Ευτερπη και Διονυσος στα σοκακια μιας παλιας πολης

Έπρεπε να μεγαλώσω αρκετά προκειμένου να συλλάβω το μέγεθος της πολιτισμικής και ιστορικής κληρονομιάς του Ρεθύμνου, της πόλης όπου μεγάλωσα.

Η ζωή μου ως παιδί ήταν τόσο αδιόρατα πλεγμένη με το ενετικό και το οθωμανικό παρελθόν της πόλης, σαν να τα ένωνε αυτά τα δύο μία αόρατη τριχιά. Εγώ, όμως, μέσα από τα παιδικά μου μάτια, αδυνατούσα να αντιληφθώ τη σημασία όσων θεωρούσα αυτονόητα. Για μένα, το να μεγαλώνει κανείς σε μία πόλη με θάλασσα και μια παλιά πόλη γεμάτη τουρίστες, ήταν κάτι το δεδομένο.

Το σπίτι στο οποίο έζησα τα πρώτα πέντε χρόνια της ζωής μου, κι ας μην το θυμάμαι πια, ήταν στα Πεταλάδικα, τη συνοικία στο μεταίχμιο μεταξύ παλιάς και νέας πόλης. Εκεί έφερναν παλιά τα άλογά τους για τους αλλάξουν πέταλα και σαμάρι Τούρκοι και χριστιανοί. Τώρα, το διώροφο αυτό σπίτι με την εσωτερική αυλή και τη μωβ βοκαμβίλια δίπλα απ’ την πόρτα του, δεν είναι παρά ένα από τα πολλά παλιά διατηρητέα σπίτια της παλιάς πόλης, σ’ έναν δρόμο γεμάτο με μυρωδιές κρητικών εδεσμάτων και τραπεζάκια μέχρις εκεί όπου φτάνει το μάτι.

Μεγαλόπρεπο και επιβλητικό δέσποζε στις αναμνήσεις μου το ενετικό κάστρο του 17ου αιώνα, η περίφημη Φορτέτζα, σήμα κατατεθέν της πόλης, χτισμένη πάνω σε μια γλώσσα ξηράς που εισχωρεί σαν σφήνα μέσα στα βαθυγάλαζα νερά του Κρητικού πελάγους. Εδώ γίνονταν συχνά οι σχολικές μας εκδρομές, χαρούμενες παιδικές φωνές στριμωγμένες μέσα σε κραταιά τείχη. Εδώ γνώρισα  το θέατρο, αφού δίπλα στις πολεμίστρες και τους φοίνικες ανέβαζαν όλοι οι αθηναϊκοί θίασοι τις παραγωγές τους τις ξένοιαστες νύχτες του καλοκαιριού, με τα τζιτζίκια να ντουμπλάρουν τους ηθοποιούς και το ολόγιομο φεγγάρι να παίρνει λαθραία μάτι από την παράσταση χωρίς ποτέ του να πληρώσει εισιτήριο. Η «Ερωφίλη» ήταν το μέρος όπου, στα πρώτα σκιρτήματα της εφηβείας, επέλεξα να περάσω πολλά από τα θερινά βράδια μου, δουλεύοντας  ως ταξιθέτρια.

Πέρα, όμως, από τον Σαίξπηρ, τον Μολιέρο, τους αρχαίους τραγωδούς και τον Αριστοφάνη, στο θέατρο «Ερωφίλη» της Φορτέτζας ακούγονταν τότε –ευτυχώς ακόμη και τώρα– κάθε λογής μελωδίες της Μούσας Ευτέρπης, από την εντόπια κρητική μουσική μέχρι τους ήχους της κλασικής ορχήστρας. Όλα, με φόντο κάτω από τα τείχη, το καφέ των σπιτιών και των μιναρέδων της παλιάς πόλης και το βαθύ μπλε του πελάγους. Δεν άκουσα, όμως, μόνο ως παιδί εκεί πέρα τις μελωδίες του Ορφέα και της Ευτέρπης, αλλά και έπαιξα κιόλας και η ίδια κάποιες φορές μουσική ως μέλος της δημοτικής φιλαρμονικής.

Κι αυτό το τελευταίο, η μουσική μου δηλαδή ιδιότητα, με φέρνει στον έτερο πρωταγωνιστή των αναμνήσεών μου, των μουσικών, στο παράρτημα του Ελληνικού Ωδείου Αθηνών. Αυτό λειτουργούσε –και λειτουργεί ακόμη– στο Τζαμί Νερατζέ, ένα από τα μεγαλύτερα οθωμανικά μνημεία της πόλης. Το τζαμί του νικητή της πολιορκίας του 1646, Γαζή Χουσεΐν, ονομάστηκε έτσι από τη νερατζιά που υπήρχε δίπλα του και είναι ένας από τους πιο μεγαλόπρεπους συναυλιακούς χώρους της πόλης. Εκεί, λοιπόν, έπαιξα ως παιδί σε αμέτρητες μαθητικές συναυλίες πιάνο, εκεί έδινα εξετάσεις στο ίδιο όργανο, εκεί διδασκόμουν τη θεωρία της μουσικής και εκεί οι λεπτές παιδικές φωνές μας στη χορωδία υψώνονταν μέχρι τον πελώριο θόλο του τεμένους, προσπαθώντας μάταια να αναρριχηθούν ως την πανύψηλη κορυφή του μιναρέ. Μουσικές μνήμες πλεγμένες με τους θόλους κα τα τεμένη της λάγνας ανατολής.

