με μέλη άμεσα ανακλητά, στο οποίο θα αντιπροσωπεύονται όλες οι κοινωνικές ομάδες (αγρότες, εργάτες, δικηγόροι γιατροί, μηχανικοί, υπάλληλοι, μικροεπαγγελματίες, κ.α.) ανάλογα με τον αριθμό των μελών τους, στο οποίο έτσι θα αποτυπώνεται αμεσότερα η κοινωνία έναντι του υφιστάμενου Κοινοβουλίου, όπου εκλέγονται οι «επώνυμοι», δηλαδή τηλεπαρουσιαστές, ηθοποιοί, πανεπιστημιακοί, μετεωρολόγοι, δημοσιογράφοι κ.α. που εκπροσωπούν ολιγομελείς κοινωνικές ομάδες και κύριο κριτήριο επιλογής τους είναι η αναγνωρισιμότητά τους. Γι’ αυτό δεν μπορούν να αντιληφθούν στη συντριπτική πλειοψηφία τους και να προτάξουν ως πρώτιστο θέμα για τη χώρα την ανάπτυξή της, αφού αυτή μόνον θα οδηγήσει στην ανάκαμψή της, στη δραστική μείωση της ανεργίας και στην αποκατάσταση της κοινωνικής συνοχής, ζήτημα αυτονόητο σε εκπροσώπους των πολυπληθών παραγωγικών ομάδων της χώρας. Αυτή η δυσαρμονία εκλογικού σώματος και Κοινοβουλίου, που απομονώνει ουσιαστικά το λαό από τις αποφάσεις δεν είναι τυχαία. Εξυπηρετεί τα συμφέροντα συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων γι’ αυτό και έχει παγιωθεί. Όμως το έλλειμμα της δημοκρατίας στη χώρα μας δεν διευρύνεται μόνον λόγω της αναξιόπιστης στάσης της πλειοψηφίας των κομμάτων αλλά και εξ αιτίας της συμπεριφοράς του εκλογικού σώματος στις συνθήκες της κρίσης. Μας λέει ο Ούλριχ Μπεκ: «Χωρίς αίσθημα υλικής εξασφάλισης δεν υπάρχει πολιτική ελευθερία. Δεν υπάρχει δηλαδή καμία δημοκρατία…». Και σημειώνει: «Ο καπιταλισμός με κοινωνικό πρόσωπο… βασίζεται στην παραδοχή ότι μόνο οι άνθρωποι που διαθέτουν μια κατοικία και μια σίγουρη θέση εργασίας και μέσω αυτών ένα υλικό μέλλον, είναι ή γίνονται πολίτες που ιδιοποιούνται τη δημοκρατία και της δίνουν σάρκα και οστά». Το εκλογικό σώμα στη χώρα μας αντιμέτωπο με την ανεργία, με τις απαξιωτικές συνθήκες της ευέλικτης εργασίας και τον κοινωνικό αφανισμό σύρεται πίσω από τις υποσχέσεις κομμάτων τα οποία μετεκλογικά τις αναιρούν.
 
Αλεξανδρούπολη, 12-9-2015

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.