Την κορυφή αυτού ακριβώς του μιναρέ αντίκριζα κι από το δημοτικό όπου φοιτούσα κάποτε, το αποκαλούμενο και «τούρκικο», κτίριο του τέλους της οθωμανοκρατίας, μαζί με τον μισοερειπωμένο γειτονικό ναό του Αγίου Φραγκίσκου.

Ακόμη και τα παιχνίδια μας και οι πρώτες εφηβικές εξορμήσεις μας, όμως, δεν έμεναν έξω από το οθωμανικό και το ενετικό συνονθύλευμα του παρελθόντος. Δύσκολα θα θυμηθώ κάτι στο οποίο δεν θα ρίχνει, έστω και ξώφαλτσα, τη σκιά της η Ιστορία.

Πρώτ’ απ’ όλα, το πανηγύρι του Διόνυσου και του Βάκχου, το καρναβάλι, ένα από τα μεγαλύτερα στην Ελλάδα, με τις ρίζες του στην εποχή της Βενετοκρατίας. Ποτέ δεν έλαβα μέρος σε αυτό –ακόμη δεν έχω καταλάβει γιατί– δεν χόρταινα, όμως, να θαυμάζω τους μασκαράδες με τις πολύχρωμες φορεσιές και τα πελώρια άρματα.  Την ίδια περίοδο το κυνήγι του θησαυρού, το κυνηγητό της γνώσης και των μνημείων της πόλης μας, μέρος του βιβλίου των ρεκόρ Γκίνες και γιορτή για μικρούς και μεγάλους.

Η τηγανητή αθερίνα και το καλαμάρι στο βενετσιάνικο λιμάνι της πόλης στη δεκαετία του ’80 και του ’90, τότε που μυρωδιές και γεύσεις είχαν ακόμη κάτι από την αγνότητα της Παρθένου, πριν τα σαρώσει όλα η ακατάσχετη επέλαση του τουρισμού. Η γκρίνια μας ως έφηβοι για τους ξένους που μας έπαιρναν τις θέσεις στα καλοκαιρινά στέκια μας –του παγωτού στο «Μέλι» στην παραλία ή της περίφημης κρεπερί “Harris” στην πλατεία του Πλατάνου με την κρήνη Rimondi. Τα παράπονά μας ως παιδιά στις ποδηλατικές μας βόλτες στα στενά σοκάκια με τα βενετσιάνικα θυρώματα και τα τουρκικά σαχνισιά για τον «σκόπελο» που αποτελούσαν οι ορδές των τουριστών.

Τα ηλιοβασιλέματα στα παγκάκια μπροστά από τη Φορτέτζα, με τον γιγάντιο πορτοκαλί ήλιο να χαϊδεύει απαλά με τις ασθενικές αχτίδες του τις πολεμίστρες της και να χάνεται πίσω από τον ορίζοντα του κρητικού πελάγους. Αλλά και στα εφηβικά ξενύχτια μας, πάλι το κάστρο και το πέλαγος έχει μείνει χαραγμένο στη μνήμη μου, αφού, καθισμένοι στα βραχάκια της τεράστιας σε μήκος παραλίας του Ρεθύμνου, τα τείχη του κάστρου ήταν εκείνα που έγλειφε πρώτα ο ροζ ηλιακός δίσκος στην ανατολή, ξεμυτίζοντας αργά και ηδονικά από τη θάλασσα. Και οι βουτιές μας έξω από την πόλη, ξανά τη Φορτέτζα αντίκριζαν στο βάθος του ορίζοντα.

Και τέλος, ο δημοτικός κήπος με τα σπάνια φυτά, δίπλα απ’ το σπίτι μας στη νέα πόλη, πάνω στα ερείπια των οθωμανικών νεκροταφείων, ένα ακόμη μέρος για τις ποδηλατικές μας βόλτες και τα τόσο κοινά παιχνίδια του κυνηγητού και του κρυφτού.

Μνήμες της γενέθλιας πόλης, μνήμες θαλασσινές, μνήμες Ιστορίας και παιδικής ανεμελιάς. Τους είμαι ευγνώμων που υπήρξαν και  θα με συντροφεύουν ως τον θάνατο…

*Το παρόν κείμενο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά τον Αύγουστο του 2021 στην εφημερίδα «Ελεύθερος Τύπος», στο πλαίσιο της ενότητας «Διηγήματα για τη “Γενέθλια πόλη”».

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.